Πολιτισμός

Η Μαντόνα της Γαλλικής Αντίστασης

Του Αχιλλέα Παπαρσένου *

Ήταν η αόρατη κατάσκοπος, η μοναδική γυναίκα μη στρατιωτικός, στην οποία απονεμήθηκε ένα από τα ανώτερα αμερικανικά στρατιωτικά παράσημα για «εξαιρετικό ηρωισμό» στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Στην παρασημοφόρησή της από τον στρατηγό Ουίλιαμ Ντόνοβαν, αρχηγό της OSS, της αμερικανικής μυστικής υπηρεσίας στον πόλεμο, ζήτησε να παρίσταται μόνο η μητέρα της. Όταν ο Πρόεδρος Τρούμαν προσφέρθηκε να την τιμήσει στο Λευκό Οίκο, σοφίστηκε διάφορες δικαιολογίες για να αρνηθεί. Μέχρι τον θάνατό της ουδέποτε επεδίωξε τη δημόσια αναγνώριση, παρότι είχε χαρακτηρισθεί ως η «αποτελεσματικότερη μυστική πράκτορας των συμμάχων στην Ευρώπη». Η Βρετανίδα δημοσιογράφος Σόνια Πουρνέλ, όμως, με το βιβλίο της («Μια ασήμαντη γυναίκα», εκδ. Viking, 2019) ξετυλίγει με αφηγηματική αρετή τον μίτο της Αριάδνης φέρνοντας στο φως τη συναρπαστική ζωή μιας γενναίας γυναίκας, που είχε υποτιμηθεί σε όλη της τη ζωή ως «ασήμαντη».

Γεννημένη το 1906 στη Βαλτιμόρη, γόνος μιας πλούσιας οικογένειας, η Βιρτζίνια Χολ προοριζόταν για την υψηλή κοινωνία, αλλά η ίδια είχε κλίση στην περιπέτεια. Η απόφασή της να συνεχίσει τις σπουδές της στην Ευρώπη, έμελλε να σφραγίσει τη ζωή της, καθώς γοητεύθηκε από το προπολεμικό Παρίσι της ελευθερίας και γυναικείας χειραφέτησης. Όνειρό της ήταν να γίνει διπλωμάτης, αλλά οι αιτήσεις της στο Στέιτ Ντιπάρτμεντ απορρίφθηκαν η μία μετά την άλλη, σε μία εποχή που μόνο έξι γυναίκες επί συνόλου 1.500 υπηρετούσαν στην αμερικανική διπλωματική υπηρεσία. Κατάφερε πάντως να προσληφθεί το 1931 ως γραμματέας στην αμερικανική πρεσβεία της Βαρσοβίας, για να μετατεθεί αργότερα στα αμερικανικά προξενεία της Σμύρνης, της Βενετίας και του Ταλίν, πάντα ως διοικητική υπάλληλος. Η γάγγραινα, όμως, από ένα κυνηγετικό ατύχημα στην Τουρκία το 1933 προκάλεσε τον ακρωτηριασμό του αριστερού ποδιού της κάτω από το γόνατο βάζοντας έτσι οριστικό τέλος στα διπλωματικά όνειρά της, με αποτέλεσμα να παραιτηθεί το 1939 από το Στέιτ Ντιπάρτμεντ.
Έχοντας διαπιστώσει από πρώτο χέρι την απειλή του φασισμού και ναζισμού, επέλεξε να μην επιστρέψει στην Αμερική, αλλά να παραμείνει στην Ευρώπη προσφέροντας την τόλμη, γοητεία και πανουργία της στην υπηρεσία του συμμαχικού αγώνα. Αποφασισμένη να μην αφήσει την αναπηρία της να σταθεί εμπόδιο στην ανάληψη ριψοκίνδυνης δράσης, επέστρεψε στο Παρίσι με την έναρξη του πολέμου ως εθελόντρια οδηγός στρατιωτικού ασθενοφόρου, αλλά με την κατάληψη της Γαλλίας το καλοκαίρι του 1940 διέφυγε στο Λονδίνο. Εκεί δεν άργησε να στρατολογηθεί από τη βρετανική μυστική υπηρεσία SOE και να γίνει η πρώτη γυναίκα κατάσκοπος που προωθήθηκε στην κατεχόμενη Γαλλία τον Αύγουστο 1941 με το κάλυμμα της ανταποκρίτριας της Νew York Post.

Με έδρα τη Λυών, άρχισε να αντλεί πληροφορίες από διάφορες πηγές, από μοναχές μέχρι πόρνες, να οργανώνει πυρήνες σαμποτέρ, να προμηθεύει πλαστά έγγραφα, πολεμοφόδια και χρήματα σε Γάλλους αντιστασιακούς και να εξασφαλίζει κρυψώνες για Βρετανούς πράκτορες και ασυρματιστές. Πολυμήχανη και μεθοδική, κατάφερνε να ξεγλιστρά από τον ασφυκτικό κλοιό της αστυνομίας του Βισύ και της Γκεστάπο, που δεν υποψιάζονταν ότι μια «γυναίκα και μάλιστα χωλή» θα διέθετε τόσες ικανότητες. Προδομένη, όμως, από ένα διπλό πράκτορα μπήκε στο στόχαστρο του διαβόητου τοπικού διοικητή της Γκεστάπο Κλάους Μπάρμπι, του «χασάπη της Λυών», που την καταζητούσε ως την «πιο επικίνδυνη κατάσκοπο του εχθρού». Για να διασωθεί, διέφυγε στην Ισπανία τον Νοέμβριο 1942, διασχίζοντας με το ξύλινο πόδι της τα χιονισμένα Πυρηναία.
Μετά από σύντομη κράτησή της για παράνομη είσοδο στην Ισπανία, επέστρεψε στο Λονδίνο, ζητώντας επίμονα να επαναπροωθηθεί στο «στόμα του λύκου», αλλά το αίτημά της απορρίφθηκε από την SOE, καθώς εν τω μεταξύ είχε εξαρθρωθεί το δίκτυό της. Η επιθυμία της, όμως, ικανοποιήθηκε τον Μάρτιο 1944 από την αμερικανική OSS, που χρειαζόταν έμπειρους πράκτορες, εν όψει της επικείμενης συμμαχικής απόβασης στη Νορμανδία. Μεταμφιεσμένη σε ηλικιωμένη Γαλλίδα αγρότισσα, επέστρεψε με τον ασύρματό της μετά από απουσία 16 μηνών στη «δεύτερη πατρίδα» της. Επιστρατεύοντας το οργανωτικό ταλέντο και τις ηγετικές ικανότητές της κατάφερε να επιβληθεί στις καχύποπτες γαλλικές αντιστασιακές ομάδες και με έδρα το υψίπεδο του Οτ Λουάρ συντόνιζε τη δράση 1.500 ανταρτών, επιβλέποντας την εναέρια αποστολή εφοδίων και όπλων, δολιοφθορές, απελευθερώσεις χωριών και συλλογή πολύτιμων πληροφοριών για τις απελαύνουσες αμερικανικές δυνάμεις. Έτσι κέρδισε τον θαυμασμό των συντρόφων της και την προσωνυμία η «Μαντόνα των Βουνών». Εκεί γνώρισε και τον μελλοντικό σύζυγό της.

Μετά τον πόλεμο η Χολ εντάχθηκε στη διάδοχο της OSS, τη CIA μετά την ίδρυσή της το 1947 και για 15 χρόνια, από το 1951 μέχρι τη συνταξιοδότησή της το 1966, δηλαδή στο απόγειο του Ψυχρού Πολέμου, εργάσθηκε στην αμφιλεγόμενη Διεύθυνση Μυστικών Επιχειρήσεων, που είχε ως αποστολή την εξουδετέρωση της κομμουνιστικής απειλής στην Ευρώπη και τη Λατινική Αμερική. Παραγκωνισμένη και στο νέο ανδροκρατούμενο περιβάλλον παρέμεινε αόρατη μέχρι τον θάνατό της το 1982 σε ηλικία 76 ετών. Η δημόσια αναγνώριση για το ηρωικό παρελθόν της ήλθε αργότερα. Θα περνούσαν άλλα 36 χρόνια, για να αναλάβει μία γυναίκα για πρώτη φορά τα ηνία της CIA, το 2018.
*Ο Αχιλλέας Παπαρσένος υπηρέτησε στην ελληνική πρεσβεία της Ουάσιγκτον ως προϊστάμενος του Γραφείου Τύπου και Επικοινωνίας.

Προηγούμενο ΆρθροΕπόμενο Άρθρο
Μοιραστείτε το