Άρθρα

Η αγαπητική ανάμνηση του πατέρα μου Ηλία Γάτου

 

Της
Ράνιας Γάτου,
ποιήτριας, δοκιμιογράφου, εικαστικού

Στη μνήμη του πατέρα μου Ηλία γάτου,
πρώην προέδρου της Ένωσης Γεωργικών Συνεταιρισμών Βόλου,
αγρότη, κτηματία

Σημασία δεν έχει πόσο θα ζήσεις σε αυτή τη ζωή, αλλά αν θα ζήσεις τη ζωή αυτή σαν ένα πράγμα που δεν το κατέχεις, αλλά αγωνίζεσαι να το κατακτήσεις, σαν ένα έργο τέχνης που το πλήρες σώμα του θα αγωνίζεται να γίνει όλο και περισσότερο άξιο για το καλό, το ευγενικό και το ωραίο. Ο άνθρωπος, μου έλεγε συχνά, βρίσκεται μέσα σε ένα κέλυφος, όπως το μαργαριτάρι. Για να λάμψεις είναι απαραίτητο να πονέσεις, αλλά μην φοβηθείς όταν λάμψεις, γιατί θα είσαι πιο κοντά στον Θεό. Συνήθιζε να μου υπενθυμίζει: Όλες οι αξίες κόρη μου σχηματίζονται μέσα από τον πόνο.
Ήταν ένας διορατικός Πατέρας. Ξεκινούσε τη μέρα του από τη σοφή γενναιότητα, τη Σωκρατική, «εν οίδα ότι ουδέν οίδα». Κόρη μου, δεν είναι μια formula η ζωή, αλλά ένα ράντζο που το κρατάς στον ώμο σου και φυλάγεσαι από τους εχθρούς που σε περιτριγυρίζουν.
Ο ίδιος σε παρότρυνε να πορεύεσαι δημιουργικά, ελεύθερα, σε καθοδηγούσε σε σφαίρες πνευματικές με τις ιδέες που τον καθόριζαν για τη ζωή. Ο χρόνος για εκείνον ήταν σκοπός χωρίς ροδοπέταλα και virtual ενδιαιτήματα. Ήταν γνώστης των προβλημάτων της ζωής, γι’ αυτό και πολεμιστής της αλήθειας. Στην ύπαρξή του ολόκληρη αποδομούσε το ψέμα.
Οι πράξεις του είχαν γνώμονα το ήθος και την αξιοπρέπεια. Διάλεξε μονοπάτια δύσβατα για να πορευτεί. Για να ζήσει την οικογένεια που του χάρισε ο Θεός. Καθώς ο ίδιος έλεγε: Στον δρόμο θα βλέπετε πάντα πρώτα μακριά και ύστερα κοντά για να ορίζετε τον εαυτό σας.
Δεν θα παρασύρεστε από τον κατώτερο εαυτό σας, γιατί η ζωή θα σας ανταμείψει φτωχικά.
Είχε μια πρώτη ματιά στα γεγονότα της ζωής, αυστηρή μεν και στη συνέχεια ελάφρυνε το ζωνάρι της προσεχτικά. Δεν ήταν ειδωλολάτρης. Αγαπούσε τη φυσικότητα της σκέψης και το νόημα που αντλούσε η συνείδηση του εαυτού του από την πείρα της γνώσης που του προσέδιδε ο χρόνος. Δεν είχε διλήμματα. Στηριζόταν στη λογική και στον ανώτερο εαυτό. Καλλιέργησε με τον κόπο της ψυχής του το όραμα να είσαι άνθρωπος για τον άνθρωπο.
Μου έλεγε πάντα: Για να φθάσεις στο τέλος μιας πράξης, να βλέπεις τον Σταυρό του Χριστού μας. Αν τον σηκώσεις ψηλά, γίνεται τόξο που σε ελευθερώνει από τα εμπόδια και τις δυσκολίες, αρκεί να τον πιστέψεις.
Φέτος πένθησα. Αποσύρθηκα στον εαυτό μου για να τον καταλάβω. Ένιωσα την απώλεια σφιχτά. Ο ίσκιος του Πατέρα! Τον βίωσα σε όσα μου έμαθε. Ο δρόμος μου όμως επεκτείνεται στις ακτίνες που μεσουρανούν οι αξίες της ζωής του. Εκείνος μου έδωσε τη σκυτάλη για τη συνέχεια της δικής μου πορείας.
Αυτό που με σημάδεψε σαν άνθρωπο είναι τα τελευταία του λόγια: Ράνια, κόρη μου, αυτό που έχει μεγάλη σημασία στη ζωή είναι να είσαι σταθερή από εκεί που αρχίζεις την ιστορία σου και στο σημείο που την τελειώνεις να είσαι το ίδιο όμορφη και σταθερή όπως όταν ξεκίνησες το ταξίδι σου!

Ποίημα
Η Αργώ σε περίμενε για την Ιθάκη

Πήρες στα άστρα το σφρίγος.
Έφυγες σαν φωνή που σίγησε τη νύχτα το σώμα της.
Έδωσες σημάδια από το κοίταγμά σου το θείο.
Πίκρα αποσβολωμένη θεία ελπίδα.
Δάγκωμα στοργικό
σαν πύρωμα πρωτονοτάριο,
πέτρινο αργύριο
η λάβα.

Ασύλληπτο νέκταρ οι φλόγες της μνήμης.
Σαν έναστρο φεγγάρι παραδεισένιο.

Λιγοστές δροσοσταλίδες οι κασμιρένιες χελιδόνες της νύχτας,
πολεμούνε με τη γλώσσα της αλήθειας τους εχθρούς της.

Ο χρόνος γλίστρησε καθώς πέθανες
Στους χίλιους αιώνες της μνήμης.
Ο κήπος ξαναέγινε νέος όπως όταν γεννήθηκες
Τότε που έλαμπε η γη από το χαμόγελό σου.

Ξεκίνησες σαν το αδράχτι μέσα στο χώμα
γνέθοντας τα τυλιγάδια της μαρτυρικής δύναμής σου.
Κι ειρήνευσες σαν καθαρός ρύπος της αμαρτίας.
Αναπαύσου.
Μέσα σου κανένα πάθος που να θεμελιώνει το ψέμα.

Κι η ψυχή μου πενθεί καθώς σε σκέπτεται.
Κι η χαρά,
Καταφλεγμένη αγάπη σπαράζει από την απουσία σου.

Στην ανηφοριά διαβαίνω να σε βρω.
Σε βλέπω.
Σε ακούω.
Πατέρα μου…
Χιλιάδες οι πλαγιές
Κι ενώ σκοτεινιάζει βαθαίνουν οι θύμησες,
Στις χούφτες των συριγμών σου το πένθος,
Παραλύει το αίμα σαν βαθιά δαγκωματιά.

Μούδιασα.
Μονάχα δύο λέξεις.
Σε λατρεύω!
Σε προσκυνώ!

Βασίλεψε η νύχτα
Σφραγίστηκε η ψυχή.
Κι ο θάνατος ένας φίλος
Στην καρδιά μου που αγαπάω.

Θυμάμαι
Την απόσταση από το σώμα σου,
Πως φώτιζε η βαθιά νύχτα,
Σαν έμβλημα φρεσκοπλυμένο ριχτάρια
Με προσωπίδα το θείο θέλημα.
ΛΑΔΙ ΑΘΑΝΑΤΟ ΤΟ ΚΑΝΤΗΛΙ ΣΟΥ.
Σαν σκάφος στο γυμνό μάτι της πρύμνης,
Σαν νερό στης καρδιάς τον ορίζοντα
Χαραγμένο βασιλικό και δυόσμο.
Με αισθήματα καταχωμένα κρίνους κι αμαρυλλίδες.
Στην ειρήνη του θεού
Μακάριος ΘΕΟΦΙΛΗΣ ΥΜΝΟΣ
ΤΗΣ ΜΝΗΜΗΣ ΜΟΥ!

ΑΙΩΝΙΑ Η ΜΝΗΜΗ ΣΟΥ
ΠΑΤΕΡΑ ΜΟΥ!

Προηγούμενο ΆρθροΕπόμενο Άρθρο
Μοιραστείτε το