Θ Plus

Μονολίμνη: Οδοιπορικό στον λαβύρινθο των εκβολών του Έβρου

Του Κυριάκου Παπαγεωργίου

Ένα ταξίδι με προορισμό το πολυδαίδαλο Εβρίτικο Δέλτα όπως αποκαλείται το συνολικό πλέγμα από τους ποτάμιους βραχίονες και όχτους, τα λιμναία τενάγη και τις πλημμυρισμένες θυρίδες εκφοράς του Έβρου στο Θρακικό πέλαγος, είναι μια περιπέτεια των αισθήσεων στα έγκατα της παρέβριας λεκάνης που ξεπερνάει τα όρια της φαντασίας και του παραμυθιού.
Η διείσδυση στο δαιδαλώδες δέλτα συντελεί σε μιαν απόκοσμη περιπέτεια στο ωραιότερο υγρολιβαδικό σύστημα της χώρας, ίσως και της Βαλκανικής, για να μην πω της Μεσογείου.
Όταν το σχεδιάζαμε δεν είχαμε υπόψη μας τις εκτενείς λεπτομέρειες και τους μυστήριους νυγμούς των υδάτινων, χλωριδικών και πτητικών εκδηλώσεων του ποταμού, και των συνδηλώσεων των λογής ποικιλόπνοων φτερωτών παρηχήσεων, κραδασμών και οπτικών αποκαλύψεων.
Κι όμως αυτή ήταν – και είναι – η αυθεντική παρτιτούρα των υδάτινων δρόμων του Έβρου, όπως την υπογράφει με το τριπλό όνομά του:
Των πουλιών, των χρωμάτων και της απρόσκοπτης γαλήνης, που είναι όλα τους οργανωμένα μέσα σε μια θεία κιβωτό ευδαιμονίας των αγαθών.
*
Ο Έβρος ποταμός, ο μεγαλύτερος της Βαλκανικής, πηγάζει στη Ρίλα της Βουλγαρίας, διασχίζει μέρος της γειτονικής χώρας και της δυτικής τουρκικής Θράκης, καθώς και ένα μεγάλο τμήμα κοντά στο εκφορικό σύστημα απορροής στο Θρακικό πέλαγος που αντιστοιχεί σε περίπου 53.000 τετραγωνικά χιλιόμετρα.
Λένε πως ο υγρότοπος των εκβολών του θεωρείται ως ένας από τους σπανιότερους και πιο σημαντικούς στον τομέα των περιβαλλοντικών δράσεων υδάτινων δομών στον κόσμο.
Το νερό του ποταμού μαζί με τα φερτά υλικά του, τα οποία καταλήγουν στην κοιλάδα απορροής, σχηματίζουν ένα πολύπλοκο δέλτα, μια σχηματική δηλαδή γεωμετρική οντότητα με τρεις κορυφές, που τις αποτελούν, με τη σειρά, η στροφή που κάνει το ποτάμι κάτω από τις Φέρες, από βόρεια, η μύτη του Γαριδοτροφείου από δυτικά και η ευθύγραμμη απόληξη του ποταμού στη λίμνη Σπίτια και τη λιμνοθάλασσα Λημνιό στα σύνορα με την Τουρκία, από ανατολικά.
*

Οι εκβολές του Έβρου

Πρέπει να το πω απ’ την αρχή. Αν δεν είχαμε μαζί μας το φωτοχημικό άρμα του Νάσου Ναλμπάντη, του Αλεξανδρουπολίτη φωτογράφου πουλιών και άγριας ζωής, δεν θα είχαμε δει, ακούσει και γευτεί σχεδόν τίποτα από όσα μας έκαναν κοινωνούς στο θαύμα που λέγεται εκφορικό τόξο του Έβρου.
Ο Νάσος, έχοντας συνεπιβάτες τη Βίλη, την Άννα κι εμένα, στο μεγαλόπνοο όχημα της φωτοδοτικής πληροφορίας και λεπτομέρειας, άνοιξε τους ασκούς μιας διόσημης παρασημαντικής, με δωρεάν τα θεωρικά του παρέβριου παραδείσου.
Τα «θεωρικά» του Νάσου υπήρξαν ο καταλύτης αποκάλυψης και διείσδυσης στον μαγικό κόσμο των πουλιών του δέλτα, μα και στο νόημα του αισθητού παραδείσου της έξοχης αυτής χλωρίδας.
Μας πήρε από το χέρι, με το χέρι στην καρδιά κι από τη μια καρδιά του Έβρου μας πήγε έως την άλλη.
*
Οι λίμνες στο ελληνικό έδαφος του δέλτα είναι ουσιαστικά τρεις: Η Δράνα ή αλλιώς Δρακοντίς, τα Παλούκια ή αλλιώς Μονολίμνη και η λίμνη των Νυμφών. Δεν γνωρίζαμε τις δεύτερες ονομασίες τους. Γιατί τη Μονολίμνη δεν την είχαμε ακούσει έτσι, αλλά μονάχα ως Παλούκια και δεν είμασταν σίγουροι από παλιότερη επίσκεψη ποια ήταν αυτή η λιμναία λεκάνη κι ούτε πώς οριζόταν, αλλά ούτε ποια είναι η αρχή και ποιο το τέλος της.
Ο Νάσος ανακρατώντας στα βαριά του δάχτυλα τις σίγουρες ασφαλισμένες με υφασμάτινο κάλυμμα μηχανές του, που σημάδευαν κάθε τόσο και «πυροβολούσαν» αθόρυβα βουβόκυκνους, γερακίνες, καλαμόκιρκους και βαρβάρες, μας άνοιγε την πιο ωραία πύλη στο πολυδαίδαλο δίκτυο γενετικής δημιουργίας του υγροβιότοπου και της αρμονικής εβρίτικης φύσης
Ο δικός μας στόχος ήταν η Μονολίμνη. Και όλα τα παραπληρώματα που συνοδεύουν το μεγάλο και ωραίο ταξίδι στη λιμναία αυτή χώρα των ονείρων και της φαντασίας.
*

Δύο βαρβάρες στη Μονολίμνη

Από τις Φέρρες, με την εκπληκτική εκκλησία της Κοσμοσώτειρας, βγήκαμε στον κάθετο άξονα που οδηγεί στην ελληνοτουρκική μεθόριο, ένα βήμα πριν το ανάχωμα του Έβρου, αφού ακολουθήσαμε τον δυτικό βραχίονα του ποταμού.
Έως εκεί που στρίψαμε για την ευθεία του δρομαίου οικοσυστήματος των εκβολών ο χιλιομετρητής μας έγραψε τρία χιλιόμετρα.
Περάσαμε το ελληνικό Φυλάκιο με τη συγκατάνευση του Νάσου και οδεύσαμε πάνω σε ένα τεχνητό σαμάρι που επόπτευε τη μεθόρια ζώνη, ένα παρακάναλο δηλαδή του ποταμού, πλάι στο οποίο σηκωνότανε ο διαχωριστικός φράχτης, με χιλιάδες κομμένα δέντρα – κυρίως λεύκες – που θύμιζαν κρανίου τόπο.
Παραμονή της 25ης Μαρτίου και η διπλωματία της διακριτικής αντιπαλότητας έπαιρνε άλλες διαστάσεις ύστερα από την εμπνευσμένη επινόηση κάποιων δικών μας να κόψουν τον τεράστιο κορμό μιας αιωνόβιας φτελιάς – επάνω ακριβώς στο σύνορο των δυο χωρών – και να κρεμάσουν τον ιστό της γαλανόλευκης, στο πείσμα της ύφεσης που μοιραία υποβόσκει, αλλά δεν τελεσφορεί.
Από τα παρόχθια νεύρα του δασικού κυκεώνα ξεφυτρώναν λασπωμένα τα Χάμερ του ελληνικού στρατού λες κι αναδύονταν από μυστήριες μήτρες του Κάτω Κόσμου.
Είναι τέτοια και τόση η παρουσία των ελληνικών στρατιωτικών δυνάμεων που για πρώτη φορά νιώθει ο πολίτης – ερευνητής του Έβρου τόσο έντονη την εμπιστοσύνη του στις αμυντικές ικανότητες της δοκιμαζόμενης χώρας.
Η δώθε πλευρά του Έβρου, η ελληνική, από δω και κάτω έχει διατηρήσει και στα καθ’ ημάς το παράξενο τουρκικό όνομα: Γκιαούρ Αντάς, δηλαδή η γη των απίστων.
Αυτή η γη των απίστων, όπως βαφτίστηκε από τους απέναντι «πιστούς», αρχίζει από δω και κάτω να δυναμώνει και να κυριεύει το σύμπαν με τα νεραϊδοπλόκαμά του.
Ασφαλώς και γι’ αυτό ο τόπος αυτός αποκαλείται Νεραϊδότοπος. Τι διαθέτει όμως ο τόπος αυτός για να ευφυολογείται τόσο εύστοχα από τους νονούς της ονοματολογίας του Έβρου;
Ωχροκόκκινα, τεφρά ή κρασοσκότεινα αρμυρίκια, μέσα σε μια αδιάκοπη μολυβένια ροή, που την καλύπτει μια οριζόντια κλαδωτή στέγη, παράξενη αντιστοιχία χρωμάτων και σκιών, διαχυμένη στο μικρό ουράνιο και γαιώδες σύμπαν που όχι μόνο μας συνεπήρε, αλλά μας πήρε και μας εκτόξευσε στους πιο ταξιδιάρικους σταθμούς του εβρίτικου πλανήτη.
Στη συνέχεια και πριν εγκαταλείψουμε τον Νεραϊδότοπο και εισδύσουμε στο Μαυραγκάθι, ορμητικές εικόνες από ουράνια στίφη αεριωθούμενων πτηνών, μιας τεράστιας ποικιλίας ειδών, ταρακούνησε τους φακούς του Νάσου που πήραν φωτιά και αιχμαλώτισαν καλαμόκιρκους, αετογερακίνες, πρασινοκέφαλες πάπιες, χαλκόκοτες, τρυγγόνες, πελεκάνους, νανόχηνες και χουλιαρομύτες. Σταματώ για να πάρω ανάσα, καθώς ο Νάσος με την κάθε ανάσα του τρυπούσε το ράμφος της εικόνας με το ράμφος της μηχανής του, όταν ζαλισμένος κι ο ίδιος από τη σωρεία των κινούμενων φωτογραφικών στόχων, ξέκρινε έναν μυοκάστορα, τον οποίο πυροβόλησε δίχως να τον πετύχει, αφού μας μύησε πρώτα στον προορισμό του και στην προστατευμένη καλαμόπυκνη φωλιά του. Ο μυοκάστορας μας μπάνισε και βούτηξε στο νερό της λίμνης κολυμπώντας με μικρές απλωτές αφήνοντας έξω από το νερό μονάχα το κεφάλι και τα μουστάκια του.
Ο μυοκάστορας παρότι είναι πολύ χαριτωμένο αμφίβιο θηλαστικό, δεν παύει να είναι τρωκτικό κι επικίνδυνο για τη χλωρίδα και το περιβάλλον, ειδικά του Έβρου και των εκβολών του.
*

Φλαμίνγκος στη λίμνη

Η μεγάλη ευθεία γραμμή της αναχωματικής λωρίδας έπιασε τα 22 χιλιόμετρα και δεν έλεγε να τελειώσει, όταν είδαμε το μεγάλο αντλιοστάσιο στην άκρη της Μονολίμνης και στο βάθος, σε δεξιά κατεύθυνση, το τεράστιο Παρατηρητήριο που έχει στηθεί στις παρυφές της Μονολίμνης. Εκεί υπάρχει μικρό προστατευμένο λιμανάκι με πλάβες και ακάρινα ταχύπλοα ψαράδων και καλλιεργητών.
Ακολουθήσαμε το ανάχωμα που διαχωρίζει τη λίμνη των Νυμφών από τα Παλούκια (Μονολίμνη) για άλλα τρία χιλιόμετρα. Σταθήκαμε στο Παρατηρητήριο, ανεβήκαμε κι αποθαυμάσαμε ένα συμπαντικό φαινόμενο χλωρασιάς, λιμνοθαλασσών, λωρίδων, αμμονησίδων και βραχιόνων που συνιστούν τον τυπικό βιότοπο των Μεσογειακών δέλτα.
Από το ύψος των δεκαπέντε μέτρων αντικρίζουμε τεχνητά ή φυσικά κανάλια, κανάλια του γλυκού ή του αλμυρού νερού που διασταυρώνονται σε όλη την έκταση του υγρότοπου.
Το τέρμα του οδοιπορικού μας θα γραφτεί στο εξωκλήσι του Αγίου Ραφαήλ, όπου σηματοδοτείται το έσχατο αντλιοστάσιο, κι ένα λιμανάκι πριν από την ανοιχτή θάλασσα.
Απέναντί μας θα αποκαλυφθεί η τουρκική πόλη Ενόζ, ο ελληνικός Αίνος, που μέχρι το 1922 ανήκε, με τη συμφωνία των Σεβρών στην Ελλάδα, και χάθηκε ύστερα, όπως χάθηκε και η σπουδαία λίμνη που φέρει το ίδιο όνομα. Ενόζ…
*
Επιστρέφοντας εκείνο που θα με εντυπωσιάσει περισσότερο, ύστερα από μια μουντή και αφώτιστη μέρα του παγωμένου γδάρτη, ήταν οι ξανθοί καλαμιώνες που φύονται στις όχθες των υγροτόπων, όταν υποχώρησε η μαρτιάτικη σκοτοδίνη, και λευτερώθηκε ο ουρανός με συνέπεια να ξανθύνει ο βάλτος και να αποκαλυφθούν πλήθος καταφύγια ζωής και λεπτομέρειες της έξοχης αυτής χλωρίδας του εκβολικού Έβρου.
Ο Νάσος θα βγάλει τους φακούς του και πάλι και θ’ αρχίσει να «εκτελεί» αβοκέτες, στρειδοφάγους και αγκαθοκαλημένες.
Και τα υγρά λιβάδια θα γεμίσουν όχι μόνο από νερά της εποχής, αλλά και από μια στρουθιόμορφη κοινωνία αρπακτικών και φυσικά θα κατακλυσθεί από σκαλίδρες, γλαρόνια, τουρλίδες και τρύγγες, αλλά και από σφυριχτάρια, βαλτόκιρκους, κοκκινόχηνες και αγριόκυκνους κι ένα σωρό ακόμα στρουθία, των οποίων η ζωή είναι συνυφασμένη με το περιβάλλον των εκβολών του Έβρου.
Αλλά ο Έβρος, όπως και αν τον δει κανείς, δεν τελειώνει εδώ. Δεν τελειώνει πουθενά. Υπάρχουν οι καλύβες, οι βαρκάδες, μα και οι κυνηγοί που αποτελούν την αμφιλεγόμενη πληγή των εκβολών του Έβρου…
Γι’ αυτό και θα επανέλθουμε…

Προηγούμενο ΆρθροΕπόμενο Άρθρο
Μοιραστείτε το