Άρθρα

Η κρίση, τα κόμματα, οι εκλογές

samaras thanasis

Του Θανάση Χ. Σαμαρά

Ο ΣΥΡΙΖΑ ζητεί επιμόνως εκλογές. Νέα Δημοκρατία και ΠΑΣΟΚ αρνούνται. Από τυπικής απόψεως και οι μεν και οι δε έχουν δίκαιο. Από ουσιαστικής έχουν και οι δύο άδικο. Και έχουν άδικο γιατί προέχουν σοβαρότερα θέματα των εκλογών και γιατί πέντε χρόνια τώρα, εν μέσω πρωτοφανούς κρίσης, η ελληνική κοινωνία συνεχίζει να επιβιώνει με τον τρόπο που επιβίωνε τα περισσότερα χρόνια της σύγχρονης ιστορίας της. Δηλαδή με τις χειρότερες πλευρές και μορφές δράσης του κράτους.

Και οι μεν και οι δε επιδίδονται σε ανούσιες αντιπαραθέσεις και υποτιμούν ή αγνοούν τις πραγματικές ανάγκες της οικονομίας και της κοινωνίας.

Παρά την οικονομική, πολιτική και κοινωνική κρίση, η κομματοκρατία ζει και βασιλεύει, οι λέξεις και οι διακηρύξεις περί μεταρρυθμίσεων στερούνται νοήματος, η προσήλωση πολιτικών και πολιτικής στις πελατειακές σχέσεις παραμένει ισχυρή και αήττητη , ενώ η κοινωνία δεν θέλει ή δεν μπορεί να αναζητήσει μια νέα ενότητα εθνικού σκοπού.

Κατακερματισμένη η κοινωνία, ανεδαφικές οι πολιτικές, ανήμποροι οι πολιτικοί.

Η κρίση δεν οδηγεί στον αναστοχασμό, ούτε τις πολιτικές ηγεσίες, ούτε τους πολίτες.

Αφού κανείς δεν θέλει να αλλάξει το κράτος, κανείς δεν εναντιώνεται στις ξεπερασμένες νοοτροπίες και παλιές πρακτικές, σε τι θα ωφελήσουν στη σημερινή δύσκολη συγκυρία, οι εκλογές;

Η ιστορική ανάγκη, το κράτος να εγγυηθεί την ενότητα της κοινωνίας και να εκδηλώσει το ενδιαφέρον για το σύνολο του λαού και όχι μόνο για ισχυρές συντεχνίες, εξακολουθεί να παραμένει ανεκπλήρωτη. Η μοίρα της Ελλάδος μοιάζει να παραμένει ασάλευτη και ταυτισμένη με το δογματισμό, τις φαντασιώσεις περί μοναδικού και περιούσιου λαού, του οποίου η ανθρωπότητα οφείλει να υποστηρίζει εις τους αιώνες των αιώνων.

Είναι αλήθεια ότι για τη σημερινή μας κατάντια φταίει πρωτίστως η πολιτική , δηλαδή οι πολιτικές δυνάμεις. Φταίει όμως και η νοοτροπία μεγάλου μέρους της κοινωνίας, το οποίο επιμένει να βλέπει ότι η εφαρμογή της συνταγής , δηλαδή η εκάστοτε κυβερνητική πολιτική «φταίει για το κακό το ριζικό μας» και όχι η συνταγή αυτή καθεαυτή.

Αλήθεια είναι επίσης, ότι από τον 19ο αιώνα , η Ελλάδα επεδίωξε αρχικά με τον πρώτο κυβερνήτη της και χρόνια μετά με τον Χαρίλαο Τρικούπη, την ίδρυση ενός νέου δημοκρατικού στην υπηρεσία όλων των πολιτών, κράτους.

Τόσο οι προσπάθειες των Καποδίστρια-Τρικούπη, όσο και εκείνες του 20ου αιώνα με τον Ελευθέριο Βενιζέλο και τον Κων. Καραμανλή έμειναν ανολοκλήρωτες.

Δύο χρόνια μετά τη λήξη του εμφυλίου ο σπουδαίος και πρόωρα χαμένος Γεώργιος Καρτάλης, έβαλε στον πολιτικό χάρτη, την ανάγκη εκσυγχρονισμού, μέσω της εκβιομηχάνισης, αναδιάρθρωσης της γεωργικής παραγωγής, αλλά και εκδημοκρατισμού της δημόσιας ζωής, η οποία την περίοδο εκείνη, συνοψίζονταν στην ανάγκη διεύρυνσης των ατομικών ελευθεριών και δικαιωμάτων για όλους ανεξαιρέτως τους Έλληνες.

Ο Σπύρος Μαρκεζίνης έβαλε τα θεμέλια της οικονομικής ανάπτυξης βάσει των σχεδίων Καρτάλη. Ο Κων. Καραμανλής όμως ήταν εκείνος που προσπάθησε να δημιουργήσει σύγχρονο κράτος. Με αυταρχικό τρόπο αλλά σημαντικά αποτελέσματα.

Πέραν των μεγάλων έργων και ο ευρωπαϊκός προσανατολισμός του είχε θετικά πρακτικά αποτελέσματα αφού το 1962 η Ελλάδα ήταν η πρώτη χώρα που υπέγραψε συμφωνία σύνδεσης με την ΕΟΚ των «έξι». Ο Καραμανλής είχε δρομολογήσει και την αναθεώρηση του Συντάγματος, αλλά τον πρόλαβαν τα γεγονότα του 1963. Αξίζει εδώ να μνημονεύσουμε δυο πολιτικούς της εποχής. Τον υπηρέτη του δημοσίου συμφέροντος Παν. Παπαληγούρα, τον «πολιτικό με τα ειδικά εγκεφαλικά κύτταρα» που λέει φίλος μου, πρώην πολιτικός και συνεργάτης του. Και τον καθηγητή, υποδιοικητή τότε της Τράπεζας της Ελλάδος, γνωστότερο την εποχή της μεταπολίτευσης βουλευτή Γιάγκο Πεσματζόγλου.

Ο ευρωπαϊκός προσανατολισμός του Καραμανλή συνεχίστηκε από τη βραχύβια κυβέρνηση του Γεωργίου Παπανδρέου. Ο «Γέρος» όχι μόνο βελτίωσε το εισόδημα των εργαζομένων αλλά προχώρησε, δειλά είναι αλήθεια, σε αυτό που δεν ήθελε ή δεν μπορούσε ο Καραμανλής. Στην διεύρυνση των ατομικών δικαιωμάτων και ελευθεριών.

Πρέπει επίσης να υπογραμμίσουμε την υπευθυνότητα, σοβαρότητα και τον ρεαλισμό που επέδειξαν την περίοδο εκείνη οι αείμνηστοι ηγέτες της ΕΔΑ Γιάννης Πασσαλίδης και Ηλίας Ηλιού.

Η Ελλάδα έδειχνε, έστω με τον πολιτικό αυταρχισμό του Καραμανλή, τις ανεπάρκειες και κυρίως τις αντιφάσεις της Ένωσης Κέντρου, να μπαίνει σε τροχιά Ευρώπης. Η εμμονή στο δρόμο αυτόν και κυρίως η ευρύτερη συναίνεση στον σκοπό επέτρεπαν την Ελλάδα να φθάσει γρήγορα τη Δυτική Ευρώπη τόσο σε επίπεδο διαβίωσης, όσο και σε ότι έχει να κάνει με σύγχρονο δημοκρατικό κράτος.

Η πορεία όμως αυτή ανεκόπη βιαίως. Αρχικά με το βασιλικό πραξικόπημα του ’65 και αμέσως μετά με τη δικτατορία των συνταγματαρχών. Οι συνέπειες ήταν τρομακτικές. Δυστυχώς δεν έχει απασχολήσει ούτε την πολιτική ζωή, ούτε τη διανόηση και την κοινωνία ο ρόλος των δυο αυτών πραξικοπημάτων στην ομαλή κοινοβουλευτική αντιπαράθεση, στην απαξίωση του κοινοβουλευτισμού – δυστυχώς συνέβαλαν και κοινοβουλευτικοί άνδρες – και τελικώς στην οπισθοδρόμηση της χώρας.

Ο Κων. Καραμανλής δημιούργησε μετά το 1974 το πλεόν σύγχρονο κράτος. Και πέτυχε το ακατόρθωτο. Ενέταξε τη χώρα στην ΕΟΚ.

Ο Ανδρέας Παπανδρέου που ακολούθησε, διεύρυνε όσο κανείς άλλος τα ατομικά και δημοκρατικά δικαιώματα ταυτοχρόνως, όμως τα υπονόμευσε με τις αξίες που καθιέρωσε και τις φαντασιώσεις που επέβαλε στο κοινωνικό σώμα. Έφερε στο προσκήνιο τους αποκλεισμένους αλλά και το πράσινο κράτος εις αντικατάστασιν εκείνου της Δεξιάς.

Ο Κ. Σημίτης έκανε περισσότερα από όσα μπορούσε και του επέτρεπε το κομματικό κατεστημένο του ΠΑΣΟΚ κατά πρώτον και οι άλλες πολιτικές δυνάμεις κατά δεύτερον.

Η κομματοκρατία παρέμεινε ισχυρή και αλώβητη και καθώς οι επίγονοι επέδειξαν, τουλάχιστον, ανεπάρκεια την κρίσιμη περίοδο, η Ελλάδα οδηγήθηκε στη χρεωκοπία.

Να μην πολυλογούμε: Η Ελλάδα μετά τον εμφύλιο βρήκε το δρόμο της γιατί διέθετε ηγέτες και μεταρρυθμιστές. Σήμερα φαίνεται πώς δεν διαθέτει ούτε μεγάλους ηγέτες, ούτε μεταρρυθμιστικές δυνάμεις. «Μνημονιακοί» και «αντιμνημονιακοί» είναι ένα εφεύρημα, ένα παραμύθι. Στη Ν.Δ. και το ΠΑΣΟΚ πλειοψηφούν εκείνοι που δεν θέλουν να δουν τις αιτίες της κρίσης και νοσταλγούν τις παλιές και χρεωκοπημένες καταστάσεις. Ούτε μια σοβαρή μεταρρύθμιση δεν υλοποιήθηκε πέντε χρόνια τώρα. Κυριαρχούν στην πολιτική η προχειρότητα και η ευκολία. Καμία αλλαγή δομικού χαρακτήρα στο κράτος. Οι όποιες αλλαγές έχουν πατρώνυμο: τρόικα.

Από την άλλη πλευρά, την Αριστερά δηλαδή, δογματισμός, φαντασιώσεις, αδιαφορία και υποτίμηση των διεθνών συσχετισμών. Οι εκδοχές αυτές αφορούν ακόμη και εκείνους που θέλουν να πιστεύουν πώς είναι ανανεωτές.

Είναι περιττό να υπογραμμίσουμε  τον αρνητικό ρόλο των συνδικαλιστών που δίνουν μάχες οπισθοφυλακής για ένα χαμένο και «αδειανό» πουκάμισο.

Τούτων δοθέντων ούτε οι εκλογές, όποτε κι αν αυτές διεξαχθούν, αποτελούν λύση.

Η ελπίδα θα αρχίσει να εμφανίζεται στον ελληνικό ορίζοντα όταν στη σκηνή ανέβουν νέες πολιτικές μεταρρυθμιστικές δυνάμεις, ικανοί, τολμηροί και σοβαροί πολιτικοί. Και η κοινωνία αποζητήσει, εκτιμήσει τον «κοινο νου» και αποδεχθεί οτι δεν υπάρχει πρόοδος όσο πολεμάει το αυτονόητο και παραμένει αιχμάλωτη παλαιών και αδιέξοδων νοοτροπιών και πρακτικών.

Η Ελλάδα χρειάζεται έναν νικηφόρο «πόλεμο» εναντίον των αιτιών που μας οδήγησαν στην κρίση. Για να υπάρξει όμως μια τέτοια μεγάλη νίκη χρειάζονται πολιτικοί άνδρες που τέμνουν την ιστορία. Απαιτείται επίσης ευρύτατη συναίνεση στον σκοπό που προσβλέπει μέσω μεγάλων αλλαγών στο μέλλον.

Υ.Γ.

Αν οι εκλογές πρόκειται να μας φέρουν μια άλλη κυβέρνηση με παλιές ιδέες και πρακτικές, καλύτερα να μην έλθει. Γιατί αργά ή γρήγορα θα ακολουθήσει ο πολιτικός αυταρχισμός. Και τότε θα είναι αργά για όλους μας και για εκείνους που θέλουν να χαρακτηρίζουν την ελαττωματική και ελλειματική σήμερα δημοκρατία μας που χαϊδεύει αυτιά, «χούντα».

Να δείτε πως το λεγε ο Μιχάλης Κατσαρός: «Ελευθερία ανάπηρη πάλι σου τάζουν».

Και επειδή η ρήση του ποιητή έχει καθολική σχεδόν αναφορά σε όλους και σε όλα, ας αντιστρέψουμε το λόγο του: Δεν υπάρχουν (τώρα) προϋποθέσεις για μια καινούργια (πολιτική) άνοιξη.

Προηγούμενο ΆρθροΕπόμενο Άρθρο
Μοιραστείτε το