Άρθρα

Η μάθηση στην εκπαίδευση

 

Του
Γ. Καπουρνιώτη

Από τότε που άρχισε να λειτουργεί η προγραμματισμένη εκπαίδευση, είναι διάχυτη η άποψη ότι οι μαθητές φοιτούν στο σχολείο (σε κάθε σχολείο) για να μάθουν. Στη σύγχρονη εποχή η εκπαίδευση αναφέρεται στη μάθηση και απόκτηση γνώσεων και δεξιοτήτων για ένα ευρύ φάσμα πληροφοριών, πολλές από τις οποίες αποκτώνται μέσω της γλώσσας, δηλαδή του προφορικού και γραπτού λόγου.
Αυτή η βασική θέση για τη μάθηση στην εκπαίδευση αντανακλάται και στη λαϊκή ρήση «μάθε παιδί μου γράμματα για να γίνεις Άνθρωπος». Σύμφωνα με αυτήν, ο άνθρωπος γίνεται Άνθρωπος με τα γράμματα, δηλαδή με τη μάθηση, την εκπαίδευση, την παιδεία. Έτσι σε αυτή τη λαϊκή ρήση προσδιορίζεται αφενός μεν ο γενικός σκοπός της αγωγής και της παιδείας, δηλαδή «ο άνθρωπος να γίνει Άνθρωπος» και αφετέρου δε ο ενεργητικός ρόλος του ατόμου στη μάθηση, διότι αναφέρει «μάθε παιδί μου» δηλαδή εσύ να μάθεις και όχι… «να σου μάθουν».
Η μάθηση δεν προσφέρεται, αλλά κατακτιέται μετά από συνειδητή προσπάθεια. Τούτο δηλώνει ότι η μάθηση είναι έργο και ευθύνη του ατόμου που μαθαίνει, δηλαδή του μαθητή και όχι του ατόμου που προσφέρει τις πληροφορίες και οργανώνει τη μαθησιακή κατάσταση, δηλαδή του δασκάλου. Επομένως ο ρόλος των γονέων, των δασκάλων, του σχολείου δεν είναι να μάθουν στο παιδί γράμματα, αλλά να οργανώσουν εκείνες τις συνθήκες και να φέρουν σε επαφή το άτομο με τις κατάλληλες πληροφορίες έτσι ώστε να το βοηθήσουν για να μπορεί να μάθει μόνο του.
Όπως η πέψη δεν μπορεί να γίνει από τον γονέα που προσφέρει την τροφή στο παιδί, αλλά είναι ανάγκη να γίνει από το πεπτικό σύστημα του ίδιου του παιδιού που τρώει, κατ’ ανάλογο τρόπο η μάθηση και η απόκτηση γνώσεων δεν είναι δυνατόν να προσφερθεί ή να γίνει από τον δάσκαλο για λογαριασμό του μαθητή, αλλά πρέπει να διεκπεραιωθεί από το νοητικό σύστημα του ίδιου του μαθητή που μαθαίνει.
Όμως, το πόσο συγχέεται το έργο της μάθησης και απόκτησης γνώσεων – που είναι αποκλειστική ευθύνη του μαθητή – με το έργο της προσφοράς των πληροφοριών για μάθηση – με το έργο του δασκάλου, φαίνεται από την παρακάτω έκφραση που ακούγεται πολλές φορές στην εκπαίδευση: «Ο δάσκαλος θα σου μάθει μαθηματικά ή ελληνικά ή φυσική κ.ά.». Στη συγκεκριμένη έκφραση το λάθος βρίσκεται στο ότι η μάθηση, από έργο του παιδιού που μαθαίνει, γίνεται έργο του δασκάλου, ο οποίος ισχυρίζεται στο μαθητή πως «θα του μάθει…» αντί του σωστού «θα τον βοηθήσει ώστε να μπορέσει να μάθει μόνο του».
Επομένως συνάγεται ότι ο ρόλος της διδασκαλίας στη μάθηση συνίσταται στην οργάνωση των εξωτερικών παραγόντων, έτσι ώστε να επιτυγχάνεται το μεγαλύτερο δυνατό μαθησιακό αποτέλεσμα. Αυτό εξαρτάται όχι μόνο από τους εξωτερικούς παράγοντες – τη διδασκαλία, το διδακτικό βιβλίο – αλλά είναι συνάρτηση και των εσωτερικών νοητικών λειτουργιών του ατόμου που μαθαίνει. Συνεπώς, για να μπορεί ο μαθητής, ο φοιτητής που μαθαίνει να επιτυγχάνει ένα ικανοποιητικό μαθησιακό έργο και αποτέλεσμα, δεν αρκεί ο δάσκαλός του να είναι ενημερωμένος για τους εξωτερικούς παράγοντες που διευκολύνουν τη μάθηση – τη μέθοδο διδασκαλίας ή την αξιολόγηση του μαθητή – αλλά να είναι εξίσου απαραίτητο να είναι καλά ενημερωμένος και για τις νοητικές λειτουργίες του μαθητή, με τις οποίες συντελείται η μάθηση. Αυτό θα συμβάλει στο να κατανοήσει ο εκπαιδευτικός το πώς μαθαίνει το παιδί – ο μαθητής/τρια και συνεπώς πώς να τον βοηθήσει αποτελεσματικά όταν ο μαθητής αντιμετωπίζει γενικές ή ειδικές δυσκολίες στη μάθηση.
Επιπροσθέτως, στην περίπτωση της οργανωμένης μάθησης – η μάθηση στην εκπαίδευση – ο σκοπός δεν είναι απλώς ο μαθητής να μάθει, αλλά να μάθει έχοντας τη μεγαλύτερη δυνατή ευχαρίστηση και απόδοση και, ταυτόχρονα, με τη μικρότερη σπατάλη νοητικού έργου. Για να επιτευχθεί μια τέτοιου είδους μάθηση, θεωρούμε ότι η αναγκαιότητα της ανάλυσης του ψυχολογικού πλαισίου της μάθησης και απόκτησης των γνώσεων είναι αυτονόητη. Ο J. Adams στις αρχές του 20ού αιώνα είχε επισημάνει ότι: «Για να διδάξεις (ως δάσκαλος) τον Γιάννη (δηλαδή τον οποιοδήποτε μαθητή) Λατινικά, έτσι ώστε όχι μόνο να μάθει Λατινικά, αλλά και να αγαπήσει τα Λατινικά, δεν αρκεί απλώς να ξέρεις Λατινικά, αλλά πρέπει να ξέρεις και τον Γιάννη»! Ο δάσκαλος για να γνωρίσει το Γιάννη, είναι ανάγκη ο ίδιος ο δάσκαλος να αποκτήσει γνώσεις σχετικά με το «ποιος είναι ο Γιάννης», δηλαδή η ψυχολογία του Γιάννη.
Θα πρέπει να ξέρει ο εκπαιδευτικός το «πώς μαθαίνει ο Γιάννης» και ειδικότερα «πώς αντιλαμβάνεται», «πώς θυμάται», «τι θυμάται», «γιατί ξεχνά», «πώς μιλά», «πώς διαβάζει», «πώς κατανοεί», «τι κατανοεί», «πώς γράφει», «πώς σκέφτεται», «πώς λύνει διάφορα προβλήματα» κ.τ.λ. Ειδικότερα στις περιπτώσεις των μαθησιακών δυσκολιών, πρέπει να εξακριβώσει «γιατί ο Γιάννης δεν μπορεί να μάθει».
Συνεπώς, για να μπορέσουν τα σημερινά παιδιά να ενταχθούν ομαλά και δημιουργικά στην κοινωνία, στη μελλοντική πραγματικότητα, η εκπαίδευσή τους, δηλαδή η μάθηση και η απόκτηση γνώσεων, θα πρέπει να γίνεται με τέτοιο τρόπο, ώστε τα παιδιά να καταστούν ικανά να αναλύουν κριτικά και δημιουργικά την κάθε πραγματικότητα.

Προηγούμενο ΆρθροΕπόμενο Άρθρο
Μοιραστείτε το