Πολιτισμός

Μαθητές/τριες του Β4 του 3ου ΓΕΛ Βόλου προτείνουν αναγνώσματα

Της Βασιλικής Μελισσουργού,
MSc (ΔΠΜ) φιλολόγου του 3ου ΓΕΛ Βόλου

Η λογοτεχνία, βίος παράλληλος, μας ακολουθεί παντού, σε κάθε βήμα μας, είτε οδηγεί στη χαρά και σε ευτυχισμένες στιγμές της βίωσής μας είτε συνοδεύει τα βάσανα και τις δοκιμασίες μας. Σε κάθε περίσταση η ιστορία μας μεταμορφώνεται σε μυθιστόρημα, νουβέλα ή διήγημα με πραγματικούς ή φανταστικούς ήρωες που αφηγούνται τους καημούς και τα πάθη, τους έρωτες ή τις περιπέτειες, τις αντιξοότητες και τις ανατροπές της πορείας του ανθρώπου και της εξέλιξης των κοινωνιών.
Οι μαθητές/τριες κατηγορήθηκαν για μια ανεδαφική προσέγγιση της κοινωνίας και των προβλημάτων της, για αδιαφορία σχετικά με το κοινωνικό γίγνεσθαι και τα πολιτικά δρώμενα, την πολιτιστική κληρονομιά και το αξιακό σύστημα. Όμως, ο παραπάνω συλλογισμός αποτελεί μια ασταθή και ατεκμηρίωτη κρίση.
Οι νέοι μας αγαπούν το διάβασμα, προβληματίζονται για τα τεκταινόμενα, μοχθούν και επιθυμούν το καλύτερο, σχεδιάζουν το μέλλον τους, έχουν όνειρα και τα πραγματοποιούν. Μέσα από τις σελίδες των βιβλίων μαθαίνουν για τις ζωές των άλλων, ταυτίζονται με τους ήρωες, ανακαλύπτουν το δίκαιο και το σωστό, πασχίζουν μήπως βρουν λύσεις και στις δικές τους ανησυχίες και στα δικά τους αδιέξοδα. Μέσα από τις ιστορίες των άλλων ξαναζούν πολλές ζωές. Γνωρίζουν καταστάσεις και αποκτούν ενσυναίσθηση, διδάσκονται, συνειδητοποιούν και προετοιμάζονται για τις μεταβολές της τύχης και το αναπάντεχο. Οξύνουν την κριτική τους ικανότητα, αναπτύσσουν τη φαντασία τους ως απαραίτητο μηχανισμό άμυνας και αρωγής στα δυσεπίλυτα προβλήματα, κατακτούν την πολυπόθητη τέχνη της επικοινωνίας, διαπλάθουν προσωπικότητες με ευαισθησίες και συναισθηματική νοημοσύνη. Μαθαίνουν να εξωτερικεύουν τις σκέψεις τους και να εκδηλώνουν τα συναισθήματά τους.
Στο πλαίσιο της Έκθεσης – Έκφρασης, οι μαθητές/τριες του Β4 του 3ου ΓΕΛ Βόλου επέλεξαν λογοτεχνικά βιβλία που τους συγκίνησαν και μας τα παρουσιάζουν μέσα από τη δική τους ματιά και την προσωπική τους ερμηνεία.

Πηγή: Από το Διαδίκτυο

ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ ΦΛΑΜΟΥ:
«Το νησί»,
συγγραφέας: Victoria Hislop,
μετάφραση: Δελέγκος Μιχάλης,
εκδόσεις: Ψυχογιός
Το συγκεκριμένο βιβλίο της Victoria Hislop γράφεται με αφορμή την επιθυμία της Αλέξις, μιας νεαρής αρχαιολόγου να πληροφορηθεί για το παρελθόν της οικογένειάς της. Έτσι πηγαίνει στην Κρήτη και εκεί συναντά την κ. Φωτεινή. Πιο συγκεκριμένα, το βιβλίο πραγματεύεται την καθημερινή ζωή των λεπρών, δίνοντας λεπτομέρειες για τον πόνο που βίωσαν πολλές οικογένειες. Πιο συγκεκριμένα, η συγγραφέας μάς ταξιδεύει στην Κρήτη, όπου οι λεπροί μεταφέρονται με μια βάρκα στο απέναντι νησάκι, δηλαδή από την Πλάκα στη Σπιναλόγκα. Η μεταφορά τους γίνεται από έναν ηλικιωμένο βαρκάρη. Περιγράφει με συγκίνηση και δέος την αγάπη, τον πόνο, τη φτώχεια που βίωσαν οι άνθρωποι εκείνης της εποχής, καθώς και τον πόλεμο που δέχθηκαν. Η Βικτώρια τονίζει μέσα από το βιβλίο της τους βασικούς πρωταγωνιστές της, τη δασκάλα του χωριού, την Ελένη και τον Γιώργη, τον βαρκάρη που μεταφέρει τους ασθενείς, τους γιατρούς, αλλά και τις προμήθειες στη Σπιναλόγκα. Οι δυο τους έχουν δύο κόρες, ενώ περιγράφεται η ήρεμη και φτωχική τους ζωή. Ωστόσο, κάποια στιγμή η ασθένεια εισβάλλει και στο σπιτικό του Γιώργη, αρρωσταίνει η Ελένη και απομονώνεται στη Σπιναλόγκα. Εκεί περιγράφεται όλη η ζωή της και φαίνεται να βρίσκει κουράγιο, αναλαμβάνοντας τα καθήκοντα της δασκάλας των άρρωστων παιδιών. Εντούτοις, αντιμετωπίζει την άσχημη συμπεριφορά άλλων ασθενών, καθώς και της προηγούμενης δασκάλας, η οποία σκιαγραφείται ως κακιά και καθόλου στοργική με τα παιδιά. Μετά από καιρό αρρωσταίνει και η μια κόρη της Ελένης. Μαζί με τη διδασκαλία, επωμίζεται και τα καθήκοντα της νοσοκόμας. Ο γιατρός που επισκεπτόταν τους λεπρούς βρίσκει την κατάλληλη θεραπεία, αλλά η Ελένη έχει ήδη πεθάνει. Έτσι τον Αύγουστο του 1957, η Σπιναλόγκα κλείνει και οι περισσότεροι άνθρωποι επιστρέφουν στους δικούς τους. Έτσι, στην Πλάκα διοργανώνεται ένα μεγάλο συμπόσιο και γλεντούν όλοι μαζί, χορεύοντας τρώγοντας και πίνοντας. Αισθάνονται χαρούμενοι, γιατί απελευθερώθηκαν από την αρρώστια και τον φόβο του θανάτου. Εκείνη τη στιγμή ακούγονται πυροβολισμοί και η υγιής κόρη του Γιώργη πέφτει νεκρή. Αφήνει έτσι πίσω το παιδάκι της, αλλά και ένα μεγάλο ερωτικό σκάνδαλο που ταλάνισε την οικογένειά της. Τέλος, ο Γιώργης φαίνεται να πονά και να λυπάται για όσα έχει περάσει η οικογένειά του, ωστόσο, η άλλη κόρη του, του δίνει δύναμη να συνεχίσει τη ζωή!
Το βιβλίο είναι μια ιστορική νουβέλα αναφερόμενη στις δυσκολίες των λεπρών που απομονωμένοι στην αποικία τους, τη Σπιναλόγκα αντιμετωπίζουν την κοινωνική απόρριψη και την αδιαφορία των υγιών ανθρώπων.

Πηγή: Από το Διαδίκτυο. Η πρώτη σελίδα από το δεύτερο Quarto του έργου Romeo and Juliet (1599)

ΠΟΛΥΞΕΝΗ ΣΠΑΝΟΥ:
«Ρωμαίος και Ιουλιέτα»,
συγγραφέας: William Shakespeare,
μετάφραση: Βασίλης Ρώτας,
εκδόσεις: Το Βήμα
Έτος 1595. Μια αδυσώπητη έχθρα χωρίζει τις αριστοκρατικές οικογένειες των Καπουλέτων και των Μοντέγων στη Βερόνα της Ιταλίας. Ο Ρωμαίος μαζί με τους φίλους του, τον Μπενβόλιο και τον Μερκούτιο, φορώντας μάσκες εμφανίζονται στη μεγαλύτερη γιορτή που διοργανώνει ο άρχοντας Καπουλέτος. Εκεί ο Ρωμαίος συναντά την Ιουλιέτα, μαγεύεται από την ομορφιά της και την ερωτεύεται κεραυνοβόλα. Το ίδιο βράδυ οι δύο νέοι ανταλλάσσουν όρκους αιώνιας αγάπης και παρόλο που ανακαλύπτουν το μακροχρόνιο μίσος των οικογενειών τους, αψηφούν τον κίνδυνο και αποφασίζουν να παντρευτούν. Ο ιερέας Λαυρέντιος συμφωνεί πιστεύοντας ότι αυτός ο γάμος θα συμφιλιώσει τις δύο οικογένειες.
Μετά το μυστήριο ξεσπά μια διαμάχη μεταξύ των νεαρών Μοντέγων και Καπουλέτων. Το τραγικό αποτέλεσμα είναι να πληγωθεί θανάσιμα ο πιστός φίλος του Ρωμαίου, ο Μερκούτιος από τον Τυβάλδο. Τότε ο Ρωμαίος τυφλωμένος από θυμό και εκδίκηση σκοτώνει με τη σειρά του τον Τυβάλδο με αποτέλεσμα να εξορίζεται για πάντα από τη Βερόνα.
Πριν προλάβει να φτάσει ο Ρωμαίος στη Μάντουα, ο Καπουλέτος αποφασίζει να παντρέψει την κόρη του παρά τη θέληση της με τον κόμη Πάρη, έναν νεαρό ευγενικής καταγωγής. Η δύστυχη Ιουλιέτα τρέχει στον πατέρα Λαυρέντιο για να τη βοηθήσει. Εκείνος τη συμβουλεύει να πιεί ένα δηλητήριο που θα την κάνει να φαίνεται άψυχη για σαράντα δύο ώρες, ενώ ταυτόχρονα θα στείλει γράμμα στον Ρωμαίο να του εξηγεί το σχέδιο και να έρθει να την πάρει για να φύγουν μαζί για τη Μάντουα. Τα άσχημα νέα, όμως, ταξιδεύουν πιο γρήγορα από τον αγγελιοφόρο. Ο Ρωμαίος συντετριμμένος από την είδηση του θανάτου της αγαπημένης του αγοράζει δηλητήριο από ένα φαρμακείο και πηγαίνει στον παλιό τάφο των Καπουλέτων, όπου και συναντά τον Πάρη. Ο Πάρης νομίζει ότι ο Ρωμαίος έχει έρθει για να βεβηλώσει τον τάφο της και του επιτίθεται. Πάνω στη συμπλοκή, όμως, ο Πάρης σκοτώνεται από το σπαθί του Ρωμαίου. Ο Ρωμαίος στη συνέχεια αγκαλιάζει την Ιουλιέτα σφιχτά, τη φιλά για στερνή φορά και πίνει το δηλητήριο. Όταν η Ιουλιέτα ξυπνά από τον λήθαργο και αντικρίζει τον αγαπημένο της νεκρό, παίρνει το στιλέτο που είχε ο Ρωμαίος πάνω του και το μπήγει στο σώμα της.
Οι αντιπαλόμενες οικογένειες συμφιλιώνονται εκεί μπροστά στους τάφους των παιδιών τους. Κι ο άδικος θάνατος έγινε η αιτία να σταματήσει η παλιά διχόνοια και το μίσος ανάμεσα στις δύο αυτές αριστοκρατικές οικογένειες.
Το βιβλίο αποτελεί έναν ύμνο στον πιο μεγάλο έρωτα όλων των εποχών, εκείνον του Ρωμαίου και της Ιουλιέτας, που αποτελούν αρχέτυπο όλων των ερωτευμένων.
Συνεχίζεται την επόμενη Κυριακή

Προηγούμενο ΆρθροΕπόμενο Άρθρο
Μοιραστείτε το