Άρθρα

Ludwig Wittgenstein 26/4/1889-29/4/1951: ρηξικέλευθος στοχαστής της σιωπής και του λόγου

Του Παναγιώτη Σωτηρόπουλου,
Ευρωπαϊκό Σχολείο Βρυξελλών ΙΙΙ

Ερμητικός όπως το φιλοσοφικό του έργο, ιδιόρρυθμος στοχαστής όπως στην προσωπική του ζωή, σφράγισε με την πρωτοτυπία της σκέψης του τον 20ό αιώνα. Κι αν σήμερα κάποιοι βλέπουν στο έργο του τις πρόδρομες βάσεις μιας φιλοσοφίας και τεχνολογίας της γλώσσας είναι γιατί το έργο του τόσο ως ύφος, όσο και ως στοχασμός ήταν η πιο δημιουργική ανάπλαση και αναμόχλευση της αναλυτικής φιλοσοφίας. Στην αντιφατικότητα του χαρακτήρα του βρίσκει κανείς και τα σπέρματα της σκέψης που άνθησε όπως το μοναχικό Εντελβάις σε δυσπρόσιτα τοπία. Σαν να ήταν βγαλμένος από το σύμπαν του Ντοστογιέφσκι. Σοφός και απόμακρος, άγιος και κολασμένος, παθιασμένος και νηφάλιος. Στο σύντομο, αλλά πολυκύμαντο και αθόρυβο πέρασμά του από τον κόσμο τούτο, άφησε έργο που παρά την περιορισμένη έκτασή του, είναι μια συνεχής πηγή έμπνευσης και ανακάλυψης νέων οριζόντων. Ίσως το μυστικό της ιδιοφυίας του να κρύβεται στην επιθανάτια δήλωσή του, ως προειδοποίηση για όσους επιμένουν να ταξινομήσουν το έργο του σε σχήματα που αφυδατώνουν τη ζωντάνια και την αδιάλειπτη επικαιρότητα της σκέψης του:
«Πείτε τους ότι είχα μια υπέροχη ζωή».

Εξάλλου στη διαδρομή του οι πνευματικές περιπέτειες συνοδεύτηκαν από κορεσμένες αντιθέσεις, από την αστική ευμάρεια του οικογενειακού περιβάλλοντος στη Βιέννη στην ένδεια που ακολούθησε σε μεγάλο διάστημα τη μετέπειτα πορείας του, από την άνεση και κοινωνική αναγνώριση της ακαδημαϊκής ζωής στα ποικίλα επαγγέλματα που άσκησε (μηχανικός, κηπουρός, δάσκαλος, αρχιτέκτονας, τραυματιοφορέας…). Κι αν ακόμη και σήμερα η σκέψη του ταράζει με τη διεισδυτικότητα του στοχασμού του απρόβλεπτα πεδία έρευνας και εφαρμογών, είναι γιατί ποτέ ο ίδιος δεν περιχαρακώθηκε στη σιγουριά που εξασφάλιζαν τα στεγανά των ακαδημαϊκών σχολών.
Για όσους ελκύονται από τις καταβολές και το κοινωνικό περιβάλλον ανατροφής θα αναζητήσουν μια εξήγηση στα παιδικά χρόνια του Wittgenstein. Στην κοσμοπολίτικη Βιέννη στα τέλη του 19ου αιώνα, στο επίκεντρο του πλούτου και των συναναστροφών με τα πιο λαμπερά ονόματα της εποχής. Στην πολυτελή έπαυλη της οικογένειας εκτός από τους μεγιστάνες βιομηχάνους Carnegie και Krupp, ο Λούντβιχ θα γνωρίσει τους Brahms και Mahler, ο Klimt θα ζωγραφίσει το γαμήλιο πορτρέτο της αδερφής του Margarethe. Ο ίδιος ο Λούντβιχ μαθαίνει πιάνο και ονειρεύεται να γίνει διευθυντής ορχήστρας. Πίσω όμως από την ευμάρεια και τη συνάφεια με τους μεγαλοαστούς και αριστοκράτες της εποχής, η οικογένεια θα βιώσει το δικό της δράμα: Δύο από τα μεγαλύτερα αδέλφια του αυτοκτονούν.

Ο νεαρός όμως Λούντβιχ στα 10 κιόλας χρόνια, παθιασμένος με τη μηχανική και τα μαθηματικά θα κατασκευάσει μια ραπτομηχανή. Παρά την επίμονη απασχόλησή του με μαθηματικές εξισώσεις, γρανάζια, κινητήρες αεροσκαφών δεν ξεχωρίζει για τις επιδόσεις του στο σχολείο. Μια αναπάντεχη σύμπτωση, στην ιδιωτική τεχνική σχολή του Λιντς που φοίτησε το 1904-1905, μεταξύ των συμμαθητών του νεαρού Εβραίου ήταν και κάποιος Αδόλφος Χίτλερ.
Στρατολογημένος στον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο, θα αντλήσει δυνάμεις από το φρικιαστικό σκηνικό των χαρακωμάτων για να γράψει σημειώσεις για το πλέον γνωστό του έργο το Tractatus Logico-Philosophicus. Γραμμένο με μια διάταξη εντυπωσιακή και σε ασύνηθες αποφθεγματικό ύφος θα αποτελέσει το σπουδαιότερο κείμενο φιλοσοφικού στοχασμού. Όσο κι αν οι περίφημες προτάσεις του «Τα όρια της γλώσσας μου είναι τα όρια του κόσμου» και «Για όσα δεν μπορούμε να μιλήσουμε πρέπει να σιωπούμε», ερμηνεύονται συχνά αυθαίρετα, παραμένουν η πιο βαθυστόχαστη πραγματεία για τα όρια της σαφήνειας γλώσσας, αλλά και τον ορίζοντα της σιωπής που ακολουθεί.

Νιώθοντας να ασφυκτιά στο περιβάλλον της Αυστρίας αναχωρεί για σπουδές Αερομηχανικής στο Μάντσεστερ. Την περίοδο αυτή θα ανακαλύψει και το μνημειώδες έργο των Alfred North Whitehead και Bertrand Russell το Principia Mathematica, ένα περισπούδαστο επιχείρημα θεμελίωσης των Μαθηματικών στη Λογική. Η ακαταμάχητη γοητεία του Russell θα προσανατολίσει τον φέρελπι φοιτητή στη θεωρία της λογικής και στην ανάλυση των εννοιών. Ο ίδιος με τη σεμνότητα, αλλά και την ανασφάλεια που τον διέκρινε θα αναρωτηθεί ως προς τις δυνατότητές του να εντρυφήσει σε ένα πεδίο απαιτητικό και συχνά δυσνόητο. Ο δάσκαλός του στο Κεμπριτζ, ο διάσημος Bertrand Russell, δεν μπορεί να ξεχωρίσει αν βρίσκεται αντιμέτωπος με μια ιδιοφυία ή έναν εκκεντρικό μελετητή. Στο αγωνιώδες ερώτημα αν πρέπει να συνεχίσει τη μελέτη της Λογικής και της Φιλοσοφίας ή να στραφεί στη Μηχανική των αεροσκαφών ο Russell του προτείνει, με τη φλεγματώδη αντίδραση της διανοητικής ευρυχωρίας που τον χαρακτήριζε, να γράψει ένα κείμενο σε φιλοσοφικό θέμα της επιλογής του. Η συνέχεια είναι, χάρη στην οξύνοια του Russell, συναρπαστική, αλλά και ταυτόχρονα πολυτάραχη για τον αντισυμβατικό Λούντβιχ.

Η ξεχωριστή ιδιοσυγκρασία του όμως θα αποτελέσει σημείο τριβής με το περιβάλλον του, καθώς η ένταση της αντιπαράθεσης και η οξύτητα των αντιδράσεών του θα έχουν επιπτώσεις στη συμπεριφορά του. Η αδυναμία να επικοινωνήσει με τους όρους και τις συμβάσεις των ακαδημαϊκών κύκλων τον καθιστά εύθραυστο, ιδιότροπο, αφόρητο στους άλλους και μερικές φορές στον εαυτό του.

Αποτραβηγμένος στα φιόρδ της Νορβηγίας για να ξεφύγει από τον ακαδημαϊκό περίγυρο του Cambridge αναζητούσε περιβάλλον γόνιμης μοναξιάς που θα άφηνε τη σκέψη του αμόλυντη από κάθε τι που περιόριζε τον ορίζοντα διανοητικής θέασης. Ευφυής και πολύπλαγκτος νομάδας, αποτόλμησε τη ρήξη για να βάλει τις βάσεις ενός ριζοσπαστικού έργου. Ένας χώρος μόλις 7 επί 8 μέτρα, πάνω από μια λίμνη στις υπώρειες ενός βουνού, η «Μικρή Αυστρία» (η πατρίδα του) στέγασε την υλική του αυτάρκεια και το διανοητικό του μεγαλείο. Απέφυγε έτσι τους περισπασμούς και τις αναπόφευκτες στάσεις ενός κοινωνικού τρόπου ζωής για να αντιμετωπίσει μόνο τις δικές του σκέψεις. «Όποιος δεν είναι πρόθυμος να κατεβεί στον εαυτό του, γιατί είναι πολύ οδυνηρό, θα παραμείνει ασφαλώς επιφανειακός στη γραφή του». Στην καλύβα αυτή θα γραφούν μερικά από τα σημαντικότερα έργα του (μέρη από τις «Φιλοσοφικές έρευνές» του). Η αινιγματική σκέψη του θα μετασχηματίσει το τοπίο της σύγχρονης φιλοσοφίας, αλλά και της φιλοσοφίας των επιστημών.
Κι όσα βίωσε σε σύνδεση με τον απολογισμό της ζωής του ήταν ένα σαρδόνιο αστείο; Ή, ήταν αφοπλιστικά ειλικρινής;

Με τα κυρίαρχα κριτήρια, της κοινωνικής, οικονομικής ή ακαδημαϊκής επιτυχίας ήταν ένας παρίας, αποτυχημένος. Με την αίσθηση όμως της ελευθερίας των ανοικτών οριζόντων, που αναζήτησε και βίωσε καθ’ όλη τη διάρκεια της ζωής του, με την ευαισθησία, την ανησυχία, την προσήλωση και το διερευνητικό του πνεύμα αφέθηκε με πάθος στην αναζήτηση. Μια συνεχής πάλη ενάντια στη γοητεία που ασκούν οι καθιερωμένες μορφές ερωτημάτων. «Μια ψυχή που, πιο γυμνή από κάθε άλλη, πηγαίνει από το τίποτα στην κόλαση, καθώς διασχίζει τον κόσμο, προκαλεί μεγαλύτερη εντύπωση στον κόσμο από τις ντυμένες αστικές ψυχές». Ο ίδιος παθιασμένος με την κλασική μουσική Schubert, Mozart, Beethoven, Brahms φόρεσε τη γραβάτα για να προσφέρει κόκκινα τριαντάφυλλα στην Yvette Guilbert ηγερία του λαϊκού θεάματος, τραγουδίστρια καμπαρέ και προσφιλές μοντέλο του Toulouse Lautrec. Ας μη βιαστείτε να ερμηνεύσετε επιφανειακά τη χειρονομία του. Ο Wittgenstein ήταν ομοφυλόφιλος.
Οι απρόσμενοι συσχετισμοί δεν ενοχλούσαν τον Wittgenstein. Διασταλτικά θα μπορούσαμε να ισχυρισθούμε ότι εντάσσονται στα παιχνίδια της γλώσσας, στις εμπειρίες της σκέψης.

 

Προηγούμενο ΆρθροΕπόμενο Άρθρο
Μοιραστείτε το