Πολιτισμός

«Η ζωή, η λεχώνα, ελπίδες γέννησε»

Του Δημήτρη Γιαννουλή

Ο ήλιος αγκάλιαζε με τις τελευταίες ακτίνες τους πέτρινους ανακαινισμένους τοίχους του πάλαι ποτέ σχολείου του χωριού, ενώ κάποιες απ’ αυτές τρύπωναν περίεργες απ’ τα πανύψηλα διάπλατα ανοιγμένα παράθυρα να δουν τι συμβαίνει μέσα στην τεράστια στενόμακρη αίθουσά του. Είναι γεμάτη κίνηση από λογής λογής ανθρώπους. Πολλοί κάθονται, άλλοι ψάχνουν να βρουν την κατάλληλη θέση, μερικοί παραμένουν όρθιοι και συζητούν χαρούμενα, κάποιοι σφίγγουν το χέρι ενός ευθυτενή ασπρομάλλη άνδρα, ο οποίος τους υποδέχεται στην είσοδο του κτιρίου.
Στο βάθος της αίθουσας υπάρχει σκηνή, όπου πάνω της μουσικοί συντονίζουν με το πιάνο μια κιθάρα, λένε κάποιες νότες στη βιόλα, δοκιμάζουν τις χορδές των μαντολίνων και της μαντόλας τους.
-Σίγουρα κάτι όμορφο ετοιμάζεται να γίνει, λέει μια τρελούτσικη ηλιαχτίδα.
-Λες να προλάβουμε να το δούμε πριν μας φωνάξει ο μπαμπάς μας; αναρωτιέται μια αδερφή της.
Η απάντηση έρχεται σύντομα, καθώς το μουσικό σύνολο πλημμυρίζει την αίθουσα με τις μελωδίες του Χατζιδάκι. Το πλήθος αφήνοντας τις περιττές κινήσεις και κουβέντες βυθίζεται στη μαγεία τους.
Λεύκες και πλατάνια κουνάνε στον ρυθμό της μελωδίας τα κλαδιά τους και τ’ αγεράκι, που ξεκίνησε να κατεβαίνει απ’ την πλάτη του χωριού, κάνει τα φύλλα τους να χειροκροτούν κι αυτά μαζί με τους θεατές της αίθουσας.
Σαν σώπασε η μουσική, ίσα που πρόλαβαν να μάθουν οι ηλιαχτίδες από το στόμα εκείνου του ασπροντυμένου όμορφου παλικαριού, πως απόψε ο πολιτιστικός σύλλογος του χωριού τιμά έναν ξεχωριστό χωριανό του, που ζει μαζί με τη σπουδαία σύντροφό του, από τα τέλη της δεκαετίας του ’90 μόνιμα πια, στο δροσερό καταπράσινο Νεοχώρι του Πηλίου.
-Αχ ο μπαμπάς ετοιμάζεται να βουτήξει στον Παγασητικό, φεύγουμε και δε θα μάθουμε τ’ όνομά του είπαν οι αχτιδούλες κι έτρεξαν βιαστικές πίσω στην αγκαλιά του πατέρα τους.
-Μη στενοχωριέστε μικρές μου, τις πρόλαβε στον δρόμο το βουνίσιο αγεράκι θα σας πω εγώ τ’ όνομά του.
Είναι ο Βασίλης Μητσάκης.
-Τα υπόλοιπα θα σας τα πω εγώ, είπε δειλά το φεγγαράκι, που ’χε ξεπροβάλλει στον ουρανό του δειλινού. Από δω που είμαι τα βλέπω και τ’ ακούω όλα πολύ καθαρά. Ξεκινάω την περιγραφή και ραντεβού την αυγή για να τα μάθετε κι εσείς.
Να τώρα παίζουν το τραγούδι μου. Ξέρουν πόσο ντρέπομαι σαν πρωτοβγαίνω τσάρκα στον ουρανό γι’ αυτό και κοκκινίζω. Τι κρίμα που τελείωσε τόσο γρήγορα! Θα ’θελα να τ’ ακούσω ακόμα μια φορά. Δεν γίνεται όμως, γιατί πρέπει ν’ ακούσω τι λέει ο κύριος που μιλάει.
Αν κατάλαβα καλά έχει ίδιο όνομα και παρόνομα, Αντώνης Αντωνίου λέγεται, τον λογίζω δικό μου άνθρωπο μιας κι είναι ποιητής. Λέει πως γνώρισε τον ηθοποιό Βασίλη Μητσάκη μέσα στην πολιτιστική άνθηση του Βόλου από τα λογοτεχνικά περιοδικά που κυκλοφορούσαν τότε. Σε αντίθεση με την σημερινή «ξηρασία». Τι να εννοεί άραγε ο ποιητής; Αναφέρθηκε στις παιδικές του μνήμες, όπου πρωτόδε τον Βασίλη ν’ αφήνει το στίγμα του σε ρόλους κομβικούς στις ελληνικές ταινίες των αρχών της δεκαετίας του ’70.Είχε την ευκαιρία να ’ρθει πιο κοντά του μέσα στον «Κύκλο του Καζαντζάκη» και στο τέλος της αφήγησης των αναμνήσεών του απάγγειλε το ποίημα, που ’χε γράψει εκείνη την εποχή για τον Βασίλη. Μετά την απαγγελία εξομολογήθηκε πως ένιωσε μια ιδιαίτερη συγκίνηση, καθώς συνειρμικές του μνήμες ένωσαν το χθες με το σήμερα.
Πάλι οι ουράνιες μελωδίες του Χατζιδάκι, παιγμένες απ’ τ’ αριστοτεχνικά δάχτυλα των μουσικών, ξεχύθηκαν στην αίθουσα κι έφτασαν ώς πάνω στην παρέα μας με τ’ αστέρια. Εμείς εδώ ψηλά όπως κι αυτοί εκεί κάτω σιγομουρμουρίζαμε τον υπέροχο σκοπό.
Λόγια της καρδιάς, για τη γνωριμία του με τον Μητσάκη, ακούστηκαν στη συνέχεια από τον Γιάννη Ιατρού, «Νεοχωρίτης» από το 2008, και πολύ δραστήριος για τον τόπο άνθρωπος. Μίλησε με την ιδιότητά του ως αντιπροέδρου του Μορφωτικού Ιδρύματος Αγγελίνη στο Χόρτο. Σίγουρα θα τον θυμούνται οι ηλιαχτίδες σαν τον φώτιζαν στα μονοπάτια του Νοτίου Πηλίου.

Τώρα ήρθε η σειρά ενός φυσιολάτρη ανθρώπου της τέχνης του κινηματογράφου και του θεάτρου να μιλήσει για τον Βασίλη Μητσάκη. Ο Κυριάκος Παπαγεωργίου θυμήθηκε, προσφωνώντας μ’ ένα επιτηδευμένο «σαρδάμ» τον Βασίλη ως Αχιλλέα, τη συμμετοχή του Μητσάκη στην «Ιφιγένεια εν Αυλίδι», αλλά κι από τις μνήμες των φοιτητικών του χρόνων ανέφερε την ταινία «Μέχρι το πλοίο», του Αλέξη Δαμιανού, όπου ο φίλος του ηθοποιός έκανε την πρώτη του εμφάνιση σ’ ένα μικρό, αλλά χαρακτηριστικό ρόλο. Πέρασε στους «Θεατές» του Μητσάκη στο θέατρο της οδού Κεφαλληνίας και τόνισε το συγγραφικό του ταλέντο στα «Παιδιά της κατακόμβης», όπου ο καλλιτέχνης αυτοβιογραφείται. Μίλησε ακόμα για την Αμαλία Γκιζά, τη σύντροφο και συνοδοιπόρο του στο θέατρο και τη ζωή. Ολοκλήρωσε τις σκέψεις του με τους στίχους της Λίνας Νικολακοπούλου «κι αν μας αντέξει το σκοινί θα φανεί στο χειροκρότημα» δίνοντας έτσι τον λόγο στον ίδιο τον καλλιτέχνη. Καθώς όμως ο κόσμος τον υποδεχόταν με έντονο χειροκρότημα παρεμβάλλεται ο Κυριάκος λέγοντας πως αξίζει το χειροκρότημα για τον τιμώμενο καλλιτέχνη να είναι «Βασιλικό». Μετά απ’ αυτό ακολούθησε για τον Βασίλη ένα ακόμα πιο ενθουσιώδες χειροκρότημα.
Ο ηθοποιός απευθύνθηκε στην προσφώνησή του στον δήμαρχο και στον αντιδήμαρχο Πολιτισμού καυτηριάζοντας εύσχημα την απουσία τους, σπεύδοντας αμέσως να τους δικαιολογήσει παρουσιάζοντας ως αιτία τον φόρτο εργασίας τους πάνω στην επίλυση των πάμπολλων προβλημάτων του Δήμου Νοτίου Πηλίου.
Ήτανε λέει αρνητικός στην αρχή για μια τέτοια εκδήλωση που αφορούσε στην «ταπεινότητά» του, γιατί πιστεύει πως υπάρχουν ακόμη πολλά να δώσει μιας και το έργο του παραμένει ασφράγιστο.

Ξεκίνησε την αυτοπαρουσίασή του μιλώντας για τους γονείς του – κόρη δασκάλου η μητέρα του, γιος γαιοκτήμονα ο πατέρας του και μικρότερος της δυο χρόνια. Για τον έρωτα που φούντωσε εκεί στον κάμπο των Σοφάδων, ζώντας ως οικότροφος στο σπίτι της, όπου τον έβαλε η οικογένειά του για να παρακολουθήσει το Σχολαρχείο. Εξαιτίας της ουδέποτε το τελείωσε μιας και ο γάμος τους ήταν επιτακτική ανάγκη παρόλες τις αντιρρήσεις της γιαγιάς-Μητσάκη.
Ως τέταρτο παιδί της οικογένειας έζησε ευτυχισμένη ζωή με ευμάρεια μέχρι που ο πόλεμος κι ο εμφύλιος στη συνέχεια αποτέλεσαν μια τραγωδία για την πατρική του οικογένεια, όπως εξάλλου και για ολόκληρη την Ελλάδα. Απέδωσε στον φθόνο και την απανθρωπιά την αιτία για το πώς μια μικρή χώρα με μια μεγάλη ιστορία και φυσική ομορφιά δεν έχει καταφέρει ακόμη να γίνει ο μικρός παράδεισος των κατοίκων της, αλλά κι ολόκληρης της οικουμένης. Φοβάται πως παρόλη την πρόοδο του πολιτισμού και της τεχνολογίας οδηγούμαστε σε απανθρωπισμό κι έφερε παράδειγμα τους πολέμους στην περιφέρειά μας, που μπορεί να γίνουν το φυτίλι για την έκρηξη ενός μεγαλύτερου.
Εξέφρασε τον καημό του για το ναυάγιο του ανεβάσματος της «Αντιγόνης» κάτω από τις οδηγίες του, αλλά και την ελπίδα της ανάσυρσής του στο μέλλον. Αμέσως μετά απέδωσε περίφημα τον α’ μονόλογο του Κρέοντα σκορπώντας ρίγη συγκίνησης.
Υπέροχες ήταν και οι απαγγελίες του στα Καβαφικά «Απολείπειν ο Θεός Αντώνιον» και τα «Τείχη». Αισθαντική η απαγγελία της Αμαλίας στους «Πόνους της Παναγιάς» του Βάρναλη, αλλά και στο απόσπασμα από το «Μονόγραμμα» του Οδυσσέα Ελύτη.

Ανάμεσα στις αφηγήσεις και τις απαγγελίες η Αμαλία και ο Βασίλης απέδωσαν μοναδικά τα εξής τραγούδια, πάντα με τη συνοδεία των εκλεκτών μουσικών:
«Όλες του κόσμου οι Κυριακές» των Λευτέρη Παπαδόπουλου, Χρήστου Νικολόπουλου.
«Με το λύχνο του άστρου» των Οδυσσέα Ελύτη, Μίκη Θεοδωράκη.
«Τίποτα δεν πάει χαμένο» των Μανώλη Ρασούλη, Μάνου Λοΐζου.
«Ελένη» των Μπάμπη Τσικληρόπουλου, Θάνου Μικρούτσικου.
«Μια βοσκοπούλα αγάπησα», παραδοσιακό, σε στίχους του Γεωργίου Ζαλοκώστα.
«Χαράματα η ώρα τρεις» των Έλλη Πετρίδου, Μάρκου Βαμβακάρη.
Εδώ το μπουζούκι του Ιάσονα Καραγιάννη έδωσε στον κόσμο τον ρυθμό κι έτσι τραγουδώντας όλοι μαζί σαν μια παρέα έκλεισε αυτή η υπέροχη βραδιά μέσα σε παρατεταμένα χειροκροτήματα και μπόλικη συγκίνηση.
Ο ασπροντυμένος νέος που αποφώνησε την εκδήλωση καταθέτοντας μνήμες της πολύ παιδικής του ηλικίας απολογούμενος για αφελείς λόγω άγνοιας αντιδράσεις του σε κάποιες βραδιές απαγγελίας εκείνων των χρόνων, εξέφρασε τον θαυμασμό του στους δυο συντοπίτες καλλιτέχνες και δεν ήταν άλλος από τον Αλέξανδρο Χάλαρη, τον πρόεδρο του Πολιτιστικού Συλλόγου Νεοχωρίου.
Λίγο ακόμα να μιλούσε και δε θα ’μουν εντάξει στο πρωινό ραντεβού μου, όπως σας το είχα υποσχεθεί, είπε στις φιλενάδες του αστειευόμενο το φεγγαράκι.
Αχτιδούλες μου, έχω μια παράκληση για σας, συνέχισε.
Καθώς εσείς ξεπροβάλλετε κάθε μέρα από τη ράχη του Κοκκάλιου, βλέπετε τον Βασίλη να σας περιμένει στη συνηθισμένη θέση πάνω στο δώμα του.
Χαϊδέψτε τ’ άσπρα του γένια και χαρίστε του πολύ, πολύ, πολύ ακόμα χρόνο γεμάτο ενέργεια και συναίσθημα. Το αξίζει κι αυτός και η Αμαλία του!

Share

Πρόσφατα άρθρα

Έκπληκτοι οι γιατροί με την ανάρρωση του πρώτου ασθενή που υποβλήθηκε σε ολική μεταμόσχευση ματιού

Έκπληκτοι έμειναν οι χειρουργοί που πραγματοποίησαν την πρώτη στον κόσμο μεταμόσχευση ολόκληρου οφθαλμού σε έναν…

11 Σεπτεμβρίου 2024

ΣΥΡΙΖΑ: Ο Κασσελάκης ενεργοποίησε δίαυλο επικοινωνίας με στελέχη και «ζυγίζει» την επόμενη κίνηση

Οι αποφάσεις της Πολιτικής Γραμματείας και η οριστικοποίηση του χρονοδιαγράμματος για τις εσκωκομματικές εκλογές στον…

11 Σεπτεμβρίου 2024

Τον συνδυασμό του για το Επιμελητήριο παρουσιάζει ο Παναγιώτης Λιαδέλης – Live video

Τον συνδυασμό του και τους πρώτους υποψήφιους που θα τον στελεχώσουν, παρουσιάζει απόψε ο Παναγιώτης…

11 Σεπτεμβρίου 2024

Επικίνδυνη κλιμάκωση: Δορυφορικές εικόνες δείχνουν ρωσικό πλοίο να «μεταφέρει βαλλιστικούς πυραύλους από το Ιράν»

Φορτηγό πλοίο υπό ρωσική σημαία, το οποίο θεωρείται ύποπτο ότι μετέφερε βαλλιστικούς πυραύλους από το…

11 Σεπτεμβρίου 2024

Χαλκιδική: Αγνοείται δύτης – Σε εξέλιξη η επιχείρηση για τον εντοπισμό του

Συναγερμός έχει σημάνει στο Λιμενικό καθώς δύτης αγνοείται στη θαλάσσια περιοχή της Κασσάνδρας, στη Χαλκιδική.…

11 Σεπτεμβρίου 2024

65χρονη πάτησε με το αυτοκίνητο μετανάστη που της έκλεψε την τσάντα

Συγκλονιστικά ντοκουμέντα έρχονται στο φως έπειτα από το αιματηρό περιστατικό που εκτυλίχθηκε στη Βιαρέτζιο στα…

11 Σεπτεμβρίου 2024