Άρθρα

Η ανώμαλη προσγείωση του ΣΥΡΙΖΑ

tsipras

Του Αντώνη Καρακούση

Η κυβέρνηση του κ.Τσίπρα πιέζεται πανταχόθεν, αλλά έχει ακόμη την ευκαιρία να αποδείξει ότι μπορεί να διαχειρισθεί επιτυχώς τις υποθέσεις της χώρας.
Ο ΣΥΡΙΖΑ είχε επαρκώς προειδοποιηθεί από πολλές πλευρές, πολιτικές, οικονομικές και δημοσιογραφικές, ότι η διακυβέρνησή του δεν θα ήταν ανέφελη.

Πολλοί ήταν εκείνοι που είχαν επισημάνει στον κ.Τσίπρα και στα στελέχη του κυβερνώντος κόμματος ότι οι εταίροι θα είναι επιθετικοί, θα απαιτούν εφαρμογή των συμπεφωνημένων, θα επιμένουν στην τήρηση των δημοσιονομικών στόχων και δεν θα είναι διατεθειμένοι να προσφέρουν βοήθεια χωρίς να λάβουν εγγυήσεις πιστής εφαρμογής του προγράμματος των μεταρρυθμίσεων.

Επιπροσθέτως, είχαν εγκαίρως λάβει σήματα και μηνύματα ότι η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα θα σφίξει την τανάλια της ρευστότητας αν διαπιστώσει ότι τίθεται εν αμφιβόλω το πρόγραμμα σταθεροποίησης της ελληνικής οικονομίας.

Η αλήθεια είναι ότι η ηγετική ομάδα του ΣΥΡΙΖΑ άκουγε μεν τις προειδοποιήσεις, αλλά πίστευε – αφελώς κατ’ ορισμένους – ότι η δημοκρατική Ευρώπη θα προσέφερε χρόνο και ευκαιρίες σε μια νεοεκλεγμένη κυβέρνηση να εφαρμόσει το πρόγραμμά της και να ασκήσει έστω τμήματα της εναλλακτικής πολιτικής που προεκλογικά διεκήρυττε.

Ωστόσο, η πραγματικότητα απεδείχθη σκληρή και η προσγείωση ανώμαλη για το νεοεκλεγέντα πρωθυπουργό και την κυβέρνησή του.

Οι συντηρητικές κυβερνήσεις της Ευρώπης – κυριαρχούν στη Γηραιά Ήπειρο – και οι φιλελεύθερης κοπής τεχνοκρατικές ελίτ των Βρυξελλών και της Φραγκφούρτης δεν προσέφεραν ούτε χώρο, ούτε χρόνο στη νέα ελληνική κυβέρνηση.

Από τις πρώτες ημέρες της, θέλησαν να την ελέγξουν, να τη φέρουν στα μέτρα τους, να την αναγκάσουν να προσαρμοσθεί σε δεδομένα που οι κανόνες των Βρυξελλών και της Φραγκφούρτης ορίζουν.

Εκμεταλλεύθηκαν βεβαίως την «ορμή» των νέων υπουργών, τα εύκολα λόγια τα μεγάλα που εκστόμισαν πριν καν καθίσουν στις υπουργικές καρέκλες, τις υποσχέσεις και τις ανατροπές που προέβαλαν χωρίς μέτρο, χωρίς εγγυήσεις για τους πόρους που υποτίθεται ότι θα είχαν στη διάθεσή τους.

Ήταν και ο τρόπος και η ένταση της διεκδίκησης και της αμφισβήτησης των ευρωπαϊκών πραγμάτων από το νέο υπουργό Οικονομικών κ.Γιάνη Βαρουφάκη, που γέννησε προσωπικές εχθρότητες και όξυνε περαιτέρω την κατάσταση.

Κάπως έτσι, διαμορφώθηκε κλίμα αντιπαράθεσης και σύγκρουσης που επέτεινε την καχυποψία, ενέτεινε την αντίθεση και εντέλει δεν ευνόησε τη διαπραγμάτευση.

Η νέα αριστερή κυβέρνηση βρέθηκε απέναντι σε ένα τείχος φιλελεύθερων ευρωπαίων πολιτικών ηγετών που συμπεριφέρονταν σαν να δέχονταν κομμουνιστική επίθεση από την Αθήνα.

Κακά τα ψέματα, η διαπραγμάτευση διεξήχθη με όρους δυσμενείς και άνισους για την κυβέρνηση του κ. Τσίπρα.

Στο τέλος,υπό την πίεση των συνθηκών, αναγκάσθηκε να συνομολογήσει μια συμφωνία που πολύ απείχε από τις προεκλογικές επαγγελίες της, με αποτέλεσμα να δεχθεί τις επικρίσεις της αντιπολίτευσης και να αντιμετωπίζει σοβαρές αντιδράσεις στο εσωτερικό της.

Και το χειρότερο είναι ότι οι εταίροι, ευκαιρίας δοθείσης, πιέζουν ακόμη περισσότερο προκειμένου να την καθυποτάξουν εντελώς.

Μια εβδομάδα μετά την δύσκολη συμφωνία της περασμένης Παρασκευής,ακολουθούν εντελώς άκαμπτη στάση, δεν προσφέρουν ούτε υποτυπώδη χρηματοδοτική ευχέρεια και δυνατότητα και αφήνουν να εννοηθεί ότι θα «πνίξουν» τη χώρα αν ο κ.Βαρουφάκης δεν πάψει να τους προκαλεί και δεν προσαρμοσθεί πλήρως με το κείμενο της συμφωνίας.

Καθημερινά εκτοξεύονται απειλές από το Βερολίνο, ο Ντράγκι δεν δίνει πίσω καν τα κέρδη από τα ελληνικά ομόλογα, παρά προτιμά να σφίγγει την τανάλια ρευστότητας και ουσιαστικά να μας απειλεί με πτώχευση αν δεν εξοφλήσουμε έντοκα γραμμάτια 700 εκατ. ευρώ που κατέχουν ξένοι δικαιούχοι και έχουν δηλώσει ότι δεν είναι διατεθειμένοι να τα ανανεώσουν.

Το ίδιο κάνει και η Κριστίν Λαγκάρντ. Κι αυτή θέλει τα λεφτά του IMF, δεν συζητάει διευθετήσεις παρά διαμηνύει ότι οποιαδήποτε αθέτηση πληρωμής συνιστά, αυτόματα, πιστωτικό γεγονός.

Η κυβέρνηση παρά ταύτα πιστεύει ότι όλη η πίεση εντάσσεται σε ένα πόλεμο νεύρων, εν όψει των ψηφοφοριών στα ευρωπαϊκά κοινοβούλια και ελπίζει ότι τα πράγματα θα ξεκαθαρίσουν την επόμενη εβδομάδα.

Ήδη με διαμεσολάβηση του Διοικητή της Τράπεζας Ελλάδος κ.Ι.Στουρνάρα αναζητείται κάποιου είδους διευκόλυνσης από τον κ.Ντράγκι για την κάλυψη των άμεσων τρεχουσών χρηματοδοτικών αναγκών. Και ταυτόχρονα στο εσωτερικό επιδιώκεται η ενεργοποίηση όλων κρατικών δυνάμεων για την εξεύρεση πόρων και δυνατοτήτων ώστε να καλυφθούν, έστω με ίδια μέσα, οι τρέχουσες χρηματοδοτικές υποχρεώσεις.

Το δυστύχημα είναι ότι ακόμη και σε αυτές τις ιδιαίτερες συνθήκες, υπουργοί και στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ συνεχίζουν να δρουν ερήμην της πραγματικότητας και να αντιπολιτεύονται το κόμμα τους και τη νεοπαγή κυβέρνησή τους. Επιμένουν σε σχήματα ατελή, παίζουν χωρίς σχέδιο και προετοιμασία με τη ρήξη και τη φωτιά, δεν αντιλαμβάνονται πόσο μεγάλες θα είναι οι συνέπειες μιας ενδεχόμενης μετωπικής σύγκρουσης με τους εταίρους μας.

Όπως και να έχει η πρώτη επαφή του κ.Τσίπρα και της κυβέρνησής του με το ελληνικό πρόβλημα δεν ήταν η καλύτερη, ούτε βεβαίως και η ευτυχέστερη.

Ήδη ο πρωθυπουργός αντιμετωπίζει αντιδράσεις βουλευτών και στελεχών του κόμματός του, δέχεται βολές από την ηττημένη αντιπολίτευση που απαιτεί κατάθεση και ψήφιση της συμφωνίας από τη Βουλή και το χειρότερο αισθάνεται ήδη τα καχύποπτα βλέμματα των ψηφοφόρων και του ελληνικού λαού.

Σταδιακά ο ενθουσιασμός των πρώτων ημερών υποχωρεί και στη θέση του εγκαθίσταται σιγά – σιγά μέγας προβληματισμός για το δέον γενέσθαι.

Η προσγείωση στην ελληνική πραγματικότητα αποδεικνύεται ανώμαλη για τον κ.Τσίπρα.

Ωστόσο, δεν έχει άλλο δρόμο απ’ αυτόν της σκληρής εργασίας και της αδιάκοπης προσπάθειας.

Η νέα ελληνική Αριστερά έχει ακόμη την ευκαιρία να αποδείξει ότι μπορεί να διαχειρισθεί επιτυχώς τις υποθέσεις της χώρας. Αλλιώς θα χρειασθούν άλλα εβδομήντα χρόνια να σηκώσει κεφάλι.

Πηγή www.tovima.gr

Προηγούμενο ΆρθροΕπόμενο Άρθρο
Μοιραστείτε το