Άρθρα

Η τεχνολογία ως όχημα διδασκαλίας της τοπικής ιστορίας και του λαϊκού πολιτισμού

Του Αλέξανδρου Καπανιάρη*

Το τελευταίο διάστημα γίνεται μια συζήτηση διεθνώς, με το κατά πόσο το εκπαιδευτικό σύστημα θα μπορέσει να ανταποκριθεί με επάρκεια στον ρόλο του, προσπαθώντας να διαπλάσει ενεργούς και σκεπτόμενους πολίτες, ενώ παράλληλα θα πρέπει να ακολουθήσει τις προκλήσεις της 4ης βιομηχανικής επανάστασης στην οποία βρισκόμαστε. Η συζήτηση μάλιστα επικεντρώνεται στο αν τελικά το εκπαιδευτικό σύστημα, θα καταφέρει να δώσει τις δυνατότητες στους νέους και νέες, να κατακτήσουν τις απαιτούμενες δεξιότητες που θα τους καταστήσουν ανταγωνιστικούς και ευπροσάρμοστους σε ένα κόσμο που συνεχώς αλλάζει, γεμάτο προκλήσεις ευκαιρίες.
Βέβαια κατά τη διάρκεια της 4ης βιομηχανικής επανάστασης που χαρακτηρίζεται από ευφυή εκμάθηση/αυτό-εκπαίδευση των ίδιων των Μηχανών (Machine Learning), την επιστήμη των Δεδομένων (Data Science) και την Τεχνητή Νοημοσύνη (Artificial Intelligence) συνειδητοποιήσαμε ότι μια πανδημία, όπως αυτή της Covid-19, μας κάνει ευάλωτους. Έτσι θρηνήσαμε χιλιάδες ανθρώπινες ζωές, ενώ επιπρόσθετα είχαμε μια βιαία επιτάχυνση του ψηφιακού μετασχηματισμού και στην εκπαίδευση.
Η παραπάνω συζήτηση επηρεάζει και την εκπαίδευση και επικεντρώνεται επίσης στην προσπάθεια πολλών οργανισμών, να εξακολουθούν να αναπτύσσουν μεθόδους διασύνδεσης νέων τεχνολογιών με σκοπό τη βελτίωση της αποδοτικότητας και της παραγωγικότητας. Η κατευθυντήρια αρχή πίσω από τη βιομηχανία 4.0 είναι η επόμενη φάση της εκβιομηχάνισης, αυτό που ονομάζουμε Βιομηχανία 5.0.

Έτσι πριν καλά καλά προλάβουμε να αφομοιώσουμε και να κατακτήσουμε την 4η βιομηχανική επανάσταση που επηρεάζει και το χώρο της εκπαίδευσης, οδηγούμαστε στην 5η βιομηχανική επανάσταση κατά την οποία τα άτομα εργάζονται παράλληλα με ρομπότ και έξυπνα μηχανήματα. Η Βιομηχανία 5.0 δεν αντικαθιστά την 4.0, αλλά την εξελίσσει. Στην ουσία προσθέτει την ανθρώπινη πινελιά στους βιομηχανικούς πυλώνες 4.0 αυτοματισμού και της αποτελεσματικότητας.
Όλα τα παραπάνω σπρώχνουν το μέλλον της εκπαίδευσης σε μια προσέγγιση δεξιοτήτων του 21ου αιώνα: δεξιότητες της ζωής (life skills), ήπιες δεξιότητες (soft skills) και δεξιότητες τεχνολογίας και επιστήμης.

Επίσης η στροφή προς την τεχνολογία και μια εκπαίδευση δεξιοτήτων δεν αρνούμαστε ότι μπορεί να συμβάλουν στην κριτική σκέψη, τη δημιουργικότητα, τη συνεργασία, την επικοινωνία, την ευελιξία, την προσαρμοστικότητα, την πρωτοβουλία, την οργανωτική ικανότητα, την ενσυναίσθηση, τις κοινωνικές δεξιότητες, την επίλυση προβλημάτων, τον ψηφιακό και τεχνολογικό γραμματισμό. Ωστόσο το μέλλον της μάθησης και της εκπαίδευσης από ότι φαίνεται στρέφεται ή προσανατολίζεται κυρίως στη χρήση της τεχνολογίας και στην καλλιέργεια των δεξιοτήτων και όχι τόσο στη διδασκαλία της τοπικής ιστορίας και του λαϊκού πολιτισμού ως αυτόνομο γνωστικό αντικείμενο που μπορεί να διδαχθεί στα παιδιά με ένα δημιουργικό και σύγχρονο τρόπο (π.χ. ψηφιακή αφήγηση).
Από την άλλη μπορεί να αναρωτηθεί κανείς, γιατί σε ένα τέτοιο περιβάλλον στο οποίο η 5η βιομηχανική επανάσταση έρχεται να διδάξουμε τοπική ιστορία και λαϊκό πολιτισμό; Μπορεί η διδασκαλία της τοπικής ιστορίας να πετύχει κάτι περισσότερο από αυτή της γενικής ιστορίας; Επιπρόσθετα τι καινούργιο έχει να προσφέρει η διδασκαλία του λαϊκού πολιτισμού στα παιδιά;

Η διδασκαλία της τοπικής ιστορίας και του λαϊκού πολιτισμού, έστω και ως διαθεματική προσέγγιση (γλώσσα, λογοτεχνία, ιστορία, πληροφορική, τεχνολογίας) είναι αποτρεπτική για τους/τις εκπαιδευτικούς. Οι εκπαιδευτικοί αποτρέπονται (ή απογοητεύονται) να ασχοληθούν με αυτά τα αντικείμενα, δηλαδή με την τοπική ιστορία και το λαϊκό πολιτισμό, όταν αυτά δεν υπάρχουν ως διακριτό γνωστικό αντικείμενο. Έτσι τόσο η τοπική ιστορία αλλά και ο λαϊκός πολιτισμός απουσιάζουν από το αναλυτικό πρόγραμμα, δηλαδή δεν «επιβάλλονται» με την έννοια της υποχρεωτικότητας ως μαθήματα του ωρολογίου προγράμματος. Επίσης δεν υπάρχουν σχολικά εγχειρίδια, ζήτημα που επιτείνει την ανασφάλεια των εκπαιδευτικών. Η επιμόρφωση επίσης των εκπαιδευτικών σε ζητήματα διδακτικής μεθοδολογίας για την τοπική ιστορία και το λαϊκό πολιτισμό, τα κλειστά και απαιτητικά προγράμματα σπουδών, τα πρακτικά προβλήματα (π.χ. συχνές εκπαιδευτικές επισκέψεις) και η απουσία υποστηρικτικών υποδομών πιθανά να είναι οι αιτίες που αποτρέπουν τη συστηματική διδασκαλία της τοπικής ιστορίας αλλά και του λαϊκού πολιτισμού από το ελληνικό σχολείο (Παληκίδης, 2015).
Άλλα επίσης ζητήματα που ενδεχομένως προκύπτουν σε σχέση με την τοπική ιστορία και τελικά δεν έχει τη θέση που τις αξίζει στο ελληνικό εκπαιδευτικό σύστημα είναι η τάση της ιστορίας να απορροφά τις μικρές τοπικές ιστορίες ως άλλες όψεις της ιστορικής πραγματικότητας. Επίσης η σχολική ιστορία οδήγησε σε αδράνεια κάποιες ιδιαίτερες περιπτώσεις της τοπικής ιστορίας οι οποίες δεν συμφωνούν με το γενικό κανόνα (Παληκίδης, 2015).
Σε σχέση με τη διδακτική αξία του λαϊκού πολιτισμού έχουν αναφερθεί πολλοί σημαντικοί/ές λαογράφοι. Αρχικά, ο Νικόλαος Πολίτης, ιδρυτής και θεμελιωτής της επιστήμης της λαογραφίας στην Ελλάδα, ο Στίλπων Κυριακίδης, ο Γεώργιος Μέγας, η Άλκη Κυριακίδου-Νέστορος, ο Μιχάλης Μερακλής, αλλά και νεότερες/οί λαογράφοι. Τα τελευταία χρόνια έχει αναπτυχθεί ένας διαρκής επιστημονικός διάλογος από κοινωνικές/ούς λαογράφους, σχετικά με το κατά πόσο σήμερα το πλαίσιο και η παιδαγωγική της λαογραφίας καλύπτουν την εκπαίδευση μέσα σε ένα περιβάλλον πολυπολιτισμικό, με την ανάπτυξη του διαδικτύου και των φορητών συσκευών και, τέλος, με την επικράτηση της εικόνας, της ταχύτητας και της υπερπληροφόρησης (Καπανιάρης, 2020).

Επιπρόσθετα βασική παραδοχή για τη διδασκαλία του λαϊκού πολιτισμού, σε σχέση με την αναπόφευκτη διάκριση μεταξύ του νεοελληνικού παραδοσιακού και σύγχρονου λαϊκού πολιτισμού, αποτελεί το κατά πόσον ο/η εκπαιδευτικός μπορεί να αντιληφθεί ότι τα πολιτισμικά φαινόμενα δε λειτουργούν έξω από την ιστορία. Συνεπώς, αν δεν επιτευχθεί η σύνδεση και η συνέχεια του παρελθόντος (λαϊκός πολιτισμός) με το παρόν (σύγχρονος λαϊκός πολιτισμός), δε θα μπορέσουμε να οικοδομήσουμε ικανοποιητικά εκπαιδευτικά σενάρια και μαθησιακές δραστηριότητες για τη διδασκαλία του λαϊκού πολιτισμού. Στην ίδια κατεύθυνση, δηλαδή στη σύνδεση του παρελθόντος με το παρόν, προσανατολίζονται και οι συνδέσεις που μπορεί να επιτύχει ο/η εκπαιδευτικός με την τοπική ιστορία κάθε περιοχής στο πλαίσιο της διδασκαλίας του/της, συμβάλλοντας έτσι στη διαμόρφωση μιας πληρέστερης άποψης των μαθητριών/ών για τον τοπικό πολιτισμό και την ιστορία (Καπανιάρης, 2020).

Ωστόσο η τοπική ιστορία και ο λαϊκός πολιτισμός βοηθά στο αποκτήσουν οι μαθητές/τριες την ιστορία του τόπου τους, να συνδέσουν την τοπική ιστορία με την γενική, να κατανοήσουν όψεις της ζωής των προγόνων τους και τέλος να συνειδητοποιήσουν τις αλλαγές που επήλθαν στο τόπο και στο τοπίο μέχρι μα πάρει τη σημερινή του μορφή. Βέβαια αν υπήρχε ο χώρος δηλαδή οι περιορισμοί που επιβάλλει το πλαίσιο ενός άρθρου σε μια εφημερίδα θα μπορούσαμε να απαριθμήσουμε και άλλα οφέλη από τη διδασκαλία των παραπάνω διδακτικών αντικειμένων τα οποία συμβάλουν στην διαφύλαξη και αξιοποίηση της τοπικής πολιτιστική κληρονομιάς αλλά κυρίως στη συγκρότηση της ατομικής και συλλογικής συνείδησης.

5+1 άρθρα για το μέλλον της μάθησης και της εκπαίδευσης
Το σημερινό πέμπτο άρθρο της σειράς «Ψηφιακές τεχνολογίες και μάθηση του 21ου αιώνα» γράφτηκε με αφορμή το βιβλίο: Καπανιάρης, Α. (2020). Ψηφιακή Λαογραφία και Εκπαίδευση, Εμπλουτισμένα Μέσα και Καινοτόμες Προσεγγίσεις στη Διδακτική του Λαϊκού Πολιτισμού. Αθήνα: Πεδίο.

Βιβλιογραφία
Καπανιάρης, Α. (2020). Ψηφιακή Λαογραφία και Εκπαίδευση, Εμπλουτισμένα Μέσα και Καινοτόμες Προσεγγίσεις στη Διδακτική του Λαϊκού Πολιτισμού. Αθήνα: Πεδίο, σ.57-58.
Παληκίδης, Α. (2015). Η τοπική ιστορία στο σχολείο. Παρουσίαση διαθέσιμη στο:
https://www.slideshare.net/despkaps/ss-47040064, Ανακτήθηκε 11 Ιουνίου 2021.
Τζιμογιάννης, Α. (2019). Ψηφιακές τεχνολογίες και μάθηση του 21ου αιώνα. Αθήνα: Κριτική, σ. 24-25.

* Ο δρ Αλέξανδρος Γ. Καπανιάρης είναι μεταδιδακτορικός ερευνητής του Τμήματος Ιστορίας & Εθνολογίας του Δ.Π.Θ. και συντονιστής Εκπαιδευτικού Έργου Πληροφορικής Θεσσαλίας.

Προηγούμενο ΆρθροΕπόμενο Άρθρο
Μοιραστείτε το