Άρθρα

Η παιδαγωγική διάσταση της ανάγνωσης λογοτεχνικών κειμένων στο Νηπιαγωγείο

Της Έλενας Χ. Στανιού*

Η ανάγνωση, ως μία γενική έννοια και μία πράξη γνώσης και δημιουργίας, δίνει στον άνθρωπο τη δυνατότητα να έχει πρόσβαση σε κάθε είδους πληροφόρηση – πράγμα που τον ωθεί προς μία πνευματική προσωπική και κοινωνική ανάπτυξη – και του προσφέρει, επίσης, στιγμές ευχαρίστησης και ψυχαγωγίας. Κάθε αναγνώστης, ακόμη και ο μαθητής του νηπιαγωγείου, προσέρχεται πάντα μπροστά σε ένα κείμενο με ετοιμότητα και τον σκοπό να κάνει υποθέσεις πάνω σ’ αυτό που διαβάζει ή που του διαβάζουν. Βρίσκει νόημα, ακόμη κι όταν δεν γνωρίζει κάποιες λέξεις ή έννοιες, τις οποίες συσχετίζει με προηγούμενες εμπειρίες του. Μάλιστα, η ανάγνωση λογοτεχνικών κειμένων παρουσιάζει ιδιαίτερο ενδιαφέρον για τα παιδιά, όταν μπορούν, με τις κατάλληλες παιδαγωγικές προσεγγίσεις, να συσχετίσουν αυτό που ακούν με αυτό που τους ενδιαφέρει να μάθουν. Με τον τρόπο αυτό, ο νηπιαγωγός προωθεί την ανάγνωση στην τάξη και προάγει την αγάπη του παιδιού γι’ αυτή, που είναι και βασικός σκοπός της αγωγής.

Βέβαια, για να πετύχει μία καλή και ουσιαστική επαφή των μαθητών του με τη λογοτεχνία, ο νηπιαγωγός πρέπει να εξασφαλίσει τη δημιουργία μιας στέρεης και σωστής επικοινωνιακής βάσης, δηλαδή το κατάλληλο ψυχοπαιδαγωγικό κλίμα, όπου θα επιτευχθεί η καλύτερη προσέγγιση του λογοτεχνικού κειμένου. Και η τάξη του νηπιαγωγείου είναι ο κατ’ εξοχήν χώρος, όπου μπορούν να ευοδωθούν αναγνωστικές εμπειρίες. Με τη δημιουργία της γωνιάς της αφήγησης και τα μουσικά ή λεκτικά μοτίβα που θα χρησιμοποιεί ο νηπιαγωγός, τα οποία θα σηματοδοτούν τη συγκέντρωση των παιδιών στη γωνιά για την ανάγνωση μιας ιστορίας, αλλά και τη μεθοδική οργάνωση της βιβλιοθήκης της τάξης (Τσιλιμένη, 2011), η λογοτεχνική αγωγή θα συμβάλλει στην πνευματική και γλωσσική καλλιέργεια των νηπίων, την ανάπτυξη της ευαισθησίας και της φαντασίας και θα δημιουργήσει στα παιδιά μια πολιτισμική μνήμη, όπου θα εγκαθίστανται κάθε φορά οι νέες αναγνωστικές εμπειρίες. Τα παιδιά, με τη βοήθεια του νηπιαγωγού αρχικά, και σιγά σιγά μόνα τους, θα αρχίσουν να αποκωδικοποιούν τις λογοτεχνικές ιστορίες που ακούν, θα παράγουν νοήματα και σημασίες και θα αρχίσουν να εμπλέκονται σε μια διαδικασία σχηματισμού πολιτιστικής ταυτότητας και κριτικής σκέψης, ωρίμανσης της προσωπικότητας και διαμόρφωσης του κοινωνικού τους τύπου. Έτσι, θα μάθουν να έχουν κίνητρο, δηλαδή να επιλέγουν αναγνώσματα για ποικίλους σκοπούς, όπως η ψυχαγωγία ή η απόκτηση μιας καινούργιας γνώσης, να αντλούν πληροφορίες από ήδη αποκωδικοποιημένες πληροφορίες, για να κατανοήσουν τις νέες, και να χρησιμοποιούν στρατηγικές, για να ερμηνεύσουν νέα δεδομένα, και να επικοινωνούν με τους άλλους, να μοιράζονται αυτό που διάβασαν ή άκουσαν με τους συμμαθητές τους και άλλα πρόσωπα του περιβάλλοντός τους.

Ωστόσο, η παιδαγωγική διάσταση και η ευεργετική επίδραση της ανάγνωσης λογοτεχνικών κειμένων στο νηπιαγωγείο έχει να κάνει και με την ανάπτυξη της αυτοεκτίμησης και της αυτοαντίληψης των νηπίων και την εκτόνωση επιθυμιών και συναισθημάτων, συμβάλλοντας στην κοινωνικοσυναισθηματική και ψυχολογική συγκρότηση των παιδιών. Γιατί η λογοτεχνία προσφέρει ειδική βοήθεια σε παιδιά που έχουν συγκεκριμένες ανάγκες, όταν προβάλλει ήρωες που ζουν καταστάσεις ανάλογες με τις δικές τους, ήρωες που φοβούνται, που δειλιάζουν, που αγνοούν, που αμφισβητούν, που δεν νικούν πάντα (Αναγνωστόπουλος, 2003). Μέσα από τα λογοτεχνικά κείμενα, τα παιδιά αντιμετωπίζουν, εκ του ασφαλούς, αυτά τα καθημερινά θέματα, βάζουν σε τάξη τις δικές τους εμπειρίες και τα δικά τους προβλήματα και μετατρέπουν τα βιβλία σε ένα αντίστοιχο με το δικό τους περιβάλλον, απ’ όπου θα μάθουν να βρίσκουν και αυτά λύσεις για τα δικά τους προβλήματα. Ο νηπιαγωγός, μέσα από τον παιδαγωγικό του ρόλο και γνωρίζοντας τα παιδιά, καθώς ζει μαζί τους σε καθημερινή βάση, θα επιλέγει βιβλία που να ανταποκρίνονται στις ανάγκες και τα ενδιαφέροντά τους και θα δίνει στα παιδιά τη δυνατότητα να ανταλλάσσουν απόψεις, να εκφράζουν τις εντυπώσεις και τις προσωπικές τους σκέψεις, να προτείνουν υποθέσεις και ερμηνείες, να εκφράζουν συγκινήσεις και εκπλήξεις. Με άλλα λόγια, να εντάσσονται τα ίδια στην ιστορία, να γνωρίζουν τους ήρωες και να νιώθουν ότι μπορούν και να τους βοηθήσουν, αλλά και να βοηθηθούν. Και αυτό δεν είναι δύσκολο, αν σκεφτεί κανείς ότι η ηλικία των παιδιών του νηπιαγωγείου τους επιτρέπει να βρίσκονται ακόμη στο μεταίχμιο φαντασίας και πραγματικότητας, στην οποία ακριβώς θέση βρίσκεται και η λογοτεχνία, γεγονός που δημιουργεί ανάμεσα σ’ αυτή και τα νήπια την αίσθηση της οικειότητας και του αλληλοσεβασμού.

Βέβαια, δεν είναι όλα τα λογοτεχνικά κείμενα φτιαγμένα για να διαβάζονται με τον ίδιο τρόπο. Άλλα έχουν εικόνες που τις βλέπουν τα παιδιά παράλληλα με την ανάγνωση, άλλα διαβάζονται σιγά σιγά, άλλα αποσπασματικά. Ο νηπιαγωγός, γνωρίζοντας αυτά τα ψυχολογικά και παιδαγωγικά δεδομένα, δημιουργεί μέσα στην τάξη ένα εύφορο πεδίο αναγνωστικής εμπειρίας και φέρνει τα παιδιά σε επαφή με τη λογοτεχνία, ώστε να τα βοηθήσει να αναπτύξουν συνήθειες ανάγνωσης, που θα συνεχίσουν να έχουν και στις επόμενες σχολικές βαθμίδες, αλλά και στην ενήλικη ζωή τους. Γιατί η λογοτεχνία διαπαιδαγωγεί, αποκαλύπτει λανθάνουσες κοινωνικές ή ατομικές καταστάσεις, διαμορφώνει ηθικές αξίες και πρότυπα. Συμβάλλει στην ευαισθητοποίηση του ανθρώπου και στην ομαλότερη και πιο ολοκληρωμένη ένταξή του στο κοινωνικό σύνολο και τις κοινωνικές σχέσεις (Μαλαφάντης, 2005). Τελικά, «ίσως να είχαν δίκιο που έβαλαν την αγάπη στα βιβλία. Ίσως επειδή δεν θα μπορούσε να ζει πουθενά αλλού» (Γουίλιαμ Φώκνερ).

* Η Έλενα Χ. Στανιού είναι δρ Παιδικής Λογοτεχνίας Πανεπιστημίου Θεσσαλίας, νηπιαγωγός-συγγραφέας

Προηγούμενο ΆρθροΕπόμενο Άρθρο
Μοιραστείτε το