Πολιτισμός

«Η μουσική μου έχει μια βαθιά Ελληνικότητα» – Ο Δημήτρης Σκύλλας μιλά στη «Θ»με αφορμή τη «Μελωδία της Μετάβασης» 

Ο Δημήτρης Σκύλλας είναι ένας από τους πιο ταλαντούχους συνθέτες σύγχρονης κλασικής μουσικής και πιανίστας. Μεγάλωσε στον Βόλο και τα τελευταία δύο χρόνια έχει έδρα το Λονδίνο. Ενθουσιώδης, άκρως δημιουργικός, απόλυτα δοσμένος στις μουσικές του συλλήψεις, παρουσίασε, στην εκπνοή του 2017, στο Σταύρος Νιάρχος τη «Μελωδία της Μετάβασης», τη νέα του «κοσμοθεωρία». Έργο αληθινά συγκλονιστικό, για πιάνο σόλο, εμπνευσμένο από τον πίνακα του Μουνκ «Προς το δάσος».

«Το νέο μου έργο, το πρώτο των τριάντα μου, είναι μια πραγματική μετάβαση, ένας προάγγελος για τα έργα που έρχονται στα επόμενα χρόνια. Η «Μελωδία της Μετάβασης» είναι ένας επίλογος. Η κάθε μετάβαση είναι ένας επίλογος και μία έναρξη για το καινούριο. Για μένα χρειάστηκαν έξι μουσικές νότες. Νομίζω πως οι έξι αυτές νότες, τόσο φαινομενικά απλές, αλλά παντοδύναμες στο πέρασμά τους, με ώθησαν σε έναν νέο τρόπο μουσικής σκέψης. Νιώθω σχεδόν περίεργα να το λέω αυτό. Όμως άνοιξε μια καινούρια πραγματικότητα στη μουσική μου. Είναι σα να γνωρίζεις έναν άνθρωπο και καρμικά, όπως πολλοί θα έλεγαν αλλάζει ο τρόπος σκέψης σου και η προσέγγιση που έχεις για τη ζωή. Το νέο μου έργο, το πρώτο των τριάντα μου, είναι μια πραγματική μετάβαση, ένας προάγγελος για τα έργα που έρχονται στα επόμενα χρόνια. Ουσιαστικά δεν άλλαξε η μουσική μου, προστέθηκε όμως ένα ακόμα ιδιαίτερα δυνατό και διαχρονικό στοιχείο το οποίο θα αφήσω να φανεί μόνο του σιγά σιγά. «Δεν υπάρχει μήνας που να τον έχω περάσει ολόκληρο σε μία πόλη», σημειώνει.

Το έργο συντίθεται από επιδράσεις σε πολλά μέρη της Ευρώπης πριν παρουσιαστεί στην Ελλάδα.
«Δεν υπάρχει μήνας που να τον έχω περάσει ολόκληρο σε μία πόλη. Σπίτι μου είναι όπου έχω μαζί τις παρτιτούρες μου, ένα όργανο και τα ρούχα μου. Δε χρειάζομαι περισσότερα. Η σύλληψη του έργου, του επιλόγου αναφέραμε, ξεκίνησε στη Βαρκελώνη. Θα μπορούσε να με είχε αφήσει κανείς εκεί για μερικούς μήνες και θα είχα γράψει το έργο. Ίσως όμως να μην είχε τα ίδια στοιχεία. Νιώθω πως η μουσική μου έχει μια βαθιά Ελληνικότητα. Έχοντας πυρήνα ελληνικό, ασυνείδητα δημιουργώ ποικίλους πολιτιστικούς φλοιούς που έρχονται από τα ταξίδια και τις αισθήσεις που λαμβάνω. Στο Λονδίνο θεωρούμαι «εξωτικός», στην Ελλάδα πιθανόν κάτι αντίστροφο. Ένα ηλιόλουστο πρωινό είδα τον πίνακα σε ένα μουσείο στη Λισαβόνα και ήξερα πως έπρεπε να τον κάνω μουσική. Να τον βγάλω από μέσα μου. Το ίδιο συνέβη και με τον πίνακα του Μουνκ» είπε.

Η δημιουργία στη μουσική σχετίζεται με τις εμπειρίες, τα ερεθίσματα σημείωσε και πρόσθεσε:
«‘Ανεξάρτητα από το ότι μοιράζεται σε διαφορετικά έργα και όργανα, η μουσική μου είναι μία και ενιαία. Είναι το ημερολόγιο της ζωής μου και όλα μπαίνουν εκεί, συνειδητά η μη. Αυτός είναι και ο λόγος που δε βγάζω εγώ ο ίδιος πολλές φωτογραφίες, δεν τις χρειάζομαι, επιλέγω να μεταμορφώνω την εικόνα και την αίσθηση σε ήχο. Δε γνωρίζω αν η ηλικία μου παίζει ρόλο στο μουσικό μου αποτέλεσμα. Είναι πολύ πιθανό. Παρόλο όμως που είμαι αρκετά νέος στην ηλικία, νιώθω πως δεν ανήκω στην κατηγορία των νέων συνθετών, ίσως γιατί μου δόθηκαν μεγάλες σκηνές και ευκαιρίες αρκετά γρήγορα και λίγο απότομα θα μπορούσε κανείς να πει, ίσως γιατί επιλέγω να μην ανήκω σε κανέναν ακαδημαϊκό χώρο. Το διαχειρίζομαι όμως καλά και το διασκεδάζω απόλυτα, με εκφράζει».

 

Προηγούμενο ΆρθροΕπόμενο Άρθρο
Μοιραστείτε το