Άρθρα

Η «σωκρατική ειρωνεία» ως βάση του υπαρξισμού του Κίρκεγκωρ

Του Νίκου Λυχναρόπουλου,
καθηγητή Παιδαγωγικών και Φιλοσοφίας

Στην πρώτη περίοδο της ιστορίας της φιλοσοφίας, η ελληνική φιλοσοφική σκέψη χαρακτηρίζεται από «εξωστρέφεια». Έχει επικεντρωμένο το ενδιαφέρον της στη λύση του κοσμολογικού ή οντολογικού προβλήματος, στην έρευνα για το «όντως ον».
Η «εσωστρέφεια» του φιλοσοφικού στοχασμού, δηλαδή η στροφή του προς τον ίδιο τον άνθρωπο με σκοπό την εξέταση των πνευματικών και ψυχικών του ιδιοτήτων, αρχίζει κυρίως με το παράγγελμα «γνώθι σαυτόν» του Σωκράτη, του πατέρα της ηθικής φιλοσοφίας. Ο Σωκράτης δηλαδή είναι εκείνος που πρώτος έστρεψε την προσοχή των φιλοσόφων από τη μελέτη του «είναι», δηλαδή της ουσίας των πραγμάτων, στη μελέτη της «ύπαρξης» του ανθρώπου.

Σωκράτης

Στους νεότερους χρόνους την αναγκαιότητα της στροφής του φιλοσοφικού στοχασμού προς τον άνθρωπο, τη μελέτη της ύπαρξής του, τονίζει ο επιφανής Δανός φιλόσοφος και θεολόγος Σαίρεν Κίρκεγκωρ, o θεωρούμενος ο πατέρας του υπαρξισμού. Οι πνευματικές ρίζες του Δανού φιλοσόφου είναι σωκρατικές. Όπως ο Σωκράτης, έτσι κι αυτός πιστεύει ότι ο άνθρωπος μπορεί να βρει την αλήθεια όχι στα πράγματα του εξωτερικού κόσμου, αλλά μέσα στον ίδιο του τον εαυτό. Αποδέχεται τη «σωκρατική ειρωνεία», η οποία εκφράζεται με το ρητό «Έν οίδα ότι ουδέν οίδα». Η σωκρατική ειρωνεία είναι τρόπος απελευθέρωσης του ανθρώπου από τα δεσμά της αυθεντίας και του δογματισμού. Ο Σωκράτης αμφιβάλλει για την εγκυρότητα των απόψεων των συνομιλητών του. Μάλιστα, θεωρεί τον εαυτό του σοφότερο των άλλων ανθρώπων στο ότι, ενώ δεν γνωρίζουν τίποτε, αυτοί νομίζουν ότι γνωρίζουν πολλά. Αντίθετα, ο Σωκράτης λέει ότι δεν γνωρίζει τίποτε κι επί πλέον έχει επίγνωση της άγνοιάς του. Η παραδοχή της άγνοιάς του αυτής έκανε το Μαντείο των Δελφών να θεωρήσει τον Σωκράτη ως τον πιο σοφό άνθρωπο της εποχής του. Ο Κίρκεγκωρ θεωρούσε τον εαυτό του μαθητή του Σωκράτη. Η διδακτορική του διατριβή είχε τον τίτλο «Η έννοια της ειρωνείας σε συνεχή αναφορά προς τον Σωκράτη». Από την έννοια της «σωκρατικής ειρωνείας» και την ανάγκη για στροφή του ανθρώπου προς τον εαυτό του, την ανάγκη για αυτογνωσία, οδηγήθηκε στο να θεωρήσει την ανθρώπινη ύπαρξη ως το σημείο αναφοράς των φιλοσοφικών του αναζητήσεων.

Για τον Δανό φιλόσοφο, «ύπαρξη» σημαίνει κυρίως το ανθρώπινο ον στην ιδιαιτερότητα και στη μοναδικότητά του. Όχι τον άνθρωπο ως έννοια, αλλά ως κάτι το ατομικό και το συγκεκριμένο, το οποίο δεν είναι δυνατόν να είναι μέρος κάποιου συστήματος, που κατασκεύασε η ανθρώπινη διανόηση. Ο Κίρκεγκωρ θεωρεί την προσαρμογή της ύπαρξης στο σύστημα ως κλίνη Προκρούστη, που έχει ολέθριες συνέπειες για το άτομο, γι αυτό δίνει προτεραιότητα στην ύπαρξη έναντι της ουσίας. Το κύριο χαρακτηριστικό της ουσίας είναι η αναγκαιότητα, ενώ της ύπαρξης είναι η ελευθερία. Στην ίδια κατεύθυνση κινείται κι ο Γάλλος υπαρξιστής φιλόσοφος Σαρτρ, ο οποίος θεωρεί ότι « Η ύπαρξη προηγείται της ουσίας».
Κατά τον Κίρκεγκωρ, ο άνθρωπος στην πορεία της ζωής του διέρχεται από τα εξής τρία στάδια: το αισθητικό, το ηθικό και το θρησκευτικό.

Κίρκεγκωρ

Α’ Το αισθητικό στάδιο. Στο στάδιο αυτό γίνεται κίνηση του ανθρώπου από μέσα προς τα έξω, προς τον κόσμο των αισθήσεων. Σε αυτό παρατηρούμε τρεις φάσεις.
Στην πρώτη φάση, της οποίας το κύριο χαρακτηριστικό είναι η φιληδονία και η αμεσότητα, ο άνθρωπος παρουσιάζεται ως κυνηγός των σωματικών απολαύσεων.
Στη δεύτερη φάση του αισθητικού σταδίου, ο άνθρωπος έχει στραμμένο το ενδιαφέρον του σε θέματα που σχετίζονται με την επιστήμη. Ο άνθρωπος κάνει θεωρητικές αναζητήσεις, όμως βρίσκεται μακριά από τα πραγματικά γεγονότα και είναι κενός από ύπαρξη. Πάντως κάποια στιγμή αντιλαμβάνεται ότι η επιστήμη αδυνατεί να λύσει όλα τα θεωρητικής και υπαρξιακής φύσης προβλήματα, που τον απασχολούν, και καταλήγει στην αμφιβολία και στην αγωνία.
Αλλά και στη νεότερη εποχή, την αμφιβολία του απέναντι στην αξία των κατακερματισμένων γνώσεων, που παρέχουν οι επιστήμες στον άνθρωπο, και των πληροφοριών, εκφράζει κι ο νομπελίστας Άγγλος ποιητής Θ. Έλιοτ.

Στο ποίημα «Χορικά από τον βράχο» γράφει:
Πού είναι η ζωή που τη σπαταλήσαμε ζώντας;
Πού είναι η σοφία που τη χάσαμε στη γνώση;
Πού είναι η γνώση, που τη χάσαμε στις πληροφορίες;
Στη δεύτερη αυτή φάση δεν ικανοποιείται ο άνθρωπος από τις γνώσεις και οδηγείται, μοιραία, στην τρίτη φάση του αισθητικού σταδίου, η οποία
ως κύριο χαρακτηριστικό της έχει την απελπισία.

Β΄ Το ηθικό στάδιο. Ο αισθητικός (αισθησιακός) τρόπος ζωής έχει ως κατάληξη την απελπισία. Από αυτό ακριβώς το σημείο αρχίζει το ηθικό στάδιο. Είναι το στάδιο της εκλογής, της αυτοδέσμευσης, του καθήκοντος. Ο Κίρκεγκωρ φρονεί ότι, όταν ο άνθρωπος τίθεται, κάθε φορά που θέλει να κάνει μια εκλογή, ανάμεσα σε δυο δυνατότητες, είτε θα επιλέξει τη μία είτε την άλλη. Με την εκλογή του αυτή ο άνθρωπος αποκτά πλέον συνείδηση της κατάστασής του και απελευθερώνεται από τα δεσμά της αισθησιακής ζωής. Γίνεται στροφή προς τα μέσα, προς τον εσωτερικό του κόσμο, κι ο άνθρωπος ανακαλύπτει τον εαυτό του, την αυθεντικότητά του.

Γ΄ Το θρησκευτικό στάδιο. Το στάδιο αυτό, κατά το οποίο ο άνθρωπος επιτυγχάνει την τελική λύτρωσή του, χαρακτηρίζεται από την υποταγή του ανθρώπου και τη δέσμευσή του προς τον Θεό κι ιδιαίτερα προς τον Χριστό. Η πίστη είναι αυτοθυσία και ως αυτοθυσία είναι πόνος. Ο πόνος νεκρώνει τα πάθη και λυτρώνει τον άνθρωπο. Όχι η ευχαρίστηση, που προέρχεται από τον κόσμο των αισθήσεων, αλλά ο πόνος είναι το χαρακτηριστικό του αληθινού χριστιανού. Κατά τον Κίρκεγκωρ, ο Ιώβ είναι ο αντιπροσωπευτικός τύπος του σταδίου αυτού.

Ανακεφαλαιώνοντας, μπορούμε να πούμε ότι τα κύρια χαρακτηριστικά της φιλοσοφίας του Κίρκεγκωρ είναι η ύπαρξη και η ελευθερία. Η ύπαρξη δεν είναι δεδομένη, αλλά προηγείται της ουσίας. Η ελευθερία εκδηλώνεται ως ελευθερία εκλογής. Το είδος αυτό της ελευθερίας αντιστοιχεί με εκείνο που ο γνωστός Αμερικανός συγγραφέας Έριχ Φρομ αποκαλεί «ελευθερία προς». Αυτό είναι το είδος της ελευθερίας, κατά το οποίο ο άνθρωπος έχοντας απαλλαγεί από εσωτερικούς περιορισμούς και εξωτερικούς καταναγκασμούς, αποκτά την αυθεντικότητά του, γίνεται αυτεξούσιος.

Όπως αναφέραμε πιο πάνω, για τον Κίρκεγκωρ, το ανώτερο στάδιο που πρέπει να φθάσει άνθρωπος είναι το θρησκευτικό, που χαρακτηρίζεται από την υποταγή του ανθρώπου στις εντολές του Θεού και ιδιαίτερα του Χριστού. Όμως τον χριστιανισμό των ημερών του ο Δανός στοχαστής τον θεωρούσε ως έναν «ειδωλολατρίζοντα χριστιανισμό», δηλαδή έναν εκκοσμικευμένο χριστιανισμό, ο οποίος είχε οδηγήσει σε παραμόρφωση του γνήσιου θρησκευτικού πνεύματος.

Αλλά και στις ημέρες μας, εκφράζοντας τη λύπη του για την απομάκρυνση του σύγχρονου ανθρώπου από τη γνήσια ηθικότητα και θρησκευτικότητα, ο σεβάσμιος ιεράρχης, ο αρχιεπίσκοπος Αλβανίας Αναστάσιος, κατ’ απομίμηση των λεγομένων από τον Έλιοτ, λέει:

Πού είναι η ελευθερία, που τη χάσαμε στον φιλελευθερισμό;
Και πού είναι ο γνήσιος φιλελευθερισμός, που τον χάσαμε στην ιδιοτέλεια;
Πού είναι η αγάπη, που την έχουμε χάσει στον ερωτισμό;
Και πού είναι ο γνήσιος έρωτας, που τον έχουμε χάσει στο σεξ;
Πού είναι η πίστη, που την έχουμε χάσει σε μια τυπική θρησκευτικότητα;
Και πού είναι η γνήσια θρησκευτικότητα, που την έχουμε χάσει σε μια
τυπολατρία;

Θέτουμε ως κατακλείδα του παρόντος άρθρου τα σοφά αυτά λόγια του ως άνω σεβάσμιου ιεράρχη, με την προσδοκία να αποτελέσουν αυτά, για κάθε εχέφρονα αναγνώστη, πηγή προβληματισμού πάνω στο θέμα των αιτίων των ηθικής φύσεως ανθρώπινων παρεκτροπών, που παρουσιάζονται στη σύγχρονη κοινωνία.

Προηγούμενο ΆρθροΕπόμενο Άρθρο
Μοιραστείτε το