Θ Plus

Κάστρο Μενδενίτσας – Η απορία των αρχαιολόγων

Του Κυριάκου Παπαγεωργίου

«Προς τον έξοχον Άρειον Πάγον
λάβετε το γράμμα της χιλιαρχίας οπού μου εδώσατε, και στείλετε άνθρωπον διά να οικονομήση το στράτευμα. επειδή και εγώ έχω να υπάγω εις το οσπίτι μου. τον άνθρωπον να τον στείλετε ογλίγωρα ότι εγώ το πολύ ημπορώ να σταθώ πέντε ημέρες. υγιαίνετε.
1822 Απριλίου 16 μενδενίτζα
εις τους ορισμούς σας/οδυσεύς ανδρίτζου»

Αυτό το γράμμα της παραίτησής του που υπογράφει ο Οδυσσέας Ανδρούτσος, το στέλνει μέσα από το κάστρο της Μενδενίτσας που ήταν το καταφύγιό του, τον Απρίλη του 1822. Το εντυπωσιακό αυτό κάστρο της Φθιώτιδας διέθετε τη μέγιστη ασφάλεια στους έγκλειστους.

Μόλις είχαμε πραγματοποιήσει το κλείσιμο της λαβίδας που θηλύκωνε το Καλλίδρομο της Φθιώτιδας, το βουνό που έχει μείνει στην ιστορία ως συνώνυμο της έσχατης προδοσίας λόγω του Εφιάλτη.
Η ομάδα μας είχε διασπασθεί κι άλλοι ανέβηκαν στην κορυφή Γκιόζα, ενώ κάποιοι άλλοι στο Σάρωμα. Όταν φτάσανε οι φίλοι συνορειβάτες στη μια κορυφή και πιάναν τα τηλέφωνα πήραν να με ρωτούν, εμένα που ήμουν στην άλλη, ποιο κάστρο ήτανε αυτό που βλέπανε από την κορυφή, σχεδόν κάτω από τα πόδια τους.
Εγώ φυσικά δεν το έβλεπα από το Σάρωμα γιατί ήμουν καλυμμένος από έλατα, αλλά η σκέψη μου πήγε σε ένα μονάχα κάστρο που υπάρχει στην ανατολική πλευρά του Καλλίδρομου, το κάστρο της Μενδενίτσας.


Ήταν πράγματι το περίφημο κάστρο της Μενδενίτσας και τους είπα ότι μπορούμε να το επισκεφτούμε, όταν ξανανταμώσουμε στον πάτο της Παλιοσουβάλας.
Η Παλιοσουβάλα, μια από τις πιο όμορφες φυσικές λίμνες στην Ελλάδα, μας άνοιξε την όρεξη να δούμε και την άλλη, που βρίσκεται στην πλευρά του Ελευθεροχωρίου.
Σαν ανταμώσαμε και ξαναδέσαμε σαν ομάδα, πήραμε να διασχίζουμε εγκάρσια το βουνό, με κατεύθυνση νοτιοδυτική.
Από τη Λίμνη του Καλλίδρομου βρεθήκαμε στο Παλιοχώρι, διασχίζοντας δέκα πετρώδη χιλιόμετρα κι από κει οδηγηθήκαμε στην Αμφίκλεια, από την οποία διαμέσου των χωριών Μόδι και Καλλίδρομο κυκλώσαμε το βουνό προσεγγίζοντας τον Οικισμό της Μενδενίτσας από τα ανατολικά, ένα μεγάλο χωριό που είναι χτισμένο σε δυο λόφους, πάνω από τους οποίους δεσπόζει το επιβλητικό κάστρο της.
Διασχίζοντας μια φυσική κλεισούρα απότομων βουνοπλαγιών, το πέρασμα της Κλεισούρας, σβαρνίσαμε το βλέμμα σε ένα εντυπωσιακό σκηνικό της φθιωτικής Λοκρίδας, με το ωραίο και γραφικό στενό του βόρειου Ευβοϊκού, που το κάλυπτε ωστόσο το όρος Κνημίδα.
Μπαίνοντας στο χωριό της Μενδενίτσας (παλιό όνομα Βοδονίτσα) όλο και άνοιγε η βεντάλια της υποδοχής ενός τυποποιημένου κακέκτυπου χωριού, οικοδομικής αναρχίας, με τις άχρωμες, υποβαθμισμένες και πνιγερές επιφάνειες των σπιτιών και τη σκοτεινή τους ατμόσφαιρα.
Λαβυρινθώδεις διαδρομές και δρομάκια στενά που δεν οδηγούσαν παρά στις αυλές και τους τοίχους των μουντών σπιτιών του χωριού συνείργησαν ώστε να μην μπορούμε να βρούμε διέξοδο προς το κάστρο που φαινόταν δα ψηλωμένο, πάνω από τις στέγες των σπιτιών.
Πρώτη παρατήρηση. Δεν υπάρχει χώρος στάθμευσης ούτε έχει γίνει κάποια πρόβλεψη για τους επισκέπτες ενός τέτοιου επιβλητικού μνημείου – θησαυρού της διαχρονικής ιστορίας μας.
Δεύτερη διαπίστωση: Ο επισκέπτης εγκλωβίζεται μέσα στα στενά και δεν μπορεί να κάνει ούτε μπρος ούτε πίσω…
Ας μη μιλήσουμε προς το παρόν για την τρίτη και φρικτότερη διαπίστωση, που αφορά στους ντόπιους και όλους τους ενδιαφερόμενους τοπικούς παράγοντες που ολιγώρησαν ή μεταποίησαν την περιουσία του μνημείου σε ξέφραγο αμπέλι. Ή μάλλον σε φραγμένο αμπέλι…
*


Αλλά πριν μπούμε στα χωρικά ύδατα του κάστρου, ας πούμε δυο λόγια για την ιστορία και το παρελθόν αυτού του μνημείου, του οποίου ερίζεται η προέλευση των τειχών και η διαχρονικότητα της κατοίκησής του. Η Μενδενίτσα, γνωστή κατά τη διάρκεια του Μεσαίωνα ως Βοδονίτσα, είναι χωριό του Δήμου Καμένων Βούρλων του Νομού Φθιώτιδας. Βρίσκεται στο όρος Καλλίδρομο, σε υψόμετρο 560 μέτρα.
Η θέση της έτσι κι αλλιώς στην ιστορία καθορίζεται από την οχυρή της τοποθεσία, τη γειτνίασή της με τις φημισμένες από τους αρχαίους χρόνους Θερμοπύλες και από τον ρόλο που διαδραματίζει στα σημαντικά γεγονότα της περιοχής.
*
Η πιο γνωστή και λαμπρή περίοδος της ιστορίας της Μενδενίτσας αφορά στη Φραγκοκρατία, η οποία επικράτησε στην Ελλάδα μετά την πτώση της Κωνσταντινούπολης το 1204. Τότε χτίστηκε το μεσαιωνικό κάστρο της Μενδενίτσας (Boudonitza). Επίσης η χρονική ρίζα του σημερινού ονόματός της φαίνεται να ανήκει σε αυτή την εποχή. Η Μαρκιωνία της Μενδενίτσας περιελάμβανε τη Λοκρίδα και μέρη της Φωκίδας και Εύβοιας, ενώ φιλοξενούσε και έδρα Λατινικής Επισκοπής.
Κατά την Τουρκοκρατία το κάστρο έγινε τούρκικο οχυρό και η Μενδενίτσα αποτέλεσε έδρα του Καζά της Λοκρίδας που ανήκε διοικητικά στο Πασαλίκι της Χαλκίδας. Επίσης υπήρχε στα ανατολικά του χωριού και τουρκικό μοναστήρι (τεκές) μπεκτασήδων και δερβίσηδων. Παράλληλα η Μενδενίτσα ήταν έδρα ορθόδοξης Επισκοπής και βάση του Αρματολικιού της Δυτικής Λοκρίδας, με τον Δυοβουνιώτη να είναι ο τελευταίος αρματολός καπετάνιος του από το 1790-1820.
Κατά την Ελληνική Επανάσταση η Μενδενίτσα έπαιξε κεντρικό ρόλο στη Βορειοανατολική Ρούμελη. Μετά την εξέγερση των Σαλώνων (Άμφισσας) στο τέλος Μαρτίου 1821, οι Τούρκοι της Λοκρίδας κατέφυγαν αμυνόμενοι στο οχυρό της κάστρο. Η πολιορκία του κάστρου άρχισε αρχές Απριλίου του 1821. Οι Τούρκοι τελικά συνθηκολόγησαν και παραδόθηκαν στις 13 Απριλίου 1821. Οι πολιορκητές δεν τήρησαν όμως τα συμφωνηθέντα με αποτέλεσμα όλοι οι έγκλειστοι να σφαγιαστούν. Το αρνητικό αυτό συμβάν οδήγησε σε άγρια αντίποινα επί του χριστιανικού πληθυσμού της ευρύτερης περιοχής από τα στρατεύματα των Κιοσέ Μεχμέτ και Ομέρ Βρυώνη.
Η Μενδενίτσα, που αποτελούσε προμαχώνα της επανάστασης στη Ρούμελη, έπεσε πάλι στα χέρια των Τούρκων μετά τη ηρωική μάχη της Αλαμάνας στις 23 Απριλίου 1821 και την τραγική θυσία του Διάκου στη Λαμία. Επανήλθε πάλι στα χέρια των οπλαρχηγών της Ρούμελης – Δυοβουνιώτη, Πανουργιά, Ανδρούτσου και Γκούρα – μετά την πανωλεθρία των Τούρκων στην καθοριστική μάχη των Βασιλικών (που βρίσκονται περί τα 15 χιλιόμετρα ανατολικά της Μενδενίτσας) στις 26 Αυγούστου 1821, η οποία τους ανάγκασε σε σταδιακή υποχώρηση στη Θεσσαλία.
Τα επόμενα χρόνια της επανάστασης ο αγώνας στη Ρούμελη και τη Λοκρίδα συνεχίστηκε, με τη Μενδενίτσα και το κάστρο της να αποτελούν πεδίο διεκδίκησης και συγκρούσεων.
*

Το κάστρο της Μενδενίτσας όπως είναι σήμερα και οι αρχαίες του πέτρες

Αφού παρκάρουμε σε ένα προαύλιο σπιτιού δίχως τα απαιτούμενα περιθώρια αναστροφής, βρίσκουμε ένα μονοπάτι που πλευρίζει το πρανές του κάστρου, το οποίο ανηφορίζοντας πλησιάζει τον δυτικό πυλώνα της οχύρωσης κυκλώνοντας από χαμηλά την πολύ καλά διατηρημένη και ψηλή περιτείχισή του.
Καλά! Αυτοί οι τεράστιοι ογκόλιθοι που αντικρίζουμε (πάντα από την εξωτερική πλευρά, που δεν είναι εύκολα διαβάσιμη) στη βάση της οχυρωματικής θεμελίωσης δεν μπορεί να προέρχονται από την ανόρθωση και κατασκευή των Φράγκων του 15ου αιώνα.
Εδώ προϋπήρχε μια από τις πλέον οχυρές και σημαντικές πόλεις της αρχαίας Επικνημίδιας Λοκρίδας.
Τόσο σύμφωνα με την Ιλιάδα, όσο και από τις μαρτυρίες του γεωγράφου Στράβωνα (67-23 π.Χ.) πιθανολογείται ισχυρά αλλ’ ανεπιβεβαίωτα, ότι στη θέση της σημερινής Μενδενίτσας βρισκόταν η αρχαία πόλη Τ ά ρ φ η, η οποία μάλιστα είχε λάβει μέρος στον Τρωικό πόλεμο. Οι αρχαιολόγοι και οι ερευνητές προβληματίζονται σοβαρά ως προς τα παραπάνω, αλλά ένα είναι βέβαιο. Ότι στη θέση αυτή όλα τα απομεινάρια – ογκόλιθοι, θυρίδες, πυλώνες και κυρίως η σωσμένη εξωτερική περιφερειακή οχύρωση, δείγμα αρχαίας ακρόπολης – οδηγούν στο άσφαλτο συμπέρασμα ότι πρόκειται για αρχαία πόλη είτε αυτή ήταν η Τάρφη είτε η μεταγενέστερη ελληνιστική πόλη Φαρύγαι, η οποία ήταν γνωστή για το Ιερό της Φαρυγαίας Ήρας.
Αυτοί οι αρχαίοι οικισμοί (της Τάρφης και των Φαρυγών) πάνω ακριβώς στα σημερινά τείχια του φράγκικου κάστρου της Μενδενίτσας, φαίνεται ότι επέζησαν (τουλάχιστον από τους ορατούς σήμερα ογκόλιθους) στα ρωμαϊκά και βυζαντινά χρόνια, παρά το γεγονός ότι οι κατοπινές μαρτυρίες δεν μπορούν να το επιβεβαιώσουν.
*
Συνεχίζοντας την εξωτερική περιήγησή μας σιγά σιγά φτάνουμε στην ανατολική άκρη του κάστρου, περπατώντας με δυσκολία πάνω στα άγρια χόρτα και το απόκρημνο πρανές του λόφου.
Εδώ παρατηρούμε κάτι το συγκλονιστικό. Ένας ολόκληρος πυλώνας, όμοιος με εκείνους των αρχαίων ελληνικών ακροπόλεων, είναι περίπου θαμμένος μέσα στην πυκνή ποώδη βλάστηση και κυρίως περιφραγμένος από κάποιον αγρότη που τον έκαμε χτήμα του… Τα τσίγκια, το σύρμα και όσα άχρηστα μικροαντικείμενα είχε μαζέψει ο λαμπρός αυτός Βοδονιτσιώτης τα ύψωσε έτσι που να μην μπορεί κανείς να υπερκεράσει τον πανύψηλο ανατολικό πύργο του κάστρου.
Πηδάμε τα τσέρκια και τις σκουριές με κίνδυνο και βρισκόμαστε από την μπροστινή μεριά του «ιδιόκτητου» περιβολιού αυτουνού του ελληναρά που κανείς από τους αρμόδιους δεν συγκινήθηκε να του τραβήξει το αυτί. Από την πλευρά αυτή του φραγμένου χτήματος (και μόνον από αυτή) διακρίνεται με πλήρη την αποδεικτική της ισχύ, η αρχαία οχύρωση, που δεν έχει καμιά μα καμιά σχέση με την περιτείχιση των Φράγκων του 15ου αιώνα.
Ανηφορίζουμε το απότομο μονοπάτι μέσα από το χτήμα του «ιδιοκτήτη» της αρχαίας ακρόπολης και περνάμε στον εισόδιο περιαύλειο χώρο της επικράτειας του κάστρου. Ο χώρος αυτός είναι ιδιαίτερα φροντισμένος και ομαλός και προσφέρει μιαν εκπληκτική εικόνα της φράγκικης πολιτείας, όπως η τελευταία υψώνει τα τρομερά της τείχη με μια εισόδια πύλη προς τα βόρεια πια.
Πλησιάζοντας παρατηρούμε ότι οι τρεις εντοιχισμένες κολώνες (μια οριζόντια και δυο κάθετες) έχουν διαφορετική χρονική προέλευση από τις άλλες και γίνεται σαφές ότι προέρχονται από την αρχαία εποχή, σε αντίθεση με την υπόλοιπη οχύρωση που αποτελεί προσθήκη των νεότερων χρόνων.
Μπαίνοντας στον εσωτερικό χώρο της κάστρινης πολιτείας διαπιστώνουμε την ευρύτητα και τις μεγάλες διαστάσεις του μνημείου, αλλά και την επιβλητική θέση του, σε σχέση με το άμεσο, αλλά και το απώτερο περιβάλλον της περιοχής.

28-10-2020

Προηγούμενο ΆρθροΕπόμενο Άρθρο
Μοιραστείτε το