Οικονομία

Οι αλλαγές στο… γκισέ για δάνεια και καταθέσεις

assets_LARGE_t_420_54593064

Το μπλόκο στο «κούρεμα», η ρευστότητα στις μικρομεσαίες επιχειρήσεις και τι θα γίνει με τα capital controls.

Νέο «κεφάλαιο» ανοίγει η χώρα με την ολοκλήρωση της ανακεφαλαιοποίησης των τραπεζών που θα ολοκληρωθεί έως το τέλος του τρέχοντος έτους καθώς είναι το πρώτο μεγάλο βήμα μιας μακροπρόθεσμης πορείας προς την ανάκαμψη της οικονομίας.

Το μονοπάτι για την «επόμενη μέρα» δεν θα είναι στρωμένο με… ροδοπέταλα. Ωστόσο, κυβέρνηση και τράπεζες μετά την αντιμετώπιση των σημαντικών προκλήσεων που διανοίγονται μπροστά τους, θα δημιουργήσουν ένα ένα νέο, αισθητά βελτιωμένο, τοπίο στη χώρα.

Οι βασικοί στόχοι της κυβέρνησης που θα «ξεκλειδώσουν» αρχικά τόσο η ανακεφαλαιοποίηση όσο και η επιτυχής ολοκλήρωση των προαπαιτούμενων και στη συνέχεια οι απαιτούμενες μεταρρυθμίσεις είναι:

1. Η χαλάρωση των περιορισμών κίνησης κεφαλαίων έως και την εξάλειψή τους.

2. Η ενίσχυση της ρευστότητας από τις ελληνικές τράπεζες στην πραγματική οικονομία.

3. Η διαχείριση των «κόκκινων» επιχειρηματικών δανείων και των μη εξυπηρετούμενων στεγαστικών δανείων.

4. Η ανάκτηση της εμπιστοσύνης από τις αγορές.

5. Η ένταξη της χώρας στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας από την οποία θα εισρεύσουν σταδιακά περί τα 15 δισ. ευρώ τα οποία σε συνδυασμό με τα ευρωπαϊκά κεφάλαια ύψους 35 δισ. ευρώ για την ανάπτυξη, θα τονώσουν σημαντικά την πραγματική οικονομία.

Σημειώνεται ωστόσο ότι οι προϋποθέσεις για την ένταξη της χώρας στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης της ΕΚΤ, εκτός από την ολοκλήρωση της ανακεφαλαιοποίησης, είναι η ολοκλήρωση της αξιολόγησης με θετική εισήγηση από το κουαρτέτο των δανειστών και η επιστροφή στο καθεστώς εξαίρεσης των περιουσιακών στοιχείων εκδόσεως ή εγγυήσεων της ελληνικής κυβέρνησης που παρέχονται ως ασφάλεια των εγγυήσεων στην ΕΚΤ.

6. Η προσέλκυση ξένων και εγχώριων επενδύσεων.

7. Η ενίσχυση της απασχόλησης.

8. Και τέλος, να μη χρειαστεί άμεσα νέα ανακεφαλαιοποίηση.

Με τη σειρά τους, οι στόχοι αυτοί μπορούν να οδηγήσουν σε αύξηση των κρατικών εσόδων και στην έξοδο της χώρας, των τραπεζών και των επιχειρήσεων, στις διεθνείς αγορές και έτσι να λύσουν το φλέγον θέμα της δυσεύρετης και ακριβής, για την ώρα, ρευστότητας. Με αυτόν τον δύσκολο, μεσοπρόθεσμο, αλλά εφικτό στόχο, η κυβέρνηση θα επιχειρήσει να απαλύνει αρχικά, τα βάρη στις οικονομικά ασθενέστερες κοινωνικές ομάδες. Στη συνέχεια, εφόσον επιτευχθούν αυξημένοι ρυθμοί ανάπτυξης στην οικονομία θα επιδιώξει να χαλαρώσει την ασφυκτική δημοσιονομική προσαρμογή με απόσυρση μέτρων που εντείνουν την ύφεση και πλήττουν οριζόντια τα εισοδήματα.

Οι διαδικασίες της ανακεφαλαιοποίησης ξεκινούν από αύριο κιόλας, καθώς χθες ανακοινώθηκε το ύψος των κεφαλαιακών αναγκών κάθε μίας τράπεζας. Ο στόχος της κυβέρνησης από την ανακεφαλαιοποίηση είναι αφενός να προσελκύσει ξένες επενδύσεις με τη συμμετοχή του ιδιωτικού τομέα, αλλά και το κράτος να συμμετάσχει με σημαντικό ποσοστό στο μετοχικό τους κεφάλαιο έτσι ώστε σε ενδεχόμενη ανάπτυξη να αυξηθούν και τα κέρδη του.

Πληροφορίες από το υπουργείο Οικονομικών αναφέρουν ότι ο έλεγχος στις τράπεζες και το ποσοστό συμμετοχής του Δημοσίου δεν θα πρέπει να είναι σε τέτοιο βαθμό που θα αποτρέπει στους ιδιώτες να επενδύσουν κεφάλαιά τους.

Το νέο ιδιοκτησιακό καθεστώς
Με­τά την ανακεφαλαιοποίηση όλες οι τράπεζες, εφόσον αντλήσουν τα απαιτούμενα ιδιωτικά κεφάλαια, θα γίνουν ιδιωτικές. Την πλειοψηφία, του 51% τουλάχιστον, θα την έχουν ιδιώτες μέτοχοι και τη μειοψηφία, το κράτος. Τις διοικήσεις θα τις εκλέγουν οι ιδιώτες μέτοχοι και στην περίπτωση αυτή, κυρίως τα μεγάλα ξένα επενδυτικά Funds.

Ωστόσο, υπάρχει μία σημαντική διαφορά σε σχέση με το παρελθόν που είναι ποιοτική και πολιτική και αλλάζει ολόκληρο το τραπεζικό τοπίο. Μετά την επικείμενη ανακεφαλαιοποίηση το κράτος θα κατέχει κοινές μετοχές με πλήρη δικαιώματα ψήφου. Στην προηγούμενη ανακεφαλαιοποίηση, αν και είχε την πλειοψηφία, δεν είχε πλήρη δικαιώματα ψήφου, αλλά περιορισμένα. Μπορεί να έχει δηλαδή τη μειοψηφία, αλλά ουσιαστικά γίνεται βασικός εταίρος των ιδιωτών επενδυτών.

Τραπεζικοί αναλυτές εκτιμούν ότι η προοπτική ιδιωτικοποίησης των τραπεζών είναι εξαιρετικά θετική καθώς θα συνεισφέρει στην οικονομία, αλλά και στην πιστοληπτική ικανότητα από τους διεθνούς οίκους αξιολόγησης καθώς θα θεωρηθούν πιο αξιόπιστες. Οι ίδιοι επισημαίνουν ότι ο απώτερος σκοπός είναι να ιδιωτικοποιηθούν πλήρως έως την εκπνοή του τρέχοντος μεταρρυθμιστικού προγράμματος της χώρας, δηλαδή έως το τέλος του α’ εξαμήνου του 2018.

Αν παρ’ όλα αυτά, δεν καταστεί εφικτή η πλήρης ιδιωτικοποίησή τους -έστω και αν το κράτος κατέχει 5% του μετοχικού κεφαλαίου μίας τράπεζας- από τη Γενική Διεύθυνση Ανταγωνισμού της ΕΕ θεωρείται ότι στο μετοχικό κεφάλαιο υπάρχει κρατική ενίσχυση και υπόκειται στους ευρωπαϊκούς κανόνες. Αυτό σημαίνει ότι οι κινήσεις τους σε αγορές του εξωτερικού θα είναι περιορισμένες.

Πλέον οι τράπεζες μπαίνουν κάτω από ένα πολύ αυστηρό και πρωτόγνωρο ευρωπαϊκό ελεγκτικό πλαίσιο. Η διαχείριση των εργασιών τους θα προβλέπει πλέον αναλυτικότατη και αυστηρότατη ευρωπαϊκή εποπτεία. Αυτό δημιουργεί μεγαλύτερη ασφάλεια από τη μία πλευρά, αλλά από την άλλη, ο κίνδυνος της απώλειας των αποφάσεων και της ευελιξίας των μάνατζμεντ είναι υπαρκτός. Και τούτο διότι, όπως αναφέρει το τρίτο μνημόνιο, θα ενταχθούν και στα τέσσερα Διοικητικά Συμβούλια των τραπεζών τρία ανεξάρτητα μέλη. Τις αποφάσεις θα τις παίρνουν μεν τα εκτελεστικά μέλη της διοίκησης, αλλά όλες θα περνούν από το μικροσκόπιο των τριών νέων μελών, είτε αυτές αφορούν τη διαχείριση κινδύνου ή τις χορηγήσεις ή την ελεγκτική επιτροπή κ.ο.κ.

Ασπίδα στους καταθέτες, ανάσα σε όσους χρωστούν

Νέο τοπίο δημιουργείται πλέον για τις τράπεζες με την ολοκλήρωση της ανακεφαλαιοποίησης, το οποίο τις καθιστά ισχυρές σε ύψιστο βαθμό, προσφέρει ασφάλεια στους καταθέτες, δίνει ελπίδα χρηματοδότησης στις επιχειρήσεις και σιγουριά για δίκαιη αντιμετώπιση στα νοικοκυριά που έχουν «κόκκινα» στεγαστικά δάνεια.

Οσον αφορά τις καταθέσεις κυβερνητικές πηγές, αλλά και πληροφορίες από τις ίδιες τις τράπεζες αναφέρουν ότι οι διοικήσεις θα ολοκληρώσουν με επιτυχία τη διαδικασία ανακεφαλαιοποίησης και θα είναι θωρακισμένες. Θα μπορέσουν δηλαδή να καλύψουν με ιδιωτικά κεφάλαια τις κεφαλαιακές ανάγκες που προκύπτουν από τον έλεγχο που έγινε με το βασικό μακροοικονομικό σενάριο για τη χώρα.

Αυτό σημαίνει ότι θα είναι πλήρως ασφαλείς από κινδύνους και κυρίως από αυτόν της εκκαθάρισης (resolution), δηλαδή της διάσωσης εκ των έσω που προβλέπει μεταξύ άλλων και «κούρεμα» καταθέσεων άνω των 100.000 ευρώ.

Οι καταθέσεις των τεσσάρων συστημικών πιστωτικών ιδρυμάτων θα είναι απολύτως ασφαλείς σε μεγάλο βάθος χρόνου. Και μάλιστα, όπως τονίζουν κυβερνητικοί και τραπεζικοί παράγοντες, «θα είναι ασφαλείς περισσότερο από ποτέ καθώς τα κεφάλαια που θα έχουν μετά την ανακεφαλαιοποίηση θα αντιστοιχούν στις επιπτώσεις που θα είχε ένα ακραία δυσμενές μακροοικονομικό σενάριο για τη χώρα».

Για τους λόγους αυτούς, για πρώτη φορά μετά το ξέσπασμα της κρίσης, δημιουργείται η πεποίθηση ότι σταδιακά -και όσο εμπεδώνεται από τους καταθέτες ότι υπάρχει σιγουριά στο τραπεζικό σύστημα, αλλά και λόγω της σωστής κατεύθυνσης της δημοσιονομικής πορείας της χώρας- θα επιστρέψει στο τραπεζικό σύστημα ένα μεγάλο μέρος κεφαλαίων που σήμερα βρίσκεται στα «στρώματα» και στα «σεντούκια» των Ελλήνων πολιτών.

Χρηματοδότηση
Με την ολοκλήρωση της ανακεφαλαιοποίησης των τραπεζών δεν σημαίνει ότι αμέσως θα ανοίξουν οι «κάνουλες» της χρηματοδότησης των επιχειρήσεων. Ωστόσο, όπως τονίζουν οι ίδιοι οι τραπεζίτες, δημιουργούνται οι προϋποθέσεις χρηματοδότησης. Δημιουργείται, δηλαδή, η πρώτη και μεγαλύτερη βεβαιότητα επιστροφής καταθέσεων η οποία θα συμβάλει καθοριστικά στη ρευστότητα των τραπεζών και θα καταστήσει δυνατή τη χρηματοδότηση των Μικρομεσαίων Επιχειρήσεων (ΜΜΕ).

Θα πρέπει να σημειωθεί ότι κάθε μέρα οι τράπεζες πρέπει να ισοσκελίζουν τον ισολογισμό τους. Δηλαδή το ενεργητικό τους (δάνεια και λοιπά στοιχεία) να είναι ίσου ποσού με το παθητικό τους (καταθέσεις κ.λπ). Τα κεφάλαια ρευστότητας που λαμβάνουν από τον μηχανισμό παροχής έκτακτης ρευστότητας της Τράπεζας της Ελλάδος (γνωστός ως ELA) έχoυν σκοπό την κάλυψη των υφιστάμενων δανείων και όχι τη χρηματοδότηση της οικονομίας. Αυτό δεν συνέβαινε πριν από την κρίση διότι οι τράπεζες κάλυπταν τη ρευστότητα που τους έλειπε (δηλαδή τη διαφορά των δανείων με αυτή των καταθέσεων) μέσω κεφαλαίων που δανείζονταν από τις διεθνείς αγορές. Με το ξέσπασμα της κρίσης, οι αγορές δεν δάνεισαν ξανά τη χώρα και τις ελληνικές τράπεζες και η διαφορά κεφαλαίων ισοσκελιζόταν μέχρι τον περασμένο Φεβρουάριο από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα και μετά από τον μηχανισμό της ΤτΕ.

Εκτός από την επιστροφή των καταθέσεων που θα παίξει καίριο ρόλο στη χρηματοδότηση των επιχειρήσεων, ζωτικής σημασίας ζήτημα για τη στήριξη των ΜΜΕ από τις τράπεζες είναι η διαχείριση των «κόκκινων» δανείων.

Με την επιμονή της κυβέρνησης για τη διαχείριση των μη εξυπηρετούμενων δανείων δημιουργούνται οι προϋποθέσεις για την αναδιάρθρωση των δανειακών χαρτοφυλακίων των τραπεζών, της απελευθέρωσης κεφαλαίων και της χρηματοδότησης της πραγματικής οικονομίας που θα έχει ως αποτέλεσμα την αύξηση της απασχόλησης.

Το πλαίσιο στο οποίο θα γίνει η εν λόγω αναδιάρθρωση δεν έχει συμφωνηθεί ακόμα μεταξύ των εταίρων και δανειστών της χώρας και της κυβέρνησης.

Τραπεζικοί παράγοντες τονίζουν, μάλιστα, ότι μικρομεσαίες εταιρείες που έχουν πράγματι πληγεί από την κρίση έχουν καταλήξει να είναι «ζόμπι», ενώ την ίδια ώρα εκτιμάται ότι μπορούν με τη στήριξη των τραπεζών να γίνουν βιώσιμες. Οι ίδιοι λένε χαρακτηριστικά ότι «έχουν παγιδευτεί» λόγω της έλλειψης χρηματοδότησης και ότι όταν απελευθερωθούν από τα «κόκκινα» δάνεια των μη βιώσιμων, θα απελευθερώσουν και ρευστότητα για να στηρίξουν τις βιώσιμες επιχειρήσεις.

Τριπλός στόχος
Η διαχείριση των «κόκκινων» επιχειρηματικών δανείων σε συνδυασμό με την ανακεφαλαιοποίηση θα δώσει την ευκαιρία στην οικονομία να αναβιώσει.

Η διαχείριση των δανείων θα έχει τριπλό στόχο: Την αναδιάρθρωση της οικονομίας, τη διακοπή προνομιακών σχέσεων των επιχειρηματιών με τους τραπεζίτες και την ενίσχυση της ρευστότητας των τραπεζών για τη διοχέτευσή τους σε υγιείς και βιώσιμες επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται σε αναπτυξιακούς κλάδους.

Η κυβερνητική πολιτική προβλέπει την πιστή τήρηση των αντικειμενικών χρηματοοικονομικών κριτηρίων, με βάση τις βέλτιστες διεθνείς πρακτικές.

Το ανθρώπινο δυναμικό των τραπεζών, σε συνδυασμό με ξένους συμβούλους με μεγάλη εμπειρία στα μη εξυπηρετούμενα επιχειρηματικά δάνεια, θα κληθούν από κοινού να διαχωρίσουν τους ζωτικούς κλάδους της ελληνικής οικονομίας από εκείνους που δεν έχουν προοπτικές ανάπτυξης στην εγχώρια αγορά, αλλά και στις ξένες. Ετσι, θα ενισχυθεί η ανταγωνιστικότητα των εταιρειών και θα τονωθεί το νέο εξωστρεφές παραγωγικό μοντέλο της οικονομίας.

Επιπλέον, θα προβούν σε διαχωρισμό των βιώσιμων και μη βιώσιμων εταιρειών. Γι’ αυτό θα θεσπιστούν ενιαία κριτήρια για το πώς θα αντιμετωπίζεται η κάθε κατηγορία δανειοληπτών. Για τις εταιρείες που θα εκτιμηθεί ότι δεν μπορούν να αναπτυχθούν επειδή δραστηριοποιούνται σε κλάδους που δεν έχουν προοπτική και τα θεμελιώδη μεγέθη τους δεν είναι αναστρέψιμα, τα δάνειά τους θα πωλούνται σε ξένα funds ή οι εταιρείες θα εκκαθαρίζονται, προκειμένου οι τράπεζες να ανακτήσουν ένα ποσοστό επί της συνολικής οφειλής τους.

Επιπλέον, εφόσον διαπιστωθεί ότι οι επιχειρηματίες που δεν εξυπηρετούν τα δάνειά τους έχουν περιουσιακά στοιχεία ή καταθέσεις που δεν χρησιμοποιούν προκειμένου να εκπληρώσουν τις δανειακές τους υποχρεώσεις, οι τραπεζίτες θα τους ζητήσουν να συμβάλουν και οι ίδιοι στη διάσωση των επιχειρήσεών τους. Εάν δεν το πράξουν, τότε θα προχωρήσουν σε πώληση του δανείου ή σε ανάκληση με κατάσχεση ακινήτων και, σε ορισμένες περιπτώσεις, σε διαχειριστικό έλεγχο της διοίκησης της επιχείρησης.

Στις περιπτώσεις των επιχειρήσεων που κριθεί ότι πλήττονται πραγματικά από την κρίση και παράλληλα έχουν δυνατότητες ανάπτυξης, θα γίνεται πραγματική αναδιάρθρωση του δανείου και της εταιρείας, βάσει ενός νέου σχεδίου το οποίο θα καταρτίζεται από τα εξειδικευμένα στελέχη της τράπεζας σε συνεργασία με τη διοίκηση της επιχείρησης.

Η αναδιάρθρωση των δανείων, ωστόσο, πρέπει να συνδυάζεται και με νέο χρήμα το οποίο θα μπορούσε να βάλει η τράπεζα και να αποκτήσει μέρος των μετοχών της εταιρείας, ή/και ένα private equity fund ή κάποια άλλη εταιρεία που δραστηριοποιείται στον ίδιο κλάδο εφόσον πιστεύουν στην επιτυχία του νέου επιχειρησιακού πλάνου. Συνδυαστικά, η τράπεζα θα μπορεί να μετοχοποιεί ένα παλιό δάνειο ή μέρος αυτού και έτσι η επιχείρηση θα απαλλάσσεται από την πληρωμή υπέρογκων τόκων και κεφαλαίου.

Η πρώτη κατοικία
Στα μη εξυπηρετούμενα στεγαστικά δάνεια η κατάσταση είναι τελείως διαφορετική απ’ ό,τι στις επιχειρήσεις. Και τούτο διότι ο διαχωρισμός του κακοπληρωτή με τον αδύναμο δανειολήπτη είναι απλός. Την ίδια ώρα, τόσο η κυβέρνηση όσο και οι θεσμοί αλλά και οι τραπεζίτες θα είναι πιο ελαστικοί με τους πραγματικά αδύναμους οικονομικά δανειολήπτες.

Οσον αφορά την πρώτη κατοικία, σε όποιο ύψος και αν φτάνει το ποσό της αντικειμενικής αξίας που θα προστατεύεται το ακίνητο από τους πλειστηριασμούς, οι τράπεζες δεν πρόκειται να την κατάσχουν.

Σύμφωνα ωστόσο με τον νόμο, αλλά και με την «κουλτούρα» πληρωμών που επιθυμεί να επιβάλει το κουαρτέτο δανειστών και οι τραπεζίτες, οι δανειολήπτες θα πρέπει να πληρώνουν μία ελάχιστη δόση, εφόσον έχουν τη δυνατότητα. Γι’ αυτό τα νοικοκυριά που πράγματι πλήττονται από την κρίση και αποδεδειγμένα έχουν αδυναμία να πληρώσουν δεν θα έχουν να φοβηθούν τίποτα. Μάλιστα, πληροφορίες αναφέρουν ότι για πολύ μικρά σπίτια και ανήμπορα νοικοκυριά θα γίνεται πλήρης διαγραφή του χρέους προς την τράπεζα.

Αντίθετα, οι δανειολήπτες που είναι κακοπληρωτές αλλά έχουν καταθέσεις, πολλά περιουσιακά στοιχεία ή/και μεγάλη μισθοδοσία, θα έρθουν και σύντομα αντιμέτωποι με τον πλειστηριασμό.

Πληροφορίες του «Εθνους της Κυριακής» αναφέρουν ότι εξετάζονται διάφορες λύσεις για τους δανειολήπτες που θέλουν να δώσουν μια πιο ριζική λύση στο πρόβλημα της καταβολής της τρέχουσας δόσης. Εξετάζεται μεταξύ άλλων η αλλαγή σπιτιού. Δηλαδή, ο δανειολήπτης θα μετακομίζει σε ένα μικρότερο σπίτι, από αυτά που έχει η τράπεζα. Η τράπεζα θα προβαίνει σε «κούρεμα» χρέους που θα αντιστοιχεί στη διαφορά μεταξύ της αξίας του παλαιού σπιτιού με αυτή της νέας και μικρότερης κατοικίας και ο εν λόγω δανειολήπτης θα πληρώνει μικρότερη δόση.

Επίσης, εξετάζεται ο δανειολήπτης να δίνει ένα ποσό που θα αντιστοιχεί σε ένα ενοίκιο με τρέχουσες τιμές. Σε αυτή την περίπτωση, ωστόσο, η κατοικία θα περνά στην περιουσία της τράπεζας.

Η επέκταση του χρόνου λήξης του στεγαστικού επίσης θα είναι μέσα στο «καλάθι» των επιλογών, λένε πηγές της αγοράς. Σε αυτό το ενδεχόμενο και εφόσον ο χρόνος λήξης του δανείου ξεπερνά το προσδόκιμο ζωής του δανειολήπτη, θα υπάρχει η ευχέρεια να μεταβιβάζεται σε κληρονόμο.

ΕΛΕΝΗ ΚΟΜΙΝΗ
[email protected]

  • Μπλόκο στο «κούρεμα»
    Οι καταθέσεις των τεσσάρων συστημικών τραπεζών θα είναι απολύτως ασφαλείς σε μεγάλο βάθος χρόνου
  • Μικρομεσαίοι
    Με την ανακεφαλαιοποίηση δημιουργούνται οι προϋποθέσεις χρηματοδότησής τους
  • Επιχειρηματικά δάνεια
    Σε επιχειρήσεις με δυνατότητες ανάπτυξης θα γίνεται πραγματική αναδιάρθρωση
  • «Κόκκινα» στεγαστικά 
    Κυβέρνηση, θεσμοί και τραπεζίτες θα είναι πιο ελαστικοί με τους πραγματικά αδύναμους

Πηγή www.ethnos.gr

Προηγούμενο ΆρθροΕπόμενο Άρθρο
Μοιραστείτε το