Πολιτισμός

Γιάννης Μόσχος: Οι καιροί απαιτούν συντροφικότητα και ενδιαφέρον για τον συνάνθρωπο

Ο Γιάννης Μόσχος (γεν. 1982) μεγάλωσε στη Γάβριανη του Νομού Μαγνησίας. Σπούδασε Οικονομικές Επιστήμες στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης (μεταπτυχιακό στη Διοίκηση Επιχειρήσεων). Εργάζεται στην Αθήνα ως ιδιωτικός υπάλληλος. Γράφει στίχους και ιστορίες. Διήγημά του έχει δημοσιευθεί στη συλλογή «Ιπτάμενο Πλοίο» από τις εκδόσεις by the book. Το «Τοκορόρο» (εκδ. Τόπος) είναι το πρώτο του μυθιστόρημα.

Συνέντευξη: Χαριτίνη Μαλισσόβα

Τοκορόρο, ο τίτλος του μυθιστορήματός σας. Θέλετε να μας αποκαλύψετε κάποια στοιχεία;
Το Τοκορόρο είναι το εθνικό πουλί της Κούβας. Έχει τα χρώματα της σημαίας της, λευκό, μπλε και κόκκινο, και το χαρακτηριστικό του είναι πως δεν φυλακίζεται. Εάν βρεθεί σε κλουβί, χτυπιέται στα κάγκελα μέχρι να ελευθερωθεί ή να πεθάνει. Ελευθερία ή θάνατος. Το τελευταίο αποτελεί κύριο χαρακτηριστικό ενός από τους ήρωες του βιβλίου. Είναι ένα νουάρ θρίλερ που βυθίζεται βαθιά στην Αμερική του ’40 και του ’60. Ένα ταξίδι μέσα από την κόλαση του αμερικανικού νότου με κατάληξη στο Μαϊάμι, δολοφονημένοι κλόουν, ένας αμφιλεγόμενος αστυνομικός επιθεωρητής που ακροβατεί ανάμεσα στο καθήκον και το προσωπικό του συμφέρον, η μαφία, και στο φόντο, η επίθεση στον Κόλπο των Χοίρων, στην Κούβα. Είναι ένα αστυνομικό μυθιστόρημα που φιλοδοξεί να αμφισβητήσει τις βεβαιότητες της ζωής μας. Η ανατροπή στο τέλος έρχεται ως επιβεβαίωση της διαπίστωσης ότι ο μεγαλύτερος δαίμονας είναι ο ίδιος μας ο εαυτός.

Η αστυνομική λογοτεχνία έχει πολλούς αναγνώστες παγκοσμίως. Τι είναι αυτό που την κάνει τόσο αγαπητή;
Έχετε δίκιο, μπορούμε να πούμε ότι η αστυνομική λογοτεχνία είναι η ατμομηχανή της παγκόσμιας εκδοτικής δραστηριότητας. Δεν γνωρίζω τους λόγους που συμβαίνει αυτό παγκοσμίως, μπορώ να εικάσω ότι ίσως γιατί πολλοί και σημαντικοί συγγραφείς ασχολήθηκαν με αυτό που στο εξωτερικό λένε crime fiction και δημιούργησαν εξαιρετικά βιβλία. Θα ήθελα να απαντήσω, όμως, στο γιατί γοητεύει εμένα. Θεωρώ ότι σε συνθήκες εγκλήματος ο άνθρωπος δοκιμάζει τα όριά του, φθάνει στα άκρα, τεστάρει τους φόβους του, τις ελπίδες του, «ξύνει» τον πάτο των συναισθημάτων του. Επίσης, σκαλίζοντας το «γιατί», θίγονται κοινωνικά θέματα και ιστορικές αφορμές. Αυτό είναι από μόνο του εξαιρετικά ενδιαφέρον. Ειδικά στην ελληνική αστυνομική λογοτεχνία, τα τελευταία χρόνια, έχει μπει τόσο πολύ η κοινωνία μέσα στο βιβλίο, όπου θα λέγαμε ότι στην Ελλάδα το αστυνομικό μυθιστόρημα ίσως είναι το νέο κοινωνικό μυθιστόρημα. Τέλος, η αστυνομική πλοκή, το ποιος το έκανε και γιατί, ψυχαγωγεί και ιντριγκάρει τον αναγνώστη.

Είναι όμως κι ένα συγγραφικό είδος που δέχεται πολλές επικρίσεις. Ποια είναι τα λάθη (και τα πάθη) των συγγραφέων αστυνομικής λογοτεχνίας;
Είναι αλήθεια ότι από τα μέσα του προηγούμενου αιώνα και μετά, υπήρξαν τα pulp αστυνομικά μυθιστορήματα τσέπης που βρίσκονταν ακόμη και σε περίπτερα. Υπήρξε μια μαζικότητα και το είδος στιγματίστηκε ως παραλογοτεχνία. Η παραλογοτεχνία, όμως, ακουμπά όλα τα είδη, η αστυνομική λογοτεχνία ενδεχομένως πέρασε από αυτή τη φάση, αλλά σήμερα μπορούμε να πούμε ότι γράφονται εξαιρετικά βιβλία, οι συγγραφείς των οποίων μονοπωλούν βραβεία λογοτεχνίας και βρίσκονται πολύ υψηλά στη συνείδηση των αναγνωστών.

Διαβάζοντας το βιβλίο σας φαίνεται ότι κάνατε όχι μόνο αστυνομική, αλλά και έρευνα στην ιστορία. Θέλετε να μας πείτε;
Η αλήθεια είναι πως χρειάστηκε εις βάθος ιστορική έρευνα, μιας και πολλά σημεία πατούν στην ιστορική πραγματικότητα. Η επίθεση στον Κόλπο των Χοίρων στην Κούβα του Κάστρο είναι ιστορικό γεγονός. Ο Ωραίος Τζόνι είναι ο Τζόνι Ροσέλι και ο Χρυσός Σαμ είναι ο Σαμ Τζιανκάρνα, εξέχοντα μέλη της μαφίας της εποχής. Ο Σάντο Φικάντε είναι ο Σάντο Τραφικάντε, ενώ το μέρος συνάντησης, το Μπουμ Μπουμ στο Fontainebleau, παίζει ακριβώς τον ρόλο που έπαιξε και στην πραγματική ιστορία. Επίσης, τα περισσότερα μέρη είναι υπαρκτά, ενώ κάποια από αυτά είχα την ευκαιρία να τα δω από κοντά ταξιδεύοντας στην Κούβα. Παρόλο που όλο το βιβλίο μυρίζει ιστορία, σε καμία περίπτωση όμως δεν πρόκειται για ιστορικό μυθιστόρημα. Είναι μυθοπλασία.

Ποιοι συγγραφείς αστυνομικής λογοτεχνίας κινητοποίησαν και τη δική σας πένα;
Προσωπικά θεωρώ ότι ο μεγαλύτερος όλων είναι ο Ρέημοντ Τσάντλερ. Ένας από τους ιδρυτές της hardboiled σχολής. Επίσης πήρα πάρα πολλά από τον Κόρμακ Μακάρθι, τον Τζων Ντος Πάσος, αλλά και από ταινίες νουάρ και γουέστερν. Εξάλλου, το γουέστερν έχει άμεση σχέση με το αστυνομικό. Είναι κατά κάποιο τρόπο αδέρφια.

Πόσο δύσκολο είναι για έναν συγγραφέα να αποδώσει στο κοινό τους ήρωές του με τις διαστάσεις που τους έχει χτίσει;
Ειλικρινά δεν ξέρω αν είναι τελικά δύσκολο ή εύκολο. Νομίζω πως κάθε συγγραφέας προσπαθεί να μπει στο σώμα και στο μυαλό του ήρωα και να μιλήσει εκ μέρους του. Να ακούσει την ψυχή του και να αναρωτηθεί τι τον παρακινεί, πώς νιώθει, τι θέλει να κάνει. Γι’ αυτό, στο Τοκορόρο, η αφήγηση γίνεται από την πλευρά των ηρώων. Είναι πολυφωνική. Το δύσκολο σε όλο αυτό είναι το γεγονός ότι τη μια στιγμή προσπαθείς να λειτουργήσεις ως βασανιστής και ταυτόχρονα ως το θύμα του.

Προτιμάτε τη σκανδιναβική, αγγλική ή άλλη «σχολή» αστυνομικής λογοτεχνίας;
Προτιμώ ξεκάθαρα την αμερικάνικη hardboiled σχολή του Τσάντλερ και του Χάμετ. Πήραν το αστυνομικό μυθιστόρημα από την αποκομμένη βίλα στο βουνό και το μετέφεραν στην καρδιά της πόλης, στην καρδιά της κοινωνίας. Εκεί που υπάρχει πάντα ένας σημαντικός λόγος για να διαπράξει κανείς ένα έγκλημα. Τοποθέτησαν στην αστυνομική αφήγηση κοινωνικά χαρακτηριστικά και από το «ποιος το έκανε» πήγαμε στο σημαντικότατο για μένα «γιατί το έκανε». Ελπίζω, βέβαια, κάποια στιγμή να μιλάμε για την ελληνική σχολή.

Ποια αξία θεωρείτε αδιαπραγμάτευτη;
Την αλληλεγγύη. Είναι χαρακτηριστικό των καιρών μας η ατομικότητα και η αποξένωση ώστε ξεχάσαμε τον συνάνθρωπο, αποκοπήκαμε, μείναμε επί της ουσίας μόνοι. Την ίδια στιγμή πολλοί υποφέρουν. Οι καιροί απαιτούν συντροφικότητα και ενδιαφέρον για τον συνάνθρωπο.

Έχετε εκδώσει και μικρότερης φόρμας κείμενα. Στόχος σας είναι να συνεχίσετε στο αστυνομικό μυθιστόρημα;
Ναι, έχω συμμετάσχει σε συλλογικά έργα και αφιερώματα με διηγήματα. Σίγουρα θα συνεχίσω με αστυνομικό μυθιστόρημα. Ήδη προετοιμάζω το δεύτερο βιβλίο μου, το οποίο θα διαδραματίζεται στην Ελλάδα του 1975. Από εκεί και πέρα φροντίζω πάντα να εκφράζομαι μέσω όποιος φόρμας θεωρώ με γεμίζει τη δεδομένη στιγμή και θρέφει την μονίμως ανικανοποίητη ανάγκη μου να μεταφέρω στο χαρτί ό,τι τριγυρίζει στο μυαλό μου.

Προηγούμενο ΆρθροΕπόμενο Άρθρο
Μοιραστείτε το