Τοπικά

Κατάδυση στη ζωή ενός θρύλου των θαλασσών – Το ντοκιμαντέρ «Dolphin man» ξετυλίγει τη ζωή του Ζακ Μαγιόλ

Σχεδόν τρεις εβδομάδες πριν από την προβολή στον Βόλο του ντοκιμαντέρ «Dolphin man» που σκηνοθέτησε ο Λευτέρης Χαρίτος, ο τελευταίος μίλησε για την τελευταία ταινία του, η οποία αναφέρεται στον Ζακ Μαγιόλ. Ο 48χρονος σκηνοθέτης ξετύλιξε τη ζωή του Γάλλου δύτη και πρωτοπόρου στην ελεύθερη κατάδυση και παρουσίασε στο σελιλόιντ το πορτρέτο ενός θρύλου, συνοδεύοντάς το με εικόνες καθηλωτικής ομορφιάς. Ο Χαρίτος με τον φακό του επιχείρησε ένα μοναδικό ταξίδι στον κόσμο του Μαγιόλ. Τα γυρίσματα κράτησαν κοντά στα τρία χρόνια, με τον Έλληνα σκηνοθέτη να γυρίζει σχεδόν όλο τον πλανήτη, για να συνθέσει τον καμβά που κινήθηκε το πρώτο φιλμ μεγάλου μήκους που σκηνοθέτησε.

Η φεστιβαλική πορεία του «Dolphin man» μαρτυρά την επιτυχία του ντοκιμαντέρ, που αποκαλύπτει άγνωστες πτυχές από την πολυτάραχη ζωή που έζησε ο άνθρωπος-δελφίνι, όπως χαρακτηριστικά αποκαλούταν ο Μαγιόλ. Ο Λευτέρης Χαρίτος μίλησε για την ταινία, η οποία θα προβληθεί στο φεστιβάλ ντοκιμαντέρ CineDoc Βόλου το Σάββατο 3 Φεβρουαρίου, λίγο προτού αναχωρήσει για τη Γαλλία. Εκεί μετά το Παρίσι και τη Χάβρη, θα κάνει την 3η κατά σειρά στάση της στο φεστιβάλ της Ναντ, ενώ αξίζει να σημειωθεί ότι κατά τη διάρκεια της χθεσινής συνέντευξης πληροφορήθηκε τη συμμετοχή του «Dolphin Man» και στο φεστιβάλ του Μαϊάμι, η «αυλαία» του οποίου θα ανοίξει στις 16 Μαρτίου.

Δίνοντας τον ρόλο του αφηγητή στον Ζαν Μαρκ Μπαρ, ο οποίος πριν από 30 χρόνια πρωταγωνίστησε στο θρυλικό «Απέραντο Γαλάζιο» του Λυκ Μπεσόν υποδυόμενος τον Ζακ Μαγιόλ, διαμόρφωσε το πλαίσιο που κινήθηκε η ταινία. Περιγράφει βήμα-βήμα τη ζωή του Γάλλου πρωταθλητή της ελεύθερης κατάδυσης, ο οποίος ένιωθε πως ο κόσμος δεν τον χωρούσε και προτιμούσε να ζει και να συναναστρέφεται περισσότερο με τα δελφίνια απ’ ότι με τους ανθρώπους.

Ο σκηνοθέτης του «Dolphin Man» βλέποντας τη δημιουργία του στις κινηματογραφικές αίθουσες, τόνισε: «Το «Dolphin Man» ήταν μία περιπέτεια. Η ιστορία του Μαγιόλ ήταν γενικότερα πολύ μεγάλη για να τη διηγηθείς. Κάλλιστα, θα μπορούσε να γίνει ταινία στο Χόλιγουντ. Είχε πολλά ταξίδια και η δυσκολία ήταν να κρατήσεις την ιδιομορφία του οράματος ενιαία, γιατί όταν ο θεατής βλέπει το φιλμ δεν διακρίνει εάν εσύ έχεις πάει στις πέντε γωνιές του πλανήτη. Έρχεται μιάμιση ώρα να δει μία ταινία. Εδώ ξεκινήσαμε 2015 και το τελευταίο γύρισμα έγινε τέλη του 2016. Αυτό έχει την ιδιομορφία ότι ωριμάζει μέσα σου όλο αυτό. Αν μπορούσα δηλαδή να ξαναπάω στο πρώτο μου γύρισμα, αυτό θα ήταν διαφορετικό. Ετούτο δεν φαίνεται στην ταινία, αλλά εμείς που το κάνουμε, ξέρουμε».

Ο Λευτέρης Χαρίτος θυμήθηκε τις καλύτερες στιγμές του οδοιπορικού που ξεκίνησε πριν από μία τριετία, αλλά και το πώς προσέγγισε κινηματογραφικά έναν άνθρωπο, όπως ο Ζακ Μαγιόλ: «Είχε μία ζωή που σχετικά εύκολα μπορούσες να τη μοιράσεις σε θεματικές. Αποφασίσαμε να την προσεγγίσουμε έτσι. Δεν θα πηγαίναμε να κάνουμε μία ταινία γραμμική. Κρατώντας τα βιογραφικά στοιχεία, αναφερθήκαμε στα θέματα που έθιξε ο Μαγιό. Για παράδειγμα, η οικολογία, η γιόγκα με το ζεν, οι προσωπικές σχέσεις του με τις γυναίκες, ο θάνατός του, η ελεύθερη κατάδυση… Όλα αυτά αποτέλεσαν πυρήνες, για να μπορέσουμε να διηγηθούμε την ιστορία. Ο Ινδός δάσκαλός του πολύ εύκολα «κούμπωσε» στη γιόγκα. Ή ο Ιάπωνας Χιτόσι Ναρίτα, ο πιο κοντινός φίλος του, «κούμπωσε» στο υπαρξιακό και στο θέμα του θανάτου. Και γι’ αυτό αν κερδήθηκε το στοίχημα, κερδήθηκε γιατί έγινε η συγκεκριμένη επιλογή. Δεν είπαμε: «Πάμε να πούμε απλά την ιστορία». Το βασικό ατού είναι να βλέπεις διαφορετικά τα ζητήματα που γεννιούνται μέσα από τη ζωή ενός ανθρώπου».

Η γνωριμία του Λευτέρη Χαρίτου με την κόρη του Ντότι Μαγιόλ, καταγράφηκε επίσης ως ένα από τα πιο «δυνατά» σημεία του «Dolphin Man», με τον ίδιο να εξομολογείται: «Όταν μιλάς με την κόρη ενός ανθρώπου, η οποία έχει κι ένα τεράστιο παράπονο από όλο αυτό, τότε πια είναι θέμα προσωπικής σχέσης. Πώς χειρίζεσαι γενικά έναν άνθρωπο σε επίπεδο συνέντευξης. Κι αυτό είναι ένα κομμάτι σημαντικό, που αρέσει σε μένα, γιατί εκεί βγαίνει το ζουμί. Και ειδικά η κόρη του, όπως φαίνεται και στην ταινία, είναι ένας πολύ ιδιαίτερος άνθρωπος. Είχε πολλά χρόνια να μιλήσει κι αυτό πρόσθεσε μεγάλο βάρος σε όλους μας. Γι’ αυτό και είναι ο σημαντικότερος άνθρωπος στην ταινία. Έπρεπε να τα πει όλα αυτά και να τα βγάλει από μέσα της γιατί το ήθελε κιόλας. Είχε ζήσει δύσκολα χρόνια με τον πατέρα της να λείπει τον περισσότερο καιρό».

Κλείνοντας, ο σκηνοθέτης αναφέρθηκε και στο ζήτημα της αυτοχειρίας του Ζακ Μαγιόλ, ο οποίος τον Δεκέμβριο του 2001 έθεσε τέρμα στη ζωή του στην Ιταλία: «Θα σταθώ το πώς αντιμετωπίζουν την ταινία οι Ιάπωνες. Όταν πήγαμε εκεί σ’ ένα από τα γυρίσματα, είχα μία μορφή… Αποκάλυψης. Όταν ασχολείσαι με την τεκμηρίωση, ποτέ δεν βιάζεσαι να βγάλεις συμπεράσματα. Άλλωστε, δεν είναι και η δουλειά μας. Αυτό το κάνει ο θεατής από μόνος του. Ένα από τα ερωτήματα, λοιπόν, που υπήρχε σ’ όλο το ταξίδι ήταν αυτό: Πώς ένας Δυτικός που έφερε όλη αυτή την ενασχόληση με τη φιλοσοφία της Ανατολής, δεν κατάφερε να μην επηρεαστεί; Ήταν λάθος το ερώτημα, όπως ανακάλυψα στην Ιαπωνία. Αυτό που απαντήθηκε στην ταινία είναι ότι το ίδιο γεγονός, πρέπει το κοιτάζεις από διαφορετική σκοπιά. Μία από τις αγαπημένες μου ατάκες στην ταινία είναι αυτή που λέει ο κολλητός του. Στην Ιαπωνία το να παίρνει κάποιος τη ζωή του, θεωρείται σαν μία πράξη τιμής. Δεν είναι κάτι κατακριτέο. Αντίθετα, εμείς στη Δύση το βλέπουμε ενοχικά. Συνήθως φταίει αυτός που το κάνει. Κι αυτό είναι μεγάλο πρόβλημα. Αν δεις τη ζωή ενός ανθρώπου που αποφασίσει να την τελειώσει έτσι, είναι σαν να λες αναγκαστικά ότι έχει κακό τέλος».

Προηγούμενο ΆρθροΕπόμενο Άρθρο
Μοιραστείτε το