Πολιτισμός

Μια συγκριτική ματιά στις της Αγίας Τριάδας Νοσοκομείου Βόλου

του
Βλάση Μαρ. Βολιώτη,
[email protected]

Μια ευχάριστη έκπληξη μού επιφύλαξε η είσοδος του νέου έτους. Ήταν το επιτραπέζιο ημερολόγιο για το 2020, που εξέδωσε η Εταιρεία Θεσσαλικών Ερευνών, με θέμα τον ζωγράφο Γεώργιο Γουναρόπουλο και τις αγιογραφίες του στο παρεκκλήσι της Αγίας Τριάδας του Νοσοκομείου Βόλου. Μου το πληροφόρησε ο φίλος, με κοινές ρίζες από τον Αϊ-Βλάση, και μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου Νίκος Μαστρογιάννης. Έσπευσα και το προμηθεύτηκα με μεγάλη χαρά όχι μόνο γιατί γνωρίζω την ποιότητα των εκδόσεων και γενικότερα το έργο που παράγει η εν λόγω εταιρεία, αλλά και για έναν τελείως προσωπικό λόγο. Στο πανέμορφο αυτό εκκλησάκι, εκκλησιαζόταν η πατρική μου οικογένεια που διέμενε στον Άναυρο, στις δεκαετίες του ’50, του ’60 και του ’70. Επομένως, ήταν μια πρόκληση στις αναμνήσεις μου και στα συναισθήματά μου να ξεφυλλίσω αυτό το πανέμορφο πόνημα, που το μεράκι και η φιλοκαλία κάποιων πνευματικών ανθρώπων του τόπου μας δημιούργησε.

Το παρεκκλήσι της Αγίας Τριάδας του Νοσοκομείου Βόλου λίγο πριν την αποπεράτωση των εργασιών κατασκευής του στις αρχές της δεκαετίας του ’50 και στη διπλανή φωτογραφία στο μέσο διακρίνεται ο αρχιμάστορας – πετράς Αργύρης Παπαδόπουλος (οι φωτογραφίες προέρχονται από το αρχείο του κ. Χρίστου Γερ. Μάτσου)

Άψογη η εκδοτική εργασία του ημερολογίου, διανθισμένη με όμορφες φωτογραφίες των έργων του Γουναρόπουλου και γλαφυρά κείμενα των εκπροσώπων των φορέων που συνέβαλαν στην έκδοσή του. Ιδιαίτερα κατατοπιστικές και με άκρα επιστημοσύνη οι παρουσιάσεις της αρχαιολόγου κ. Ασπασίας Κ. Ντίνα και της ιστορικού τέχνης κ. Μάγδας Κουμπαρέλου για τις αγιογραφίες της Αγίας Τριάδας και το έργο του ζωγράφου. Κυρίαρχο θέμα σε όλα τα κείμενα είναι η τελείως διαφορετική τεχνοτροπία με την οποία ο Γουναρόπουλος αγιογραφεί και προσεγγίζει τις άγιες μορφές και τα μέσα με τα οποία πετυχαίνει να απεικονίσει το υπερβατικό και υπεραισθητό των θείων προσώπων, ώστε το αγιογραφικό του έργο να αποπνέει την πνευματικότητα που βοηθάει τον πιστό να έλθει σε επαφή με τον Θεό.
Πραγματικά το αγιογραφικό έργο του Γουναρόπουλου απέχει πολύ από το γνωστό μοτίβο της βυζαντινής αγιογραφίας. Δεν συναντάμε το τριγωνικό και επίμηκες πρόσωπο, τη λεπτή και μακριά μύτη, τα έντονα τοξωτά φρύδια, τις βαθιές σκοτεινές οφθαλμικές κόγχες με τα μεγάλα αμυγδαλωτά μάτια, το μικρό στόμα, τις βαθουλωμένες παρειές, το έντονα τριγωνικό πηγούνι και το αυστηρό ύφος, που εξαϋλώνουν τις μορφές, τονίζοντας έτσι την πνευματική διάσταση έναντι της φυσικής. Αντίθετα ο Γουναρόπουλος αγιογραφεί πρόσωπα τελείως φυσικά, αποδίδοντας σε αυτά ένα ήρεμο και γεμάτο πραότητα ύφος, με ένα μειλίχιο και γλυκό πρόσωπο, ως αποτέλεσμα μιας ανώτερης εσωτερικής πνευματικότητας που τα διέπει. Αυτή η ειδοποιός διαφορά είναι που καθιστά το αγιογραφικό του έργο ξεχωριστό.

Δεν συναντάμε τα λεπτά και αδύνατα σώματα. Αντίθετα έχουμε φυσικούς σωματότυπους, με μια τάση προς τον μυώδη τύπο. Χαρακτηριστικός ο Παντοκράτορας του τρούλου, όπου είναι ευδιάκριτα ο εύρωστος θώρακας και οι εξαιρετικά μεγάλοι ώμοι. Ο Γουναρόπουλος γνωρίζει πολύ καλά ότι αγιογραφεί, απλά χρησιμοποιεί δικούς του δρόμους για να μεταφέρει το νόημα του θείου. «Ιδού ο αμνός του Θεού, ο αίρων την αμαρτίαν του κόσμου» (Κατά Ιωάννην Ευαγγέλιο) και «Χαίρε ότι βαστάζεις (εσύ η Παναγία) τον βαστάζοντα πάντα» (Χαιρετισμοί στάση Α’). Επομένως μπορεί να ερμηνευθεί θεολογικά η διαφορετική τεχνοτροπία του. Και πολύ σωστά ο σεβασμιότατος μητροπολίτης κ. Ιγνάτιος σημειώνει στο κείμενό του ότι ο αγιογράφος Γουναρόπουλος «αποκαλύπτει μια προσωπική ερμηνεία του θρησκευτικού ιδεώδους». Εξαίρεση θα έλεγα ότι αποτελεί ο Άγιος Ιωάννης ο Πρόδρομος στο τέμπλο του ναού, όπου ο αγιογράφος διατηρεί, τρόπον τινά, την «αρχετυπική» εικόνα του ισχνού σώματος του συγκεκριμένου Αγίου.
Ως προς τους χρωματισμούς, δεν συναντάμε τα έντονα χρώματα των κλασικών αγιογράφων, αλλά εδώ ο καλλιτέχνης από τα βασικά χρώματα αφήνει ελάχιστο κόκκινο, αρκετό κίτρινο (που σημαίνει φως) και λιγότερο μπλε (μάλλον μπλε-μωβ) και για τους υπόλοιπους χρωματισμούς αναμειγνύει τα βασικά χρώματα πετυχαίνοντας εξαιρετικές λεπτές και ανάλαφρες αποχρώσεις. Γενικά στις αγιογραφίες του επικρατούν τα μαγευτικά χρώματα της αμφιλύκης (*). Πουθενά δεν χρησιμοποιεί τον χρυσό φόντο (το βάθος της εικόνας) (**) της βυζαντινής αγιογραφίας. Αντίθετα ο καλλιτέχνης «παίζει» στο φόντο με εναλλαγή ήπιων φωτεινών και σκιερών περιοχών. Όπου απεικονίζονται ολόσωμοι Άγιοι, τα σώματά τους διατρέχονται από το κεφάλι μέχρι τα πόδια, κεντρικά από φως «με κόκκινους, κίτρινους, πορτοκαλί και ιώδεις τόνους», ενώ τα πλάγια των σωμάτων με ημίφως, που αποδίδεται «με πρασινοκίτρινες αποχρώσεις» όπως σημειώνει η αρχαιολόγος κ. Ντίνα. Άξια παρατήρησης επίσης είναι και η φωτεινότητα της παράστασης της Αγίας Τριάδας (εδώ ο Πατήρ ως γέροντας) στο τέμπλο του ναού όπου το εν είδει περιστεράς Άγιο Πνεύμα καταλάμπει την εικόνα και ο καλλιτέχνης το πετυχαίνει με πλούσιες αποχρώσεις του κίτρινου. «Και ιδού ανεώχθησαν αυτώ οι ουρανοί και είδεν το Πνεύμα του Θεού καταβαίνον ωσεί περιστερά» (Ευαγγέλιο των Θεοφανίων) και «Πάντες σεις είσθε υιοί φωτός και υιοί ημέρας. Δεν είμεθα νυκτός ουδέ σκότους» (Απόστoλος Παύλος, προς Θεσσαλονικείς Α’).

Επίσης αποφεύγει συστηματικά το έντονο περίγραμμα των απεικονίσεών του και καταφεύγει συστηματικά στα άτονα, αχνά και ανάλαφρα περιγράμματα. Αυτό, σε συνδυασμό με τις ήπιες χρωματικές αποχρώσεις, δημιουργεί ένα ονειρικό σκηνικό που βοηθάει την προσέγγιση του υπερβατικού και υπεραισθητού κόσμου του πνεύματος και γεφυρώνει τον πιστό με τον Θεό.
Αξίζουν άπειρα συγχαρητήρια στο αξιότατο Διοικητικό Συμβούλιο της Εταιρείας Θεσσαλικών Ερευνών και στην ακούραστη πρόεδρο κ. Μηλίτσα Ζαρλή-Καραθάνου για τη δημιουργία του εν λόγω πονήματος. Μπορούν να νιώθουν δίκαια χαρά και υπερηφάνεια. Επαίνους και σε όσους κοπίασαν με τη δημιουργική τους προσφορά, την πείρα και το μεράκι τους και δεν είναι λίγοι. Τέλος συγχαρητήρια και σε όσους στήριξαν ηθικά και υλικά την έκδοση.
Πρέπει να αναφέρουμε επίσης ότι η έκδοση του ημερολογίου δεν θα ήταν δυνατή χωρίς την αμέριστη βοήθεια και συμπαράσταση του Μουσείου Γουναρόπουλου.
Αξίζει και πρέπει να μπει σε κάθε σπίτι, να ξεφυλλισθεί, να διαβασθεί και να στολίσει τη βιβλιοθήκη του. Πέρα από τη χρηστική του αξία ως ημερολόγιο, έχει και τη συλλεκτική του αξία.

(*) Αμφιλύκη είναι το φως του ουρανού κατά την ανατολή και τη δύση του ήλιου, το λυκαυγές, το λυκόφως.
(**) Κάμπος, το ονομάζουν οι αγιογράφοι.

Προηγούμενο ΆρθροΕπόμενο Άρθρο
Μοιραστείτε το