Πολιτισμός

Κώστας Λάνταβος: Η ποίηση, όπως και η κλασική μουσική, χρειάζεται μια κάποια εξοικείωση, μία μεγαλύτερη επιμονή

Ο Κώστας Λάνταβος γεννήθηκε στη Λάρισα, από Ηπειρώτες γονείς. Σπούδασε Ιατρική στο Πανεπιστήμιο Αθηνών και ειδικεύτηκε στην Παθολογία, την οποία άσκησε στη Λάρισα. Διετέλεσε δημοτικός σύμβουλος Λάρισας σε δύο περιόδους, πρόεδρος του ΔΗ.ΠΕ.ΘΕ .Λάρισας (Θεσσαλικό Θέατρο) και αντιδήμαρχος Πολιτισμού. Διετέλεσε πρόεδρος του Δ.Σ. του Γενικού Νοσοκομείου Λάρισας από το 1982-1985. Είναι ο ιδρυτής του λογοτεχνικού περιοδικού Γραφή. Ήταν διευθυντής του περιοδικού μέχρι το 2004.
Εξέδωσε την πρώτη του ποιητική συλλογή το 1980. Ακολούθησαν άλλες 13 ποιητικές συλλογές. Πρόσφατα όλες οι συλλογές συγκεντρώθηκαν σ’ έναν τόμο, με τον τίτλο «Η αγρύπνια εντός μου». Έγραψε και μια νουβέλα.
Μετέφρασε από τα αγγλικά: Ουίλλιαμ Μπλέηκ, Έζρα Πάουντ, Φερνάντο Πεσσόα, Έμιλυ Ντίκινσον, και ΝΤ. Χ. Λώρενς. Από τα γαλλικά: Πωλ Βαλερύ και Ζεράρ ντε Νερβάλ.
Μετέφρασε επίσης από τα αρχαία ελληνικά: Ευριπίδη (Τρωάδες, Βάκχες, Μήδεια, Ιππόλυτο), Σοφοκλή (Φιλοκτήτης, Οιδίπους Τύραννος, Οιδίπους επί Κολωνώ) και Αισχύλο (Πέρσες, που παραστάθηκε το 2008 από το Θεσσαλικό Θέατρο, και Προμηθέας Δεσμώτης). Υπό έκδοση είναι ο Άμλετ του Σαίξπηρ.
Ασχολήθηκε κατά καιρούς με την κριτική βιβλίου.

Συνέντευξη Χαριτίνη Μαλισσόβα

Η αγρύπνια εντός μου, μια συγκεντρωτική έκδοση της 40ετούς πορείας σας στον χώρο της ποίησης. Τι σημαίνει για εσάς αυτή η έκδοση;
Σημαίνει την ολοκλήρωση ενός κύκλου ζωής στην ποιητική μου δημιουργία. Είναι ένας μεγάλος σταθμός (μέσα στον χρόνο εννοώ), όχι το τέρμα, γι’ αυτό και στον τίτλο δεν υπάρχει η λέξη «Άπαντα», αλλά είναι το κλείσιμο μιας πορείας με συγκεκριμένο αισθητικό στίγμα.

Με δεδομένο ότι είστε γιατρός, πότε και πώς προέκυψε η ενασχόλησή σας με την ποίηση;
Η αγάπη μου και η ενασχόληση με την ποίηση προϋπήρξε της ιατρικής ιδιότητας. Άρχισα να γράφω ποίηση (πρωτόλεια) από τα 14 χρόνια μου. Πρώτα ένιωσα το ποιητικό σκίρτημα και μετά η επιθυμία να γίνω χρήσιμος ως γιατρός. Είχα πάντοτε την πεποίθηση πως η ποίηση ήρθε μαζί με τη γέννηση, ενώ η ιατρική ήταν μια επίκτητη ιδιότητα. Μέχρι τελευταία στιγμή, πριν τις πανελλήνιες εξετάσεις, πάλευα μέσα μου αν θα γίνω γιατρός ή φιλόλογος. Η ιατρική με γοήτευε ως λειτούργημα, ως ενασχόληση χρησιμότητας, ενώ πίστευα πως η φιλολογία θα με βοηθούσε στο να γίνω καλός ποιητής. Εντέλει πήρα την απόφαση να γίνω γιατρός – με τη βοήθεια και της σοφής μάνας μου, που με ονειρευόταν από μικρό ως γιατρό – διότι η ιατρική γέμισε τον ψυχικό μου κόσμο, με έκανε, πιστεύω, καλύτερο άνθρωπο, και επιπλέον τώρα ξέρω πως η φιλολογία δεν θα με έκανε καλύτερο ποιητή. Ίσως με έκανε χειρότερο, καθώς η επαγγελματική ενασχόληση με τη γλώσσα ίσως αφυδάτωνε την ποίησή μου από την αναζήτηση της τέλειας δήθεν έκφρασης.

Ποιοι ήταν οι ποιητές που διαβάζατε περισσότερο στα νεανικά σας χρόνια;
Η πρώτη επαφή ήταν ο Παλαμάς, λόγω των σχολικών βιβλίων. Αργότερα ήρθαν ο Σεφέρης και η γενιά του ’30, καθώς και Καβάφης. Στα φοιτητικά χρόνια έδωσα βάρος στον Σολωμό κι άρχισα να διαβάζω αγγλόφωνους κυρίως ποιητές.

Στη διάρκεια αυτών των ετών αλλάξατε προτιμήσεις ως προς τους ποιητές και το ύφος γραφής;
Όχι ιδιαίτερα. Ο Ελύτης μόνον – από τη στιγμή που άρχισα να παίρνω σοβαρά πλέον την ποίηση – αποτέλεσε για αρκετά χρόνια, όχι ο αγαπημένος μου, αλλά αυτός που με βοήθησε αισθητικά και στιχουργικά. Ο Ελύτης υπήρξε «ο πιο έξυπνος» δημιουργός: Δεν ακολούθησε πιστά κανένα αισθητικό ρεύμα, πήρε μόνο όσα στοιχεία υπηρετούσαν τον δικό του στόχο στην ποιητική δημιουργία.

Στις φετινές πανελλήνιες εξετάσεις υπήρξε ένα θέμα σχετικό με την ποίηση. Θεωρείτε εύστοχη ή άστοχη την ερώτηση για το είδος της ποίησης στα 18χρονα παιδιά της εποχής του διαδικτύου;
Νομίζω πως η αναφορά στην ποίηση ήταν ένα θετικό γεγονός. Στη χώρα του Ομήρου, των δύο και μοναδικών Νομπέλ που τα κέρδισε η ποίηση, δεν έπρεπε να προκαλεί έκπληξη, αλλά μάλλον σύνηθες φαινόμενο να λογίζεται. Όμως στις πανελλήνιες εξετάσεις και χωρίς ιδιαίτερη εξοικείωση των μαθητών στην ποίηση, ίσως ήταν υπερβολή η έκταση των ερωτημάτων γύρω από την ποίηση. Θα μπορούσε ίσως να αποτελεί συμπληρωματική υποερώτηση.

Μια και μιλάμε για την εποχή του διαδικτύου, θεωρείτε ότι η προβολή της ποίησης στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης έχει βοηθήσει στη διάδοσή της;
Από το 2013 χρησιμοποιώ το μέσον του διαδικτύου και μόνο για θέματα Τέχνης. Προσωπικά με ωφέλησε, νομίζω και όλους, καθώς φτάνει η ποίηση και σε ανθρώπους ακόμα που δύσκολα θα αγόραζαν ένα βιβλίο ποίησης. Νομίζω λοιπόν πως βοηθάει σημαντικά. Εξάλλου κάθε προβολή της ποίησης καλό της κάνει.

Πολλοί ποιητές και πολλά ποιητικά βιβλία προέκυψαν τα τελευταία χρόνια. Υπάρχει αναλογία ποιότητας και ποσότητας;
Έχετε δίκιο. Αυτή η ευκολία της καθημερινής και κυρίως ανέξοδης ανάρτησης δίνει τη δυνατότητα στον καθένα και στην καθεμία που πιστεύει πως γράφει ποίηση να κοινοποιεί άκριτα και συχνά βιαστικά ό,τι ο καθείς θεωρεί ποίηση. Μ’ αυτή την έννοια, όχι, δεν υπάρχει αντιστοιχία ποιότητας και ποσότητας. Κάθε άνθρωπος με μια παιδεία στην ποίηση (ποιητής ή επαρκής αναγνώστης) το διακρίνει αυτό. Αλλά ξέρετε, πάντα πιστεύω και λέω: Προτιμότερο το «ναρκωτικό» της έστω και κακής ποίησης παρά το γνήσιο ναρκωτικό. Στο τέλος, ο λογαριασμός είναι έγκυρος και αδυσώπητος.

Γιατί η ποίηση έχει τόσο μικρό, αριθμητικά, κοινό;
Για δύο κυρίως λόγους: Πρώτον, η ποίηση, όπως και η κλασική μουσική, χρειάζεται
μια κάποια εξοικείωση και ειδικότερα η συμβολική ή η υπερρεαλιστική ποίηση μία μεγαλύτερη επιμονή. Και δεύτερον οι άνθρωποι ανέκαθεν αγαπάμε τις εκτενείς αφηγήσεις, κάτι που το κάνει, από τη φύση της, η πεζογραφία, και που είναι ουσιαστικά, με ελάχιστες εξαιρέσεις, πολύ μεταγενέστερο είδος. Πήρε τη μορφή του που σήμερα ξέρουμε με τον «Γαργαντούα και Πανταγκρυέλ» του Φρανσουά Ραμπελαί. Στην αρχαιοελληνική πραγματικότητα αυτήν την ανάγκη την ικανοποιεί η Επική Ποίηση. Διότι τι άλλο από αφηγηματική ποίηση είναι η Ιλιάδα και η Οδύσσεια; Η ποίηση λοιπόν, που εξ ορισμού θέλει τη συμπύκνωση, δεν μπορεί να καλύψει την αφήγηση σε έκταση. Αν και πιστεύω πως και η ποίηση πολύ συχνά αφηγείται – πλην του λυρισμού της και της μουσικής της – μία εξαιρετικά σύντομη ιστορία.

Με ποιους στίχους σας θα υποδεχόσασταν τα επόμενα συγγραφικά σας βήματα;
Πάλι, πρέπει να πω τα λόγια μου –
φυτά βλασταίνουν μέσα μου
άλλα εγκώμια γίνονται
άλλα μέλαινα χολή.
…………………………….
…………………………….
Πάλι, απ’ την αρχή θα πω τα ίδια λόγια –
αυτά που στους αιώνες επαναλαμβάνονται,
κι όμως
σα να ξαναγεννιούνται είναι.

Έχετε γράψει ή σκέφτεστε να γράψετε σε άλλη φόρμα εκτός της ποιητικής;
Ναι, έχω γράψει και δημοσίευσα μια νουβέλα με τον τίτλο «Η Μαριώ». Επίσης έχω έτοιμη μία ακόμη νουβέλα που θα εκδοθεί εν καιρώ. Έχω γράψει πολλές κριτικές για βιβλία ποιητών κυρίως, αλλά και πεζογράφων και γράφω κάποιες αυτοβιογραφικές σελίδες, στις οποίες όμως εμπλέκονται και παρελαύνουν πολλές προσωπικότητες της νεοελληνικής λογοτεχνίας και της τέχνης γενικότερα.

Ποια αξία θεωρείτε υπέρτατη;
Την τιμιότητα. Απ’ αυτήν ξεκινούν και όλες οι άλλες. Η τιμιότητα απέναντι στον εαυτό μας και στους άλλους.

Γράφετε κάτι καινούργιο;
Ναι, πάντα γράφω. Σχεδόν κάθε μέρα. Ακόμα και αν δεν είναι δημοσιεύσιμα. Φροντίζω να γράφω και ως άσκηση, γιατί αν αφήσεις το γράψιμο σ’ αφήνει κι εκείνο. Όσες φορές σταματάω να γράφω για κάποιο καιρό, μετά είναι σαν να αρχίζω από το μηδέν. Ο Σεφέρης κάπου ομολογεί πως έγραψε όλους αυτούς τους τόμους που τιτλοφορούνται «Μέρες Α, Β κ.λπ.» για να βρίσκεται σε διαρκή επαφή με το γράψιμο. Τον ακολουθώ σ’ αυτό με πίστη. Πάντως αυτόν τον καιρό – ύστερα από τη συνταξιοδότησή μου, εδώ και 28 μήνες – μεταφράζω σχεδόν μανιωδώς. Μετέφρασα 4 τραγωδίες (και των τριών μεγάλων κλασικών ποιητών), μέσα στην καραντίνα τελείωσα σε πρώτη γραφή τον «Φαίδρο» του Πλάτωνα και τώρα βρίσκομαι στα μισά της κωμωδίας «Δύσκολος» του Μένανδρου.
Παράλληλα, στο ίδιο διάστημα έγραψα γύρω στα 60 ποιήματα. Και βέβαια συνεχίζω τις αυτοβιογραφικές σελίδες και τις κριτικές αποτιμήσεις, όποτε το καλεί η συγκυρία.

Προηγούμενο ΆρθροΕπόμενο Άρθρο
Μοιραστείτε το