Πολιτισμός

Η «Συνάντηση» του Γιώργου Κιμούλη – Μια παράσταση των χεριών

 

Του
Κυριάκου Παπαγεωργίου

Ουδέποτε στην ιστορία του ελληνικού θεάτρου δόθηκε παράσταση, στην οποία πρωταγωνιστικό ρόλο έπαιξαν οι εκφραστικές ομιλίες των χεριών του πρωταγωνιστή.
Το πρόσωπο, το σώμα, οι κινήσεις, τα μέσα θεατρικής και παραστασιακής έκφρασης, έπαιξαν δευτερεύοντα ρόλο, παρά την τεράστια απήχηση που είχαν στην απόδοση του ρόλου τους, τα εκφραστικά τους προσόντα.
Ο Γιώργος Κιμούλης μπορεί να βυσσοδομήθηκε ως άτομο με διδακτικά ελαττώματα, αλλά ως σκηνοθέτης και ηθοποιός (ποιών ήθος και φως) απέχει παρασάγγας από όλους τους ηθοπλάστες σκηνικούς λειτουργούς του θεατρικού σανιδιού.
Η σύλληψη και μεταφορά, αλλά και η σκηνική και δραματική απόδοση του πρωτότυπου αυτού έργου του Αμερικανού Stephen Berber που στην Ελλάδα δεν θα μπορούσε να σταδιοδρομήσει από οποιαδήποτε άλλη ηθοπλαστική απόπειρα, στα χέρια της σκηνοθετικής έμπνευσης και δημιουργίας του Κιμούλη, έδρασε με έναν ανεπανάληπτο και δραματολογικό μηχανισμό, που δεν αφήνει περιθώρια αμφισβητήσεων του πολυτάλαντου οπλισμού της θεατρικής του σκευής.
Η «Συνάντηση» που παίχτηκε προχτές στον Βόλο κι έσπασε τα ταμεία στις πόλεις που περιόδευσε, ήταν μια όαση θεατρικής κουλτούρας για την πόλη μας.
Η «Συνάντηση» που έδειχνε ως μια ευτράπελη κωμωδία παρεξηγήσεων, δεν ήταν παρά μια σπαραχτική συνάντηση τριών δραματικών χαρακτήρων που ενώθηκαν για να μην ενωθούν ποτέ.
Γιατί η κάθε μία τραβάει τον δικό της δρόμο.
Στην παράσταση υπερχειλίζει η θεατρικότητα των δυο χεριών του ηθοποιού που κλέβουν ψηφίδες από την εκφραστική χειρονομία των προσώπων και του σώματος.
Ο Γιώργος Κιμούλης στήνει, σκηνοθετεί και παίζει, μεταφράζει και υποκλίνεται μπροστά σε ένα κείμενο με ιδιάζουσες δυσκολίες, καθώς είναι αιρετικό και ασυμβίβαστο με τη θεατρική κουλτούρα των συμβεβλημένων θιασαρχών και γι’ αυτό μια αντιμανιέρα στον τρόπο και το ύφος απόδοσης του θεατρικού κυβεύματος.
Η ζωηρή σκηνοθεσία, το αφαιρετικό σκηνικό, οι αποσπασματικοί μονόλογοι, το διχοστατικό πλέγμα της μοιραίας σύγκρουσης του ανίκανου δότη και ανάλγητου πατέρα από τη μια και του τρυποφράχτη γιου που αναζητά στα αζήτητα των σχέσεων της μάνας του, τη δική του ρίζα, δοσμένα ριζοσπαστικά και δραματοποιημένα με μια κωμικοτραγική διολίσθηση του διαλόγου, εκπονούν και καμινεύουν μιαν έξοχη παράσταση και μια πρωτότυπη για τα ελληνικά δεδομένα δεξαμενή από ηθοπλαστικά κοιτάσματα.
Ο γκέι χορογράφος Κιμούλης (σπάνια ηθογραφική φόρμα), η δημοσιογράφος που του παίρνει συνέντευξη και ο δαιμόνιος ερευνητής της καταγωγικής του ρίζας είναι ένα τρίο που συναντιέται απροσδόκητα στο διαμέρισμα του παλαίμαχου χορογράφου για να ξεδιπλώσει τις αρετές του με τα εφευρήματα του συγγραφέα και τις επινοήσεις του μεταπλάστη ηθοποιού, ο οποίος με δεξιοτεχνία επανακαθορίζει το κείμενο, φιλτράροντας την ελληνική ταυτότητα των ιδιαίτερων παθών του πρωταγωνιστή.
Ο Κιμούλης μιμείται τον Αριστοφάνη, αντιγράφει τον Σαίξπηρ και δραματοποιεί τον Τέννεσυ Ουίλιαμς.
Επιπλέον χειρονομεί διαρκώς ως άλλος Μνησίλοχος εμπλουτίζοντας την παράσταση με μια πρωτότυπη σκηνοθεσία δακτυλικών διαλόγων, που τους θέτει στην υπηρεσία του θεατρικού μετρονόμου.
Έξοχοι οι δυο συνεργάτες του ηθοποιοί, Άννα Μονογιού και Στάθης Παναγιωτίδης στους ρόλους των ανακριτών του πρωταγωνιστή.
Το έργο βασίζεται στη θεατρική επεξεργασία του Stephen Belber, με τον ίδιο τίτλο.
Μια παράσταση – βεγγαλικό στον ουρανό της θεατρικής μετριότητας, που αποτελεί κλειδί για σπουδές ανώτερων μαθηματικών του θεάτρου.
Με τη «Συνάντηση» του Κιμούλη το θέατρο ανασύρει από τα βάθη του τη χαμένη τιμή των παραστάσεων της ελληνικής σοδιάς.
Και αλέθει τη σπουδή της παράστασης στον μύλο της γνήσιας θεατρικής τριβής, μες στην οποία ζυμώνονται αμαλγάματα ηθογραφικής υποκριτικής.
Εκρηχτικό το υποκριτικό κρεσέντο του Κιμούλη, αστείρευτο ταλέντο ηθοπλασίας, σκηνοθετική ωριμότητα και λογοπλαστικό το μεταφραστικό του δαιμόνιο. Τυχεροί όσοι τον απήλαυσαν.
Παράσταση ολκής…

Προηγούμενο ΆρθροΕπόμενο Άρθρο
Μοιραστείτε το