Άρθρα

Η «επένδυση» στις Νηες Μαγνησίας

Του Λάμπρου Ν. Κίσσα*

( Α’ μέρος)
Εδώ και χρόνια ακούγονται απόψεις, πως επιβάλλεται και επείγει η «επένδυση» στις Νηες, καθόσον αυτή θα αξιοποιήσει τη δυναμική της περιοχής, θα ανεβάσει το βιοτικό επίπεδο των ντόπιων, θα ενδυναμωθεί μέσω αυτής η «διακονία» της Μητρόπολης Δημητριάδος, κλπ. Ας ξεκαθαρίσουμε κάποιες συνιστώσες του θέματος, πριν κοιτάξουμε το θέμα μέσα από το πρίσμα της «κανονικότητας» και της χωροταξίας.
Καταρχήν όσον αφορά στο ιδιοκτησιακό, ήταν θέμα χρόνου να ξεκαθαριστεί και δικαστικά πως δεν είναι δημόσια γη. Είναι γνωστό τοις πάσι, πως επί τουρκοκρατίας οι Έλληνες ανά την επικράτεια «δώριζαν» κατά καιρούς τις περιουσίες τους στα οικεία μοναστήρια, προκειμένου να αποφύγουν τη δήμευσή της. Κάπως έτσι έγινε και στην ευρύτερη περιοχή της Ι.Μ. της Παναγίας Ξενιάς. Η περιουσία της κάθε μονής είχε, κατά κανόνα, αλλά και έχει «κατά Θεόν» προέλευση (δωρεές, αφιερώματα, πολιτειακές ή άλλες παροχές). Και αυτό γιατί οι μονές σε πολύ δύσκολους καιρούς (π.χ. τουρκοκρατία, κατοχή, κ.λπ.) λειτούργησαν όχι μόνο ως πνευματικά κέντρα, αλλά πρόσφεραν και πολύπλευρο κοινωνικό έργο. Και ο Λαός το εκτιμούσε απεριόριστα. Ο αείμνηστος καθηγητής και γνώστης της ορθοδοξίας Στήβεν Ράνσιμαν έγραφε πως ήταν ευλογία για έναν τόπο το μοναστήρι. Τα μοναστήρια λειτουργούσαν για αιώνες ως πραγματικές «κιβωτοί του Γένους», σώζοντας την πίστη, τη γλώσσα και τον πολιτισμό μας. Γι’ αυτό οι Βαυαροί από τα πρώτα που έκαναν, σε συνεργασία με τα εγχώρια όργανά τους ήταν να διαλύσουν την πλειοψηφία των μοναστηριών με σκοπό την αρπαγή της περιουσίας τους. Ήξεραν ότι στα Μοναστήρια σώζεται το Έθνος, έγραφε ο επίσης αείμνηστος π. Γ. Μεταλληνός.

Ας επανέλθουμε στο θέμα μας και ειδικότερα στο εάν είναι σύμφωνη με το Ορθόδοξο πνεύμα η επένδυση στις Νηες. Σύμφωνα με τον Κανόνα 38 των Αγίων Αποστόλων, κατά την ερμηνεία του μεγαλύτερου Κανονολόγου, του Αγίου Νικοδήμου του Αγιορείτου σε μια ελεύθερη & συντομευμένη χρήση της, ο επίσκοπος ή ο ηγούμενος είναι όχι ιδιοκτήτες, αλλά απλοί «οικονόμοι», διαχειριστές, των αγαθών που ανήκουν στον Θεό και στον Λαό του, δηλαδή σε ολόκληρο το εκκλησιαστικό σώμα! Το πνεύμα των αγίων Πατέρων είναι «να μένουν αναφαίρετα τα κειμήλια και τα κτήματα» των Εκκλησιών και αυτό κατοχυρώνεται από μια ολόκληρη σειρά Κανόνων & Διατάξεων των Αγίων. Από τους πρώτους χριστιανικούς αιώνες ο επίσκοπος μένει στα πνευματικά, υπάρχει όμως ειδικός κληρικός ο «οικονόμος» , που «οικονομεί», φροντίζει δηλαδή τα εκκλησιαστικά πράγματα και κτήματα «ίνα μη διασκορπίζωνται και κακώς εξοδεύωνται», χάνονται δηλαδή. Η Σύνοδος μάλιστα έχει την ευθύνη να ελέγχει και να τιμωρεί τον Επίσκοπο, που αμελεί, φθάνοντας μέχρι και την έκπτωσή του από τον επισκοπικό θρόνο. Τα ίδια ισχύουν και για τον Ηγούμενο, που κακώς διαχειρίζεται τη μοναστική περιουσία. Αυτά διαλευκαίνονται περισσότερο κι από άλλους ιερούς Κανόνες, όπως λ.χ. ο 12ος της Ζ` Οικουμενικής Συνόδου, που προσθέτει πως, όποιος επίσκοπος ή ηγούμενος δώσει κτήματα εκκλησιαστικά σε άρχοντες «ή με πωλησίαν ή με αλλαξίαν» (ανταλλαγή), να ακυρώνεται η πράξη και τα πράγματα να επιστρέφονται στην επισκοπή ή το μοναστήρι! Αν δε τυχόν, παρατηρεί ο Άγιος Νικόδημος, ο αρχιερεύς ή ο ηγούμενος προφασίζονται ότι το χωράφι δεν δίνει εισόδημα ή κέρδος αλλά μάλλον ζημία, ας το πωλούν, όχι σε άρχοντες και δυνάστες, αλλά σε κληρικούς ή γεωργούς, ανθρώπους δηλαδή «ταπεινούς κι ευτελείς». Το γιατί το εξηγεί ο ίδιος ο Πατέρας. Τα πράγματα αυτά έχουν αφιερωθεί στον Θεό και είναι «ιερά» και «πτωχικά». Προορίζονται δηλαδή για την κάλυψη των αναγκών των πτωχών. Δεν προορίζονται για άρχοντες λοιπόν, ισχυρούς που θα τα προσθέσουν στην περιουσία τους. Αν τα πάρουν όμως φτωχοί, τότε μπορεί να τα ξαναγοράσει από αυτούς η Εκκλησία, κάτι που δεν μπορεί να γίνει με τους ισχυρούς. Αυτοί ότι πάρουν δεν το επιστρέφουν!

Δεν πρέπει δε «να αποξενώνονται» τα πράγματα από τον φυσικό τους χώρο, για να μπορούν να διατίθενται και πάλι για την κάλυψη των αναγκών άλλων πτωχών κι εμπερίστατων. Το πνεύμα της Ορθοδοξίας, σημειώνει ο μακαριστός π. Γ. Μεταλληνός, είναι ότι η εκκλησιαστική & μοναστηριακή περιουσία, πρέπει να μένει στην Επισκοπή ή το Μοναστήρι, διότι τότε είναι πραγματικά λαϊκή, ανήκει στον λαό (το εκκλησιαστικό σώμα). Όταν το ιδιοποιηθεί κάποιος, και μάλιστα «άρχοντας», δηλαδή, ισχυρός, παύουν να ανήκουν στον λαό και γίνονται δική του ιδιοκτησία. Αυτό πρέπει να ισχύει και σήμερα. Τα εκκλησιαστικά ή μοναστηριακά κτήματα μπορούν να εκχωρούνται, κατά τον αείμνηστο π. Γ. Μεταλληνό, για κάποια χρόνια σε φτωχούς γεωργούς για να τα καλλιεργούν και να διαθρέφουν την οικογένειά τους. Μετά να επιστρέφονται πάλι εκεί, όπου ανήκουν, για τη συμπαράσταση και σε άλλους. Μέσα σε αυτό το πνευματικό και φιλανθρωπικό κλίμα να κινηθεί η διαχείριση της εκκλησιαστικής περιουσίας, καταλήγει αυτή η μεγάλη μορφή της Ορθοδόξου Εκκλησίας. Η απόκτηση και η χρήση οποιασδήποτε εκκλησιαστικής περιουσίας, από την Εκκλησία δε νοείται ως καπιταλιστική συσσώρευση χρήματος, αλλά ως γεωκτησία με «κατά Θεόν» προέλευση.

Έχοντας υπόψη τα παραπάνω, ας κρίνει ο αναγνώστης αν υπό το πρίσμα της Ορθόδοξης Παράδοσης είναι «κανονική» μια «καλή πώληση» σε κάποιον «ισχυρό» που θα αποξενώσει τον χώρο της «επένδυσης» από τους ντόπιους, προς τέρψη άλλων «ισχυρών», αποκλείοντας ντόπιους φτωχούς γεωργούς, που οι παππούδες τους «χάρισαν» επί τουρκοκρατίας τα χωράφια τους στην Ι.Μ. Παναγίας Ξενιάς, για να αποφύγουν τη δήμευσή τους. Τώρα, το πώς τα κτήματα αυτά που «αφιερώθηκαν» από τους κατοίκους της περιοχής στο μοναστήρι, κατέληξαν να είναι ιδιοκτησία της Μητρόπολης είναι ένα άλλο θέμα, το οποίο δεν είναι της παρούσης.
Υπό το πρίσμα της χωροταξίας, η επένδυση που οραματίζεται η Ι. Μητρόπολη Δημητριάδος, θα αντιμετωπίσει σκοπέλους που κάποιοι από αυτούς είναι «χαρτογραφημένοι» και κάποιοι «αχαρτογράφητοι». Η συνέχεια στο επόμενο άρθρο….

*Ο Λάμπρος Κίσσας είναι χωροτάκτης – πολεοδόμος μηχ., MSc/ [email protected]

Προηγούμενο ΆρθροΕπόμενο Άρθρο
Μοιραστείτε το