Πολιτισμός

Γιώργος Θάνος: Το γράψιμο είναι η μόνη τέχνη που δεν χρειάζεται κανένα υλικό

Ο Γιώργος Θάνος γεννήθηκε το 1984, μεγάλωσε στον Βόλο και ζει στην Αθήνα, όπου εργάζεται ως παραγωγός ψηφιακού περιεχομένου. Είναι επικεφαλής και επιμελητής της Ομάδας Άστυ, μέσω τις οποίας εξερευνά την αθηναϊκή ιστορία και ιδιαίτερα τη σχέση της πόλης με τη λογοτεχνία. Διηγήματα και πεζά του έχουν δημοσιευτεί σε λογοτεχνικά περιοδικά. Η συλλογή διηγημάτων «Τα Καύκαλα» (εκδόσεις Ιωλκός, 2019) είναι το πρώτο του βιβλίο.

Το βιβλιοπωλείο Χάρτα (Σκενδεράνη 16, Βόλος) και οι εκδόσεις Ιωλκός προσκαλούν στην παρουσίαση της συλλογής διηγημάτων «Τα καύκαλα» του Γιώργου Θάνου, την Παρασκευή 13 Μαρτίου, στις 20.00. Για το βιβλίο θα μιλήσουν ο Νίκος Φιλιππαίος (φιλόλογος, υποψήφιος διδάκτορας Νεοελληνικής Λογοτεχνίας Πανεπιστημίου Ιωαννίνων), ο Χρήστος Σιορίκης (ποιητής, μεταφραστής) και ο συγγραφέας.

Συνέντευξη ΧΑΡΙΤΙΝΗ ΜΑΛΙΣΣΟΒΑ

«Τα καύκαλα», ο τίτλος της συλλογής διηγημάτων σας που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Ιωλκός. Θέλετε να μας δώσετε κάποια στοιχεία;

Τα «Καύκαλα» είναι μια συλλογή 19 σύντομων ιστοριών, που ενώ εκ πρώτης όψεως διαφέρουν αρκετά μεταξύ τους, διακατέχονται από μερικές συγκεκριμένες εμμονές και θίγουν, στον πυρήνα τους, παρόμοια ζητήματα. Τα διηγήματα που απαρτίζουν τα «Καύκαλα» διαδραματίζονται κατά κύριο λόγο στην ελληνική επαρχία, εστιάζουν σε καταστάσεις και συμβάντα που σε πολλούς μπορεί να φαίνονται απλά και καθημερινά, περνούν από το συλλογικό τραύμα του εμφυλίου στις μέρες της οικονομικής κρίσης και εν τέλει ασχολούνται με θέματα όπως είναι η μνήμη και διαχείρισή της, η απώλεια και η ενηλικίωση.

Τα διηγήματά σας εκτείνονται σε διαφορετικές χρονικές στιγμές, αλλά και σε διαφορετικούς τόπους. Είναι αποσκευές σας χρόνων ή είναι πρόσφατα κείμενα;
Τα διηγήματα που συγκροτούν τα «Καύκαλα», έχουν γραφτεί από το 2015 ώς το 2018, οπότε ουσιαστικά είναι κείμενα της ίδιας φουρνιάς, έστω κι αν γράφτηκαν χωρίς να έχω ένα συγκεκριμένο πλάνο στο μυαλό μου, τουλάχιστον εκδοτικό. Σίγουρα, τα «Καύκαλα» δεν είναι ένα «σφιχτό» θεματικά βιβλίο, ωστόσο θέλω να πιστεύω ότι οι ιστορίες μου, παρά τις διαφορές τους στον χρόνο, τον τόπο και τη φωνή των ηρώων τους, δένονται από ένα κοινό ύφος.

Τι σας κινητοποίησε να γράψετε;
Το γράψιμο είναι ίσως η μόνη τέχνη που δεν χρειάζεται κανένα υλικό: Δεν έχεις ανάγκη μπογιές, χορδές, μάρμαρο, πηλό, φιλμ για να γράψεις. Το να πάρεις το απόλυτο τίποτα και να το μετατρέψεις σε χειροπιαστό κάτι ήταν μια διαδικασία που πάντοτε μου φαινόταν απίστευτα γοητευτική. Επίσης, διαβάζοντας από μικρός, έχω κρατήσει μέχρι τώρα στο μυαλό μου φράσεις και προτάσεις, που για κάποιο λόγο θεώρησα πως ήταν πολύ καλογραμμένες ή πως κάτι μου είπαν. Όταν λειτουργείς με αυτό τον τρόπο μοιραία, κάποια στιγμή, θέλεις να δημιουργήσεις κι εσύ τέτοιες προτάσεις, που ελπίζεις κάποιος να τις θυμηθεί, για τους δικούς του λόγους.

Διαβάζατε λογοτεχνία από τα μαθητικά σας χρόνια;
Μεγάλωσα σε ένα σπίτι στο οποίο είχα πάντοτε πρόσβαση σε βιβλία κι εξοικειώθηκα με την ανάγνωση από πολύ μικρή ηλικία, όχι απαραίτητα μόνο μέσω της λογοτεχνίας, αφού διάβαζα μανιωδώς ό,τι έπεφτε στα χέρια μου, περιοδικά, comics, ιστορία, οτιδήποτε. Ήρθα με αυτό τον τρόπο σε επαφή με συγγραφείς όπως είναι λόγου χάρη ο Ταχτσής, σε αρκετά μικρή ηλικία, μαθητής – και με θεωρώ πολύ τυχερό για αυτό. Και φυσικά, στα μαθητικά χρόνια, η μουσική αποτέλεσε την κατεξοχήν «πύλη εισόδου» προς τη λογοτεχνία, μέσω της μελοποιημένης ποίησης, των λογοτεχνικών αναφορών και του γενικότερου κλίματος που δημιουργούσε, τουλάχιστον σε μένα.

Διαβάζετε σύγχρονη λογοτεχνία; Ποιο είδος ξεχωρίζετε;
Διαβάζω φυσικά πολύ – και σε ό,τι αφορά στη σύγχρονη λογοτεχνία, θεωρώ ότι ο πεζός λόγος στην Ελλάδα περνά μια πολύ, πολύ δημιουργική περίοδο. Οπότε, παρακολουθώ με πολύ ενθουσιασμό τη σύγχρονη ελληνική λογοτεχνία, ιδιαίτερα τη μικρή φόρμα. Τόσο οι διηγηματογράφοι της αμέσως προηγούμενης γενιάς, οι ήδη καταξιωμένοι, όπως ο Σκαμπαρδώνης, όσο και οι νεότεροι, όπως λόγου χάρη ο Γιάννης Παλαβός, έχουν ήδη δώσει βιβλία που θα μείνουν, και θα συνεχίσουν να δίνουν, φυσικά.

Υπάρχουν συγγραφείς των οποίων το έργο θαυμάζετε;
Πολλοί φυσικά, πάρα πολλοί, νεότεροι και παλαιότεροι. Θα σταθώ σε τρεις, των οποίων το έργο νομίζω πως έχει καθορίσει το βλέμμα μου πάνω στα πράγματα, γενικότερα: Τον Παπαδιαμάντη (τα διηγήματά του, περισσότερο), τον Καβάφη και τον Γιώργο Ιωάννου. Είναι νομίζω οι τρεις συγγραφείς, στους οποίους ανατρέχω συνεχώς και των οποίων τα βιβλία θέλω πάντοτε να βρίσκονται σε κοντινή απόσταση – για ώρα ανάγκης.

Διαβάζουν λογοτεχνία οι νέοι;
Υποτίθεται πως το αναγνωστικό κοινό στην Ελλάδα είναι πολύ περιορισμένο, όμως από την άλλη πλευρά, έχουμε καταιγισμό κυκλοφοριών, κάθε μήνα, ελληνικής και μεταφρασμένης λογοτεχνίας – οπότε, σίγουρα υπάρχει κοινό που αγαπά το βιβλίο. Είμαι σίγουρος πως αναγνώστες θα βρει κανείς σε όλες τις ηλικίες, κάτι που νομίζω ανέκαθεν συνέβαινε, και που συμβαίνει και τώρα. Και, κόντρα λιγάκι σε αυτό που θα πίστευαν πολλοί, πιστεύω ότι τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, που χαρακτηρίζουν ως έναν βαθμό τη δική μου γενιά, έχουν κάνει μάλλον καλό στη διάδοση της λογοτεχνίας, παρά κακό.

Ως παραγωγός ψηφιακού περιεχομένου, πώς συνδυάζετε τη συγγραφή;
Δεν το είχα σκεφτεί ποτέ σα συνδυασμό, για να πω την αλήθεια. Νομίζω όμως, ότι δημιουργώντας ψηφιακό περιεχόμενο, επί της ουσίας καλείσαι να πεις μια ιστορία – οπότε, να ένα κοινό σημείο που σίγουρα υπάρχει. Ακόμα, τις περισσότερες φορές, δημιουργώντας περιεχόμενο πρέπει να πεις αυτά που θέλεις σε ένα εξαιρετικά σφιχτό πλαίσιο, οπότε, από μια άποψη, το ψηφιακό περιεχόμενο μπορεί να γίνει μια καλή άσκηση στη συμπύκνωση και την οικονομία, αρετές που σίγουρα είναι χρήσιμες στη συγγραφή.

Ποια αξία θεωρείτε υπέρτατη;
Μεγαλώνοντας, νομίζω πως θα απαντήσω την ενσυναίσθηση: Το να μπορείς να τοποθετήσεις τον εαυτό σου στη θέση του άλλου. Είναι ο πιο σύντομος τρόπος να γίνεις λίγο καλύτερος ως άνθρωπος και, μιλώντας για λογοτεχνία, ένα χαρακτηριστικό που μπορεί να σε βοηθήσει να γράψεις και καλύτερα.

Έχετε σκεφτεί να γράψετε μεγαλύτερης φόρμας κείμενα ή κάποιο μυθιστόρημα;
Όχι, προς το παρόν τουλάχιστον. Είμαι «δηλωμένος» οπαδός της μικρής φόρμας, πρώτα-πρώτα ως αναγνώστης. Ό,τι προσπαθώ να γράψω, μυθοπλασία ή όχι, στρέφεται πάντοτε προς το σύντομο και το συμπυκνωμένο – δεν είμαι καν καλός αναγνώστης μυθιστορημάτων, οπότε δεν έχω μπει στη διαδικασία να σκεφτώ πώς θα μπορούσα να δομήσω κάτι μεγαλύτερο.

 

 

 

 

Προηγούμενο ΆρθροΕπόμενο Άρθρο
Μοιραστείτε το