Οικονομία

Καμπανάκι Στουρνάρα: Τα «κόκκινα» δάνεια κλειδί για την ανάπτυξη

Η αναγκαιότητα αντιμετώπισης των «κόκκινων δανείων» αποτελεί βασική πτυχή για να κινηθεί σταθερά ανοδικά η οικονομία, επεσήμανε ο διοικητής της ΤτΕ Γιάννης Στουρνάρας.

«Τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια αποτελούν πολύ σημαντικό εμπόδιο στην ανάκαμψη της οικονομίας» τόνισε ο διοικητής της Τραπέζης της Ελλάδος, μιλώντας στο δείπνο του Συνδέσμου Βιομηχανιών Βορείου Ελλάδος στη Θεσσαλονίκη.

Σύμφωνα με «μια συντηρητική μάλιστα εκτίμηση που βασίζεται σε δείγμα 13.000 επιχειρήσεων με δάνεια ύψους άνω του 1 εκατ. ευρώ, κατά μέσο όρο, μία στις έξι επιχειρήσεις εμφανίζει χαρακτηριστικά στρατηγικού κακοπληρωτή, ενώ υπάρχουν ενδείξεις ότι η αναλογία είναι σημαντικά μεγαλύτερη για τις μικρότερες επιχειρήσεις και τα νοικοκυριά» ανέφερε χαρακτηριστικά.

Σύμφωνα με τον διοικητή της Τραπέζης της Ελλάδος,«αναμφίβολα, μία από τις κύριες αιτίες της μεγάλης αύξησης των ΜΕΔ ήταν η βαθειά και παρατεταμένη οικονομική ύφεση και οι επιπτώσεις της στην οικονομική κατάσταση των νοικοκυριών και των επιχειρήσεων.

Όμως, και άλλοι παράγοντες που σχετίζονται με εμπόδια διαρθρωτικής φύσης διαδραμάτισαν ρόλο: η αναποτελεσματικότητα των δικαστικών διαδικασιών, η υπερβολική προστασία των δανειοληπτών, η προνομιακή κατάταξη του Δημοσίου και των ασφαλιστικών ταμείων έναντι άλλων κατηγοριών πιστωτών στη διαδικασία της αναγκαστικής εκτέλεσης, η δυσμενής φορολογική μεταχείριση των προβλέψεων για τον πιστωτικό κίνδυνο και των διαγραφών δανείων, η έλλειψη πλαισίου για τον εξωδικαστικό συμβιβασμό και η ανυπαρξία δευτερογενούς αγοράς ΜΕΔ».

Ωστόσο, επεσήμανε πως είναι επίσης απαραίτητο «να μην υπάρξουν παλινδρομήσεις στον δημοσιονομικό τομέα αλλά και να εξειδικευτούν το συντομότερο δυνατόν από το Eurogroup τα μεσοπρόθεσμα και μακροπρόθεσμα μέτρα για τη βιωσιμότητα του δημόσιου χρέους».

«Τα παραπάνω θα ανοίξουν το δρόμο για την ένταξη των ομολόγων του Ελληνικού Δημοσίου στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης της ΕΚΤ, το οποίο με τη σειρά του θα διευκολύνει την πρόσβαση στις αγορές και θα στηρίξει την οικονομική ανάκαμψη. Αυτό θα θέσει σε κίνηση ένα νέο ενάρετο κύκλο που θα σηματοδοτεί την εμπιστοσύνη των επενδυτών στις οικονομικές προοπτικές της Ελλάδας, ενώ θα ενθαρρύνει την επιστροφή των καταθέσεων στις τράπεζες, την επιστροφή στις χρηματοπιστωτικές αγορές μετά το τέλος του τρέχοντος προγράμματος, και, σε τελευταίο στάδιο, την άρση των περιορισμών στην κίνηση κεφαλαίων», πρόσθεσε.

Ωστόσο, η αντιμετώπιση των μη εξυπηρετούμενων δανείων είναι «η μεγαλύτερη πρόκληση που αντιμετωπίζει σήμερα όχι μόνο το τραπεζικό σύστημα αλλά και η ελληνική οικονομία», ανέφερε ο Γ. Στουρνάρας λέγοντας ότι η κρίση αποκάλυψε τις αδυναμίες του προτύπου οικονομικής ανάπτυξης που ακολουθήθηκε εδώ και δεκαετίες και οι οποίες επιβεβαιώθηκαν από τη δημοσιονομική εκτροπή, την απώλεια της ανταγωνιστικότητας και το συνεχώς διευρυνόμενο έλλειμμα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών.

«Το 2009, λίγο πριν το ξέσπασμα της κρίσης χρέους, τόσο το δημόσιο έλλειμμα όσο και το έλλειμμα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών, κυμαίνονταν γύρω στο 15% του ΑΕΠ, ενώ το δημόσιο χρέος άγγιζε το 127% του ΑΕΠ. Ήταν λοιπόν θέμα χρόνου να οδηγηθούμε σε κρίση, η οποία εκδηλώθηκε ως κρίση δανεισμού, και οδήγησε την Ελλάδα σε προγράμματα οικονομικής προσαρμογής (μνημόνια)», είπε χαρακτηριστικά.

Παράλληλα, «η εφαρμογή των μέτρων αποκατάστασης της δημοσιονομικής ισορροπίας είχε, και συνεχίζει να έχει, υψηλό κόστος σε όρους προϊόντος και απασχόλησης, το οποίο πολλαπλασιάσθηκε από τις προϋπάρχουσες ανισορροπίες και διαρθρωτικές αδυναμίες της οικονομίας. Από την άλλη πλευρά όμως, παρά τα λάθη, τις καθυστερήσεις και τις οπισθοδρομήσεις, τα προγράμματα οικονομικής προσαρμογής θεράπευσαν σωρευμένες παθογένειες και ορισμένες διαρθρωτικές ατέλειες, επιτρέποντας με αυτόν τον τρόπο τη βελτίωση σήμερα των αναπτυξιακών δυνατοτήτων της οικονομίας».

Όπως τόνισε ο Γιάννης Στουρνάρας απομένουν λίγα ακόμα σε σχέση με το μεγάλο όγκο των αλλαγών που έχουν ήδη πραγματοποιηθεί από το 2010 μέχρι σήμερα. Ξεκαθάρισε ωστόσο, ότι ο αναγκαίος μετασχηματισμός της ελληνικής οικονομίας δεν έχει ολοκληρωθεί ακόμη, και η Ελλάδα δεν έχει κατορθώσει να επιστρέψει σε διατηρήσιμη ανάπτυξη.

«Είναι βέβαιο ότι η υπερψήφιση από τη Βουλή των προαπαιτούμενων μέτρων, που συμφωνήθηκαν κατά τη διάρκεια της διαπραγμάτευσης για την ολοκλήρωση της δεύτερης αξιολόγησης, θα ανοίξει το δρόμο για την εκταμίευση της επόμενης δόσης από το Eurogroup της 22ας Μαΐου. Με τον τρόπο αυτό θα αρθεί η αβεβαιότητα που χαρακτήρισε τις οικονομικές εξελίξεις από το τέλος του 2016 μέχρι σήμερα, επιτρέποντας τη βελτίωση όλων των οικονομικών δεικτών. Αυτό όμως δεν είναι αρκετό για να επιτύχουμε διατηρήσιμη και βιώσιμη οικονομική ανάπτυξη», συμπλήρωσε ο Γιάννης Στουρνάρας.

Πηγή: iefimerida

 

Προηγούμενο ΆρθροΕπόμενο Άρθρο
Μοιραστείτε το