Άρθρα

Η νέα ασφαλιστική μεταρρύθμιση σηματοδοτεί την ανακωχή ή/και την παύση του πολέμου των γενεών

της Ζέττας Μ. Μακρή

Για μία ακόμη φορά, η κυβέρνηση του Κυριάκου Μητσοτάκη, διά της νομοθέτησης της επιβεβλημένης, πλέον, ασφαλιστικής μεταρρύθμισης, δείχνει στην ελληνική κοινωνία, τη σοβαρότητα με την οποία αντιμετωπίζει τις νέες αφετηρίες της χώρας και τη νέα κουλτούρα που πρεσβεύει για την επιστροφή της στην κανονικότητα.
Η επιτυχία των πολιτικών προϋποθέτει αλλαγές σε αντιλήψεις, συνεχή αναζήτηση απαντήσεων σε πρωτόγνωρα και πολύπλοκα οικονομικά και κοινωνικά προβλήματα, και «αποστολή στον κάδο των αχρήστων» πολλών εμπεδωμένων και παρελθοντικών παραδοχών και ενεργειών, που δεν αφορούν μόνο στο κράτος, αλλά και στη συλλογική μας και ατομική μας λειτουργία.
Η νέα ασφαλιστική μεταρρύθμιση, θέτει, επιτέλους, τα θεμέλια και τα εχέγγυα για την εμπιστοσύνη της κοινωνίας προς το πολιτικό σύστημα.
O θεσμός του δημοσίου συστήματος κοινωνικής ασφάλισης βρίσκεται στο επίκεντρο σοβαρών αμφισβητήσεων όχι μόνο εντός της χώρας, αλλά και παγκοσμίως. Ιδιαίτερα την τελευταία δεκαετία, η αμφισβήτηση γίνεται περισσότερο έντονη αφού η οικονομική ύφεση βρίσκεται, πολλαπλώς και ποικιλοτρόπως, σε έξαρση και, συνεπώς, πολλά από τα στερεότυπα του παρελθόντος είναι ήδη υπό κατάρρευση ή έχουν καταρρεύσει.
Τη δεκαετία που, ήδη, αρχίσαμε να διανύουμε, η ανθρωπότητα βρίσκεται, πλέον, αντιμέτωπη με τουλάχιστον πέντε κρίσιμα προβλήματα, όπως είναι:
1. η οξύτατη «δημογραφική γήρανση»,
2. το κολοσσιαίο ζήτημα της κλιματικής αλλαγής
3. το πρόβλημα των ενεργειακών αποθεματικών και η διαχείρισή τους,
4. η ραγδαία ανάπτυξη των καινοτόμων τεχνολογιών, και, τέλος,
5. η εγγύηση και διασφάλιση ενός ικανοποιητικού βιώσιμου μέλλοντος των επόμενων γενεών που είναι σίγουρα πάρα πολύ δύσκολος στόχος.
Τα ως άνω προκλητικά και βασανιστικά ζητήματα απαιτούν κρίσιμες αλλαγές για το μέλλον, οι οποίες θα υπερβαίνουν το παρελθόν μας, αφού, όμως, πρώτα, θα έχουμε αφομοιώσει τα μαθήματα από τα λάθη της πρότερης ιστορίας μας.

Ορισμένες από τις εξελίξεις αυτές είναι, πλέον, πολύ ορατές. Ήδη, η Ευρώπη έχει αρχίσει να σχεδιάζει και να χαράσσει στρατηγικές και πολιτικές, συνολικά και ολιστικά, για την κλιματική αλλαγή, την εφαρμογή της Πράσινης Συμφωνίας μεταξύ των κρατών-μελών της, την ανάπτυξη δεξιοτήτων και ικανοτήτων για την καταιγιστική υλοποίηση της 4ης Βιομηχανικής Επανάστασης. Και σε επίπεδο κρατών – μελών, το κάθε ένα από αυτά προσπαθεί να θωρακισθεί και να μεταρρυθμισθεί ώστε να επιβιώσει εντός των νέων τάσεων και γεωπολιτικών συνθηκών που διαμορφώνονται.
Ορισμένα κράτη – μέλη έχουν αποδείξει ότι είναι σε θέση να εκμεταλλευτούν τις αλλαγές, ώστε να περιορίσουν τις δυσμενείς επιπτώσεις, αλλά και να ωφεληθούν θετικά. Δεν είναι άλλωστε τυχαίο που το τελευταίο δίμηνο, η Γαλλία συγκλονίζεται από τη χάραξη της νέας ασφαλιστικής της προοπτικής, η οποία χαρακτηρίζεται από τη βασική μεταρρύθμιση της εφαρμογής ενιαίων κανόνων σε 40 ασφαλιστικά ταμεία. Αυτή τη βασική μεταρρύθμιση, η οποία επιβάλλεται στη Γαλλία λόγω της δημογραφικής γήρανσης από την ίδια την κυβέρνηση Μακρόν, στην Ελλάδα επιβλήθηκε από τους θεσμούς 10 χρόνια πριν, αναγκαστικά και βεβιασμένα, λόγω της χρεωκοπίας της χώρας.
Παρόλο που ήταν γνωστό από το 1958 ότι το κυρίαρχο πρόβλημα της κοινωνικής ασφάλισης στην Ελλάδα ήταν η «πλήρης ανισότητα προστασίας, ώστε η περί ισότητος των πολιτών συνταγματική αρχή να έχει τελείως λησμονηθεί» όπως γράφει ο καθηγητής Πλάτων Τήνιος στην «ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ», καμία λειτουργική διαχείριση του θέματος δεν έλαβε χώρα όλες αυτές τις δεκαετίες. Αντιθέτως, η αδράνεια αυτή λειτουργούσε τοξικά και σωρευτικά.

Σύμφωνα με τον πρώην υπουργό Εργασίας και καθηγητή Τάσο Γιαννίτση, «το ασφαλιστικό ζήτημα αντικατοπτρίζει μια θεμελιακή σύγκρουση στο εσωτερικό μιας κοινωνίας: Την πάλη και τη σύγκρουση για την κατανομή του εισοδήματος (και του ΑΕΠ), που παράγεται κάθε χρονιά, μεταξύ αυτών που συμμετέχουν στην παραγωγή του και εκείνων που δεν παράγουν, αλλά έχουν δικαίωμα συμμετοχής στο παραγόμενο εισόδημα μέσω των κανόνων συνταξιοδότησης». Τη συγκεκριμένη σύγκρουση τη βιώσαμε, την πληρώσαμε πολύ ακριβά στο παρελθόν και την πληρώνουμε ακόμη και σήμερα λόγω του αρνητισμού και των ευφυολογημάτων του «χθες».
Για πολλούς έγκριτους οικονομολόγους στην Ελλάδα, το ασφαλιστικό ήταν σημαντικό ως γενεσιουργός παράγοντας της κρίσης του 2009. Είχε σημαντική επίδραση στη μεγάλη ύφεση, τη δημοσιονομική κατάρρευση, την ανεργία, την καθίζηση των επενδύσεων, τις περικοπές εισοδημάτων και κοινωνικών δαπανών και την αύξηση της φορολογίας. Για αυτό μιλούν οι αριθμοί που είναι αμείλικτοι, αφού οι ετήσιες δημόσιες δαπάνες για τη διάσωσή του κυμαίνονταν, την τελευταία δεκαετία, περίπου μεταξύ 120% και 237% των μη κρατικών πόρων του ασφαλιστικού συστήματος.
Αυτή την τοξική κανονικότητα, έρχεται, επιτέλους, να ανατρέψει το νέο ασφαλιστικό νομοσχέδιο που έφερε η πολιτική ηγεσία του υπουργείου Εργασίας. Διότι διαφορετικά, η επιλογή της «αδράνειας» θα προκαλέσει ακόμα μεγαλύτερο κόστος και επιδείνωση.
Το νέο ασφαλιστικό νομοσχέδιο χαρακτηρίζεται από βιωσιμότητα και ρεαλισμό, καθώς είναι το πρώτο νομοσχέδιο στην ιστορία της χώρας που συνοδεύεται από πλήρη ειδική αναλογιστική μελέτη για τις κύριες και επικουρικές συντάξεις και από ολοκληρωμένη μελέτη επάρκειας συντάξεων του Οικονομικού Πανεπιστημίου Αθηνών, ενώ η βιωσιμότητά του είναι εγγυημένη μέχρι το 2070.

Ακόμη, είναι σύγχρονα και αρχιτεκτονικά δομημένο καθώς υπάρχει η πρόνοια της συγκρότησης και σύστασης της ψηφιακής μορφής του Εθνικού φορέα Κοινωνικής Ασφάλισης, στον οποίο εντάσσεται και το Ενιαίο Ταμείο Επικουρικής Ασφάλισης και Εφάπαξ Παροχών, το λεγόμενο ΕΤΕΑΕΠ. Αυτή η τεχνική αναδόμηση του φορέα δημιουργεί μεγάλες οικονομίες κλίμακος στη διαχείριση του ανθρώπινου δυναμικού του νέου οργανισμού, ενώ, ταυτόχρονα οδηγεί σε ταχύτερο χρόνο απονομής των συντάξεων.
Επίσης, θεσπίζεται, για πρώτη φορά, η ψηφιακή σύνταξη, εγχείρημα που αποσκοπεί στη διευκόλυνση του πολίτη και στην ελαχιστοποίηση του χρόνου για την ολοκλήρωση των απαιτούμενων διοικητικών διαδικασιών για την απονομή της.

Παράλληλα, ενισχύεται η κοινωνική και ασφαλιστική δικαιοσύνη, η ανταποδοτικότητα, η αναλογικότητα και η επιχειρησιακή ελευθερία, ενώ καθιερώνεται για πρώτη φορά ένα καινοτόμο και ανταποδοτικό σύστημα ελεύθερης επιλογής ασφαλιστικών εισφορών, όπου ο καθένας θα μπορεί να επιλέξει ελεύθερα την κατηγορία των ασφαλιστικών του εισφορών, είτε προς τα πάνω είτε προς τα κάτω, για όσο χρόνο επιθυμεί, ανάλογα με την οικονομική δυνατότητα και για τη μελλοντική του σύνταξη.
Ταυτόχρονα, είναι το πρώτο ασφαλιστικό νομοσχέδιο μετά από δώδεκα χρόνια κρίσης, που δεν θα έχει καμία μείωση στις συντάξεις. Αντίθετα, θα έχει αυξήσεις και θα αποκατασταθεί η δικαιοσύνη για όσους έχουν εργαστεί περισσότερο και παράλληλα να ενισχυθεί η ανταποδοτικότητα των συντάξεων.
Βασικός στόχος της συγκεκριμένης μεταρρύθμισης είναι όχι μόνο η επίλυση των στρεβλώσεων του παρελθόντος, αλλά, κυρίως, η ανακωχή ή/και η παύση του πολέμου των γενεών. Σήμερα, πλέον, οι νέοι που εργάζονται καλούνται να θυσιάσουν πολύ περισσότερα από όσα θυσίασαν οι παλαιότεροι, είτε μέσω μεγαλύτερων ασφαλιστικών εισφορών, είτε μέσω νέων φόρων, άλλων εισφορών ή τελών, είτε μέσω περικοπών δημοσίων δαπανών, ενώ έχουν και το βάρος της αποπληρωμής στο μέλλον των δυσβάστακτων οφειλών του παρελθόντος. Η πραγματικότητα του διαγενεακού χάσματος πρέπει να αμβλυνθεί και να καταστεί δίκαιη.
Για να εμπεδωθεί η αίσθηση ότι στο ασφαλιστικό θα υπάρξει επιτέλους μια σταθερή λύση απαιτείται μια νέα κοινωνική συμφωνία, που δεν μπορεί να υπάρξει χωρίς συλλογική αναγνώριση λαθών, συλλογική αντίληψη για τις νέες επιλογές και, πάντως, με ορίζοντα όχι τα δύο ή τρία χρόνια, αλλά σημαντικά μεγαλύτερο βάθος χρόνου. Θα πρέπει να δώσουμε αυτή τη δυνατότητα της εφαρμογής αλλά και της πίστωσης χρόνου στη νέα ασφαλιστική μεταρρυθμιστική προοπτική.

*προέδρου της Ειδικής Μόνιμης
Επιτροπής Περιφερειών,
βουλευτή Ν. Μαγνησίας – ΝΔ

Προηγούμενο ΆρθροΕπόμενο Άρθρο
Μοιραστείτε το