Άρθρα

Ιωαννίκιος, ο αντάρτης μοναχός της Ραβδούχου

Του Κυριάκου Παπαγεωργίου

Πριν από λίγο καιρό πληροφορήθηκα ότι ο γέροντας Ιωαννίκιος εκοιμήθη. Γι’ αυτό και ο επόμενος λόγος.
Τον θυμάμαι τελευταία φορά στον Μυλοπόταμο, τον Ιούλιο του 2008, όταν καθίσαμε στην Άγια Τράπεζα που μας ετοίμασε ο Επιφάνειος.
Έχω αναφερθεί κατ’ επανάληψη στον πατέρα Επιφάνειο, τον διάσημο μάγειρα και οινοποιό του Αγίου Όρους. Για τον πατέρα Ιωαννίκιο επίσης έχω αναφερθεί σε αφιέρωμά μου για τη Γυάρο. Εκείνο που δεν ξέρουν οι περισσότεροι είναι το τι κρύβουν αυτές οι δυο αγιώνυμες μορφές και προσωπικότητες της Αγιορείτικης ζωής.
Για τον Επιφάνειο έχω γράψει το 1998 όταν τον γνώρισα στο «κελί» του, τον πύργο του Μυλοποτάμου.
Τον πατέρα Ιωαννίκιο τον εγνώρισα σ’ ένα ταξίδι από τη Σύρα για τη Γυάρο τον Σεπτέμβρη του 2006. Κι έγραψα τόσο στο ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΠΑΝΟΡΑΜΑ όσο και στη ΘΕΣΣΑΛΙΑ, τις πολύτιμες εντυπώσεις μου από τη γνωριμία αυτή, μα κυρίως για τον πολύ εμπνευσμένο λόγο του, μετά την επιμνημόσυνη δέηση στο Νεκροταφείο της Γυάρου.
Ας τον θυμηθούμε για λίγο μια κι επρόκειτο για τεράστια φυσιογνωμία που η φήμη της ξεπερνούσε τα όρια του Αγιώνυμου Όρους.
«Η Γυάρος, αν τη δει κανείς από ψηλά, είναι σφηνωμένη ανάμεσα σε πέντε εύσωμα γυμνά νησιά, τη Σύρα, την Τήνο, την Άνδρο, την Τζιά και την Κύθνο. Μικρά περάσματα-ανοίγματα μεσολαβούν ολόγυρά της.
Με αυτές τις γεωγραφικές σκέψεις προσεγγίζαμε το νησάκι, με τον όγκο, τη γύμνια και με τους ηλιακούς καθρέφτες του να καταυγάζουν το σύμπαν της πρωινής αψάδας…
Οι Φυλακές, πελώριες, κόκκινες, σαν μουντός τεράστιος ξενώνας, είναι ένα τεράστιο κτίσμα που αντικρίσαμε από μακριά…
Η Γυάρος μια πελώρια εφιαλτική μνήμη. Πούθε να κοιτάξεις; Ολόγυρα χαλίκια, βότσαλα, κάλυκε, συρματοπλέγματα….

Κι ο πόλεμος καλά κρατεί κάτω από τις σκουριασμένες λέξεις. Μ’ ένα λαό, που δε μιλεί, μα «κάτ’ απ’ τη γλώσσα του κρατεί τους βόγγους και τα ζήτω. Κι αν κάνει πως τα τραγουδεί, ραγίζουν τα λιθάρια»…
Προχωρώ μες στο σιωπηλό τοπίο. Ώσπου φτάνω στο κοιμητήρι. Γύρω στους δεκαπέντε τάφους, με σπασμένα τα γράμματα της μνήμης, ορθώνουν ανάστημα λίγο ψηλότερα από το κύμα του Αιγαίου….
Σε λίγο, είν’ η ώρα, να γίνει το μνημόσυνο. Μαζεύονται οι ταξιδιώτες. Οι ψυχές είναι κιόλας απολυμένες.
Γύρω στις δώδεκα ο γέροντας Ιωαννίκιος αρχίζει το μυστήριο. Ανακαλεί και περιμαζεύει μνήμες, σκορπίδια, σύρματα, βόγγους…
«Εν ειρήνη προσέλθωμεν… Πρόσχωμεν την δέησιν ημών…Την ημέραν πάσαν αγίαν, ειρηνικήν και αναμάρτητον… Άγγελον ειρήνης παρά του κυρίου αιτησώμεθα… Χριστιανά τα τέλη της ζωής ημών, ανεπαίσχυντα ειρηνικά… Ότι πάσα δόσις αγαθή και παν δώρημα τέλειον… Έτι και έτι εν ειρήνη του Κυρίου δεηθώμεν… Αγαπήσωμεν αλλήλους ίνα εν ομονοία ομολογήσωμεν… Στώμεν καλώς στώμεν μετά φόβου… Ειρήνη πάσι…».
Δεν μπόρεσε να συνεχίσει. Δάκρυα άρχισαν να κυλούν από τα ρυτιδιασμένα γεροντικά του μάτια, καθώς δεν άντεξε τη συγκίνηση, την οποία μετέδωσε αστραπιαία σε όλους, υποψιθυρίζοντας το Δι’ ευχών, ανάμεσα σε λυγμούς και καταφανείς απόπειρες να συγκρατήσει τη συναισθηματική του φόρτιση …
Ήταν μια ανεπανάληπτη επιμνημόσυνη δέηση στην άκρα του φοβερού αυτού νησιού, όπου όσοι μετείχαν της ιερής τούτης ακολουθίας, ακουρμαίνονταν τη γνήσια θεϊκή φωνή του γέροντα Αγιορείτη μοναχού.
Ένας-ένας οι κρατούμενοι ανασταίνονταν. Κραυγάζανε «παρών» κι αποσύρονταν.
*
Επιστρέφω αργά στις Φυλακές όπου «λόγια φτωχά βαφτίζονται στην πίκρα και το κλάμα…».
Νάτος κι ο αντάρτης μοναχός, ο αγιορείτης Ιωαννίκιος. Στέκει περήφανος μπροστά μου και θέλει να τον φωτογραφήσω, πλάι από την εντοιχισμένη πλάκα του Δήμου Άνω Σύρου, που παράφρασε τον στίχο του Ρίτσου:
«Αυτές οι πέτρες δεν ποτίζονται με λιγότερο ήλιο…».
Περήφανος κι ευχαριστημένος που έκανε το καθήκον του, που έκαμε τέτοιο ταξίδι, ο Γέροντας, ευλόγησε τη μνήμη των νεκρών και μας ευλογεί κι εμάς που στεκόμαστε να τον ακούσουμε κάτω από τον ίσκιο της Φυλακής.
Σιώνει το γερασμένο του κορμί, στυλώνει το βλέμμα στον ουρανό, σιάχνει τα ξεφτισμένα ράσα, ανακρατά το καλλιμαύχι, μας κοιτάει χωρίς να μιλεί, μέχρι ν’ ακούσει τη φωνή της συνείδησης, τη φωνή του σιωπούντος Θεού…
Είμαστε δυο – τρεις νομάτοι γύρω του.
Ο γέροντας γυρίζει το κεφάλι του στην είσοδο των Φυλακών παραμερίζει λίγο, σα για να περάσει ένα ξαφνικό ρεύμα αέρα κι ύστερα το ξαναγυρίζει στην ανατολή εκεί κατά το Αγιονόρος προκειμένου να κάνει την προσευχή του…
*
Δεν πέρασε χρόνος από τη συνάντηση αυτή κι ο Ιωαννίκιος ήρθε στην επικαιρότητα από ένα σχετικό άρθρο της ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗΣ (13-5-2007) που υπέγραφε ο Γιάννης Χρυσάφης με τίτλο:
«Επίσκεψη «περισυλλογής και συμμετοχής» για τον πρώην πρόεδρο της ιταλικής Βουλής Μπερτινότι».
Δεν ήταν μια παρόρμηση της στιγμής ή μια ξαφνική απόφαση. Ήταν μια πρόσκληση -και συνάμα πρόκληση- που απευθύνθηκε στον Φάουστο Μπερτινότι. Εμπνευστές της ο διευθυντής του Ραδιοφώνου της ιταλικής δημόσιας Ραδιοτηλεόρασης RAI και ο υπογράφων, έχοντας τη σύμφωνη γνώμη Αγιορειτών μοναχών.
Ο Ιταλός πολιτικός, βαθύς γνώστης και μελετητής του επιστολικού έργου του Απόστολου Παύλου, δεν δίστασε ούτε στιγμή στην αποδοχή της πρόσκλησης.
Με το προεδρικό αεροσκάφος προσγειώθηκε στη Θεσσαλονίκη στις 9 το πρωί του Σαββάτου. Η Ιερά Επιστασία ήταν η πρώτη Αρχή του Αγίου Όρους που υποδέχθηκε τον Ιταλό πρόεδρο, έστω και αν η επίσκεψή του είχε χαρακτηρισθεί «ανεπίσημη». Η συνάντηση ολοκληρώθηκε με επίσκεψη στην εκκλησία του Πρωτάτου, με την εικόνα του Άξιον Εστί, τις αγιογραφίες του Μανουήλ Πανσέληνου και το εικονοστάσι της Κρητικής Σχολής και με το λόγο της ξενάγησης του ίδιου του Πρωτεπιστάτη.
Από τις Καρυές για τη Μονή Κουτλουμουσίου η πεζοπορία δεν διαρκεί πάνω από δέκα λεπτά της ώρας, αλλά ήταν αρκετά για να εκφράσει ο Ιταλός πολιτικός και ηγέτης τον θαυμασμό του για την ευρύνοια των μελών της Ιεράς Επιστασίας του Αγίου Όρους.
Με ειλικρίνεια ομολόγησε την άγνοια που είχε για το Άγιον Όρος. Είχε φαντασθεί μάλλον ένα μοναστικό κέντρο, μια απροσδιόριστη έκταση εδάφους, σαφώς πολύ πιο μικρή από αυτήν που καταλαμβάνει στην πραγματικότητα το Άγιον Όρος, με τα 20 μοναστήρια. Αλλά εκείνο που τον εξέπληξε ακόμη περισσότερο ήταν οι μοναχοί. Όχι μονοκόμματοι φανατικοί, οπισθοδρομικοί στη γνώση και τη νοοτροπία, αλλά άτομα με βαθιά πίστη, γνώση και -κυρίως- σεβασμό στη διαφορετικότητα που είχαν απέναντί τους.

Με τον παλιόν αντάρτη
Φθάνοντας στη Μονή Κουτλουμουσίου, ο πρόεδρος και η συνοδεία του στάθηκαν για λίγη ώρα, αλλά ο κύριος στόχος του ήταν το Κελί του Ραβδούχου με τις παλαιότερες αγιογραφίες του Αγίου Όρους, εκείνες των Αποστόλων Πέτρου και Παύλου του 11ου αιώνα. Όρθιος στην πόρτα και με ένα διακριτικό χτύπημα της καμπάνας υποδέχθηκε τον Φάουστο Μπερτινότι ο Γέροντας Ιωαννίκιος, πρώην αντάρτης.
Η συνάντηση ήταν συγκινητική. Οι δύο άνδρες αγκαλιάστηκαν, φιλήθηκαν, κοιτάχθηκαν στα μάτια, σαν να ήταν παλιοί συναγωνιστές και σύντροφοι. Ο Γέροντας τον οδήγησε στο κελί, τον ξενάγησε στην εκκλησία, τον έβαλε να καθίσει στην κεφαλή του τραπεζιού, παραχωρώντας δηλαδή τη θέση του, του έφερε και καμπανάκι «για να αισθάνεται σαν το σπίτι του, στο έδρανο του προεδρείου της Βουλής».
Και είπαν πολλά, με τη συνοδεία αρκετού τσίπουρου, φτιαγμένου από τα χέρια του Γέροντα.
Αυτός ήταν ο γέροντας Ιωαννίκιος της Ραβδούχου του Κουτλουμουσίου.

 

 

Προηγούμενο ΆρθροΕπόμενο Άρθρο
Μοιραστείτε το