Πολιτισμός

Μεταφρασμένες εκδόσεις βιβλίων

Επιμέλεια Χαριτίνη Μαλισσόβα

Μίλαν Κούντερα, Η αθανασία (μετ. Γιάννης Χάρης), Βιβλιοπωλείον της Εστίας
Η πρώτη έκδοση του βιβλίου έγινε το 1991 σε μετάφραση Κατερίνας Δασκαλάκη και ακολούθησαν δεκαέξι ανατυπώσεις.
«Ξέρεις, Γιόχαν» είπε ο Χέμινγουεϊ (στον Γκαίτε, καθώς περπατούσαν στις αλέες του άλλου κόσμου), «ούτε κι εγώ γλιτώνω από το συνεχές κατηγορητήριό τους. Αντί να διαβάζουν τα βιβλία μου, γράφουν βιβλία για μένα. Λένε πως δεν αγαπούσα τις γυναίκες μου. Πως δεν ασχολήθηκα αρκετά με τον γιο μου. Πως έσπασα τα μούτρα ενός κριτικού. Πως δεν ήμουν ειλικρινής. Πως ήμουν υπερόπτης. Πως ήμουν φαλλοκράτης. Πως καυχήθηκα ότι είχα 230 τραύματα πολέμου, ενώ είχα μόνο 206. Πως ήμουν κακός με τη μητέρα μου».
Έτσι είναι η αθανασία, τι τα θες» είπε ο Γκαίτε. «Η αθανασία είναι αιώνια δίκη».
«Αν είναι αιώνια δίκη, χρειάζεται κι ένας πραγματικός δικαστής! Όχι μια δασκάλα του χωριού με τη βίτσα στο χέρι».
«Εμ αυτή είναι η αιώνια δίκη: Η βίτσα στο χέρι μιας δασκάλας του χωριού! Τι φαντάστηκες δηλαδή, Έρνεστ;».
«Τίποτα δεν φαντάστηκα. Είχα απλώς την ελπίδα ότι, μετά τον θάνατό μου, θα ζούσα λίγο ήσυχα».
«Έκανες τα πάντα για να γίνεις αθάνατος».
«Σαχλαμάρες. Βιβλία έγραφα, αυτό είν’ όλο».
«Ακριβώς!» έβαλε τα γέλια ο Γκαίτε.
«Καμία αντίρρηση να είναι αθάνατα τα βιβλία μου. Τα έγραψα έτσι που να μην μπορεί κανείς να τους αλλάξει ούτε λέξη. Που ν’ αντέχουν στις φουρτούνες. Αλλά εγώ ο ίδιος σαν άνθρωπος, σαν Έρνεστ Χέμινγουεϊ, δεκάρα δεν δίνω για την αθανασία!».
«Σε καταλαβαίνω. Έπρεπε όμως να ήσουν πιο μετρημένος όσο ζούσες. Τώρα είναι μάλλον αργά».

Ντανιέλ Ζουανά, Οι Έλληνες στον κάτω κόσμο, μετ. Χαράλαμπος Μαγουλάς-Επιστημονική επιμέλεια Σωτ. Μετεβελής, Βιβλιοπωλείον της Εστίας
Το βιβλίο της Ζουανά καταδύεται στις αντιλήψεις των αρχαίων Ελλήνων περί θανάτου, περί μετά θάνατον ζωής και ψυχής, σ’ ένα εύρος αρκετών αιώνων ιστορίας και γραμματείας. Η εξέλιξη των ιδεών σχετικά με τον θάνατο, όπως αποτυπώνονται σε έργα λογοτεχνίας, ιστορίας, φιλοσοφίας και ρητορικής, δεν αποκαλύπτει μόνο το ανάγλυφο των τελετουργιών και των συνηθειών στο πέρασμα των εποχών, αλλά επίσης το πλέγμα αξιών και νοημάτων που γεννιούνται, αναπτύσσονται και πεθαίνουν γύρω από αυτό το κορυφαίο γεγονός: Ζητήματα κοινωνικής τάξης και καταγωγής, κοινωνικού φαντασιακού, σχέσεων εξουσίας, αντιλήψεων περί δικαιοσύνης, φιλοσοφικών και μεταφυσικών παραδοχών ανακύπτουν, καθώς περιδιαβαίνουμε στα κείμενα από τον Όμηρο μέχρι τον Πλούταρχο και τους Λατίνους στοχαστές.
Στην περιήγηση αυτή παρατίθενται πλείστα αποσπάσματα της αρχαϊκής, κλασικής, ελληνιστικής και λατινικής γραμματείας, τα οποία – πέρα από τον σχολιασμό της συγγραφέως που τα συνοδεύει πιστά – αποκαλύπτουν αυτούσιες τις ιδέες που πλαισιώνουν τις αφηγήσεις και τις αναπαραστάσεις για τον κάτω κόσμο σε κάθε χρονική περίοδο.

Gottfried Benn, Ποιήματα Μεταφραστής: Κώστας Κουτσουρέλης, Εκδόσεις: Gutenberg
«Η νοσταλγία του Μπεν είναι ασίγαστη, η δίψα του για τις μεγάλες τραγικές εποχές της ανθρωπότητας, που ήταν τόσο μακριά από την ιδέα της προόδου […] Όποιος έτσι μιλά, στέκει απομονωμένος. Αφήνει τη φωνή του να ηχεί, όμως δεν προσδοκά πλέον απάντηση. Ό,τι απομένει είναι η πικρία, η μοναξιά, το μίσος. Όμως το μίσος ενός τέτοιου μοναξιασμένου ανθρώπου είναι θετικότερο, γονιμότερο, ισχυρότερο από τις δικές μας φιλοφροσύνες, τις πάντα πρόθυμες να συμβιβαστούν» Κλάους Μαν.
«Σχεδόν κανείς άλλος γερμανόφωνος ποιητής του 20ού αιώνα δεν παραμένει τόσο «παρών» στη συνείδηση του αναγνωστικού κοινού» Μαρσέλ Ράιχ-Ρανίτσκι.

Εμίλ Ζολά, Νανά, Θεατρική διασκευή Ουίλιαμ-Μπέρτραν Μπίσνιακ, μετ. Νεκτάριος – Γεώργιος Κωνσταντινίδης, εκδόσεις Γκοβόστη
Θεατρικό έργο σε πέντε πράξεις, βασισμένο στο μυθιστόρημα του Εμίλ Ζολά, Νανά.
Έκανε πρεμιέρα στο Παρίσι, στο θέατρο Αμπιγκύ, στις 29 Ιανουαρίου 1881.
Το μυθιστόρημα του Εμίλ Ζολά, «Νανά», το οποίο εκδόθηκε το 1880 και έμελλε να γίνει ένα από τα δημοφιλέστερα έργα της γαλλικής λογοτεχνίας, προκάλεσε στην εποχή του ποικίλες και έντονες αντιδράσεις. Από τον Φλωμπέρ («Εξαιρετικό! Αριστουργηματικό!») και τον Ουισμάν («Οι αστοί εξεγέρθηκαν») ως την κυβέρνηση που σκέφτηκε προς στιγμήν να απαγορεύσει την κυκλοφορία του. Η Νανά είναι μια πόρνη πολυτελείας και ανάγεται από τον συγγραφέα στο απόλυτο θηλυκό. Οι άντρες σέρνονται εξουθενωμένοι στα πόδια της, για χάρη της αφανίζονται περιουσίες, ανάμεσα στα θύματά της τα μέλη της καλής κοινωνίας. Η Νανά είναι femme fatale, μια καταστροφική δύναμη που λυμαίνεται μια κοινωνία σε παρακμή. Όμως η δίψα της για πολυτέλεια θα είναι και η αιτία της πτώσης της. Την ώρα που η Νανά πεθαίνει, ο γαλλογερμανικός πόλεμος κηρύσσεται.
Το αριστούργημα του Ζολά, «Νανά», διασκευάστηκε για το θέατρο από τον Ουιλιάμ Μπερτράν Μπυσνάκ, διασκευή την οποία προλογίζει ο ίδιος ο Εμίλ Ζολά σημειώνοντας, μεταξύ άλλων: «Η ιστορία του δράματος που προέρχεται από το μυθιστόρημα «Νανά» είναι πολύ απλή […] Όταν κυκλοφόρησε η «Νανά», ο κ. Μπυσνάκ ήρθε να μου ζητήσει να κάνει και το θεατρικό έργο για το Αμπιγκύ […] Αν δεν το αποφάσιζα, όχι μόνο θα ήμουν αχάριστος προς τον κ. Μπυσνάκ, ο οποίος σημείωσε μια τόσο μεγάλη επιτυχία με την «Ταβέρνα», αλλά επιπλέον θα κατέστρεφα και τη λογική σχέση που έβλεπα ανάμεσα στην «Ταβέρνα» και τη Νανά…».

Φερνάντο Αρραμπάλ, Κλωντέλ και Κάφκα, Γράμμα αγάπης, μετ. Νεκτάριος Γεώργιος Κωνσταντινίδης, εκδ. Ηριδανός
Πρόκειται για δύο θεατρικά έργα σε ενιαίο τόμο του Ισπανού γαλλόφωνου συγγραφέα Φερνάντο Αρραμπάλ, σε μετάφραση Νεκτάριου-Γεώργιου Κωνσταντινίδη.
Ο θεατρικός συγγραφέας Fernando Arrabal γεννήθηκε το 1932 στη Melilla του ισπανικού Μαρόκου. Ζει μόνιμα (από το 1956) στο Παρίσι και γράφει στη γαλλική γλώσσα. Εκπρόσωπος του «Θεάτρου του Πανικού», έγινε διεθνώς γνωστός με το έργο του «Νεκροταφείο αυτοκινήτων». Ο Φερνάντο Αρραμπάλ θα μπορούσε να ενταχθεί στη χωρία των δραματουργών του παραδόξου, αν όχι του παραλόγου.
Στο πρώτο έργο, «Κλωντέλ και Κάφκα», ο Αρραμπάλ γράφει για μια φανταστική συνάντηση δύο μεγάλων μορφών της λογοτεχνίας στον «παράδεισο». Οι δύο συγγραφείς, εκπροσωπώντας τη δική του κοσμοθεωρία ο καθένας, διασταυρώνουν τα ξίφη τους, ενώ οι γυναίκες που σημάδεψαν τη ζωή τους εμφανίζονται και παρεμβαίνουν στον διάλογό τους.
Το δεύτερο έργο, «Γράμμα αγάπης», βασίζεται σε αυθεντικό υλικό, την πραγματική αλληλογραφία του συγγραφέα με τη μητέρα του. Ένας σπαρακτικός μονόλογος στον οποίο περιγράφεται και αναλύεται η τραυματική σχέση μητέρας και παιδιού. Ο γιος κατηγορεί τη μητέρα του για τον χαμό του πατέρα του στον ισπανικό εμφύλιο. Συναισθήματα αγάπης και μίσους συγκρούονται αβυσσαλέα. Μέσα από το ιδιότυπο χιούμορ τού Αρραμπάλ, ο σαρκασμός, η πίκρα, τα τραύματα και τα απωθημένα έρχονται στο φως.

Προηγούμενο ΆρθροΕπόμενο Άρθρο
Μοιραστείτε το