Πολιτισμός

Μάρω Λεονάρδου:Μου αρέσει να κλείνω κύκλους και να ανοίγω καινούργιους

Τη γνωρίζαμε ως παρουσιάστρια δελτίου ειδήσεων από τα πρώτα βήματα της ιδιωτικής τηλεόρασης στη δεκαετία του ’90 και μέχρι και το 2011. Τα τελευταία χρόνια η παρουσία της στον συγγραφικό χώρο είναι συχνή και αξιόλογη. Η Μάρω Λεονάρδου, με αφορμή το νέο της μυθιστόρημα «Ο κύριος Μ.» (εκδ. Αρμός) με φόντο τον κόσμο της πολιτικής, της τηλεόρασης και των εκδόσεων, μιλά για τη σημερινή κατάσταση της τηλεόρασης, για τη λογοτεχνία, για τους κύκλους της ζωής, αλλά και για τα νέα συγγραφικά της σχέδια.

Συνέντευξη
ΧΑΡΙΤΙΝΗ ΜΑΛΙΣΣΟΒΑ

Ο κύριος Μ., ο τίτλος του νέου σας μυθιστορήματος που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Αρμός. Θα μας δώσετε κάποια στοιχεία του;
Πρόκειται για την ιστορία ενός ορφανού παιδιού από τα Κύθηρα, ο οποίος μεγαλώνοντας γίνεται δημοσιογράφος, παρουσιαστής και καναλάρχης, στην ιδιωτική τηλεόραση της δεκαετίας του ’90, όπως την αφηγείται γέρος πια στο νησί του, όπου έχει καταλήξει να μένει. Η ζωή του πορεύεται παράλληλα με τη ζωή του γιου της πρώην αγαπημένης του, ο οποίος είναι πλέον διάσημος συγγραφέας. Ο κόσμος της τηλεόρασης, της πολιτικής και των εκδόσεων, λίγο πολύ διαπλέκονται μέσα στο βιβλίο και εξελίσσονται όπως προστάζουν έξι ξωτικά (το σουρεαλιστικό στοιχείο του βιβλίου), τα οποία κατεβαίνουν στη γήινη πραγματικότητα, παίρνουν ανθρώπινη μορφή και κινούν τα νήματα. Στην πραγματικότητα όμως δεν είναι άλλα από το Χρήμα, τη Ματαιοδοξία, την Τύχη, την Έμπνευση και το Γονίδιο. Από εκεί και πέρα, τα πάντα μπορούν να συμβούν.

Χρήμα, Ματαιοδοξία, Τύχη, Έμπνευση και Γονίδιο, λοιπόν, συνδράμουν συγγραφικά στην ιστορία του μυθιστορήματος. Σε ποιο βαθμό πιστεύετε πως μας καθορίζουν;
Πιστεύω ότι μας καθορίζουν σε σημαντικό βαθμό, ανάλογα βέβαια με την προσωπικότητα του καθενός. Όμως στο βιβλίο, το οποίο πραγματεύεται μεταξύ άλλων κυρίως την ιδιωτική τηλεόραση στα πρώτα της στάδια, είναι συστατικά στοιχεία της πραγματικότητας. Τη δεκαετία του ’90, αν δεν είχες χρήμα, τηλεόραση δεν έκανες (εννοώ να ανοίξει κάποιος κανάλι), αν δεν ήσουν και ολίγον ματαιόδοξος, δεν επεδίωκες τη δημοσιότητα με ό,τι αυτό συνεπάγεται, η Τύχη σίγουρα έπρεπε να σε συνοδεύει και αν δεν είχες έμπνευση και κάποια κλίση (γονίδιο), σίγουρα δεν θα έκανες τη διαφορά, ούτε θα πήγαινες και πολύ μακριά.

Παρακολουθούμε τη διαδρομή του κυρίου Μ. παράλληλα με τη διαδρομή της τηλεόρασης σε παλαιότερες δεκαετίες. Ποια είναι η αίσθησή σας για τον κόσμο της τηλεόρασης σήμερα;
Δυστυχώς, μετά το 2011 που αποχώρησα, δεν βλέπω τηλεόραση και δεν έχω ξεκάθαρη άποψη. Πιστεύω ωστόσο ότι πλέον αρχίζει και γίνεται και αυτό «μια δουλειά», όπως όλες οι υπόλοιπες, δηλαδή δεν υπάρχουν πλέον σταρ, δεν υπάρχουν υψηλές αμοιβές και δεν θεωρείται κάτι ιδιαίτερα σημαντικό να λες τις ειδήσεις, είναι χαρακτηριστικό ότι δύσκολα πλέον θυμάσαι το όνομα του παρουσιαστή ή τον μπερδεύεις με άλλον, ενώ παλιότερα, στα χρόνια που περιγράφω, το να πεις τις ειδήσεις ήταν «γεγονός» από μόνο του! Σε όλα αυτά βέβαια έχουν συμβάλει το διαδίκτυο, σαν μύλος που όλα τα αλέθει και όλα τα ισοπεδώνει, η απαξίωση της ενημέρωσης, οι νέες γενιές που είναι πιο μορφωμένες και ταξιδεμένες και δεν καταπίνουν αμάσητο ό,τι λέγεται στις ειδήσεις, τα fake news, και άλλα πολλά… Βλέπω μόνο νέτφλιξ στον υπολογιστή. Υπάρχουν κάποιες σειρές, που είναι αληθινά διαμάντια.

Στη ζωή μας συχνά αλλάζουμε πορεία. Εσείς χρειάστηκε να το κάνετε κάποια στιγμή;
Δεν ξέρω αν αλλάζουμε όλοι, εγώ πάντως το έκανα πολλές φορές, όχι επειδή χρειάστηκε, αλλά επειδή μ’ αρέσει να κλείνω κύκλους και να ανοίγω καινούργιους. Η πρώτη φορά που το έκανα ήταν στα 20 μου, όταν αποφάσισα ότι δεν θα γίνω μπαλαρίνα, παρά το γεγονός ότι είχα ήδη φύγει στο εξωτερικό γι’ αυτό και θα είχα σίγουρα μια συναρπαστική καριέρα, αν συνέχιζα. Αποφάσισα ότι ήμουν μια πιο πολύπλευρη προσωπικότητα και με δεδομένο ότι είχα τη δυνατότητα να μπω στον χώρο της δημοσιογραφίας, λόγω πατέρα, το αποφάσισα σε μια μέρα και το έκανα. Μετά, εκεί γύρω στα 50, μου δόθηκε η ευκαιρία να βγω σε πρόωρη σύνταξη, λόγω ανήλικου τέκνου. Κι έτσι αποφάσισα ότι είχε κλείσει ο κύκλος, είχα κάνει όσα ήθελα, είχε έρθει η ώρα να ζήσω ελεύθερη χωρίς ωράρια και τηλεοπτικές βάρδιες. Και κάπου εκεί μπαίνει η συγγραφή μυθιστορημάτων, που είναι μια παράλληλη απασχόληση, κάτι που δεν θα δω ποτέ ως επάγγελμα. Μαζί με το διάβασμα είναι η εκτόνωσή μου, το χόμπι μου, η χαρά μου. Τελευταία, έχω ανοίξει έναν καινούργιο κύκλο, αυτόν της ψυχοθεραπείας, που ακόμη δεν έχω αποφασίσει αν θα γίνει μια νέα επαγγελματική απασχόληση. Ωστόσο, λειτουργώ ενεργά μέσα σ’ αυτόν, έχω κάνει μια πολυετή εκπαίδευση και τέλος πάντων, θα μπορούσε να είναι ένας νέος κύκλος, μια νέα πορεία.

Οικονομική κρίση, πανδημία, πυρκαγιές, πλημμύρες και δυο πόλεμοι στη γειτονιά μας. Ποια είναι η δική σας αίσθηση για όσα συμβαίνουν;
Η δική μου αίσθηση είναι ότι πλέον δεν είμαστε ασφαλείς πουθενά. Ωστόσο, ένα μεγάλο κομμάτι όλων αυτών, ενέχει μια υπερβολή και σ’ αυτό ευθύνονται αποκλειστικά τα μέσα ενημέρωσης. Ποτέ ο κόσμος δεν ήταν ειρηνικός, ούτε απόλυτα ασφαλής, αν σκεφτούμε τους πολέμους που προηγήθηκαν, τη φτώχεια και άλλα πολλά.

Τι μπορεί να προσφέρει ένα λογοτεχνικό βιβλίο σε χαλεπούς καιρούς;
Η λογοτεχνία δεν είναι μόνο Τέχνη. Τα περισσότερα μυθιστορήματα και δεν αναφέρομαι μόνο στα ιστορικά, έχουν μέσα και πολλή πληροφορία. Ο κάθε συγγραφέας απ’ όλον τον κόσμο, είναι ένας άνθρωπος που έχει ζήσει και αυτός μια ζωή σε μια χώρα, μια συγκεκριμένη χρονική περίοδο και ακόμη και αν δεν κάνει ρεαλιστικές περιγραφές, σίγουρα μεταφέρει τον «κόσμο του», σε αυτόν που τον διαβάζει. Όποιος διαβάζει λογοτεχνία, μαθαίνει. Γιατί ό,τι γίνεται σήμερα στη ζωή, με κάποιον τρόπο, κάπου, κάπως κάποτε έχει ξαναγίνει. Άρα το λογοτεχνικό βιβλίο, εκτός από γνώση μπορεί να μας μεταφέρει και παρηγοριά… Σίγουρα μας δημιουργεί συναισθήματα.

Διαβάσατε πρόσφατα κάποιο βιβλίο που σας εντυπωσίασε;
Το τελευταίο βιβλίο που με συγκλόνισε, ήταν «Τα βιβλία του Ιακώβ», της Όλγκα Τόκαρτσουκ. Δύσκολο βιβλίο, όμως πιστεύω ότι αν δεν ξέρουμε την ιστορία των Πολωνοεβραίων στην κεντρική Ευρώπη, προτού τους αφανίσει ο Χίτλερ, δεν μπορούμε να καταλάβουμε τι ακριβώς συμβαίνει στη Μέση Ανατολή. Με γοήτευσαν επίσης «Η τρίτη κατάσταση» του Άμος Οζ, και «Το δώρο του Χάμπολντ» του Σωλ Μπέλοου.

Είναι για εσάς η συγγραφή ένας τρόπος καταγραφής ή διαφυγής από τη ζοφερή πραγματικότητα που μας περιβάλλει;
Εγώ έτσι κι αλλιώς έχω ξεφύγει, εδώ και χρόνια, από τη ζοφερή πραγματικότητα και δεν εννοώ μόνο την αποχώρησή μου από τις ειδήσεις. Δεν ακούω και δεν βλέπω παρά μόνο αυτά που με ενδιαφέρουν και με γαληνεύουν. Ίσως γι’ αυτό και τα τελευταία χρόνια ζω όσο περισσότερο γίνεται στο νησί από το οποίο κατάγομαι, τα Κύθηρα. Θεωρώ ότι η ενημέρωση έχει γίνει πλέον ένα χειριστικό μέσον παραγωγής δυστυχισμένων και καταθλιπτικών, αγχωμένων ανθρώπων και προσωπικά δεν θέλω να είμαι δυστυχισμένη. Ζω με τους ήχους της θάλασσας, του δυνατού ανέμου που έχουμε εδώ στο νησί, κάθε πρωί παρακολουθώ την ανατολή πίνοντας τον καφέ μου, κολυμπώ χειμώνα – καλοκαίρι. Και ηρεμώ. Ναι, μπορείτε να πείτε ότι όλο αυτό είναι λίγο εξωπραγματικό. Αλλά ξέρετε, όλο αυτό που παίζει καθημερινά στη μικρή οθόνη, όπως και η πολιτική, εξυπηρετούν συγκεκριμένους ανθρώπους που ζουν και βιοπορίζονται μέσα από αυτό, που η ζοφερή πραγματικότητα έχει γίνει ο τρόπος της δικής τους ζωής. Προσπαθώ να μη με αφορούν και να μη με επηρεάζουν όσο γίνεται. Και το κάνω έτσι κι αλλιώς. Ώστε να μπορώ να ασχοληθώ με τη συγγραφή. Δεν είναι η συγγραφή που με βγάζει απ’ αυτό. Βγαίνω μόνη μου από τη ζοφερή πραγματικότητα, για να μπορέσω να γράψω.

Ο κύριος Μ. είναι το έβδομο βιβλίο σας. Ασχολείστε με τη συγγραφή του επόμενου;
Αυτή τη στιγμή μελετώ και διαβάζω για το επόμενο βιβλίο μου, που δεν θα σας αποκαλύψω το θέμα, θα είναι όμως κάτι εντελώς διαφορετικό απ’ όλα τα προηγούμενα και αρκετά φιλόδοξο. Δυστυχώς όμως (γέλια) μου έχει κατέβει η ιδέα και για το μεθεπόμενο. Οπότε αυτή τη στιγμή, έχω λίγο μπερδευτεί, γιατί δεν ξέρω ποιο θα προηγηθεί, ίσως τα γράψω παράλληλα. Και δεν θα είναι πρώτη φορά. Ο κύριος Μ. γράφτηκε σχεδόν ταυτόχρονα με τον Ερωτευμένο Φρόιντ, ο οποίος όμως προηγήθηκε στην έκδοση.

Προηγούμενο ΆρθροΕπόμενο Άρθρο
Μοιραστείτε το