Τοπικά

Μαριλένα Σάχου: 25 χρονη βολιώτισσα δασκάλα – μετανάστρια στη Γερμανία “Θ”

SAXOY

Μέχρι πρότινος γνωρίζαμε ότι στη Γερμανία μεταναστεύουν για να βρουν εργασία κυρίως γιατροί, αλλά και μηχανικοί, οι οποίοι μάλιστα γίνονται ανάρπαστοι στα νοσοκομεία και τις τεχνικές εταιρείες. Φαίνεται, όμως πως η μετανάστευση αγγίζει και άλλους επαγγελματικούς κλάδους, όπως τους εκπαιδευτικούς. Η Βολιώτισσα δασκάλα Μαριλένα Σάχου αποφάσισε να φύγει από την Ελλάδα και να μεταβεί στη Γερμανία, όπου πλέον διδάσκει σε γερμανικό σχολείο στο Μόναχο.

Η ίδια αποφοίτησε πριν μερικά χρόνια από το Παιδαγωγικό Τμήμα Δημοτικής Εκπαίδευσης του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας έχοντας μάλιστα σημειώσει πολύ υψηλή βαθμολογία για να εισαχθεί.

Εργάστηκε ως αναπληρώτρια δασκάλα σε διάφορες περιοχές της Ελλάδας, αλλά και σε ιδιωτικό σχολείο της Αθήνας. Το αβέβαιο όμως οικονομικό περιβάλλον της χώρας, την ανάγκασαν να λάβει την απόφαση και να φύγει στο εξωτερικό. Έτσι από φέτος διδάσκει σε σχολείο της Γερμανίας και πιο συγκεκριμένα στο Μόναχο.

Σίγουρα δεν ήταν μια εύκολη στιγμή. Είχε όμως τις δυνατότητες και τις περγαμηνές για να κάνει το βήμα αυτό.

Γνωρίζει πολύ καλά τη γερμανική γλώσσα, που είναι άλλωστε και ένα από τα βασικά κριτήρια για να προσληφθεί κάποιος σε γερμανικό σχολείο. Το σπουδαιότερο όμως είναι το βιογραφικό της που είναι πολύ καλό με γνώσεις και πτυχία στην παιδαγωγική και όχι μόνο.

Πιο συγκεκριμένα μιλά τέσσερις ξένες γλώσσες και έχει κάνει τρία μεταπτυχιακά, το πρώτο στο ΑΠΘ στη διαπολιτισμική εκπαίδευση, το δεύτερο μεταπτυχιακό στην εκπαιδευτική ηγεσία και πολιτική του Ανοικτού Πανεπιστημίου της Κύπρου και το τρίτο μεταπτυχιακό σε κρατικό Πανεπιστήμιο της Ρώμης στην ειδική αγωγή.

Συναντήσαμε τη Βολιώτισσα δασκάλα χθες, λίγες ώρες πριν πετάξει για τη Γερμανία ξανά.

 

«Αναγκάστηκα να μεταναστεύσω»

Η ίδια μας τόνισε πως «δεν σκέφτηκα ούτε μια στιγμή το εξωτερικό κατά τη διάρκεια των σπουδών μου όσο και κατά τη διάρκεια του πρώτου έτους της εργασίας μου στο δημόσιο σχολείο ως αναπληρώτρια. Όμως από τη δεύτερη χρονιά τα πράγματα άλλαξαν, η ανεργία κτύπησε και την πόρτα των δασκάλων, ενώ η μονιμότητα στον κλάδο φαινόταν «όνειρο θερινής νυκτός». Έτσι πέρασαν άλλα δύο χρόνια εργασίας μου σε ιδιωτικό σχολείο των Αθηνών, το οποίο ευτυχώς αναγνώρισε τα προσόντα μου και με προσέλαβε. Εκεί, όμως, συνειδητοποίησα πως δεν μπορώ να είμαι οικονομικά ανεξάρτητη, αφού τα χρήματα που λάμβανα, έφταναν μετά βίας για να πληρώνω το νοίκι σε διαμέρισμα μόλις 20 τετραγωνικών μέτρων, καθώς και τα έξοδα διατροφής μου».

Πλέον η ιδέα να ξενιτευτεί στα 25 της χρόνια και να εγκαταλείψει την οικογένειά της, δεν ήταν επιλογή, αλλά ανάγκη.

«Στην Ελλάδα από τότε που άρχισα να δουλεύω, ένιωθα συνεχώς την αβεβαιότητα η οποία με γέμιζε φόβο για το αύριο. Η Ελλάδα με ανάγκασε να μεταναστεύσω, γιατί με πίεζε να προσαρμοστώ σε ένα κατώτερο κοινωνικό περιβάλλον από εκείνο που προσδοκούσα, όταν σπούδαζα» μας είπε χαρακτηριστικά.

Το νέο ξεκίνημα 

Το εξωτερικό και η Γερμανία ήρθαν ως αναπόφευκτη εξέλιξη. Εδώ και επτά μήνες εργάζεται σε Νηπιαγωγείο ενός μεγάλου εκπαιδευτικού οργανισμού (70% κρατικός και το 30% ιδιωτικός) που προετοιμάζει τους μικρούς μαθητές για το Δημοτικό. Το ωράριό της είναι καθημερινά από τις 8 το πρωί μέχρι τις 5.30 το απόγευμα και δεν χρειάζεται να αφιερώνει χρόνο στο σπίτι για σχολική προετοιμασία, αφού όλα γίνονται στο σχολείο.

«Εδώ και περίπου επτά μήνες έχω αρχίσει να κτίζω το μέλλον μου σε ένα πολιτισμένο ανθρώπινο περιβάλλον στη Γερμανία, όπου οι συνάδελφοι-προϊστάμενοί μου, καταρχήν εκτιμούν και αξιολογούν τα προσόντα μου με αξιοκρατικό τρόπο. Δεν τους ενδιαφέρει αν είμαι Ελληνίδα, Τουρκάλα ή Ινδή ούτε πόσο μακριά βρίσκεται το πατρικό μου σπίτι για να με προσλάβουν, ερώτηση την οποία μου έκαναν πριν τρία χρόνια σε ιδιωτικό σχολείο της Αθήνας, ούτε ποιος με έχει συστήσει στο συγκεκριμένο εκπαιδευτήριο, ερώτηση που μου υπέβαλαν σε συνέντευξη που έδωσα σε ιδιωτικό σχολείο της Θεσσαλονίκης, αλλά ούτε έχουν απαίτηση να φέρω προς εγγραφή νέους μαθητές. Το μόνο που ενδιαφέρει το σχολείο, στο οποίο εργάζομαι σήμερα στο Μόναχο, είναι οι τέσσερις γλώσσες που μιλάω άπταιστα, καθώς πρόκειται για διαπολιτισμικό εκπαιδευτήριο, τα τρία μεταπτυχιακά που διαθέτω και η 3,5 ετών προϋπηρεσία μου στην Ελλάδα, η οποία από το υπουργείο Παιδείας δεν προσμετράται από το 2010 και μετά για κανέναν αναπληρωτή» μας ανέφερε η νεαρή δασκάλα.

Στη Γερμανία ο μισθός είναι ο διπλάσιος από τον αντίστοιχο ενός αναπληρωτή στην Ελλάδα, ενώ το νοίκι που πληρώνει σε διαμέρισμα 45 τετραγωνικών μέτρων ανέρχεται στα 800 ευρώ συμπεριλαμβανομένου και των εξόδων για θέρμανση, φως, νερό, ενώ το κόστος διαβίωσης στα υπόλοιπα, όπως διατροφή, διασκέδαση είναι μάλλον χαμηλότερο από την Ελλάδα.

Μάλιστα ο εκπαιδευτικός οργανισμός έχει μεριμνήσει και για τη διατροφή των εκπαιδευτικών, ενώ με τα χρήματα που λαμβάνει, μπορεί πλέον να εκδώσει και το πρώτο της βιβλίο, κάτι που στην Ελλάδα ανέβαλε διαρκώς.

«Αυτό που με κρατάει στη Γερμανία, είναι κυρίως οι εργασιακές συνθήκες και οι υψηλού επιπέδου παροχές που έχω σε επίπεδο ασφάλισης. Είναι ο σεβασμός της ίδιας μου της προσωπικότητας στο χώρο εργασίας, η αναγνώριση και η αξιοποίηση των προσόντων μου, είναι που μπορώ να λείψω δύο ώρες από τη δουλειά μου, αν προκύψει ανάγκη, χωρίς να φοβάμαι ότι θα με απολύσουν. Είναι που τους νοιάζει μόνο να κάνω σωστά τη δουλειά μου και να είμαι συνεργάσιμη με όλους τους συναδέλφους μου οποιασδήποτε εθνικότητας και αν είναι αυτοί» υπογράμμισε.

Μάλιστα μέσα στους επτά μήνες που εργάζεται στο σχολείο, κατάφερε να οριστικοποιήσει ένα συμβόλαιο αορίστου χρόνου και μάλιστα να της προτείνουν θέση ευθύνης μέσα στον εκπαιδευτικό οργανισμό, ως ένδειξη εμπιστοσύνης.

 

Αιμορραγία…

Η ίδια στη Γερμανία έχει συναντήσει πολλούς Έλληνες γιατρούς και μηχανικούς που λαμβάνουν πολύ καλούς μισθούς και εργάζονται όλη την ημέρα σκεπτόμενοι τις καλοκαιρινές διακοπές στην Ελλάδα.

«Παρόλα αυτά οι επιστήμονες αυτοί δεν θα γύριζαν στην Ελλάδα, όχι μόνο λόγω της ανεργίας και των εξευτελιστικών μισθών, αλλά γιατί θα είχαν να αντιμετωπίσουν τη διαφθορά, τον ωχαδελφισμό, τον ερασιτεχνισμό και το ψευτοβόλεμα. Προσωπικά πιστεύω πως αν δεν συνειδητοποιήσουν οι άνθρωποι στην Ελλάδα τις ευθύνες που έχουν γι’ αυτή την αιμορραγία από τη μετανάστευση της αφρόκρεμας των νέων Ελλήνων επιστημόνων, ας μην ελπίζουμε ότι χώρα μας θα ξεφύγει από την κρίση που διέρχεται σε όλα τα επίπεδα» επισήμανε με νόημα η 25χρονη δασκάλα.

Η ξενιτιά όμως χρειάζεται δυνατό στομάχι και δεν είναι για όλους.

«Δεν είναι εύκολη η ξενιτιά και ο δρόμος της δεν είναι στρωμένος με ροδοπέταλα. Η μετανάστευση δεν είναι για όλους. Όσοι αντέχουν, προχωρούν και διακρίνονται. Μου έχει συμβεί να κλάψω πολλές φορές και να αναρωτηθώ αν θα τα καταφέρω. Σίγουρα για να αντέξω, ξεπέρασα τον εαυτό μου. Αυτό που έχω τελικά να πω είναι ότι αγαπώ υπερβολικά την Ελλάδα, αλλά αγαπώ πιο πολύ τη ζωή μου» κατέληξε η Μαριλένα.

Προηγούμενο ΆρθροΕπόμενο Άρθρο
Μοιραστείτε το