Θ Plus

Kική Δημουλά (1931-2020) – «Αχθοφόρος Μελαγχολίας»

Του Κυριάκου Παπαγεωργίου

Έφυγε το περασμένο Σάβατο η ποιήτρια της μελαγχολίας, της φθοράς και του ελεγειακού θρήνου. Της μεταμοντέρνας, αν θέλετε, ποίησης του πένθους.
H ποιήτρια της μοναξιάς, της «απερήμωσης» και της ελεγείας μάς άφησε χρόνους (και χώρους ανοιχτούς, για πολλές «ένοχες σκέψεις», όπως έλεγε η ίδια). Απαισιόδοξη, λοιπόν, θρηνητική και μελαγχολική.
Μελαγχολικός ο άνεμος της ζωής της. Κι ο χωροχρόνος της φθοράς ποιητικός μεν, αλλά μελαγχολικός κι αυτός.
Aπό τη γραφή της αντλούμε μικρό δείγμα της μελαγχολίας: «ζει μόνο μια μέρα η μέρα», «γιατί δεν έρχεται στο τέλος η νεότης;», έως και το «Θάλασσα, βουνά και ουρανός / μια πηχτή ανόητη ενότης».
Every poem an epitaph έγραφε ο Έλιοτ. Λες κι ήταν γραμμένο για την Κική.
Θρήνος, ελεγεία, μοιρολόι: Tρία στάσιμα στην ποιητική γραφή της Δημουλά.
Αλλά και ερημιά, μοναξιά, απουσία κι εγκατάλειψη. Λέξεις κι έννοιες που τριγυρίζουν παντού στο έργο της.
«Αυτές τις πολυόροφες ανθρώπινες σχέσεις / ποιος θα τις κατοικήσει;»
*
Μες στην ποίησή της κυκλοφορεί αενάως η παρουσία μιας διαρκούς απουσίας. Η Δημουλά δεν έκανε τίποτ’ άλλο παρά να αποκομίζει αισθητικό κέρδος από την απώλεια. Την κάθε απώλεια, μα πιο πολύ από την αναπάντεχη απώλεια του συντρόφου της, του Άθω Δημουλά. Με τον οποίο έζησε μαζί 30 συναπτά χρόνια. Χρόνια γεμάτα ποίηση και ταξίδια.
Αμέσως μετά την απώλειά του, η άσημη υπάλληλος της Τράπεζας άλλαξε ρούχα και ντύθηκε με την τήβεννο της μελαγχολικής δημιουργού, γεμίζοντας το σακούλι της με αισθητικές, αλλά και μεταφυσικές εμπειρίες έχοντας ενστερνισθεί το «άκτιστο Φως της θείας Χάριτος».

«Η αμφισημία, ο ελλειπτικός λόγος και η ανατροπή των καθιερωμένων είναι τα θρεπτικά συστατικά του ποιητικού της λόγου», γράφει στο έξοχο δοκίμιό της η Δέποινα Παπαστάθη.
Ο θάνατος για τη Δημουλά γίνεται «ζωαρχικός» και η Ψυχή αποκτάει άυλη οντότητα.
Είναι όντως ελεγειακή ποιήτρια ή έτσι τη βάφτισαν, χάριν ευκολίας, οι παντοιότροποι κριτικοί.
Η Κική Δημουλά θεωρεί την ποίηση πράξη αυτοσυνείδησης, αποδομώντας με αυτή τη θέαση του θανάτου ως τρόπο αποθέωσης του νεκρού, μ’ έναν λεπτό επίτονο ειρωνείας.
Συνειδητοποίηση, μ’ άλλα λόγια, του εφήμερου, του μάταιου, της φθοράς, του ανεξήγητου μα και του καταραμένου χρόνου…
«ο χρόνος εξαντλείται», «βαριά η επίπλωση του χρόνου», «αδηφάγο είναι το αύριο», «Περπατώ και νυχτώνει», «η αυλαία δεν θ’ αργήσει να πέσει»…
Πάνω στο θέμα του χρόνου, της φθοράς και του θανάτου ο Νίκος Δήμου (σημειώσεις σε ποιήματα της Κικής Δημουλά) αφιερώνει ένα πολύ εύστοχο κείμενο με τίτλο «Στην τετράγωνη νύχτα της φωτογραφίας».
Παρόλα αυτά η Δημουλά προσπαθεί να δώσει έναν τόνο αισοδοξίας, «Είμαι στο χείλος της θέας»… Kι αμέσως παρακάτω παραδίνεται στον γλυκότερο απόηχο της «εκγύμνασης των λέξεων» και μας χαρίζει έναν από τους στιβαρότερους νεοελληνικούς στίχους: «Δρέπω την εύφορη γοργότητα τριγύρω»…
Δεν θυμάμαι πιο μεστό, αλλά και πιο χαρακτηριστικό στίχο για τον χρόνο που χάνεται…
*
Αλλά και οι τόποι παίζουν τον ρόλο τους στην ποίηση της Δημουλά. Οι τόποι αποτελούν σημεία αναφοράς που φανερώνουν αν μη τι άλλο, αγωνία μα και αίσθηση ματαιότητας και υπαρξιακού προβληματισμού. Οι κάμαρες, οι χώροι της ζωής της, το νεκροταφείο κι ο αρχαιολογικοί χώροι είναι τα τοπία των επισκέψεων που πραγματοποιεί η ποίησή της.
Η Δημουλά συνομιλεί και με τα πιο απλά πράγματα της καθημερινής χρήσης. «Εστιάζει στην καθημερινότητα και αποκαθιστά την ποιητική αξία των αμελητέων πραγμάτων», γράφει ο Δημήτρης Δασκαλόπουλος. Μα το σπουδαίο στην ποίηση της Δημουλά είναι αυτό: Το ότι καταφέρνει να απλοποιεί τα ποιητικά γεγονότα και να μιλάει γι’ αυτά καθόσον αφορά στην ψυχή τους. Ακόμη κι έτσι (συνομιλώντας με τα άψυχα) η ποιήτρια δεν μπορεί να αποφύγει τη θλίψη που τη διακατέχει, τη μνήμη του χαμένου συντρόφου και τον ελεγειακό τόνο στη φωνή της. «Έγινες τώρα εσύ ενθύμιο του ενθυμίου» (Yπεράνω πραγματικότητας).
Σε ποια κατηγορία θα κατατάξουμε την ποίηση της Κικής Δημουλά;
Οι ποιητές μας, γράφει ο Κώστας Παπαγεωργίου, εν γένει χωρίζονται σε τρεις κατηγορίες: Στους ιδεολογικούς ποιητές (Λεοντάρης, Λυκιαρδόπουλος, Μάρκογλου, Νεγρεπόντης) και στους ερωτικούς ή όπως τους αποκάλεσε η κριτική, «επώδυνα σωματικούς», όπως είναι η Δημουλά, ο Χριστιανόπουλος, ο Ασλάνογλου, ο Μέσκος, κι ο Ελευθερίου.
Στη δεύτερη από τις κατηγορίες έχουμε τη γενιά των αποήχων, δηλαδή τη δεύτερη μεταπολεμική γενιά ποιητών και τη γενιά των κληρονόμων των ποιητών της ήττας.
Από μια τρίτη σκοπιά οι ποιητές μας διακρίνονται σε ποιητές που βιώνουν το παρόν ως εξορία, σε ποιητές που βλέπουν το παρελθόν από απόσταση, σε ποιητές που βιώνουν έντονα την υπαρξιακή αγωνία και σε ποιητές που πραγματεύονται μόνο τον έρωτα και τη μοναξιά.
Σε αυτή την κατηγορία ανήκει η Κική Δημουλά.
Η ποίησή της είναι καθαρά ελεγειακή, είναι ποίηση της λυρικής εκμυστήρευσης.
Όπως είναι γνωστό η μεταπολεμική γενιά των ποιητών επηρεάστηκε από το τέλος του ουμανισμού και από την ήττα της ανθρωπότητας λόγω του φασιστικού ολέθρου…
*
Σύντομα αναπτύσσεται ένα αντιηρωικό κλίμα, το γνώριμο κλίμα της εποχής μας. Οι ποιητές στρέφονται σε εσωτερικά θέματα: Τη μοναξιά, τον θάνατο, την αλλοτρίωση, τον έρωτα, τον χρόνο, την ατομική ευθύνη.
Μέσα στην ποίηση της Δημουλά αναπτύσσονται, με διαφορετικές προσεγγίσεις, τρεις έννοιες – κλειδιά: Ο θάνατος, η ζωή και o χρόνος.
*
Τι θα μπορούσε να χαρακτηρίσει την ποίηση της Δημουλά: Απαντάμε ευθαρσώς: Το γλωσσικό της όργανο, ο ποιητικός τρόπος που χρησιμοποιεί και τα θεματικά μοτίβα της.
Η ποίηση της Δημουλά (κατά τον Άρη Δικταίο) αποτελεί «αποφυγή του τετριμμένου, αποφυγή του εύκολου και μελοδραματικού λόγου και έκφραση φευγαλέων ψυχικών στιγμών».
Η ποιήτρια κάνει τολμηρή χρήση της γλώσσας, έχει, εφευρίσκει ή διατηρεί, ευρηματικότητα στις εικόνες και κάνει συχνή χρήση αφηρημένων εννοιών.
Αγαπημένοι τόποι της Δημουλά αποτελούν η μνήμη, το όνειρο, ο μονόλογος, η μοναξιά, η νοσταλγία, ο ρεμβασμός και το πένθος. Ειδικά ως προς το τελευταίο χρησιμοποιεί την ελεγειακή τονικότητα για να εμβαπτισθεί στην ποίηση του πένθους.
Η Δημουλά βασανίζεται από το πρόβλημα του υπάρχειν. Από το γεγονός ότι «υπάρχει». Στο έργο της ο θάνατος αποκτά μια παράξενη «υλική ποιότητα ύπαρξης». Είναι και ο καθημερινός θάνατος των μικρών πραγμάτων, όπως λέει και η πρόσφατα χαμένη ποιήτρια Κατερίνα Αγγελάκη – Ρουκ.
*
Στην ποίησή της θα βρούμε έναν απροσδόκητο συνδυασμό λέξεων, πολλά σχήματα ανακόλουθου, υπερβατά, χρήσεις επιθέτων στη θέση των ουσιαστικών, οξύμωρα, νεολογισμούς, αλλά και αιφνιδιαστικά ζεύγη των λέξεων.
Τα στοιχεία της χρήσης του ποιητικού της λόγου είναι η γραφειοκρατική καθαρεύουσα, η σύγκρουση του ρεαλιστικού με το συναισθηματικό στοιχείο, η ανακοπή ή ματαίωση του αναμενόμενου και η αιφνιδιαστική εισβολή του ονειρικού και του παράλογου.
Στην ποίησή της η μετωνυμία αποτελεί το κύριο εκφραστικό όργανο. Λέξεις, νοήματα και συναισθήματα αρθρώνονται δύσκολα.
Η ειρωνία επίσης, η «δύναμη για παιχνίδι, πτήση στους αιθέρες, ακροβασία πάνω στα νοήματα», όπως παρατηρεί ο (Jankelevitchs) ειδικά για το «Xαίρε ποτέ». Χρησιμοποιεί τέλος την παράφραση γνωστών λαϊκών φράσεων.
Το αδιέξοδο εντέλει στην ποίηση της Δημουλά έχει τη ρίζα του στη συνειδητοποίηση του εφήμερου της ύπαρξης.
Κι αυτό είναι το κύριο χαρακτηριστικό, κατά την άποψή μου, της ποιητικής της δημιουργίας.
Όλη η ποίηση της Δημουλά είναι ένα ειρωνικό σχόλιο πάνω στο εφήμερο του ανθρώπου. Κι ο στίχος της «μελαγχολικός της ζωής άνεμος είμαι» τα λέει όλα…
*
Κική, δεν θα θρηνήσουμε για τον χαμό σου… Γιατί «συμφώνησες να μείνεις με τους ζώντες», γιατί «η φυλλοβόλος μνήμη, η μακροζωία των ονείρων, κι η εργατικότης των ελπίδων» σου θα ζούνε, «μπορείς να ζεις», αν κι έφυγες, «εκ παραλλήλου», όπως κι εσύ απαιτούσες από τον αγαπημένο, πλην νεκρό, σύντροφό σου.
Τι του ζητούσες; «Aν ήθελες θα μπορούσες εκ παραλλήλου και να ζεις»… Θα ζεις λοιπόν ανάμεσα στους ζωντανούς κι όχι στους νεκρούς που πάσχιζες με την ποίησή σου, όχι να αναστήσεις, αλλά να ζούνε μέσα από τη θλιμμένη και μελαγχολική σου μνήμη. Έστω κι αν τη χαρακτηρίζεις «φυλλοβόλο μνήμη»….
Θα προσκυνήσουμε το σεπτό σου σκήνωμα μαζί με την πολύ ιδιότυπη γραφή σου… και θα σε μνημονεύουμε σαν μια κορυφαία ελεγειακή ποιήτρια του αιώνα μας. Και όχι μονάχα…
Κική όχι, «μην είσαι λυπημένη», εκεί που πας και δε θα μας «λείπει η απουσία σου»…

Καλό παράδεισο, Κική…
ΥΓ Το κείμενο αυτό γράφτηκε μόλις λίγες ώρες μετά τη φυγή της μεγάλης ποιήτριας, το περασμένο Σάββατο.

Προηγούμενο ΆρθροΕπόμενο Άρθρο
Μοιραστείτε το