Άρθρα

Κορωνοκρίση: Η επόμενη μέρα για την ελληνική οικονομία

Του Μιχαήλ Ζουμπουλάκη*

Ο μεγάλος Δανός φυσικός του 20ού αι. Νιλς Μπορ φέρεται να είπε ότι «οι προβλέψεις είναι πολύ δύσκολες, ιδίως όταν αφορούν στο μέλλον». Επειδή πολλά νούμερα πέφτουν στο τραπέζι για τη μελλοντική ύφεση, σας λέω ευθαρσώς ότι οποιαδήποτε πρόβλεψη είναι παρακινδυνευμένη, γιατί στηρίζεται σε υποδείγματα που χρησιμοποιούν υποθετικά σενάρια για την ποσοτική εκτίμηση της εξέλιξης των μακροοικονομικών μεγεθών. Ξέρουμε με βεβαιότητα ότι η παγκόσμια ύφεση του 2020 θα είναι μεγαλύτερη από αυτήν του 2007-08 και ότι συγκρίνεται μόνο με αυτήν του 1929. Πρώτον γιατί αυτή είναι μια εξωγενής κρίση, που δεν προέρχεται από την ίδια την οικονομία και συνεπώς δεν μπορεί να θεραπευτεί με οικονομικά μέτρα. Δεύτερον, η κρίση αφορά τους πάντες. Ξεκίνησε από την Κίνα, ταξίδεψε γρήγορα στην καρδιά της Ευρώπης και πέρασε στην άλλη όχθη του Ατλαντικού, με ολέθριες συνέπειες: Σχεδόν 30 εκατομμύρια άνεργοι μέσα σε 2 μήνες. Από την άλλη όμως, επειδή η κρίση είναι υγειονομική, μόλις βρεθεί η θεραπεία ή το εμβόλιο, οι οικονομίες θα ανακάμψουν γρήγορα.

Παντού, οι αρνητικές επιπτώσεις αφορούν τόσο την πλευρά της προσφοράς (μείωση βιομηχανικής παραγωγής, μείωση μεταφορών), όσο και την πλευρά της ζήτησης (όλοι όσοι έχουν λιγότερα εισοδήματα καταναλώνουν λιγότερο). Δεν θίγονται όλοι οι τομείς της οικονομίας εξίσου, ωστόσο. Υποφέρουν περισσότερο όσοι σχετίζονται με τις διεθνείς συναλλαγές, δηλαδή τουρισμός και συναφή επαγγέλματα (εστίαση, ξενοδοχεία, μουσεία κ.λπ.), αεροπορικές-ακτοπλοϊκές-κρουαζιέρες, βιομηχανία (λόγω εισαγόμενων πρώτων υλών και ενδιάμεσων αγαθών), και διεθνείς εταιρείες μεταφορών (λόγω μείωσης του εμπορίου). Επίσης, όλοι οι τομείς της εσωτερικής αγοράς που υφίστανται τις συνέπειες των περιοριστικών μέτρων της κυκλοφορίας (κυρίως όσοι προσφέρουν υπηρεσίες), πλην καταστημάτων τροφίμων, φαρμακείων και ταχυμεταφορών που είδαν τους τζίρους τους να μεγαλώνουν. Προφανώς τα κρατικά μέσα ενίσχυσης του εισοδήματος των επιχειρήσεων, των μισθωτών και των ελευθέρων επαγγελματιών έχουν μεγάλο κόστος, αλλά δεν επαρκούν. Πόσο μάλλον που στην Ελλάδα ο διαθέσιμος δημοσιονομικός χώρος για την άσκηση πολιτικών ανακούφισης των οικονομικών συνεπειών της πανδημίας είναι πολύ πιο περιορισμένος από τη Γερμανία και την Ολλανδία, ακόμα και από τη Γαλλία και την Ισπανία. Ποια θα είναι η επίπτωση στην ελληνική οικονομία; Είδαμε προβλέψεις μείωσης του ΑΕΠ που κυμαίνονται από -35% (ΟΟΣΑ) ως -10% (ΔΝΤ), αλλά και μέχρι -4,7% (υπ.Οικ.). Θα κάνουμε ξανά μια χονδροειδή εκτίμηση με βάση τις επιπτώσεις που διαφαίνονται ανά κλάδο. Το περσινό αντίστοιχο πρώτο εξάμηνο η αξία της εθνικής μας παραγωγής ήταν 95,4 δισ. ευρώ (ΕΛΣΤΑΤ). Βρισκόμαστε στο τέλος του εξαμήνου και η ελληνική οικονομία υπολειτουργεί ήδη για 45 μέρες περίπου. Κάποιοι κλάδοι έχουν πληγεί ελάχιστα: Ο δημόσιος τομέας (17,5% του ΑΕΠ 2019), η ενέργεια, ύδρευση, διαχείριση απορριμμάτων κ.λπ. (13%), οι υπηρεσίες σχετιζόμενες με την αγορά ακινήτων (14%), ο πρωτογενής τομέας (3,7%), οι τηλεπικοινωνίες και οι χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες (από 3% έκαστος) και οι κατασκευές (2,3%). Εν ολίγοις, περίπου το 57% της εθνικής μας παραγωγής έχει υποστεί μικρές απώλειες.

Κάποιοι άλλοι κλάδοι, όπως ορισμένα ελεύθερα επαγγέλματα και οι υπηρεσίες ψυχαγωγίας κ.λπ. (8,7%), θα υποστούν καταστροφικές μειώσεις. Το υπόλοιπο 22% αφορά στο λιανικό εμπόριο κάθε είδους, καθώς και στις υπηρεσίες εστίασης, συνεργεία, μεταφορές κ.λπ. Θα τολμήσουμε μια νέα πρόβλεψη, με βάση την υπόθεση εργασίας ότι γυρίζουμε στην κανονικότητα από 1ης Ιουνίου, μετά το άνοιγμα των ξενοδοχείων και των καταστημάτων εστίασης. Αν υποθέσουμε ότι θα χαθούν δυόμιση μήνες συνολικά σημαίνει ότι το ετήσιο ΑΕΠ θα μειωθεί αυτές τις 75 μέρες (το 20% των 366) δυσανάλογα στους διάφορους κλάδους. Κάποιοι θα υποστούν μεγαλύτερες και άλλοι πολύ μικρότερες συνέπειες. Αν κάνουμε ακόμη μια ηρωική υπόθεση και πούμε ότι το 29% του συνολικού ΑΕΠ θα υποστεί μια μείωση 50% και το υπόλοιπο 61% μια μείωση 25% η μείωση στο ΑΕΠ είναι €5,44 + €5,72 = €11,16 δισ., δηλαδή 5,95% για το 2020. Κατά τη γνώμη μου αυτό είναι το μέγιστο, αν δεν είχαν ληφθεί καθόλου μέτρα στήριξης της παραγωγής και του εισοδήματος. Πόσο θα αποδώσουν τα μέτρα; Σίγουρα θα καλύψουν ένα μέρος του χαμένου εισοδήματος των μισθωτών και των ελεύθερων επαγγελματιών. Το στοίχημα είναι να ανακάμψουν γρήγορα οι παραγωγικοί τομείς, ώστε να αυξήσουν την προσφορά, να δημιουργήσουν νέο εισόδημα που με τη σειρά του θα τονώσει τη ζήτηση.

*Ο Μ. Ζουμπουλάκης είναι καθηγητής του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας

Προηγούμενο ΆρθροΕπόμενο Άρθρο
Μοιραστείτε το