Τοπικά

Μια μεγάλη αγάπη σε στρατόπεδο συγκέντρωσης για τον Βολιώτη Ν. Σαμούρη και την Αντωνία Σοφιγιένκο “Θ”

ΣΑΜΟΥΡΗΣ-3
Μία από τις τελευταίες κοινές φωτογραφίες του ζεύγους Σαμούρη

Η αγάπη που ένωσε δύο νέους ανθρώπους σε ναζιστικό στρατόπεδο συγκέντρωσης το μακρινό 1945, θα μας θυμίζει για πάντα τα παιχνίδια της μοίρας στη ζωή των ανθρώπων. Ο Νίκος Σαμούρης από το Βόλο και η Αντωνία Σοφιγιένκο από το Κράσνε Λιουτς της Ουκρανίας, πορεύτηκαν κόντρα σε όλες τις αντιξοότητες, ερωτεύθηκαν και έζησαν ευτυχισμένοι ο ένας δίπλα στον άλλον για περισσότερα από 65 χρόνια. Το 2010 ο θάνατος χώρισε το ζευγάρι, αφού η σύζυγος του Βολιώτη αγωνιστή της Αντίστασης «έφυγε» από ανακοπή καρδιάς σε ηλικία 84 ετών. Ωστόσο, πέντε χρόνια μετά ο 92χρονος, πλέον, Νίκος Σαμούρης, έδειξε πως δεν έχουν ξεθωριάσει οι αναμνήσεις της μεγάλης αγάπης που έζησε.

Το καλοκαίρι του 1944 θα μείνει για πάντα χαραγμένο στη μνήμη του, αφού τότε συνελήφθη από τους Γερμανούς, όντας μέλος της αντιστασιακής οργάνωσης της ΕΠΟΝ. Οδηγήθηκε στη φυλακή, αλλά τα χειρότερα δεν είχαν έρθει ακόμη. Από το Βόλο κατέληξε σε στρατόπεδο συγκέντρωσης στο Λάντσεντορφ της Αυστρίας, έναν τόπο θανάτου που χάθηκαν αμέτρητες ζωές από κάθε γωνιά της κατακτημένης τότε Ευρώπης.

ΣΑΜΟΥΡΗΣ-2
Από την επιστροφή του από το στρατόπεδο συγκέντρωσης. Ο Βολιώτης αγωνιστής διακρίνεται πρώτος από δεξιά μαζί με πρώην συγκρατούμενούς του

Εκεί έμελλε να συναντήσει τη γυναίκα που τον σημάδεψε για μία ζωή. Το πρώτο βλέμμα που αντάλλαξαν, αν και φευγαλέο, στάθηκε αρκετό για να κερδίσει την καρδιά του Νίκου Σαμούρη. Το γαλάζιο χρώμα των ματιών της έφηβης τότε Αντωνίας Σοφιγιένκο, μάγεψαν για πάντα τον μετέπειτα σύζυγό της.
Αμφότεροι άντεξαν τις κακουχίες και τα βασανιστήρια. Βγήκαν ζωντανοί μετά από πολύμηνη κράτηση στο κολαστήριο των Ναζί, αν και το τίμημα της ελευθερίας αποδείχθηκε βαρύ για τον Νίκο Σαμούρη. Την ημέρα που δραπέτευσε, ένας από τους Γερμανούς φύλακες τον πυροβόλησε, καθώς τον καταδίωξε. Η σφαίρα τον πέτυχε στην παλάμη του αριστερού χεριού του με αποτέλεσμα να χρειαστεί ο ακρωτηριασμός τεσσάρων δαχτύλων από τους Ρώσους γιατρούς που τον περιέθαλψαν, όταν τον βρήκαν κατά την προέλαση του σοβιετικού στρατού προς το Βερολίνο. Στο προσκέφαλό του βρέθηκε η Αντωνία Σοφιγιένκο, με την οποία μετά από σύντομο χρονικό διάστημα ενώθηκαν με τα δεσμά του γάμου στην κατεστραμμένη από βομβαρδισμούς Βιέννη.

ΣΑΜΟΥΡΗΣ-5
Το πιστοποιητικό που πήρε από τον Ερυθρό Σταυρό στη Βουδαπέστη

Ένα άνθος κερασιάς στάθηκε αρκετό στον Νίκο Σαμούρη για να το προσφέρει κάνοντας την πρόταση γάμου στην αγαπημένη του, η οποία δίχως ίχνος δισταγμού είπε το «ναι». Αψήφησαν κάθε δυσκολία που ορθωνόταν μπροστά τους, ακόμη και το εμπόδιο της γλώσσας ξεπεράστηκε γρήγορα, αφού η αγάπη τους αποδείχθηκε δυνατότερη από οτιδήποτε άλλο.
Η λήξη του πολέμου βρήκε το ζευγάρι να παίρνει το δρόμο της επιστροφής για την Ελλάδα. Αν και ο Νίκος Σαμούρης θεωρούνταν χαμένος για την οικογένειά του, βρέθηκε πίσω στο Βόλο ανοίγοντας το καινούριο σπιτικό του. Τον Φεβρουάριο του 1946 μετακόμισαν σ’ ένα μικρό σπίτι στον Άναυρο, με ένα δωμάτιο όλο κι όλο, αλλά με μία αυλή γεμάτη τριανταφυλλιές που ακόμη δεν είχαν ανθίσει. Λίγο αργότερα ήρθε στον κόσμο ο καρπός του έρωτά τους, η μονάκριβη κόρη τους, Αρετή.

ΣΑΜΟΥΡΗΣ-1
Ο 92χρονος σήμερα Νίκος Σαμούρης με την εγγονή του Αντωνία Καμβίτη

Οι πλημμύρες που έπληξαν το Βόλο το 1955 οδήγησαν την τριμελή οικογένεια στην Ουκρανία, στο μέρος όπου μεγάλωσε η Αντωνία Σοφιγιένκο. Στο Κράσνε Λιουτς, που στα ουκρανικά μεταφράζεται ως «κόκκινη αχτίδα», έμειναν μέχρι το 1961. Εκείνη τη χρονιά επαναπατρίστηκαν στην Ελλάδα, όπου και πέρασαν αγαπημένοι σχεδόν μισόν αιώνα κοινού βίου, ενώ ο κ. Σαμούρης αξιώθηκε πριν λίγο καιρό να δει και τρισέγγονη.

ΣΑΜΟΥΡΗΣ-4
Με την τρισέγγονή του Χριστίνα Αθηναίου

Αυτή η απίστευτη και συνάμα μαγευτική ιστορία, το 2010 κυκλοφόρησε σε βιβλίο με τίτλο «Σ’ όποια γλώσσα κι αν το πεις», που αποτύπωσε στο χαρτί με μοναδικό τρόπο η συγγραφέας Δέσποινα Λάππα-Κόντου. Η πρώτη αναφορά στο ζευγάρι έγινε από την αείμνηστη Νίτσα Κολιού στο έργο της «Άγνωστες πτυχές Κατοχής και Αντίστασης 1941-‘44», με τον κ. Νίκο Σαμούρη να μιλάει στη «Θ» για όσα βίωσε. «Όσα ζήσαμε τότε με την Αντωνία μπορεί να ακούγονται εξωπραγματικά, αλλά τα περάσαμε πραγματικά. Ακόμη και σήμερα, όταν πιάνω στα χέρια μου το βιβλίο και ξεφυλλίζω τις σελίδες του, με πιάνουν τα κλάματα. Υπήρξε μεγάλη αγάπη ανάμεσά μας, μια ματιά αρκούσε και στους δυο μας. Δυστυχώς έφυγε από τη ζωή μέσα σε μία στιγμή, την πρόδωσε η καρδιά της και την έχασα σε ελάχιστα δευτερόλεπτα», θα εξομολογηθεί με δάκρυα στα μάτια ο 92χρονος Βολιώτης, ο οποίος μάλιστα είναι ένας από τους τελευταίους επιζώντες των στρατοπέδων συγκέντρωσης. «Κάποτε ο Σύνδεσμος Ομήρων Γερμανίας αριθμούσε γύρω στα 130 άτομα από το Βόλο. Τώρα πια απομείναμε ελάχιστοι», θα συμπληρώσει ο κ. Σαμούρης, ο οποίος επί σειρά ετών χρημάτισε και πρόεδρος.
Γυρίζοντας πίσω το χρόνο, θυμήθηκε περιστατικά από την παραμονή του στο Λάντσεντορφ, τα οποία φανερώνουν το μέγεθος της κτηνωδίας που βίωσε τότε ο κόσμος από τους ναζιστές: «Στα στρατόπεδα συγκέντρωσης η ζωή δεν είχε καμία αξία για τους Γερμανούς. Σε σκότωναν με το παραμικρό, χειρότερα και από ζώα μας συμπεριφέρονταν. Θυμάμαι ένα χαρακτηριστικό συμβάν. Ήταν χειμώνας και οι τουαλέτες ήταν απέναντι από τους θαλάμους κράτησης. Όταν ένας κρατούμενος έβγαινε από την πόρτα όφειλε να χαιρετήσει ναζιστικά και να φωνάξει «Χάιλ Χίτλερ». Δεν το έκανε και για τιμωρία μας ξύπνησαν όλους και μας έβγαλαν έξω στο κρύο. Μας υποχρέωσαν να κάνουμε 40 γύρους στο προαύλιο και δύο συγκρατούμενοί μου έπαθαν υποθερμία και πέθαναν επί τόπου. Αυτά και άλλα χειρότερα συνέβησαν στο Λάντσεντορφ, όπου πέρασα μαρτυρικές στιγμές».
Στη συνέχεια ο κ. Σαμούρης μίλησε για τις δυσκολίες που συνάντησε το ζευγάρι καθ’ οδόν προς την Ελλάδα: «Ο μόνος τρόπος να με ακολουθήσει η Αντωνία στην Ελλάδα ήταν να έχουμε ένα χαρτί πως ήμασταν παντρεμένοι. Έτσι κι έγινε ο γάμος μας στη Βιέννη, αν και το 1946 στην Ελλάδα τελέσαμε ορθόδοξο μυστήριο. Εδώ δεν αναγνώριζαν το γάμο στην Αυστρία. Ήταν Φλεβάρης μήνας, έξω ο τόπος ήταν γεμάτος χιόνι και παρότι το σπίτι μας ήταν μικρό, είχαν έρθει πάρα πολλοί καλεσμένοι. Βέβαια πριν φτάσουμε στην Ελλάδα δεν έλειψαν τα απρόοπτα. Στη Βουδαπέστη μας έδωσε ένα πιστοποιητικό ο Ερυθρός Σταυρός, που βεβαίωνε ότι ήμασταν πρόσφυγες και προερχόμασταν από τα στρατόπεδα συγκέντρωσης. Φτάνοντας στα ελληνικά σύνορα, στο φυλάκιο του Στρυμόνα, μας έλεγξαν ένας Εγγλέζος κι ένας Έλληνας αξιωματικός. Στην αρχή δεν άφηναν την Αντωνία να περάσει. «Ήταν Ρωσίδα», είπαν τότε, αλλά τελικά μας έδωσαν άδεια».
Πικρές είναι οι αναμνήσεις του και από τα χρόνια του Εμφύλιου, λέγοντας: «Ο Εμφύλιος πόλεμος ήταν ό,τι χειρότερο συνέβη στην Ελλάδα. Μας πήγε 50 χρόνια πίσω τη χώρα. Σκοτώθηκαν άδικα τόσοι άνθρωποι. Δεν υπήρχε λόγος να επικρατήσει τέτοιο μίσος στο λαό, να κρέμεται η ζωή σου από μία κλωστή αν είσαι αριστερός ή δεξιός. Μία φορά το 1945 με την Αντωνία γλυτώσαμε πολύ φτηνά. Θυμάμαι είχαμε πάει σε μία ομιλία του Ζαχαριάδη στο παλιό γήπεδο της Νίκης. Τότε στο Βόλο ήταν ακόμη οι Εγγλέζοι. Έγιναν επεισόδια μετά. Μας κυνήγησαν για να μας σκοτώσουν. Κρυφτήκαμε κάτω από ένα μπαλκόνι και ξεφύγαμε την τελευταία στιγμή».
Νέα προβλήματα έκαναν την εμφάνισή τους για τον κ. Σαμούρη το 1961, όταν πήρε το πλοίο της επιστροφής από την Οδησσό με προορισμό την Ελλάδα, σημειώνοντας χαρακτηριστικά: «Το πρώτο πράγμα που ζήτησαν να κάνω, όταν γυρίσαμε από την Σοβιετική Ένωση, ήταν να αποκηρύξω τον κομμουνισμό. Είπα «όχι» και για το καλωσόρισμα έφαγα πολύ ξύλο στην Ασφάλεια του Βόλου. Μέχρι και το 1967 είχα προβλήματα, αλλά δηλωσίας δεν έγινα ποτέ κι ούτε υπέγραψα κανένα χαρτί».
Εβδομήντα χρόνια μετά ο κ. Νίκος Σαμούρης δεν παρέλειψε να συγκρίνει το χθες με το σήμερα, με τα λόγια του να συγκλονίζουν: «Η ζωή δεν δίδαξε πολλά στους ανθρώπους. Τα φρικτά εγκλήματα που έγιναν στο Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο δεν συνέτισαν τους λαούς. Τώρα η Ιστορία επαναλαμβάνεται. Πόλεμοι γίνονται παντού και η ανθρωπότητα υποφέρει. Βλέπω τους μετανάστες που αφήνουν κυνηγημένοι τις πατρίδες τους και ματώνει η καρδιά μου. Όχι πως είναι καλύτερα τα πράγματα εδώ. Η κρίση μας έχει φέρει σε πρωτοφανή αδιέξοδα και το χειρότερο είναι πως χάθηκε η ελπίδα. Έφτασα 92 ετών και βλέπω νέους ανθρώπους να αυτοκτονούν από απελπισία. Αυτή είναι η Ελλάδα για την οποία πολεμήσαμε;».

 

Προηγούμενο ΆρθροΕπόμενο Άρθρο
Μοιραστείτε το