Άρθρα

Γιατί ο Βόλος δεν άλλαξε δήμαρχο

Της
Τούλας Κεκάτου


Παρακολούθησα με αμείωτο ενδιαφέρον τη συγκλονιστική αυτή προεκλογική περίοδο στον Δήμο Βόλου.
Σε μοναδικά ιδιαίτερες συνθήκες, που όμοιές της στο παρελθόν – εδώ και αρκετές δεκαετίες που
μπορούμε να θυμόμαστε – δεν συναντήσαμε.
Η «μονομαχία» των δύο υποψηφίων δημάρχων δεν άφηνε πιστεύω κανέναν ενεργό πολίτη αδιάφορο.
Κυρίως επειδή οι συνθήκες αυτή τη φορά ήταν εντελώς διαφορετικές.
Οι αντίπαλοι του σημερινού δημάρχου κατάφεραν μέσα από πολύμηνες διαδικασίες να ενωθούν και να
στηριχθούν από κομματικούς μηχανισμούς (αν και δήλωναν ανεξάρτητοι, αυτοδιοικητικοί). Κατάφεραν
να παρουσιάσουν ένα αξιοπρεπέστατο ψηφοδέλτιο και να κάνουν μία δυναμική αρχή με αναφορά στην
τοπική κοινωνία, με έναν ήπιο – αρχικά – προεκλογικό λόγο.
Από την άλλη ο σημερινός δήμαρχος είχε ένα – σε γενικές γραμμές – γνωστό και αναμενόμενο
ψηφοδέλτιο.
Και η προεκλογική «μάχη» ξεκίνησε, μέχρι που ήρθαν οι καταστροφικές πλημμύρες. Εκεί η «μπάλα»
άρχισε να χάνεται. Οι λάσπες αντί να ενώσουν δίχασαν. Απαράδεκτο και εξοργιστικό.
Η πλευρά του Νίκου Παπαπέτρου είχε ένα πλεονέκτημα, πολιτικό, για να καρπωθεί δυσαρέσκεια και
φθορά της υπάρχουσας Δημοτικής Αρχής. Το έχασε όμως από τη στρατηγική που ακολούθησε. Ο
διχαστικός λόγος, μεγάλης μερίδας των υποψηφίων και η επιλογή της «υπόγας» των social του ΣΥΡΙΖΑ
σε συνδυασμό με τον μόνιμα καταγγελτικό λόγο έγινε μάλλον μπούμερανγκ.
Από την άλλη η Δημοτική Αρχή βρέθηκε στο πεδίο δράσης και στάθηκε κοντά σε πλημμυροπαθείς και
έχοντες ανάγκη. Άλλωστε το έδειξε και το εκλογικό αποτέλεσμα, καθώς οι περιοχές αυτές έδωσαν
μεγάλο εκλογικό «αέρα» στον σημερινό δήμαρχο.
Ο τοξικός και καταγγελτικός λόγος του ενωμένου ψηφοδελτίου θεωρώ ότι άλλαξε επιλογές στην κάλπη.
Οι καταστροφές πρέπει να ενώνουν και όχι να διχάζουν. Οι Έλληνες οφείλουμε να το εμπεδώσουμε
πλέον αυτό.
Τον καταγγελτικό λόγο διαδέχθηκε ο υβριστικός και εξοργισμένος λόγος του δημάρχου, που έχει
προβληματίσει μεγάλο ποσοστό των ψηφοφόρων και των κατοίκων της πόλης. Η σκληρή όμως δουλειά
που έγινε, έφερε και πάλι τη νίκη.
Ο Νίκος Παπαπέτρος έλαβε το εκλογικό ποσοστό – στο ακέραιο – των τριών συνδυασμών (Καπούλα,
Αποστολάκη, Παπαδούλη) που είχαν διεκδικήσει τον Δήμο Βόλου το 2019. Και το αύξησε κατά 3
περίπου ποσοστιαίες μονάδες, τις οποίες έχασε ο Αχιλλέας Μπέος. Η εκλογική απώλεια του Αχιλλέα
Μπέου, σύμφωνα με τα εκλογικά αποτελέσματα της Κυριακής, εντοπίζεται στο κέντρο του Βόλου. Όπου
έγιναν και τα περισσότερα έργα όλα αυτά τα χρόνια της θητείας του. Η απώλεια της εκλογικής του
επιρροής σίγουρα οφείλεται στη φρασεολογία του και τον τρόπο που χρησιμοποιεί στον δημόσιο λόγο.
Αυτό είναι που πρέπει να αλλάξει άρδην ο δήμαρχος. Δεν χρειάζεται να λέει πολλά και άσχετα, όταν –
όπως ισχυρίζεται και αυτό είναι οφθαλμοφανές – μιλάνε τα έργα του. Έχει μπροστά του μία πενταετία να
κάνει τη μεγάλη αλλαγή. Τώρα κατά πόσο είναι εύκολο (για τον χαρακτήρα του) αυτό πρέπει να είναι το
μεγάλο στοίχημα με τον ίδιο του τον εαυτό.
Ο κόσμος θέλει ανθρώπους να δουλεύουν και να βρίσκονται στον δρόμο και όχι στο γραφείο. Αυτό είναι
πλέον ξεκάθαρο. Θέλει όμως και ανθρώπους να είναι κόσμιοι – στον δημόσιο λόγο και στις δημόσιες
εμφανίσεις τους – για να είναι υπερήφανοι για την ψήφο τους και την επιλογή των τοπικών διοικήσεων.
Ο κόσμος και η σύγχρονη κοινωνία ζητεί κύρος και εμπιστοσύνη. Βασικά συστατικά για να πάμε
μπροστά.
Ζητεί όμως και από την αντιπολίτευση το ίδιο. Όχι άλλη οργή και τοξικότητα.
Ο ρόλος των ΜΜΕ
Δεν θα μπορούσα να μη σχολιάσω και τον ρόλο των δημοσιογράφων. Πώς χειρίζονται τις καταστάσεις
και πώς πλέον επιχειρούν να χειραγωγήσουν – όχι να διαμορφώσουν – την κοινή γνώμη. Η συμβολή τους
στην ιδιαίτερη αυτή προεκλογική περίοδο – ειδικά για τον Δήμο Βόλου – δεν θα έλεγα όταν ήταν η
οφειλόμενη από τη δημοσιογραφική δεοντολογία.
Χειριστικός και τοξικός λόγος, ανάλογα με τις προσωπικές προτιμήσεις (σε αρκετές περιπτώσεις), χωρίς
αντικειμενικότητα και με αρκετό παρασκήνιο. Ειδικά η ηλεκτρονική δημοσιογραφία τείνει να περάσει τα
εσκαμμένα. Η ζημιά που γίνεται είναι μεγάλη. Και οι πολιτικοί χρησιμοποιούν αυτή τη δημοσιογραφία.

Αυτό δεν ωφελεί κανέναν: Ούτε τον ίδιο τον δημοσιογράφο ως προσωπικότητα και κοινωνική οντότητα
ούτε και τον πολιτικό. Πολύ δε περισσότερο τη διαμόρφωση της κρίσης, κυρίως των νέων ανθρώπων.
Αυτό είναι και ένα ζήτημα που πρέπει να απασχολήσει σοβαρά την κοινωνία των ίδιων των
δημοσιογράφων.
Κανείς δεν είναι χαρούμενος και υπερήφανος να παρακολουθεί μονόπλευρη και εμμονική
δημοσιογραφία. Ούτε και ο δημοσιογράφος πρέπει να νιώθει περήφανος ότι ασκεί λειτούργημα και
προσφέρει στην κοινωνία.

Προηγούμενο ΆρθροΕπόμενο Άρθρο
Μοιραστείτε το