Πολιτισμός

Γιάννης Κωβαίος: Η πλειονότητα μέσων και χρηστών απέχει από καθετί “κουραστικό” «Θ»

image3

Το «Δ’ πρόσωπο», μια σειρά δοκιμίων που έγιναν βιβλίο, αποτέλεσε την αφορμή τη συνέντευξη του κ. Γιάννη Κωβαίου στην «Θ». Μιλά για την εκπαίδευση, τη λογοτεχνία και τα περιοδικά λόγου, για τις πολλαπλές ιδιότητές του και φυσικά για την αβεβαιότητα και ανασφάλεια των τελευταίων χρόνων στη χώρα μας. Το βιβλίο κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Αστρολάβος/Ευθύνη (Βραβείου πολιτικοκοινωνικού δοκιμίου «Παναγιώτη Φωτέα» 2014).

«Σε Δ´ πρόσωπο», η σειρά δοκιμίων σας, γραμμένα στην αρχή της Κρίσης. Ωστόσο, διαβάζοντάς τα, αντιλαμβάνεσαι το πόσο εύστοχα είναι διατυπωμένες οι απόψεις σας και πόσο αφορούν και στη σημερινή (ζοφερή) πραγματικότητα. Πείτε μας λίγα λόγια για το βιβλίο σας αυτό.

Κατ’ αρχάς, να σας ευχαριστήσω για το ενδιαφέρον που δείξατε και την τιμή που κάνετε σ’ εμένα και το έργο μου. Να παρουσιάσω τώρα, πολύ ευσύνοπτα, το τελευταίο μου (15ο) βιβλίο και να εξηγήσω τι είναι για μένα ως σύμβολο το «Δ΄ πρόσωπο». Πρόκειται για τη θεωρία μου της «συνάρθρωσης και των τριών προσώπων» της Γραμματικής, τα οποία τοποθετώ σε ένα ισοσκελές τρίγωνο –δηλαδή ένα Δ– αλλά όχι με το Α στην κορυφή, όπως στη Γεωμετρία. Το Α΄ πρόσωπο (είτε ενικού είτε πληθυντικού) στην κάτω αριστερή γωνία να διαλέγεται επί ίσοις όροις με το Β΄ στην απέναντι γωνία και από κοινού να συνθέτουν το Γ΄ της κορυφής. Εγώ κι εσύ π.χ. γεννάμε μια καινούρια ζωή, εμείς κι εσείς καταλήγουμε –ας γίνω δραματικά επίκαιρος– σε μια Συμφωνία κ.ο.κ. Αυτή, λοιπόν, την τρισυπόστατη διαλεκτική σχέση και αδιάλειπτη διαδικασία φιλοδοξεί η ομότιτλη συλλογή δοκιμίων μου να αναδείξει και στηρίξει σαν οδικό χάρτη τόσο για την καθημερινή, διαπροσωπική επικοινωνία και συνύπαρξή μας όσο και για τη θέση της Ελλάδας στην Ευρώπη και στον κόσμο.
Ο τόμος περιλαμβάνει δοκίμια ή άρθρα μου δημοσιευμένα σε περιοδικά της Ελλάδας και της Κύπρου μεταξύ 2006 και 2013. Και ευχαριστώ που εμβαθύνατε στα κείμενά μου σε τέτοιο βαθμό, ώστε να έχετε διαγνώσει και τις εκτιμήσεις εκείνες που, δυστυχώς, επιβεβαιώνονται από τις εξελίξεις. Τέλος, θεωρώ ιδιαίτερη τιμή και δικαίωση την απονομή στο «Δ΄ Πρόσωπο» του Βραβείου πολιτικοκοινωνικού δοκιμίου «Παναγιώτη Φωτέα» 2014, το οποίο έχουν λάβει παλαιότερα διανοούμενοι, όπως οι Ράμφος, Γιανναράς, Αρβελέρ, Πούχνερ, Χατζηαντωνίου κ.ά

Φιλόλογος, συγγραφέας και αρθρογράφος περιοδικών Λόγου. Ποιες εσωτερικές ανάγκες καλύπτει καθεμιά από τις ιδιότητές σας;

Φαίνεται ότι φίλος του Λόγου, τολμώ να πω και λάτρης ιδίως της γλώσσας μας, υπήρξα από τις πρώτες τάξεις του… Δημοτικού, γράφοντας κάποια μικρά ποιήματα, ακόμη και χειρόγραφα «βιβλία»… Αναπότρεπτη, λοιπόν, ήταν η πορεία και προς τη Φιλολογία ως επιστήμη, στην οποία τάχθηκα από μαθητής της Β΄ Γυμνασίου και έκτοτε –ως «φιλόλογος» με πτυχίο πια– τη «θεραπεύω» σε πολλές πτυχές και επίπεδα με τις πενιχρές μου δυνάμεις. Άρα, η απάντηση είναι αυτονόητη για τη βασική μου ιδιότητα αλλά και για τη δεύτερη του αρθρογράφου και συγγραφέα, αφού ήδη από 14 ετών δημοσίευα κείμενα στον Τύπο. Η Φιλολογία, φυσικά, πέρα από την επιστημονική της διάσταση με εισήγαγε στον δύσβατο μα γοητευτικό κόσμο της Δημόσιας Εκπαίδευσης, την οποία υπηρετώ επί 32 χρόνια στο Γυμνάσιο, στο Λύκειο και στο Πανεπιστήμιο ως μάχιμος αποκλειστικά δάσκαλος της τάξης. Και η ανάγκη αυτή, όπως άριστα κατέχετε, αγαπητή συνάδελφε, είναι δύσκολα προσδιορίσιμη μα και ακόρεστη…
Για τον έρωτα, πάντως, αυτόν οφείλω ευγνωμοσύνη στους φιλολόγους μου Θανάση Γεώργιζα και Νίκο Μπαζιάνα. Τι ευτυχής η συγκυρία, μάλιστα, να δίνω αυτή τη συνέντευξη στη «Θεσσαλία», τις στήλες της οποίας κοσμεί ο δεύτερος αρθρογραφώντας επί δεκαετίες!
Επειδή, όμως, οι «εσωτερικές ανάγκες» έχουν πολλά ποδάρια, συμμετέχω επί 40 χρόνια και σε χορωδίες, ενώ ασχολούμαι φλογερά και με την καλλιτεχνική φωτογραφία, έχοντας οργανώσει 7 εκθέσεις με φωτογραφίες συνοδευόμενες από ποιήματά μου.

Υπήρξατε αρθρογράφος στο περιοδικό «Ευθύνη» και τώρα στο «Φρέαρ». Θέλετε να μας μιλήσετε για αυτές τις συνεργασίες;

Η «Ευθύνη», το μνημειώδες «περιοδικό Ελευθερίας και Γλώσσας», όπως ήταν ο υπότιτλός του, αποτέλεσε αναμφισβήτητα επί 49 χρόνια –αθροιστικά, αφού επί χούντας είχε διακόψει την κυκλοφορία του και συνέχισε μετά τη Μεταπολίτευση– έναν από τους πνευματικούς πυλώνες της Νεότερης Ελλάδας. Από τις σελίδες του αναδύθηκαν μορφές των Γραμμάτων μας και της Διανόησης (εντελώς ενδεικτικά θυμίζω τους Άγγελο Τερζάκη, Ι.Μ. Παναγιωτόπουλο, Ι. Θεοδωρακόπουλο, Ε.Π. Παπανούτσο, Νικ. Βρεττάκο, Γ. Θεοτοκά, Κων.Τσάτσο, Κώστα Τσιρόπουλο, Χρήστο Μαλεβίτση, Παναγιώτη Φωτέα), που συν τοις άλλοις μετά το 1974 προσανατόλισαν προς τον δοκιμιακό λόγο τη διδακτική της Έκθεσης στο Λύκειο. Θεωρώ τον εαυτό μου προνομιούχο, γιατί η συνεργασία μου επί 26 χρόνια με την ιστορική «Ευθύνη», αφενός ως δοκιμιογράφου και αφετέρου ως υπεύθυνου της στήλης για τη Γλώσσα, υπήρξε για τη συγγραφική μου διάπλαση το ιδανικό θερμοκήπιο, μέσω του οποίου δοκίμιά μου αποθησαυρίστηκαν και στα σχολικά βιβλία της Κύπρου.
Όταν το 2010 η «Ευθύνη» διέκοψε την έκδοσή της, οι στενοί συνεργάτες της κυκλοφορήσαμε τη «Νέα Ευθύνη» και αργότερα το περιοδικό «Φρέαρ», του οποίου έχω τη φιλολογική επιμέλεια και τη στήλη «Γλώσσα, έθιμο εθίμων». Επίσης, είμαι τακτικός συνεργάτης της «Κυπριακής Μαρτυρίας» επί 20 συναπτά χρόνια.

Υπάρχουν αρκετά ανάλογα περιοδικά στη χώρα μας. Νομίζετε ότι έχουν τη ζητούμενη απήχηση στο αναγνωστικό κοινό;

Όσο εύλογη είναι η ερώτηση άλλο τόσο… πονάει. Γιατί είναι κοινό μυστικό ότι η αναγνωσιμότητα ποιοτικών περιοδικών Λόγου απέχει πολύ από την προσδοκώμενη. Ωστόσο, παρά την απώλεια τα τελευταία χρόνια εντύπων με βαριά ονόματα και τη διαρροή αναγνωστών –ή συνδρομητών, για να ακριβολογούμε– από τα υπάρχοντα, αφενός πολλά είναι και αυτά που «κάνουν άλμα πιο γρήγορο από τη φθορά», η περιφέρεια μάλιστα βγαίνει πρωταθλήτρια, αλλά αφετέρου εκδηλώνεται και μία αντίρροπη «γεννητικότητα» εξαιρετικών περιοδικών στον χώρο. Ενδεικτική είναι η περίπτωση με το «Φρέαρ», το οποίο στα δύο χρόνια κυκλοφορίας του συσπειρώνει όλο και πιο πολλούς και εκλεκτούς συνεργάτες, κατά κανόνα νέους σε ηλικία διανοουμένους και λογοτέχνες, αλλά κατά προέκταση και αναγνώστες.

Λογοτεχνία και σχολείο: γιατί τα παιδιά δεν έχουν τάσεις ανάγνωσης της λογοτεχνίας, παρόλο που έρχονται σε επαφή μέσω των σχολικών εγχειριδίων και αρκετών διδακτικών ωρών;

Κι άλλη καίρια ερώτηση, κυρία Μαλισσόβα, που την εισπράττω όχι τόσο ως απορία εκπροσώπου του τύπου προς ερωτώμενο όσο σαν φωναχτό εσωτερικό μονόλογο μιας δασκάλας. Όλοι οι διδάσκοντες, ιδίως των φιλολογικών μαθημάτων, βασανιζόμαστε με το ίδιο ερώτημα. Πιστεύω, όμως, ότι η απάντηση βρίσκεται στις «σειρήνες» του διαδικτύου και της τηλεόρασης, όσο κοινότοπο και αν ακούγεται αυτό. Για ένα ραγδαία αυξανόμενο, εξάλλου, ποσοστό μαθητών ας προσθέσουμε στον φαύλο κύκλο αιτίων και αποτελεσμάτων και τις μαθησιακές δυσκολίες (δυσλεξία κ.λπ.), που χαμηλώνουν τον πήχη της αναγνωσιμότητας γενικώς του γραπτού, πόσο μάλλον του έντεχνου, λόγου.

Ας επιμείνουμε λίγο σε αυτό: Σε τι βαθμό νομίζετε ότι βοηθούν ή βλάπτουν τη διάδοση της «καλής» λογοτεχνίας το διαδίκτυο και η κοινωνική δικτύωση;

Θα μπορούσα να απαντήσω βιωματικά, αφού, σε εποχές που και η τηλεόραση είχε ελάχιστα διαδοθεί, εγώ «μεγάλωσα» με το «Θέατρο στο ραδιόφωνο», αλλά και ραδιοφωνικές αναγνώσεις λογοτεχνικών έργων από σπουδαίους ηθοποιούς. Και, όπως προείπα, αγάπησα και ακολούθησα πιστά. Αν όμως συλλάβουμε τις διαστάσεις των σημερινών τηλεπικοινωνιακών μέσων, θα σοκαριστούμε και ασφαλώς θα αμφιταλαντευτούμε ως προς τη συμβολή τους στη διαδικασία της μύησης. Η πλειονότητα μέσων και χρηστών νομίζω ότι απέχει από καθετί «κουραστικό» ή χαριεντίζεται με ευτελή υποπροϊόντα… Προσφέρονται, ωστόσο, και πάρα πολλοί ιστότοποι Λόγου, όπως το ιστολόγιό σας «Δια-Λόγου Διαδρομές», με υποδειγματική ύλη, καθώς και fora με ανταλλαγή απόψεων επιπέδου.

Στην «τριλογία μεταδιηγημάτων», όπως τα λέτε, με τίτλο «Προσοχή… έργα!», που κυκλοφορούν από τις Εκδόσεις των Φίλων, καταπιάνεστε με ένα άλλο είδος γραφής…

Ναι, τα χαρακτήρισα έτσι, γιατί και τα τρία διέπονται από μια ιδιαίτερη αφηγηματική τεχνική: Μέσα στο κάθε διήγημα εγκιβωτίζω ένα άλλο. Και αυτό δεν έγινε προς εντυπωσιασμό, αλλά γιατί ο κοινός παρονομαστής της θεματικής τους είναι η κριτική –στα όρια της καταγγελίας– εκφυλιστικών φαινομένων και πρακτικών στον ίδιο τον χώρο μας, στην κάστα των συγγραφέων… Επομένως, το εκάστοτε διήγημα-κέλυφος εκφράζει εμένα, ο οποίος παίρνω αποστάσεις από το διήγημα-περιεχόμενο, που αντανακλά ανάρμοστες συμπεριφορές «πνευματικών ανθρώπων».

Ποιοι είναι οι αγαπημένοι σας συγγραφείς ή ποιητές;

Αγαπώ τον Νικηφόρο Βρεττάκο, τον οποίο γνώριζα και προσωπικά, θαυμάζω τον Ελύτη, μαθητεύω ες αεί στα ιστορικά και τα διδακτικά του Καβάφη, σπουδάζω Καζαντζάκη, κορφολογώ Όργουελ. Κι όπου με βρίσκει το κακό, μνημονεύω Σολωμό και Παπαδιαμάντη.

Η συζήτησή μας συνέπεσε με μία ιδιαίτερα καθοριστική, σημαντική και τραγική για τον τόπο μας συγκυρία. Θέλετε να σχολιάσετε;

Επειδή από ώρα σε ώρα τα δεδομένα αλλάζουν και οποιοδήποτε σχόλιο μπορεί σε λίγο να φαντάζει άτοπο, απλώς θα ευχηθώ να επικρατήσει η σύνεση και να καταλήξουμε σε μια στοιχειωδώς αξιοπρεπή Συμφωνία. Σαν επιστέγασμα ένα μήνυμά μου από το «Δ΄ Πρόσωπο»: «Στο κάτω-κάτω, “νεκροθάπτες” του Ελληνισμού περίσσευαν πάντοτε. Αναγεννητές χρειαζόμαστε!».
Σας ευχαριστώ και πάλι θερμά για τη φιλοξενία!

IMG_0529

ΣΥΝΤΟΜΟ ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΟ:

Ο Γιάννης Β. Κωβαίος γεννήθηκε στην Αθήνα το 1959 και υπηρετεί ως φιλόλογος στη Δημόσια Εκπαίδευση. Το συγγραφικό έργο του αποτελείται από 15 βιβλία: Ρήσεις και αντιρρήσεις μιας γραφίδας (επιφυλλίδες), Πού πάτε; Δε σχολάσαμε… (εκπαιδευτικά μελετήματα), Λέγειν και Γράφειν (γλωσσικές ασκήσεις), Το μύθευμα της απομυθοποίησης (δοκίμιο), Προσεγγίσεις Λογοτεχνικών Κειμένων Γ΄Λυκείου (2 τόμοι), Πολύπτυχο Αρχαίων Ελληνικών Α΄Λυκείου, Σπουδή στην Έκφραση-Έκθεση Β΄Λυκείου, Ανθολογία Παριανών Ποιητών, Το μύθευμα της απομυθοποίησης (δοκίμιο), Το μύθευμα της απομυθοποίησης (δοκίμιο),Εφ’ όπλου λόγοι (δοκίμια), Αμφιάραος (τραγωδία) κ.ά. Για εκπαιδευτική του πρωτοβουλία τιμήθηκε με Δημόσιο Έπαινο Ιδρύματος Ιπεκτσί(2001) και για λογοτεχνικά έργα του Β΄ Βραβείο Ποίησης (από Φ.Σ. Παρνασσός), Βραβείο Δοκιμίου Φωτέα (2014) κ.ά. Στην εκπαιδευτική του πορεία υπήρξε εμπνευστής της ομάδας σχολείων Ο.Δ.Ο.Σ. Πολιτισμού Βόρειας Αττικής με πλούσια πολιτιστική και ανθρωπιστική δράση, και διοργανωτής 13 χορωδιακών φεστιβάλ των σχολείων.

Προηγούμενο ΆρθροΕπόμενο Άρθρο
Μοιραστείτε το