Τοπικά

Μουλάρια στην υπηρεσία καθαριότητας της Σκοπέλου

Στα καλντερίμια της Παλιάς Χώρας στη Σκόπελο οχήματα δεν κυκλοφορούν. Οι μετακινήσεις στα στενά σοκάκια γίνονται αποκλειστικά με τα πόδια, ενώ για την καθαριότητα του οικισμού χρησιμοποιούνται μουλάρια. Τα υπομονετικά τετράποδα βοηθούν στην αποκομιδή των απορριμμάτων τον υπάλληλο του Δήμου Σκοπέλου που είναι επιφορτισμένος με το συγκεκριμένο αντικείμενο. Ο ημιονηγός Ανδρέας Κανάρης και ιδιοκτήτης των ζώων, εδώ και 17 χρόνια ακολουθεί το ίδιο δρομολόγιο, εξυπηρετώντας τις ανάγκες του παραδοσιακού οικισμού. Ταυτόχρονα, όμως, διατηρεί και την παράδοση της οικογένειάς του, που χρησιμοποιεί ημίονους για αγροτικές εργασίες, όπως το όργωμα των χωραφιών ή για μεταφορές προϊόντων. Η χρήση των ζώων εν έτει 2017 κρατάει «ζωντανή» μία εικόνα της παλιάς Σκοπέλου, όταν τα μουλάρια ήταν ακόμη δημοφιλή στο νησί και αποτελούσαν αναπόσπαστο κομμάτι της λαϊκής παράδοσης στις Βόρειες Σποράδες.

Ο 48χρονος Σκοπελίτης αναφέρθηκε στη δουλειά που κάνει από το 2000 μέχρι σήμερα. «Είμαι δημοτικός υπάλληλος και ανήκω στο Γραφείο Καθαριότητας. Πηγαίνω με το μουλάρι, όπου δεν έχει πρόσβαση το αυτοκίνητο. Χρόνια γίνεται αυτό στην Παλιά Χώρα. Πλέον είμαι μόνιμος υπάλληλος στον Δήμο Σκοπέλου. Αυτό έγινε την τελευταία τετραετία, πιο παλιά απασχολούμουν με συμβάσεις», είπε ο κ. Κανάρης, ενώ στη συνέχεια περιέγραψε την καθημερινότητά του: «Δεν υπάρχει κι άλλος τρόπος βασικά να πετάξεις τα σκουπίδια από εκεί. Οι κάτοικοι της Παλιάς Χώρας βγάζουν τα απορρίμματά τους σε σακούλες, τα φορτώνουμε στα ζώα και τα βγάζουμε έξω. Κάθε μέρα το καλοκαίρι. Αντίθετα τον χειμώνα αυτό γίνεται κάθε Δευτέρα, Τρίτη, Τετάρτη και Παρασκευή. Το καλοκαίρι για ευνόητους λόγους η αποκομιδή γίνεται σε καθημερινή βάση. Τα πρωινά ξεκινάω από νωρίς, γύρω στις 6 και σταματώ σαν φτάνει το μεσημέρι. Μέχρι να τελειώσω τον τομέα. Η δουλειά μου δεν έχει να κάνει με συγκεκριμένο ωράριο. Μετά τα βγάζω στους κάδους και περνάει το απορριμματοφόρο και τα πάει στον ΧΥΤΑ. Οι τουρίστες ενθουσιάζονται στη θέα τους. Βγάζουν φωτογραφίες μαζί τους, χαμός γίνεται. Όπως στη Σαντορίνη, που ανεβαίνουν στα γαϊδουράκια για να πάνε βόλτα στην Καλντέρα. Έρχονται κοντά τους και τα χαϊδεύουν».

Η σχέση του Ανδρέα Κανάρη με τα συγκεκριμένα ζώα δεν προέκυψε τώρα, παρά πρόκειται για μία ιστορία που κρατάει πολλά χρόνια: «Από παλιά είχαμε ζώα στην οικογένεια. Ο πατέρας μου είχε, όπως μετά απέκτησα κι εγώ τα δικά μου. Τώρα στην ιδιοκτησία μου έχω δύο μουλάρια, ηλικίας 13 ετών το καθένα. Ανέκαθεν εξυπηρετούσαν τις ανάγκες που είχαμε. Να βγάλουμε τις ελιές από το κτήμα, να μεταφέρουμε τα ξύλα. Ο πατέρας μου δεν είχε αυτοκίνητο, οπότε με τα ζώα ήταν ο μόνος τρόπος να δουλέψει».
Πιο παλιά, πάντως, υπήρχαν περισσότερα ζώα στο αιγαιοπελαγίτικο νησί, με τον Σκοπελίτη ημιονηγό να θυμάται: «Στο παρελθόν ο αριθμός τους ήταν μεγαλύτερος σε σύγκριση με τα ζώα που υπάρχουν σήμερα. Η Σκόπελος με τα μουλάρια χτίστηκε. Δεν είναι υπερβολή αυτό. Παίρναμε μουλάρια να μεταφέρουμε ελιές, να κουβαλήσουμε ξύλα και άλλα αγροτικά προϊόντα. Ή το όργωμα στις δύσβατες πλαγιές που δεν έφτανε τρακτέρ, μόνο με το μουλάρι γινόταν. Τώρα δεν υπάρχει άνθρωπος που οργώνει με αυτόν τον τρόπο, ενώ πολύ λίγα πράγματα μεταφέρονται έτσι. Οι περισσότεροι κρατούν τα μουλάρια για χόμπι. Έχουν μείνει και δύο-τρεις Σκοπελίτες που μεταφέρουν με τα ζώα οικοδομικά υλικά, εξυπηρετώντας όσους θέλουν να φτιάξουν σπίτι και δεν είναι τόσο εύκολη η πρόσβαση στις οικοδομές».

Στη συνέχεια μίλησε για πλεονεκτήματα που έχουν τα μουλάρια σε σχέση με τα άλογα και τα γαϊδούρια, αλλά και για τα χαρακτηριστικά τους: «Τα μουλάρια θεωρούνται πιο δυνατά από τα άλογα και ταυτόχρονα πιο ανθεκτικά. Έχουν μεγάλη αντοχή σε συνεχή εργασία. Πλέον έφτασα 48 χρόνων. Από μικρό παιδί ασχολούμαι με τα μουλάρια. Απ’ έξω και ανακατωτά τα ξέρω πλέον. Πώς συμπεριφέρονται εκείνα, αλλά και πώς πρέπει να τα φέρεται ο ιδιοκτήτης τους. Τι προβλήματα έχουν, πώς να τα ταΐσεις. Τα πάντα. Είναι αρκετά έξυπνα. Βέβαια σε αντίθεση με τα άλογα, που είναι πιο πιστά στον ιδιοκτήτη τους, τα μουλάρια είναι κάπως ατίθασα. Προέρχονται από διασταύρωση αλόγου και γαϊδάρου. Μην το ξεχνάμε αυτό. Δεν είναι καθαρόαιμα ζώα».

Παροιμιώδες είναι το πείσμα των μουλαριών, ενώ δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι μεταφορικά ο όρος μπορεί να χρησιμοποιηθεί για κάποιον που είναι ιδιαίτερα επίμονος, με τον κ. Κανάρη να λέει: «Τα μουλάρια εάν τα ζορίσεις στο φόρτωμα από μικρά, στο μέλλον θα εμφανίσουν προβλήματα. Μουλαρώνουν, αρχίζουν και κλωτσάνε. Εάν το φορτώσεις βαριά, το ζώο το καταλαβαίνει και αντιδράει. Το φόρτωμα γίνεται σιγά-σιγά. Παίζουν ρόλο και οι γονείς του ζώου. Θα κληρονομήσει τα χούγια τους. Η τιμή για ένα καλό μουλάρι φτάνει τα 3.000-4.000 ευρώ. Αντίθετα, εάν είναι ατίθασο ή κλωτσάει, η τιμή του πέφτει κατακόρυφα. Αν είναι ήρεμο και κάνει τη δουλειά που το πήρες, θα το αγοράσεις πιο ακριβά».
Η φροντίδα τους παίζει επίσης σημαντικό ρόλο, με τον έμπειρο ιδιοκτήτη τους να επισημαίνει: «Πρέπει να μάθεις το μουλάρι να εμπιστεύεται το αφεντικό του. Αν το ταΐσεις κάθε μέρα, τότε σε μαθαίνει, όπως το παιδί τη μάνα. Περιμένει από σένα. Μόλις ακούσουν τον ήχο από τη μοτοσικλέτα μου, αρχίζουν να φωνάζουν. Ξέρουν πως έχει φτάσει η ώρα του ταΐσματος. Τα μουλάρια έχουν συγκεκριμένη ώρα που τρώνε και πίνουν νερό. Δεν μπορεί τη μία ημέρα να πας να τα φροντίσεις στις δέκα το πρωί και την επόμενη στις τρεις το μεσημέρι. Έτσι το ζώο και μπερδεύεται, αλλά και δεν τρέφεται σωστά. Φωνάζει, σε ψάχνει. Θέλει συγκεκριμένη ώρα σε καθημερινή βάση. Η καλή κατάσταση των δοντιών παίζει πολύ μεγάλο ρόλο στο καλό μάσημα της τροφής. Αν πέσουν τα δόντια του, τότε θα ψοφήσει από την πείνα. Κατά μέσο όρο ζούνε κοντά στα 35 χρόνια. Στη δουλειά θα τα πάρεις από την ηλικία των τριών ετών κι έπειτα, μέχρι να φτάσουν τα 25 χρόνια. Θέλουν προσοχή τα πόδια τους. Αν κουτσαίνει, τότε είναι άχρηστο. Αν το κακοφορτώσεις, θα πάθουν τα πόδια του. Πάντοτε ελαφριά στην αρχή, για να στρώσει το κορμί από το βάρος. Με λίγα κιλά φορτίου, να ισιώσει το κορμί με το σαμάρι. Να μη φορτώσει το μουλάρι μεμιάς 150 κιλά. Πας με 50 κιλά στην αρχή και τα αυξάνεις σιγά-σιγά. Τσεκάρεις τις δυνάμεις του σταδιακά. Τέλος, ένα άλλο σημαντικό κομμάτι της φροντίδας τους είναι το πετάλωμα. Κι αυτό το κάνω μόνος μου. Άλλωστε, πεταλωτής δεν υπήρχε ποτέ στο νησί και όλοι οι ιδιοκτήτες έκαναν μόνοι τους τη δουλειά, σε αντίθεση με τον Βόλο που υπάρχουν ακόμη επαγγελματίες του είδους. Απέκτησα εμπειρία με τα χρόνια, είδα κι έναν παλιό πεταλωτή και ξέρω πώς να δουλέψω. Το πετάλωμα είναι το παν στο ζώο».

Προηγούμενο ΆρθροΕπόμενο Άρθρο
Μοιραστείτε το