Πολιτισμός

Γρηγόρης Αζαριάδης: Έλληνες αστυνομικοί συγγραφείς δεν έχουν να ζηλέψουν από Ευρωπαίους

O Γρηγόρης Αζαριάδης γεννήθηκε το 1951 στην Αθήνα. Είναι μέλος της ΕΛΣΑΛ (Ελληνικής Λέσχης Συγγραφέων Αστυνομικής Λογοτεχνίας). Το πρώτο του μυθιστόρημα «Παλιοί λογαριασμοί» εκδόθηκε το 2012. Ακολούθησαν «Η τελευταία παράσταση της Μαρίνας Φιλίππου» και «Το μοτίβο του δολοφόνου», που κυκλοφόρησαν το 2013 και το 2015 αντίστοιχα. Ο «Σκοτεινός λαβύρινθος» είναι το τέταρτο αστυνομικό του μυθιστόρημα.
Ο Γρηγόρης Αζαριάδης θα παρουσιάσει το βιβλίο του στον Βόλο αύριο Δευτέρα 1 Οκτωβρίου στις 7 μ.μ. στον χώρο του Public, όπου θα συνομιλήσει με τη δημοσιογράφο Ροσάννα Πώποτα και το αναγνωστικό κοινό.

Σκοτεινός λαβύρινθος, το νέο αστυνομικό σας μυθιστόρημα. Θέλετε να μας δώσετε κάποια στοιχεία;
Η πενταμελής οικογένεια Μαυρονικόλα βρίσκεται άγρια δολοφονημένη στο αγρόκτημά της, έξω από τον Μαραθώνα. Ο τρόπος των δολοφονιών παραπέμπει σε εκτέλεση συμβολαίου από επαγγελματίες εκτελεστές. Η πρώτη ομάδα του Τμήματος Εγκλημάτων κατά Ζωής, υπό την ηγεσία της αστυνόμου Τρύπη, αναλαμβάνει τις έρευνες για την ανακάλυψη των ενόχων. Τα πράγματα θα περιπλακούν, όταν η ομάδα ερευνών ανακαλύψει ότι υπάρχει μια κόρη του Μαυρονικόλα, που επιστρέφει στην Ελλάδα και ζητεί εκδίκηση για τους φόνους της οικογένειάς της.

Υπήρξε κάποιο συγκεκριμένο γεγονός ή κίνητρο που σας έκανε να θέλετε να γράψετε αστυνομικό μυθιστόρημα;
Η αγάπη μου για το αστυνομικό μυθιστόρημα ξεκινάει από την ηλικία των 18 ετών και συμπεριλαμβάνει την ανάγνωση περίπου 2000 τίτλων έκτοτε. Οπότε, θεωρώ ότι η ενασχόλησή μου με τη συγγραφή, μετά 40 περίπου χρόνια, αποτελεί μάλλον φυσικό επακόλουθο.

Κεντρικές ηρωίδες είναι μια γυναίκα αστυνομικός και η Σοφία Μαυρονικόλα. Πόσο γοητευτικό, αλλά και πόσο δύσκολο ήταν να μπείτε στη γυναικεία ψυχολογία;
Καίρια ερώτηση στην καρδιά του στόχου! Όντως είναι εξαιρετικά γοητευτικό και εξίσου δύσκολο να προσεγγίσει ένας άντρας τη γυναικεία ψυχολογία. Η επιλογή κεντρικής ηρωίδας γυναίκας, της αστυνόμου Τρύπη, έρχεται από το δεύτερο βιβλίο μου («Η τελευταία παράσταση της Μαρίνας Φιλίππου» το 2013) και αποτελεί ένα συγγραφικό τόλμημα και ταυτόχρονα έναν φόρο τιμής στο γυναικείο φύλο, που αποθεώνω σε όλη μου την ζωή. Υπάρχει βέβαια η έντονη πάλη, οι διαρκείς ανησυχίες και οι σκληροί προβληματισμοί για την αληθινή περιγραφή της γυναικείας ψυχολογίας. Τομέας, όπου πήρα σημαντική βοήθεια από τη σύζυγό μου, καλές φίλες και τρεις συμβούλους ψυχολόγους, μέσα από πολύωρες εξαντλητικές συζητήσεις.

Το έγκλημα και η διαλεύκανσή του απαιτούν πολλούς ειδικούς, πέρα από τους καλούς αστυνομικούς ντετέκτιβ. Ως συγγραφέας απευθύνεστε σε κάποιους από αυτούς;
Στις μέρες μας υπάρχουν πολλοί ενημερωμένοι αναγνώστες, που παρακολουθούν αντίστοιχες πραγματικές αστυνομικές υποθέσεις και είναι ενήμεροι των σχετικών διαδικασιών. Οι περισσότεροι τις βρίσκουν εξαιρετικά ενδιαφέρουσες και λατρεύουν τα σχετικά μυθιστορήματα, τα αποκαλούμενα και police procedural. Για να κατορθώσεις να τους κρατήσεις αμείωτο το ενδιαφέρον, χρειάζονται πολυάριθμες ώρες έρευνας και επαφές με επαγγελματίες του χώρου. Γι’ αυτό τον λόγο συνομιλώ σε συνεχή βάση με αστυνομικούς, εγκληματολόγους, ιατροδικαστή και φυσικά ψυχολόγους για τη διαμόρφωση του προφίλ των ηρώων.

Σε πρόσφατη κριτική του βιβλίου σας σάς απεκάλεσαν Έλληνα Τζο Νέσμπο. Πώς σας φάνηκε ο χαρακτηρισμός;
Όντας από τη φύση μου λάτρης των χαμηλών τόνων, τον θεωρώ μάλλον υπερβολικό. Είναι όντως τιμητική η αναφορά του εγκυρότερου κριτικού μας Φ. Φιλίππου, αλλά πιστεύω ότι περισσότερο είχε να κάνει με το ύφος και την υπόθεση του τελευταίου μου βιβλίου «Σκοτεινός λαβύρινθος», που πραγματικά έχει χαρακτήρα βορειοευρωπαικού αστυνομικού μυθιστορήματος. Υπάρχουν σύγχρονοι Έλληνες αστυνομικοί συγγραφείς που τα μυθιστορήματά τους δεν έχουν να ζηλέψουν πολλά από τους αντίστοιχους Ευρωπαίους και πάντα προτρέπω τους αναγνώστες να τα διαβάζουν, αλλά ο Νέσμπο αποτελεί, από εμπορική και ποιοτική άποψη, μια ιδιαίτερη κατηγορία μόνος του.

Μια και μιλάμε για Nesbo, έχετε δει μεταφορά των βιβλίων του στον κινηματογράφο; Πιστεύετε ότι αποδόθηκαν σωστά;
Είδα τον «Χιονάνθρωπο»… Δεν νομίζω ότι έχει αποδώσει πιστά το πνεύμα του μυθιστορήματος. Άλλωστε πέρυσι κατά την επίσκεψη του Νέσμπο, όπου είχαμε και μια σύντομη συνομιλία, ο Νορβηγός συγγραφέας δήλωσε ότι δεν είχε καμία συμμετοχή στο σενάριο. Το φιλμ είναι μια μάλλον επίπεδη απόδοση του κειμένου, με σχετικές ανακρίβειες κι ένα ελαφρώς βαριεστημένο πρωταγωνιστή, που δεν ανταποκρίνεται στον Χάρυ Χόλε, που περιγράφει ο Νέσμπο. Ο Φάσμπεντερ απλά διεκπεραιώνει τον ρόλο του και γι’ αυτό φυσικά μερίδιο ευθύνης έχει κι ο σκηνοθέτης Άλφρεντσον.

Θα θέλατε να δείτε στη μικρή οθόνη κάποιο βιβλίο σας;
Φυσικά! Θεωρώ ότι και τα τέσσερα μυθιστορήματά μου που έχουν εκδοθεί, έχουν γραφτεί με αυτό που ονομάζω «κινηματογραφική οπτική» και προσφέρονται ιδανικά για κινηματογραφική ή τηλεοπτική μεταφορά. Επειδή όμως είμαι και σχετικά ρεαλιστής, γνωρίζω ότι κάτι τέτοιο είναι εξαιρετικά δύσκολο, λόγω της οικονομικής συγκυρίας στη χώρα μας.

Η σκανδιναβική λογοτεχνία υπερτερεί στο αστυνομικό μυθιστόρημα. Εσείς δέχεστε ότι η λίστα της συμπεριλαμβάνει τους καλύτερους του είδους;
Θα αποδεχτώ τη χρήση της λέξης «υπερτερεί» κυρίως από εμπορικής πλευράς, δεδομένου ότι αν επεκτείνουμε τη συζήτηση, συμπεριλαμβάνοντας και την ποιοτική πλευρά, υπάρχουν κι άλλες πολύ σοβαρές σχολές. Η γαλλική για παράδειγμα, η βρετανική, η λατινοαμερικανική, μάλλον η ισπανόφωνη γενικότερα κ.λπ. κ.λπ. Κατ’ αυτήν την έννοια, η λίστα των Σκανδιναβών αστυνομικών συγγραφέων οπωσδήποτε περιλαμβάνει πολλούς εξαιρετικούς συγγραφείς. Θα ανέφερα τον πρόσφατα αποβιώσαντα Χένινγκ Μανκέλ, τον Άρνε Νταλ, τον Στιγκ Λάρσον (επίσης αποβιώσαντα), φυσικά τον Γιού Νέσμπε (με τη νορβηγική προφορά του…) και τους μάλλον υποτιμημένους στη χώρα μας, αλλά κατά την προσωπική μου άποψη εκ των κορυφαίων, Λέιφ Πέρσον και Γκούναρ Στόλεσεν. Καλό θα ήταν να αναφέρουμε στο σημείο αυτό το μοναδικό ζεύγος Σγιεβάλ Βαλέε, που έγραψε τη δεκαετία του ’70 και αποτέλεσε πηγή έμπνευσης για τους περισσότερους από τους προαναφερθέντες συγγραφείς.

Ποιο αστυνομικό μυθιστόρημα διαβάσατε πρόσφατα και θα θέλατε να μας προτείνετε;
Αξίζει να διαβάσει κανείς τον «Μάκμπεθ», τελευταίο δημιούργημα του Νέσμπο, με τη δική του παραλλαγή του γνωστού σαιξπηρικού έργου. Ο συγγραφέας, απελευθερωμένος από το alter ego του, τον δημοφιλή Χάρυ Χόλε, αποδεικνύει για μια ακόμη φορά ότι μπορεί να γράψει σε ένα διαφορετικό ύφος κι ένα πολύ υψηλό ποιοτικό επίπεδο από τα συνηθισμένα έργα της σκανδιναβικής αστυνομικής λογοτεχνίας. Εντύπωση επίσης μου προκάλεσε κι ένα πολύ δυνατό γαλλικό νουάρ του Ερβέ Λε Κορ, το «Περνώντας τους λύκους για σκυλιά».

Στην ελληνική συγγραφική σκηνή, αναγνωρίζετε ομότεχνούς σας, το συγγραφικό έργο των οποίων αξίζει να διαβαστεί;
Όπως προανέφερα, υπάρχουν αρκετοί Έλληνες αστυνομικοί συγγραφείς, που γράφουν πολύ αξιόλογα αστυνομικά μυθιστορήματα και δεν έχουν να ζηλέψουν κάτι από τους περισσότερους Ευρωπαίους συναδέλφους τους. Για ευνόητους λόγους αποφεύγω να μπω στον πειρασμό της ονοματολογίας. Απλά απευθύνω μια πρόκληση στους τολμηρούς αναγνώστες. Να κρύψουν με μια αδιαφανή ετικέτα το όνομα στο βιβλίο ενός Έλληνα συγγραφέα και να διαβάσουν το βιβλίο χωρίς να ξέρουν ποιος το έγραψε. Μετά, ας κάνουν το ίδιο με το βιβλίο κάποιου Ευρωπαίου συναδέλφου του. Κι ας κάνουν την ποιοτική σύγκριση χωρίς να ξέρουν ποιος έγραψε ποιο. Και τότε, μπορεί να αλλάξει η άποψή τους για το υποτιμημένο, δυστυχώς, ελληνικό αστυνομικό μυθιστόρημα.

Ο «Σκοτεινός λαβύρινθος» είναι ένα αμιγώς αστυνομικό μυθιστόρημα, παρόλο που αναφέρεστε στην κρίση σε αρκετές σκηνές. Θα σας ενδιέφερε να γράψετε κάποιο κοινωνικό μυθιστόρημα, με πολιτικές προεκτάσεις;
Ανοίγουμε μεγάλη κουβέντα… Θεωρώ ότι στην εποχή μας δεν υπάρχει αμιγώς αστυνομικό μυθιστόρημα, αλλά αυτό που εγώ αποκαλώ «αστυνομικοκοινωνικό» ή «κοινωνικοαστυνομικό» μυθιστόρημα, ανάλογα με το πού δίνει το μεγαλύτερο βάρος ο κάθε συγγραφέας.
Αν δεν υπάρχουν μικρές ή μεγαλύτερες, φανερές ή κρυφές αναφορές στα κοινωνικά προβλήματα που μας ταλανίζουν, κινδυνεύουμε να έχουμε ένα τόσο ανιαρό μυθιστόρημα, όσο κι ένα κυριακάτικο απόγευμα στον Παράδεισο! Και τελικά ναι… Αν και το πρώτο μου μυθιστόρημα («Παλιοί λογαριασμοί» το 2012) έχει εντονότατο κοινωνικό στοιχείο με ευθείες πολιτικές αναφορές, πάντα στο μυαλό μου υπάρχει η σκέψη να επαναλάβω κάτι τέτοιο σε ωριμότερο πλέον επίπεδο.

Συνέντευξη
Χαριτίνη Μαλισσόβα

Προηγούμενο ΆρθροΕπόμενο Άρθρο
Μοιραστείτε το