Τοπικά

Με φυσαρμόνικα η «ψυχή της παρέας» στο Γηροκομείο Bόλου

Έμαθε να παίζει φυσαρμόνικα όταν ήταν έφηβος, στα δεκατέσσερα χρόνια του. Και μέχρι σήμερα, που διανύει αισίως το 83ο έτος της ηλικίας του, δεν την αποχωρίζεται στιγμή. Ο κ. Λευτέρης Καλτουρμίδης δηλώνει λάτρης της μουσικής και της φυσαρμόνικας, ενώ παίζοντας τις αγαπημένες του μελωδίες, είναι η… ψυχή της παρέας στο Γηροκομείο Βόλου που φιλοξενείται από το 2018.

Κάθε φορά που βγάζει τη φυσαρμόνικα από την τσέπη του, όσοι γνωρίζουν τον θαλερό γέροντα ξέρουν καλά πως θα τους οδηγήσει σε αξέχαστα μουσικά μονοπάτια, που ξυπνούν αναμνήσεις από τα παλιά. Παρότι αυτοδίδακτος, εξακολουθεί να παίζει με μεγάλο μεράκι, ενώ το ρεπερτόριό του έχει χώρο για κάθε είδους μουσικής. Από ρεμπέτικα, αφού στην αρχή της τηλεφωνικής επικοινωνίας επέλεξε να παίξει το «Μινόρε της Αυγής», ενώ το επόμενο κομμάτι που διάλεξε, ήταν το θρυλικό «Άστα τα μαλλάκια σου». «Η μουσική είναι ζωή μου. Βέβαια, είμαι ένας μουσικός δίχως νότες. Παίζω μόνος μου από μικρό παιδί», δήλωσε με καμάρι ο κ. Καλτουρμίδης, ο οποίος δεν έκρυψε την αδυναμία του στο συγκεκριμένο όργανο: «Εδώ έχω φέρει τρεις-τέσσερις φυσαρμόνικες. Δεν την αποχωρίζομαι σχεδόν ποτέ. Από μένα θα ακούσεις τα πάντα. Από βαλς, τανγκό, μέχρι χασάπικα και καλαματιανά».

Γεννήθηκε το 1937 στο Κατάφυτο, ένα ορεινό χωριό της Δράμας, κτισμένο στις πλαγιές του Όρβηλου κοντά στα ελληνικοβουλγαρικά σύνορα. Το ποντιακό στοιχείο είναι έντονο στο Κατάφυτο, αφού εκεί βρέθηκαν πολλοί πρόσφυγες που εκτοπίστηκαν από τη Σαμψούντα. «Το χωριουδάκι μου είναι κοντά στα σύνορα με τη Βουλγαρία. Κατάφυτο, όνομα και πράμα», είπε ο κύριος Λευτέρης, ο οποίος στη συνέχεια θυμήθηκε το ξέσπασμα του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου: «Στον πόλεμο ξαναγίναμε πρόσφυγες, αφού μας έκαψαν το χωριό. Ήμουν πολύ μικρός τότε. Από το φουστάνι της μάνας μου κρατιόμουν, όταν μας κυνηγούσαν και μας βομβάρδιζαν. Πέρασα πολλά στη ζωή μου κι έχω να λέω μέχρι που θα πεθάνω, τα βάσανα που τραβήξαμε τότε».
Μετά την απελευθέρωση βρέθηκε στη Θεσσαλονίκη, όπου εργάστηκε ως χειριστής ανυψωτικών και εκσκαπτικών μηχανημάτων, δουλεύοντας σε δημόσια έργα. Το 2018 εγκαταστάθηκε στον Βόλο, όπου ζει από χρόνια η κόρη του, καθηγήτρια αγγλικών στο επάγγελμα, παντρεμένη με Άγγλο συνάδελφό της. Τότε ήταν που πήρε την απόφαση να ζήσει στο Γηροκομείο Βόλου, έχοντας μόνο καλά λόγια να πει για το προσωπικό του ιδρύματος και την αγάπη με την οποία περιβάλλουν τους ηλικιωμένους, οι οποίοι φιλοξενούνται εκεί. «Όλοι εδώ μάς περιθάλπουν με αγάπη και καλοσύνη. Ποιον να πρωτοαναφέρω; Την κοινωνική λειτουργό, κ. Βάσια Πανοπούλου, που είναι πάντοτε με το χαμόγελο στα χείλη; Τον διευθυντή; Τον πρόεδρο του ιδρύματος; Όλοι μας τους αγαπάμε και τους σεβόμαστε», εξομολογήθηκε, δίχως να κρύβει την ικανοποίησή του για τις συνθήκες αξιοπρεπούς διαβίωσης που απολαμβάνει στη συγκεκριμένη δομή.

Σήμερα δε που το ημερολόγιο δείχνει 1η Οκτωβρίου, που εορτάζεται η Παγκόσμια Ημέρα για την Τρίτη Ηλικία, ο 83χρονος Μακεδόνας γνωρίζοντας ότι η ημέρα είναι αφιερωμένη στους ηλικιωμένους, εξέφρασε και το μοναδικό παράπονό του. Τα αυστηρά μέτρα προστασίας για τον κορωνοϊό, έχουν επιφέρει αλλαγές στην καθημερινότητα των γερόντων που φιλοξενούνται στο Γηροκομείο: «Είμαστε σε συνεχή καραντίνα από την περασμένη άνοιξη. Δεν επιτρέπεται ούτε έξω να βγούμε, ούτε να δεχτούμε επισκέψεις. Πριν εμφανιστεί ο κορωνοϊός, επειδή έψελνα, κάθε Κυριακή πήγαινα και στην εκκλησία, στον Αϊ-Γιώργη, εδώ δίπλα μας. Γνωρίστηκα με τον ψάλτη του ναού, ένα νέο παιδί με εξαιρετική φωνή και εκείνος με φώναξε δίπλα του στο ψαλτήρι. Τώρα, όμως, έχω καιρό να πάω, λόγω της κατάστασης που επικρατεί. Μακάρι να βγει γρήγορα το εμβόλιο, ώστε να ξαναγίνουν όλα όπως πριν. Πιο παλιά, βγαίναμε τακτικά από το Γηροκομείο και πηγαίναμε σε άλλα ιδρύματα, όπως στη Μονάδα Αλτσχάιμερ και έπαιζα φυσαρμόνικα, τραγουδούσαμε, χορεύαμε όλοι μαζί».
Τα τελευταία λόγια του Λευτέρη Καλτουρμίδη ήταν η καλύτερη απόδειξη πως ο ηλικιωμένος άντρας παραμένει νέος στην ψυχή, θυμίζοντάς μας παράλληλα ότι τα γηρατειά έχουν την ίδια ανάγκη για στοργή με τα νιάτα…

Προηγούμενο ΆρθροΕπόμενο Άρθρο
Μοιραστείτε το