Θ Plus

Kήρινθος: Η έφαλος πόλη της Εύβοιας

Του Κυριάκου Παπαγεωργίου

«Οι δ’ Εύβοιαν έχον… Κήρινθον τ’ έφαλον/Δίου τ’ αιπύ πτολίεθρον» (Β, 536-538) *

Το οδοιπορικό που ακολουθεί αποτελεί μια από τις ωραιότερες αποδράσεις στον ελλαδικό χώρο. Δεν σχετίζεται κατ’ ανάγκην με τις αρχαιότητες που θα δούμε, αν και πώς τις βρούμε, ούτε πώς μπορεί ο νεοέλληνας να αυτοπαγιδευτεί εξαιτίας της ελλιπούς σήμανσης πινακίδων ή εσφαλμένων ενδείξεων…
Και βέβαια όταν μιλάμε για τη βόρεια Εύβοια και ειδικότερα γι’ αυτό το κομμάτι που θα περιηγηθούμε, εννοούμε ένα αυθεντικό κι απείραχτο φυσικό τοπίο που το ποικίλλουν οι εκπληκτικές ποικιλίες της ευβοϊκής ακτογραμμής, η εντυπωσιακή ακρόπολη που δεσπόζει στον λόφο πάνω από τις εκβολές των ποταμών Κηρέα και Νηλέα, αλλά κυρίως η υγρολίβαδη κοιλάδα που την οργώνουν τα δυο πιο πάνω ιστορικά ποτάμια της κεντρικής Εύβοιας. Μην ξεχνάμε βέβαια και το πανέμορφο δελταϊκό τόξο που σχηματίζεται στην έξοδο των δυο πάνω ποταμών, ακριβώς κάτω από την οχύρωση της αρχαίας πόλης.
Θα σταθούμε περισσότερο στο φυσικό περιβάλλον που μας γοητεύει κάθε φορά που θα πατήσουμε το πόδι μας στην Εύβοια.
*
Στόχος μας είναι η ακρόπολη της αρχαίας Κηρίνθου, αλλά ψάχνοντας γι’ αυτή θ’ ανακαλύψουμε έναν πανέμορφο υδροκρίτη, την κοιλάδα του Νηλέα που όλοι την περνάνε αβλεπί…
Αλλά πριν φτάσουμε ώς εκεί, θα περάσουμε από μιαν εύχαρη δοκιμασία την οποία απολαμβάνουμε κάθε που θα διασχίζουμε τον κορμό της βόρειας Εύβοιας. Η δοκιμασία έχει την έννοια του μυστηριακού και απρόβλεπτου. Κι αυτά είναι τα δυο κύρια χαρακτηριστικά όλης της περιοχής.
Αλλά εδώ στο θέμα των δυο εύφορων κοιλάδων που σχηματίζονται δυτικά και ανατολικά του οδικού άξονα Χαλκίδας – Ιστιαίας, διαπιστώνει κανείς ότι οι ντόπιοι διχάζονται για να μην πω τα έχουν επιεικώς μπερδεμένα. Άλλοι τη θεωρούν ενιαία και την αποκαλούν κοιλάδα του Κηρέα, άλλοι του Μαντουδίου και άλλοι του Νηλέα. Είναι και κάποιοι αρχαιόπληκτοι που τη λένε κοιλάδα του Βούδωρου.
Αλλά ας δούμε πρώτα απ’ όλα πώς θα φτάσουμε ώς εκεί και τι μας έλαχε μια θαυμάσια και ολοφώτεινη μέρα του φετινού Φλεβάρη.
*

Η μορφολογία της ακρόπολης με τη θάλασσα του Αιγαίου

Mε το που πατάς το πόδι σου στον Αγιόκαμπο, αρχίζουν να ξεδιπλώνονται οι εικόνες μιας Εύβοιας που αλλάζει τον ψυχισμό σου, καθώς το «νησί» φλερτάρει τις αισθήσεις σου με χίλιους τρόπους.
Μεθάς σχεδόν από τις μυρωδιές του ρετσινιού, της ρίγανης και του θυμαριού, ενώ διασχίζεις πυκνά δάση από πεύκα κι απέραντους ελαιώνες που γλείφουνε τη θάλασσα.
Δεν ξέρω γιατί εδώ στη βόρεια Εύβοια το σμίξιμο του βουνού και της θάλασσας με κάνει να ερωτεύομαι πιο πολύ αυτή τη χώρα. Δασωμένες πλαγιές, απάνεμα ψαρολίμανα, κρυστάλλινα νερά, ειδυλλιακά νησόπουλα, καταρράκτες και ποτάμια, πολλά ποτάμια, όλα με πλούσια νερά, φιλοτεχνούν έναν πίνακα ιμπρεσσιονιστικού μεγαλείου και μου προσθέτουν υψηλές πηγές ευεξίας. Οι άφθονες ιαματικές πηγές με προσκαλούν να βουτήξω στις μικρές τους βάθρες, να ξαναβαφτιστώ στην παλιά ζωή και να συνεχίσω ανανεωμένος το ταξίδι μου στα άγνωστα νερά της ευτοπίας της.
Από τον Αγιόκαμπο μέχρι την Κήρινθο θα χρειαστώ 56,5 χιλιόμετρα. Θα κάνω δυο στάσεις, μια για τον καταρράχτη έξω από την Αιδηψό και μια στην πέτρινη τοξωτή γέφυρα της Σκεπαστής. Θα φτάσω ύστερα από 57,8 χιλιόμετρα στην Κρύα Βρύση.
Εδώ σταματάω. Βρισκόμαστε στην αρχή της κοιλάδας του Νηλέα. Το βουερό ποτάμι περνάει κάτω από τη γέφυρα.
Μα πού να κάμω; Ευθεία ο δρόμος συνεχίζει για Μαντούδι, Χαλκίδα, δεξιά εισχωρεί στην κοιλάδα του Νηλέα περνώντας από τα χωριουδάκια Μετόχι, Σπαθάρι και Τρούπι, για να καταλήξει ύστερα από έναν γραφικότατο γύρο, στο Προκόπι. Αριστερά ένας γραφικός στενός ασφαλτόδρομος οδηγεί, λέει, σε τρία χιλιόμετρα στην παραλία της Κρύας Βρύσης και στην αρχαία Κήρινθο.
Έτσι λέει, αλλά δεν είναι έτσι.
Αφού πάρω αυτόν τον τελευταίο δρομάκο φτάνω ύστερα από τρισήμιση χιλιόμετρα σ’ έναν βαλτότοπο, με μια θεριά πινακίδα που σηματοδοτεί την Αρχαία Κήρινθο.
Ρίχνομαι στο κυνήγι της αρχαίας αυτής πόλης. Όμως αντί για αρχαία πόλη πέφτω σε μια αμμώδη παραλία, με αρμυρήθρες απέναντι από το ρεύμα ενός μανιακού Αιγαίου, που κινητοποιείται από έναν δαιμόνιο γρεγολεβάντε.
Ξερνούσε τεράστιες φουσκάλες πλασάροντας στην εκτεταμένη αμμουδερή λεκάνη αλλεπάλληλους βόγγους και κυματισμούς.
Αλλά τα παράξενα ήταν άλλα πράγματα που συνέβαιναν, εδώ στην άκρη του άγνωστου Ευβοϊκού κόσμου. Πρώτα η μανιασμένη απορροή ενός θαλασσομάχου ποταμού που ερχόταν από τα βάθη της κοιλάδας, για να ανταμώσει τον μεγάλο αδερφό. Μα ποιο ποτάμι ήταν αυτό και τι δύναμη καταρροής διέθετε;
Φυσικά απέκοπτε οποιαδήποτε πιθανότητα προσπέλασης στην απέναντι στεριά, η οποία έτσι κι αλλιώς δεν επικοινωνούσε με την αμμουδιά της Κρύας Βρύσης. Ο δρόμος σταματούσε λίγο πριν τη θάλασσα, ενώ από την άλλη όχθη φαινόταν ολοκάθαρα πως υπήρχε σημαντική οχύρωση αρχαίας πόλης.
Κοιτούσα τον λόφο που ανυψωνόταν πάνω από το τείχος και δεν μπορούσα να εννοήσω με ποιο τρόπο θα μπορούσε να προσεγγιστεί, μια και η πινακίδα έδειχνε την αρχαία Κήρινθο από την εδώθε όχθη του ποταμού.
Μα ποιο ποτάμι ήταν αυτό. Άνοιξα τον χάρτη της ΑΝΑΒΑΣΗΣ. Στο σημείο που βρισκόμουνα μια λεπτή γαλάζια διακεκομμένη γραμμή (ρέμα ή ποτάμι) ήταν στιγματισμένη με τη λέξη Βούδωρος. Από την άλλη μεριά του ποταμού ανέγραφε Καστρί και προφανώς εννοούσε την αρχαία Κήρινθο. Μα πώς οι αρχαιολογικές υπηρεσίες έκαμαν τέτοιο χοντρό λάθος;
Ηρεμώντας προσωρινά και ψάχνοντας να βρω τη λύση του αδιεξόδου ρίχτηκα στην απόγευση του εκπληκτικά φωτογραφικού τοπίου, το οποίο σημειωτέον εμπλουτιζόταν από τους τεράστιους πλατανόκορμους που είχαν συρθεί – μετά την προπέρσινη πλημμύρα της κοιλάδας του Νηλέα – ώς το χείλος της θάλασσας και τώρα σκεπάζονταν από τα ξεβρασμένα θηριώδη κύματα.
Οι εικόνες θύμιζαν το τέλος του ωκεάνιου κόσμου, αφού ο μανιασμένος αέρας δεν άφηνε τίποτα όρθιο και κουμαντάριζε έτσι τη θάλασσα που να ξερνάει μαύρη χολή και πηχτή ανακατωμένη ίλη από τον βυθό της.
Αποφάσισα να γυρίσω πίσω ψάχνοντας άλλον δρόμο που θα με έφερνε κοντά στον λόφο της αρχαίας Κηρίνθου.
*

Οι εκβολές του Κηρέα και του Νηλέα

Πήρα τον δρόμο της Χαλκίδας, αλλά σε λιγότερο από ενάμιση χιλιόμετρο βρέθηκα μπροστά σε μια ταμπέλα που έγραφε «Προς Σκόπελο, Αλόννησο»…
Έστριψα και σε διακόσια μέτρα κώλωσα. Μπροστά μου ο δρόμος ήταν κομμένος από τη βίαιη υπερχείλιση του ποταμού Κηρέα που κατασκέπαζε το οδόστρωμα και δεν επέτρεπε να περάσει ούτε κουνούπι. Προβληματίστηκα. Περίμενα να δω αν θα περάσει κάποιος. Ύστερα από πέντε λεπτά αναμονή καταφθάνει ένα δίκυκλο, φορτωμένο με κασάκια κι επιχειρεί …διέλευση.
Περνάει, παλατζάροντας. Αμέσως επιχειρώ κι εγώ το ίδιο, καθώς ντράπηκα επειδή διαθέτω τετρακινητήριο. Από δω και κάτω ανοίγει τη βεντάλια του ένας ονειρεμένος τόπος, με πλατανόδασα, ποτάμια και ωραία λιβάδια, για δυο χιλιόμετρα. Τελειώνοντας η άσφαλτος συνεχίζει χωματόδρομος, ο οποίος όμως διασχίζει λιμνασμένα νερά, λάσπες και ανεξιχνίαστες λακκούβες.
Δεν κιότεψα. Συνέχισα οδηγώντας πάνω από τα λιμνασμένα και τις γούβες, μέχρι που βγήκα δίπλα από τον λόφο που πρέπει να ήταν η αρχαία πόλη της Κηρίνθου.
Ήταν αυθαίρετος ο υπολογισμός μου;
Όχι! Δεν έκαμα λάθος. Κατέβηκα από το αμάξι και κίνησα προς την κοίτη του ανεξιχνίαστου ποταμού.
Εκεί αποκαλύφθηκαν όλα. Το ποτάμι που δεν ήταν ένα, αλλά δυο, ενδεχομένως και τρία, τα οποία ενώνονταν λίγο παραπάνω, κάπου μέσα στη ζούγκλα της αφρισμένης κοιλάδας.
Ήταν τα ποτάμια του Κηρέα, του Νηλέα και του Βούδωρου που με ενωμένες τις δυνάμεις τους πολλαπλασίαζαν το εκρηκτικό τους μίγμα για να εκβραστούν δίπλα από τη βραχώδη ακτή της αρχαίας πόλης.
Πήρα τον ανήφορο για την ακρόπολη της αρχαίας Κηρίνθου. Σε δυο σειρές οχύρωσης αποκαλύφθηκαν τοιχία, το χαμηλότερο με κυκλώπειες πέτρες, ενώ το ψηλότερο τοιχίο ήταν φανερό πως αποτελούσε βοηθητικό τείχισμα, αμυντικής στοργής.
*


Η αρχαία πελασγική Κήρινθος αναφέρεται στην Ιλιάδα. Βρίσκεται πέντε περίπου χιλιόμετρα βόρεια του Μαντουδίου και ήταν μια από τις επτά μεγαλύτερες πόλεις της Εύβοιας. Η ιστορία της ξεκινάει από το 1600 π.Χ. και ακμάζει για περίπου έξι αιώνες. Κατά την παράδοση την ίδρυσαν οι Θεσσαλοί από την Ιστιαιώτιδα (περιοχή των Τρικάλων), οι οποίοι είχαν εκδιωχθεί από την πατρίδα τους και κατέφυγαν στην Εύβοια.
Από τις ανασκαφές που έγιναν εντοπίστηκε και η ακρόπολη στη θέση Καστρί, ένα τείχος της κλασικής περιόδου με τετράγωνους πύργους, αλλά και ένα τείχισμα παλιότερης εποχής. Μέσα στον οχυρωματικό περίβολο βρέθηκαν σπίτια κλασικά κι ένας τάφος.
Καθώς περπατώ κατά μήκος του επίκρημνου μονοπατιού, σύρριζα πάνω στην κόψη της ορθοπλαγιάς που πέφτει κάθετη στη θάλασσα, συναντώ τα ίχνη ενός βωμού, αλλά και αρκετών οικοδομικών τετραγώνων.
Εκείνο όμως που πραγματικά κόβει την ανάσα είναι το φυσικό τοιχίο της ορθοπλαγιάς και η επιθαλάσσια μορφολογία της βραχώδους τομής του λόφου. Μια ασυνήθιστη εικόνα από το ευβοϊκό μικροσύμπαν, όπου αποκαλύπτονται πολλαπλασιαστικές οι προσλαμβάνουσες των ονειρικών προβολών.
Όλη η ανατολική πλευρά του λόφου, κομμένη με μαχαίρι, τραβάει τα καταρρακτώδη (και αναρχικά) βλέμματα που τριχάζονται, μια προς τον γκρεμό και τις θαλασσοσπηλιές, μια προς την απέραντη ρουφήχτρα του Αιγαίου και μια προς τα δαρμένα ορθόβραχα που αποτελούν τη φυσική οχύρωση της αρχαίας πόλης.
Θα κυκλώσω τον λόφο αποκομίζοντας κι αποθηκεύοντας ένα μαζικό επίστρωμα εικόνων από ένα πλήθος κατάφωτων στιγμών που μυθοποιούν το μικροσύμπαν αυτό της Κηρίνθου διαστέλλοντας την όραση, έτσι ώστε το βλέμμα να παθαίνει ασφυξία και να μην ξέρεις πού τελειώνει η έκσταση κι από πού αρχίζει η φιλέρευνη αποκαλυπτική δοκιμασία…
Κήρινθος λοιπόν «έφαλος» (επιθαλάσσια), χτισμένη σε μοναδικό αν όχι κορυφαίο περιβάλλον…

(*) Σ’ αυτούς που είχαν την Εύβοια… και την παραθαλάσσια Κήρινθο, την αψηλή πολιτεία του Δίου…

Προηγούμενο ΆρθροΕπόμενο Άρθρο
Μοιραστείτε το