Άρθρα

Η χούντα δεν τελείωσε το ’73

Του Γιάννη Ιατρού

Πριν από 47 χρόνια, το φοιτητικό κίνημα της χώρας αποφάσισε να μην κάτσει με σταυρωμένα χέρια, ενάντια στον αυταρχισμό της ελληνικής χούντας. Η εξέγερση του Πολυτεχνείου αποτέλεσε τον πυρήνα της εκδημοκρατισμού του μεταπολιτευτικού κράτους, το σύμβολο του αγώνα ενάντια στις καθεστωτικές αντιλήψεις και πρακτικές. Η θύμησή του εμπνέει τους δημοκρατικούς πολίτες αυτής της χώρας, όσων ο αγώνας για «ψωμί-παιδεία-ελευθερία» είναι διαρκής και πηγαίος – απεναντίας, στοιχειώνει όσους δυσφορούν με τους συμβολισμούς του, όσους τυφλώνονται απ’ τη λαμπρότητά της, όσους από τότε μέχρι και σήμερα επιδιώκουν με κάθε τρόπο είτε να σχετικοποιήσουν, να μειώσουν ή να συκοφαντήσουν, είτε να ξαναγράψουν την ιστορία. Πολλοί από τους τελευταίους, βρίσκονται σήμερα στους κόλπους της δεξιάς, συντηρητικής παράταξης της Νέας Δημοκρατίας. Δε θα περιοριστώ στην εύκολη αναφορά των εκ του ΛΑ.ΟΣ. προερχόμενων πρωτοκλασσάτων στελεχών, οι οποίοι πολλάκις έχουν εκφράσει, έμπρακτα ή λεκτικά, τα φιλοχουντικά τους αισθήματα, όπως ο Άδωνης Γεωργιάδης, ο Μάκης Βορίδης ή ο Θάνος Πλεύρης.

Ο ίδιος ο πρωθυπουργός, Κυριάκος Μητσοτάκης, σε μια αγωνιώδη απόπειρα να ξαναγράψει την ιστορία, ανέφερε από το Κοινοβούλιο πως «υπήρχαν και δεξιοί στο Πολυτεχνείο». Σπεύδοντας να επαληθεύσει αυτήν την αναφορά, ο βουλευτής που έχει δηλώσει πως η Κύπρος χάθηκε εξαιτίας του Πολυτεχνείου(!), Κωνσταντινος Μπογδάνος έσπευσε την επόμενη μέρα να παρευρεθεί στην επιχείρηση της ΕΛ.ΑΣ. έξω από το Πολυτεχνείο, προκειμένου να το εκκενώσουν από μια χούφτα φοιτητών, που θέλησαν να τιμήσουν τους αγώνες των προγόνων τους – σε μια αλληγορική συγκυρία, το ίδιο ακριβώς έκανε και ο Μπογδάνος. Γιατί, πράγματι, υπήρχαν και δεξιοί στο Πολυτεχνείο: απ’ έξω. Δεν περιορίστηκαν όμως εκεί. Σε μια προσπάθεια, αφενός να δυναμιτίσουν τις κοινωνικές αντιδράσεις, πυροδοτώντας τα δημοκρατικά αντανακλαστικά των πολιτών και αφετέρου να μεταφέρουν τη συζήτηση από την εγκληματική τους ανεπάρκεια στη διαχείριση της πανδημίας αλλού, ικανοποιώντας παράλληλα τις καθεστωτικές φαντασιώσεις τους και του συντηρητικού, ακροδεξιού τους ακροατηρίου, έφεραν μέσω του αρχηγού της Αστυνομίας τα ξημερώματα της προηγούμενης Κυριακής μία πρόδηλα αντισυνταγματική απαγόρευση, η οποία θίγει στον πυρήνα της τα δημοκρατικά δικαιώματα του κάθε πολίτη: Την τετραήμερη, φωτογραφική απαγόρευση των δημόσιων συναθροίσεων άνω των τριών ατόμων! Στο όνομα της υγειονομικής κρίσης του κορωνοϊού, η κυβέρνηση επιχείρησε να αναβιώσει μία απαγόρευση, που η Ελλάδα είχε να δει από τα χρόνια της χούντας.

Χωρίς καμία προηγούμενη συζήτηση, χωρίς καμία προσπάθεια συναίνεσης με τα κόμματα της αντιπολίτευσης, χωρίς, έστω, έναν τυπικό νόμο. Κουρελιάζοντας για ακόμα μια φορά το Σύνταγμα, η κυβέρνηση έκρινε πως μία απόφαση του αρχηγού της ΕΛ.ΑΣ. μπορεί να υπερισχύει του θεμελιωδέστερου νόμου της Πολιτείας, του πυρήνα του πολιτεύματος, της Δημοκρατίας μας, στο όνομα της υγείας. Ποιος, τελικά, νοιάζεται για την υγεία; Όλοι εκείνοι που από πολύ νωρίς επισημαίνουμε την ανάγκη ενίσχυσης του Ε.Σ.Υ. με νέες ΜΕΘ, γιατρούς και νοσηλευτές; Με αραίωση των σχολικών τμημάτων σε 15 μαθητές ανά αίθουσα; Με αύξηση των δρομολογίων των ΜΜΜ για αποφυγή συνωστισμού; Ή εκείνοι που κάνουν την κρίση ευκαιρία, κάνοντας πολυδάπανες συμφωνίες με ιδιωτικές κλινικές και κέντρα υγείας, αυξάνοντας τον αριθμό των μαθητών στις τάξεις, λέγοντας πως «αν ακούγαμε τον ΣΥΡΙΖΑ για τις ΜΕΘ, θα είχαμε πετάξει εκατομμύρια ευρώ» και πως «δεν μπορούμε να γεννήσουμε λεωφορεία»; Εκείνοι που, αντί να προετοιμαστούν για το δεύτερο κύμα, φρόντισαν να μοιράσουν χρήματα σε ΜΜΕ και να προσλάβουν στρατιωτικούς και αστυνομικούς. Ποιος, τελικά, νοιάζεται για την υγεία; Εκείνοι που τήρησαν κάθε υγειονομικό πρωτόκολλο, κάνοντας μία συντονισμένη, συμβολική διαδήλωση, για να τιμήσουν τους αγωνιστές της Δημοκρατίας, φορώντας μάσκες και τηρώντας τις αποστάσεις, ή εκείνοι που κατέβασαν 6.000 αστυνομικούς στον δρόμο, κολλημένους ο ένας πάνω στον άλλο, και άλλους τόσους στα αστυνομικά τμήματα σε επιφυλακή, για να επιδοθούν σε ένα όργιο καταστολής, παραβιάζοντας τα μέτρα, που οι ίδιοι επικαλούνταν; Πώς διασφαλίζεται η υγεία, όταν αστυνομικοί -πολλοί εκ των οποίων δε φορούσαν καν μάσκα- δημιουργούν υγειονομικές βόμβες εκατοντάδων συνωστισμένων ανθρώπων, ενώ παράλληλα τα ΜΜΕ προσπαθούν να μας πείσουν, ότι μας προστατεύουν από την «υγειονομική βόμβα»… μιας χούφτας ανθρώπων που τηρούν όλα τα μέτρα προφύλαξης; Τελικά, τους νοιάζει μη μολυνθούν οι πολίτες από τον ιό ή οι ιδέες τους από τη δημοκρατία; Τα περιστατικά αστυνομικής αυθαιρεσίας ήταν αμέτρητα. Αναίτιες επιθέσεις σε διαδηλωτές, προσαγωγές με ετεροχρονισμένες, «φτιαχτές» κατηγορίες, όργιο βίας και εξευτελισμού σε πολίτες – χαρακτηριστικό παράδειγμα η οικογένεια από τα Σεπόλια: ξυλοφόρτωσαν μάνα, πατέρα, γιο και κόρη.

Οι πρώτοι κατέληξαν στο νοσοκομείο, ο δεύτερος με ισχαιμικό επεισόδιο, και οι δεύτεροι στο τμήμα – την κόρη, δε, αφού πρώτα την έσυραν από τα μαλλιά, την έφτυσαν στο πρόσωπο και την έβρισαν χυδαία. Η πιο προβληματική στιγμή της ημέρας, όμως, κατά τη γνώμη μου, αφορούσε στην αντιμετώπιση που επεφύλαξε ο υπουργός Δημόσιας Τάξης, Μιχάλης Χρυσοχοΐδης, στους βουλευτές του Μέρα25. Είναι γνωστό πως οι εκλεγμένοι βουλευτές του Ελληνικού Κοινοβουλίου εξαιρούνται από τους νόμους περιορισμών μετακίνησης – μπορούν να κυκλοφορούν ελεύθερα, όπου επιθυμούν ανά την επικράτεια. Παρόλα αυτά, όταν οι 7 βουλευτές Αττικής επεδίωξαν να κινηθούν προς την αμερικάνικη πρεσβεία, βρήκαν μπροστά τους ένα τείχος από εκατοντάδες αστυνομικούς, να τους κλείνουν τον δρόμο. Στην επισήμανσή τους πως παραβιάζουν τον νόμο, οι αστυνομικοί απάντησαν πως «έχουν ρητές εντολές από τον Υπουργό». Μάλιστα, αυτή η κατάφωρη παραβίαση του Συντάγματος συνεχίστηκε μέχρι αργά το βράδυ, όταν πλέον είχαν απομείνει 2 βουλευτές φρουρούμενοι και παρενοχλούμενοι από 50 αστυνομικούς ο καθένας, και ενώ ο δρόμος είχε δοθεί στην κυκλοφορία: Αυτοκίνητα και πολίτες πηγαινοέρχονταν ελεύθερα, εκτός από τους δύο συγκεκριμένους βουλευτές, που είχε στοχοποιήσει αυθαίρετα η κυβέρνηση. Πότε άραγε δώσαμε λευκή επιταγή στους κυβερνώντες, να αυθαιρετούν εις βάρος του κράτους δικαίου; Από πότε είναι ανεκτό, εκπρόσωποι της αστικής δημοκρατίας να παραβιάζουν τους κανόνες, που οι ίδιοι έχουν θεσπίσει; Από πότε οι «προφορικές εντολές» ενός Υπουργού μπορούν να υπερισχύουν του Συντάγματος και των θετών κανόνων δικαίου;

Τελικά, τι πολίτευμα έχουμε, άραγε; Η υγειονομική κρίση δεν μπορεί να αποτελέσει τροχοπέδη για όλα αυτά που κατακτήσαμε με αίμα και αγώνες. Προτεραιότητα όλων πρέπει να είναι να μη μολυνθούμε από τον ιό, ταυτόχρονα όμως να μην επιτρέψουμε να μολυνθεί η δημοκρατία. Μέρες όπως αυτές δίνουν ξανά νόημα στα διαχρονικά συνθήματα των διαδηλωτών, ένα εκ των οποίων προειδοποιεί πως «η χούντα δεν τελείωσε το ’73».

Προηγούμενο ΆρθροΕπόμενο Άρθρο
Μοιραστείτε το