Θ Plus, Πολιτισμός

Γιώργος Βέης: Η ποίηση αποτυπώνει ό,τι την ελκύει περισσότερο από την επικράτεια των αοράτων

Ο Γιώργος Βέης γεννήθηκε στην Αθήνα το 1955. Το 2010 βραβεύτηκε από το Ίδρυμα του Πέτρου Χάρη της Ακαδημίας Αθηνών για το σύνολο του ποιητικού του έργου. Του έχει απονεμηθεί ο Ανώτερος Ταξιάρχης του Φοίνικος για τις υπηρεσίες του στον διπλωματικό κλάδο. Έχει διατελέσει, μεταξύ άλλων, Μόνιμος Αντιπρόσωπος στην UNESCO. Σήμερα, πρέσβης επί τιμή.
Βραβεία για το πεζογραφικό του έργο: Ασία, Ασία (Κρατικό Βραβείο 2000), Από το Τόκιο στο Χαρτούμ (Κρατικό Βραβείο 2010), Παντού (Κρατικό Βραβείο 2016).
Οι πρόσφατοι τίτλοι βιβλίων του, οι ταξιδιωτικές εντυπώσεις με τίτλο Εκεί, που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Κέδρος και η συλλογή ποιημάτων με τίτλο Βράχια, από τις εκδόσεις Ύψιλον, ήταν η αφορμή για τη συνομιλία που ακολουθεί.

Συνέντευξη Χαριτίνη Μαλισσόβα

Το βιβλίο σας με τίτλο Εκεί, που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Κέδρος. Θέλετε να μας δώσετε κάποια στοιχεία;
Το Εκεί υπομνηματίζει διαδοχικά τοπία από το Βιετνάμ, την Κίνα, την Ιαπωνία, την Ινδονησία, το Καμερούν και τη Γερμανία. Θα σας παραθέσω ένα απόσπασμα από τα όσα ανέφερε προσφάτως σε κριτική της στο περιοδικό «Θευθ» η κ. Ζωή Σαμαρά. Θαρρώ ότι καλύπτει πλήρως το ερώτημά σας. Δηλαδή κατά λέξη: «Εκεί. Το σημαίνον και το σημαινόμενο του τίτλου παίζουν πάνω σε σκηνή θεάτρου. Αναμετριούνται από απόσταση. Το σημαίνον μόνο δύο συλλαβές, μόνο τρία απαλά φωνήματα. Ένα από τα σημαινόμενα, ο μακρινός χώρος, φαντάζει σαν ille tempore, το αντίθετο του «εδώ και τώρα». Ωστόσο, γιατί το «εκεί» στο νέο ταξιδιωτικό αριστοτέχνημα του Γιώργου Βέη μού δίνει την αίσθηση ότι είναι συνώνυμο του «εδώ»; Αυτό το λιτό, άκρως υπαινικτικό, «εκεί» μας ζητά να αφήσουμε το δημιουργικό μας βλέμμα αδέσμευτο, ανυπότακτο. Να ταξιδέψουμε στον χρόνο, που είναι σημαντική διάσταση του χώρου, ενώ καθόμαστε στην πολυθρόνα μας και διαβάζουμε το βιβλίο. Το «εκεί» του ποιητή μας δεν είναι φωτογραφικό υλικό, ούτε φανταστικός τόπος. Πηγάζει από τη δημιουργική θέαση της φύσης, του πολιτισμού, της ζωής. Καθώς με έχει απορροφήσει η ανάγνωση, ένα επίθετο έρχεται στον νου μου να χαρακτηρίσει το βιβλίο που κρατώ στα χέρια μου: Μεγαλειώδες. Ταξίδι σε χώρες μαγικές, ταξίδι στην ψυχή του ποιητή και του αναγνώστη, ο κόσμος γίνεται πολύ μικρός, πολύ οικείος, τον κρατώ σφιχτά από το χέρι, τον προστατεύω, χωράει στην παλάμη μου, χωράει σε λιγότερες από 300 σελίδες, ο κόσμος γίνεται απέραντος και με προσκαλεί στη δική του αγκαλιά».

Η ποίησή σας από τη μία και οι μαρτυρίες σας από τόπους που έχετε επισκεφτεί, βρίσκονται για δεκαετίες στον εκδοτικό χώρο. Τι σημαίνει για εσάς το να γράφετε ποίηση;
Η ποίηση, ως γνωστόν, αποτυπώνει, μεταξύ άλλων, ό,τι την ελκύει περισσότερο από την επικράτεια των αοράτων. Ο χρόνος διαμορφώνεται καταλλήλως, ώστε να χωρέσουν στις σχισμές, στα όποια ανοίγματα των εννοιών όσα κατάγονται από τη ζώνη των αφάτων, χωρίς να χαθεί τίποτε από την ευτυχή έκλαμψη. Αντιστοιχία τυπική με το σατόρι των Ιαπώνων. Ο χρόνος καθίσταται απόχη του ποιητικού νοήματος. Σε συνδυασμό μάλιστα με ό, τι συμβαίνει στον ταξιδιωτικό χωρόχρονο θα καταθέσω και τα εξής από την παρακαταθήκη του Ιβ Μπονφουά (1923 – 2016) «Αγαπώ τα ταξίδια, τα θεωρώ προσπάθειες επιστροφής. Αναζήτηση σημαδεμένη με σταθμούς, κάθε φορά που πλησιάζουμε τόπους οι οποίοι ταιριάζουν στους πόθους μας …Ποίηση και ταξίδι έχουν την ίδια υπόσταση και το ίδιο αίμα. Στην εξαιρετικά δίσημη αυτή χρονική συγκυρία, όπου ο κόσμος, ηλεκτρονικά τουλάχιστον συρρικνώνεται, γίνεται ένα δυναμικό χωριό επικοινωνίας, η ποίηση αναλαμβάνει, ως εκ των πραγμάτων, το πρόσθετο βάρος να μεγαλώσει αντίθετα τον κόσμο, να τον διευρύνει εννοιολογικά, να του δώσει εντέλει την ορθή του διάσταση, δρώντας ως το κατ’ εξοχήν αντίβαρο στη μονοδιάστατη αγωγή των προσώπων ή των α-προσώπων. Είμαι πεπεισμένος ότι όσο ο κόσμος θα δείχνει απερίφραστα ότι διακατέχεται από τάσεις αυτοκαταστροφής, τόσο ανάστροφα θα δρα η ποίηση, ως τάση δηλαδή συντήρησης και επιβίωσης και αφαλκίδευτης αυτοεπίγνωσης του ανθρώπινου παράγοντα, που επιμένει να αντιστρατεύεται στον εξανδραποδισμό του. Ναι, αγαπητή κ. Χαριτίνη Μαλισσόβα, το αδιανόητο εκείνο ποτάμι: Η ποίηση ως το νερό του χρόνου, όπου ο καθένας μπαινοβγαίνει στο ίδιο σημείο. Στο ίδιο πάντα πέρασμα, οποτεδήποτε κι αν θελήσει. Η βούληση – ύδωρ των ατελεύτητων στιγμών. Το σταθερό όραμα της ανέκκλητης ακύρωσης της φθοράς. Ό,τι δηλαδή τείνει να επικαλείται ο τυπικός στίχος. Έστω κατά τη γέννησή του. Το δευτερόλεπτο που θέλει κατά βάθος να ταυτιστεί με την αθανασία της Ορμής. Η ποίηση της Τορά, της βιβλικής Πεντάτευχου, είναι, φέρ’ ειπείν, η διεσταλμένη πραγματικότητα, το δυναμικό παρόν σε διάρκεια. Η ίδια η σκέψη των φορέων της Τορά: Το αεί. Εν κινήσει μάλιστα.

Από την άλλη, η καταγραφή εντυπώσεων από διάφορα μέρη που έχετε ζήσει ή έχετε επισκεφθεί είναι συνεχής. Σαν να μην παύει να σας γοητεύει αυτός ο κόσμος.
Ταξιδεύω σημαίνει πρωτίστως ανανεώνω ριζικά την αναγνωστική-αισθητηριακή μου πρόσληψη, αποδέχομαι στο έπακρο τη δυνατότητα της έκπληξης και διαγράφω ει δυνατόν όλες τις εμμονές του πλατωνικού σπηλαίου. Επικυρώνοντας την ικανότητά μου να αφομοιώνω το θαύμα του πλανήτη Γη, αντιλαμβάνομαι εν τέλει το Ον. Έστω εξ όνυχος. Γνωρίζουμε ασφαλώς, όπως παραδέχεται ευθαρσώς ο Francis Scott Fitzgerald, ότι «ως επί τω πλείστον, εμείς οι συγγραφείς επαναλαμβάνουμε τους εαυτούς μας – αυτή είναι η αλήθεια. Έχουμε δύο ή τρεις μεγάλες και συγκινητικές εμπειρίες στη ζωή μας – εμπειρίες τόσο σπουδαίες και συγκινητικές που μας κάνουν να πιστεύουμε, τη στιγμή εκείνη που τις βιώνουμε, ότι αποκλείεται να είχε βρεθεί ποτέ κανείς ώς τώρα στην ίδια θέση, το ίδιο θαμπωμένος και κατάπληκτος και νικημένος και τσακισμένος και λυτρωμένος και φωτισμένος και ανταμειφτείς και ταπεινωμένος όπως εμείς. Αργότερα μαθαίνουμε την τέχνη, καλά ή λιγότερο καλά, και λέμε αυτές τις δύο ή τρεις ιστορίες μας – κάθε φορά μεταμφιεσμένες – ίσως δέκα, ίσως εκατό φορές, για όσο καιρό οι άνθρωποι θα ακούνε». Το ταξίδι μάς επιτρέπει να έρθουμε σε άμεση επαφή με την αρχαιολογία των συγκινήσεων, με την επικράτεια των αιφνιδιασμών. Το έδαφος που πατάει με δέος την πρώτη φορά ο επισκέπτης συγγραφέας είναι δυνάμει το παλίμψηστο της γνώσης. Η περιβάλλουσα φύση κατά συνέπεια είναι η ταυτότητα της γραφής σε πρώτο βαθμό, η δε πόλη, ως εκφυλισμένο αρχιτεκτόνημα ή μη, είναι η κιβωτός των εννοιολογικών παραμέτρων, οι οποίες στοιχειώνουν με τη σειρά τους το σήμερα και προκαθορίζουν μαθηματικά το μέλλον. Διέκρινα τα τοπία έως σήμερα ως παραγράφους, ως στροφές ποιημάτων. Έγραψα και γράφω έξω-εσωτικά, δηλαδή χωροργασμικά, ευχόμενος να διαρκέσει όσο γίνεται περισσότερο το (κάθε) ταξίδι μου.

Ποιας χώρας το βιωτικό επίπεδο έχετε ζηλέψει και θα μπορούσατε να ζήσετε εκεί;
Δεν έχω ζηλέψει κάποια συγκεκριμένη χώρα. Η Σάμος, όπου γεννήθηκε ο πατέρας μου ή η Σαντορίνη, από όπου κατάγεται η μητέρα μου, παραμένουν σταθερές αξίες, σταθεροί πόλοι Βίου. Θα μπορούσα ασφαλώς να ζήσω παντού όπου υπάρχει σεβασμός στις κοινώς παραδεκτές ποιότητες της ζωής.

Η εξαιρετικά μεγάλη εμπειρία σας στην κριτική βιβλίων έχει θετικό ή αρνητικό πρόσημο για τους νέους ποιητές; Υπάρχει καλό υλικό που συνεχίζει επάξια στον χώρο;
Ίσως η υπόθεση μιας θεαματικής έκπληξης από την πλευρά των νέων να είναι κι αυτή υπόθεση του άμεσου μέλλοντός μας. Δεν αποκλείεται ορισμένοι από τους εν λόγω δημιουργούς να δώσουν λίαν προσεχώς απτά και σοβαρά δείγματα της αποφασιστικής και γενναίας εκείνης υφολογικής και θεματικής τομής τους, η οποία θα τους μετέθετε ενδεχομένως, από την κατηγορία των σχεδόν ισοτίμων συντρόφων του λογοτεχνικού τοπίου, στην ομάδα των ρηξικέλευθων, των μεθοδικών ανανεωτών του δημιουργικού λόγου. Συγκρατώ ότι η περιρρέουσα ατμόσφαιρα συνοψίζεται σε μικρής έκτασης κείμενα. Στις ευτυχέστερες των περιπτώσεων, η πυκνότητα των εκφάνσεων και η ευφυής επιλογή του κατάλληλου ρήματος υποστηρίζει αποτελεσματικά την όλη κειμενική εξέλιξη του πρωταρχικού σχεδίου. Κατά τα άλλα εξακολουθεί να ισχύει η γνωστή ελυτική κατηγοριοποίηση: «Οι κακοί ποιητές τρέφονται από τα γεγονότα, οι μέτριοι από τα αισθήματα και οι καλοί από τη μετατροπή του τίποτε σε κάτι». Βεβαίως, δεν ξεχνώ ότι η ενίοτε άκρατη σχετικότητα της θεωρητικής πρότασης υπονομεύει την ερμηνεία ως κριτική δεοντολογία. Ο σχεδόν εκκωφαντικός αφορισμός του Λούντβιχ Βιτγκενστάιν «Δεν διερμηνεύω, διότι αισθάνομαι μέσα στην παρούσα εικόνα σαν να είμαι στον οίκο μου» πιστοποιεί τη μόνη ίσως δυνατή αλήθεια: Η σπουδή των θεωρητικών να υποτάξουν τον από τη φύση του ανυπότακτο λόγο λογίζεται ως υψίστη ματαιότητα. Από την άποψη αυτή οι περιστασιακοί θρίαμβοι της θεωρίας υπήρξαν κατά βάση είτε ακούσια διαφήμιση είτε εκούσια δυσφήμηση της δημιουργικής γραφής. Πάντως, εκεί που οι πολλοί και οι πολλές απλώς πλατειάζουν ή επαίρονται ασυστόλως για τις υποτιθέμενες στιχουργικές γνώσεις τους, πιστεύοντας ακράδαντα ότι ανοίγουν νέους δρόμους, ανακαλύπτοντας, φευ, τον τροχό, οι επαρκείς του είδους, οι ιδιαίτερα υποψιασμένοι κι εργατικοί, θα συναιρούν και θα ταξινομούν πάντα με περίσκεψη τα όσα πρέπει να διασωθούν μέσα στο δείνα ζέον ποίημα. Συγκρατώ τη στροφή λίγων ποιητών – και νέων μεταξύ αυτών – στην παραδοσιακή μετρική. Χωρίς να είναι πάντα ευτυχείς, οι εμπεδώσεις επιτρέπουν να ανιχνευθεί κάποια στιγμή ένα ολοκληρωμένο αισθητικό προϊόν.

Ποια αξία θεωρείτε υπέρτατη;
Τη φιλοπατρία.

Μόλις κυκλοφόρησε η νέα ποιητική σας συλλογή, από τις εκδόσεις Ύψιλον, με τίτλο Βράχια. Τι θα διαβάσουμε στο βιβλίο αυτό;
Πρόκειται για το δέκατο τέταρτο ποιητικό μου βιβλίο. Οι κειμενικές μορφές ποικίλλουν και πάλι. Τα εσωτερικά τοπία μου, αλλά και πολλαπλές όψεις, οπωσδήποτε κρίσιμες και απτές του έξω κόσμου αναδεικνύονται συμμετρικά. Ας διατυπώσω διαφορετικά τα παραπάνω. Ήτοι: Το αποκλίνον σονέτο κι ο ευθύβολος ελεύθερος στίχος αποτυπώνουν ό,τι συνέχει τη φαντασιακή γη των επιθυμιών και των οραμάτων με το πεδίο της εξ αντικειμένου ρητής πραγματικότητας. Είναι εμφανής η χρήση της παραγωγικής μεταφοράς. Η απόλαυση έγκειται κυρίως στη διασταύρωση του στίχου με την άλλη αλήθεια του βίου. Το ατομικό και το συλλογικό δεν αντιδιαστέλλονται, αλλά επικοινωνούν αδιάκοπα, αναδεικνύοντας, μεταξύ άλλων, κρυφές σημασίες. Σε πείσμα μάλιστα των ποικίλων αντιξοοτήτων της ζωής. Το ποίημα παραμένει προϊόν σύγκλισης και πύκνωσης των στοιχείων εκείνων, τα οποία έσπευσαν την κατάλληλη στιγμή να το προκαλέσουν. Εξ ου και η συσπείρωση του νοήματος στα οιονεί επιγράμματα που απαντούν στα Βράχια.

Προηγούμενο ΆρθροΕπόμενο Άρθρο
Μοιραστείτε το