Άρθρα

Κορωνοϊός: Μικρο-μακροοικονομικές επιπτώσεις – Δυναμικές οικονομικές απαντήσεις στην κρίση

του Δημήτριου Βουδούρη*

Παρά τις επιταχυνόμενα κλιμακούμενες εξελίξεις, λόγω της συνεχούς εξάπλωσης του κορωνοϊού παγκοσμίως, οι οποίες δημιουργούν αυξημένη αβεβαιότητα, κυβερνήσεις, επιχειρήσεις και φυσικά πρόσωπα καλούνται, μάλλον υποχρεούνται, αρχικά να επιβιώσουν και κατόπιν να λειτουργήσουν, μετά τη λήξη της πανδημίας.
Δύο είναι τα ερωτήματα τα οποία ανακύπτουν λόγω του κορωνοϊού, τόσο σε εθνικό, όσο και σε παγκόσμιο επίπεδο. Ας επικεντρωθούμε όμως σε εθνικό επίπεδο, στην ελληνική οικονομία.
– Το πρώτο ερώτημα, μακροοικονομικό, είναι το εάν θα κατορθώσει να αναρρώσει η ελληνική οικονομία, μετά τη μεγάλη καθίζηση που θα υποστεί, και σε πόσο χρονικό διάστημα.
– Το δεύτερο ερώτημα, μικροοικονομικό, είναι το εάν και πότε οι ελληνικές επιχειρήσεις, οι οποίες στην πλειονότητά τους είναι μικρομεσαίες, θα κατορθώσουν να επιβιώσουν και να αναπτυχθούν.

Θα κατορθώσει να αναρρώσει η ελληνική οικονομία, μετά τη μεγάλη καθίζηση που θα υποστεί, και σε πόσο χρονικό διάστημα;
Η απάντηση, από εμπειρία κρίσεων του παρελθόντος, είναι ότι η οικονομία στο σύνολό της θα αναρρώσει σχετικά γρήγορα, διαγράφοντας το γράμμα «V».
Μόλις προ ημερών, επίσημες εκτιμήσεις έκαναν λόγο για ύφεση 3,5% – 4% στην ελληνική οικονομία για το 2020 και ανάρρωση 4,5% – 5% για το 2021.
Το πόσο γρήγορα και σε πόσο χρονικό διάστημα θα αναρρώσει η ελληνική οικονομία εξαρτάται από το πόσο γρήγορα θα ξεκινήσει η επανεκκίνησή της, η οποία θα εξαρτηθεί, βέβαια, από το πότε και σε πόσο χρονικό διάστημα θα κορυφωθεί η ανερχόμενη, μέχρι και σήμερα, καμπύλη των κρουσμάτων και θυμάτων του κορωνοϊού. Όσο πιο γρήγορα φθάσει στο maximum η καμπύλη, τόσο γρηγορότερα θα επανεκκινήσει η οικονομία.
Ένας άλλος παράγοντας, που θα μπορούσε να συμβάλει στην επιτάχυνση της ανάρρωσης της οικονομίας μας, είναι το τι μέρος της αδρανούς-αχρησιμοποίητης αποταμίευσης που θα συσσωρευτεί, κατά το διάστημα που διαρκεί ο κορωνοϊός, θα εκδηλωθεί σε ζήτηση και πόσο γρήγορα, οπότε η ζήτηση αυτή θα ικανοποιηθεί από την πλευρά της προσφοράς, δηλαδή των επιχειρήσεων. Προηγούμενες κρίσεις έχουν αποδείξει ότι η ζήτηση δεν εκδηλώνεται άμεσα στο σύνολό της, αλλά σταδιακά. Αυτό οφείλεται στον φόβο και την αβεβαιότητα που διακατέχει τους καταναλωτές και, κυρίως, στον κίνδυνο επανάληψης της αιτίας του προβλήματος.

Θα κατορθώσουν να επιβιώσουν και να αναπτυχθούν οι ελληνικές επιχειρήσεις, οι οποίες στην πλειονότητά τους είναι μικρομεσαίες, και πότε;
Στο καίριο και φλέγον αυτό ερώτημα, η απάντηση είναι ότι θα εξαρτηθεί από το πόσο χρονικό διάστημα θα παραμείνουν σε αδράνεια και το μέγεθος της συσσωρευμένης ζημίας που θα έχουν υποστεί, καθώς και από τον βαθμό υποστήριξης και στήριξής τους από το ελληνικό δημόσιο, με την πολιτική του «Helicopter Money», που εφαρμόζει, με βάση τις δυνατότητες και τις ευκαιρίες που θα του δοθούν, τόσο από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, όσο και από τον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Στήριξης. Είναι ευτύχημα το γεγονός ότι με την ενεργοποίηση της Γενικής Ρήτρας Διαφυγής του Συμφώνου Σταθερότητας και Ανάπτυξης, η χώρα μας έχει απαλλαγεί από την υποχρέωση επίτευξης, για το 2020 τουλάχιστον, του δεσμευτικού πρωτογενούς πλεονάσματος 3,5%. Επίσης, το σύνολο των δαπανών του προϋπολογισμού που αφορά στην καταπολέμηση του κορωνοϊού δεν θα προσμετρηθεί στο δημόσιο έλλειμμα. Τέλος, η ένταξη, για πρώτη φορά, της χώρας μας στο QE, στην ποσοτική χαλάρωση, όπου δίνεται η δυνατότητα στις εμπορικές μας τράπεζες να καταθέτουν τα κρατικά ομόλογα, που έχουν στην κατοχή τους, ως εγγύηση και να αντλούν ρευστότητα με επιτόκιο -0,50%, είναι μια σημαντική ευκαιρία κάλυψης μεγάλου μέρους της ρευστότητας στην αγορά, που τόσο την έχει ανάγκη, πολύ περισσότερο αμέσως μετά το τέλος της πανδημίας.

Για κάθε επιχείρηση, παρά το ότι στην παρούσα φάση παραμένει αδρανής, εκτός από τα διαφυγόντα έσοδα, συσσωρεύονται και κάποια πάγια έξοδα, τα οποία υποχρεούται να καλύψει, όπως για παράδειγμα, μισθούς, ενοίκια, εργοδοτικές εισφορές, δανειακές υποχρεώσεις κ.ά.. Όσο μεγαλύτερο μέρος των παγίων αυτών εξόδων καλυφθεί από το κράτος, τόσο μεγαλύτερη η πιθανότητα και η δυνατότητα κάθε επιχείρησης να επιβιώσει και να επανεκκινήσει. Διαφορετικά, δυστυχώς, ένας μεγάλος αριθμός επιχειρήσεων θα βρεθεί με επιπρόσθετες υποχρεώσεις, τις οποίες θα υποχρεωθεί να καλύψει, και αρκετές από αυτές θα υποχρεωθούν να κλείσουν.
Όπως για την ελληνική οικονομία, έτσι και για τις επιχειρήσεις, η επιβίωση τους θα εξαρτηθεί, επίσης, από τον βαθμό και το χρόνο εκδήλωσης της αδρανούς αποταμίευσης των νοικοκυριών-καταναλωτών σε ζήτηση. Οι επιχειρήσεις θα πρέπει να λάβουν σοβαρά υπόψη ότι, όταν ξεπεραστεί ο κίνδυνος του κορωνοϊού, η συμπιεσμένη και αποταμιευμένη ζήτηση δεν θα εκδηλωθεί άμεσα σε μεγάλο βαθμό, ενώ θα κατευθυνθεί κυρίως σε «διαρκή» αγαθά.
Συνεπώς, οι επιχειρήσεις που ασχολούνται με «καταναλωτά» αγαθά, είναι αυτές που θα αντιμετωπίσουν μεγαλύτερο πρόβλημα. Επί παραδείγματι, τα «χαμένα γεύματα» σε εστιατόρια και ταβέρνες, καθώς και οι καφέδες σε καφετέριες, δεν θα μπορέσουν να αναπληρωθούν, γιατί αυτές οι υπηρεσίες απαιτούν τη φυσική παρουσία των καταναλωτών. Αναπόφευκτα, λοιπόν, με το πέρας της κρίσης αυτής, κάποια εστιατόρια και καφετέριες δεν θα ξανανοίξουν, όχι γιατί οι καταναλωτές δεν θα μπορούν να καταναλώνουν, απεναντίας, θα έχουν μεγαλύτερη δυνατότητα, αλλά δεν θα μπορέσουν να καταναλώσουν την όλη ποσότητα που τμηματικά θα κατανάλωναν το διάστημα αυτό, και γιατί οι διαστάσεις του στομαχιού του ανθρώπου είναι περιορισμένες, αλλά και γιατί θα επέλθει άμεσος κορεσμός.

Το εάν ένας κλάδος ή μια μεμονωμένη επιχείρηση θα μπορέσει να αναπληρώσει τη ζημιά, την οποία σωρευτικά έχει υποστεί, εξαρτάται από το εάν και σε ποιο βαθμό, με την έναρξη της δραστηριότητάς της, οι πελάτες ζητήσουν, με τη συσσωρευθείσα αγοραστική τους δύναμη, όλο ή μέρος των προϊόντων ή των υπηρεσιών που στερήθηκαν, κατά το διάστημα που διαρκούσε ο κορωνοϊός, όταν η επιχείρηση βρισκόταν σε λειτουργική αδράνεια.
Η επιβίωση των επιχειρήσεων που πλήττονται θα εξαρτηθεί, επίσης, από το εάν και σε ποιο βαθμό θα στηριχθούν μέσω χρηματοδότησης από το τραπεζικό σύστημα, με την παροχή δανείων, δεδομένης της χορήγησης των 2 δισ. Ευρώ από το ελληνικό δημόσιο στις εμπορικές τράπεζες και της κρατικής εγγύησης των δανείων αυτών κατά 80%.
Τέλος, η επιβίωση της κάθε επιχείρησης θα εξαρτηθεί, στον μέγιστο βαθμό, από τις αποφάσεις και τις στρατηγικές ενέργειες της ίδιας της επιχείρησης, και κατά τη φάση αυτή, αλλά και αμέσως μετά το τέλος της κρίσης• «Συν Αθηνά και χείρα κίνει». Δεν μπορούν οι επιχειρήσεις να μείνουν κρατικοδίαιτες για μεγάλο χρονικό διάστημα. Στη φάση αυτή, όσο διαρκεί η πανδημία, το κράτος έχει τα ηνία για τη διάσωση, τόσο της οικονομίας στο σύνολό της, όσο και κάθε επιχείρησης χωριστά, τοποθετώντας, θα λέγαμε χαρακτηριστικά, έναν αναπνευστήρα σε κάθε επιχείρηση που ανέστειλε τη λειτουργία της. Με τη λήξη, όμως, της απειλής του κορωνοϊού, όταν θα αφαιρεθεί ο αναπνευστήρας και θα παραδοθούν και πάλι τα ηνία των επιχειρήσεων στους επιχειρηματίες, τότε ο κάθε επιχειρηματίας θα πρέπει να αναλάβει τη συνέχιση της λειτουργίας της επιχείρησής του, για την επιβίωση της.
Κάθε επιχειρηματίας, από τώρα, στη φάση αυτή, θα πρέπει να διαθέτει την απαραίτητη πληροφόρηση και κυρίως τη γνώση χρήσης των μέσων και των τρόπων διάσωσης της επιχείρησής του. Οι ευκαιρίες σε κάθε κρίση πάντα υπάρχουν, η γνώση, δυστυχώς, λείπει.

Κάθε επιχειρηματίας θα πρέπει να λάβει υπόψη του ότι η απότομη και αναπάντεχη αυτή κρίση, ως αποτέλεσμα της πανδημίας του κορωνοϊού, θα αλλάξει, δυστυχώς, τον χάρτη της επιχειρηματικότητας, σε κάθε κλάδο της οικονομίας. Τα stress tests δεν θα δείξουν τα ίδια αποτελέσματα για όλες τις επιχειρήσεις. Αυτό σημαίνει ότι ο ανταγωνισμός που θα ακολουθήσει θα είναι πολύπλευρος και πολύ πιο έντονος. Μετά από κάθε κρίση, ο καθένας μας γίνεται πιο έξυπνος, πιο δυνατός, πιο σοφός.
Κάθε επιχειρηματίας θα πρέπει να επενδύσει στον εαυτό του, γιατί έτσι αυξάνει την προσωπική του αξία. Αυτός είναι ο πλούτος του. Και αν ακόμη χαθεί κάποιο μέρος του υλικού του πλούτου, λόγω της κρίσης, η γνώση, η εμπειρία και οι δεξιότητές του θα του ξαναδώσουν την απαραίτητη δύναμη για την επανάκτηση.
Στην παρούσα φάση, οι ειδικοί της δημόσιας Υγείας είναι κατά πολύ χρησιμότεροι των οικονομολόγων, αφού επωμίζονται την ευθύνη για τη σωτηρία ανθρώπινων ζωών. Οι ειδικοί οικονομολόγοι, όμως, θα πρέπει να βρίσκονται σε συνεχή επαγρύπνηση, αφού, όταν προδιαγραφεί, μετά βεβαιότητος, το τέλος της πανδημίας, θα κληθούν να πάρουν τη σκυτάλη, για την αναστήλωση και διάσωση των επιχειρήσεων που θα έχουν πληγεί.

* Ο κ. Δημήτριος Βουδούρης είναι οικονομολόγος – πανεπιστημιακός
Είναι εξειδικευμένος στα μικρο-μακροοικονομικά, ευρωπαϊκά & διεθνή οικονομικά.

Προηγούμενο ΆρθροΕπόμενο Άρθρο
Μοιραστείτε το