Τοπικά

Γεύση αυθεντικότητας στον Λαύκο επί 234 έτη

Το παραδοσιακό καφενείο του Φορλίδα στον Λαύκο αποτελεί σήμα-κατατεθέν του χωριού από το μακρινό 1785. Από τον χώρο του έχουν περάσει σπουδαίες προσωπικότητες, όπως ο Παπαδιαμάντης και ο Βάρναλης, ενώ αποτελεί «ζωντανό» κομμάτι της Ιστορίας του Πηλίου.

Η αυθεντικότητα του ιστορικού καφενείου, που ανήκει στην οικογένεια Φορλίδα επτά γενιές τώρα, μεταφέρει στο σήμερα μυρωδιές από τον 18ο αιώνα, όταν και πρωτοάνοιξε από τον Ιωάννη Φορλίδα. Βρίσκεται στην πλατεία του Λαύκου, όπου δεσπόζουν θεόρατα πλατάνια, ενώ στο εσωτερικό του με τη λιτή διακόσμηση, ξετυλίγονται ιστορίες με πλούσια αρώματα από το χαρμάνι του ελληνικού καφέ, που ετοιμάζει στα μπακιρένια μπρίκια του ο τωρινός ιδιοκτήτης του, Μανώλης Φορλίδας.
Ο πασίγνωστος καφετζής στα 78 χρόνια του, συνεχίζει να δουλεύει στο μαγαζί που κληρονόμησε από τον πατέρα του και υπερηφανεύεται πως είναι το παλαιότερο που υπάρχει στην Ελλάδα. Τρανή απόδειξη πως λειτουργεί αδιάλειπτα επί 234 έτη.

Η ζωή του κ. Μανώλη Φορλίδα, ο οποίος γεννήθηκε στον Λαύκο στα χρόνια της Κατοχής από τους Γερμανούς, είναι συνυφασμένη με το καφενείο. «Γεννήθηκα το 1941 και στο καφενείο είμαι από τότε που με θυμάμαι. Πιο μικρός βοηθούσα τον πατέρα μου. Αργότερα, είχα άλλη δουλειά, ασχολούμουν με τα οικοδομικά. Μεγαλώνοντας ο πατέρας μου, ανέλαβα εγώ. Έχω κοντά στα 22 χρόνια που το λειτουργώ τώρα πια», σημείωσε χαρακτηριστικά.


Παλαιότερα στο πέτρινο δίπατο σπίτι, όπου βρίσκεται το καφενείο, συστεγάζονταν και άλλα καταστήματα. Στο παρελθόν λειτουργούσε παράλληλα κρεοπωλείο, μέχρι και… κουρείο, με τον κ. Φορλίδα να λέει: «Πολύ παλιά στον επάνω όροφο υπήρχε χάνι, όπου κατέλυαν όσοι έρχονταν από τα νησιά των Σποράδων και ήθελαν έπειτα να ταξιδέψουν στον Βόλο. Αρχικά αποβιβάζονταν στον Κατηγιώργη και στη συνέχεια έρχονταν με τα πόδια μέχρι το χωριό μας και την άλλη ημέρα, πάλι πεζοί κατευθύνονταν στη Μηλίνα, απ’ όπου έπαιρναν άλλο καΐκι με προορισμό τον Βόλο. Δεν υπήρχε άλλη συγκοινωνία τότε. Η διαδρομή Λαύκος-Μηλίνα διαρκούσε 45 λεπτά περίπου με τα πόδια. Στο πέρασμα του χρόνου, λειτούργησαν και άλλα μαγαζιά στον ίδιο χώρο παράλληλα με το καφενείο. Από κρεοπωλείο, μέχρι κουρείο, αλλά αυτό έπαψε να συμβαίνει από τη στιγμή που δεν το επέτρεπε το Υγειονομικό. Υπήρξε μία εποχή που το απαγόρευσε και πλέον λειτουργεί αποκλειστικά ως καφενείο».

Ο 78χρονος Πηλιορείτης, δεν έχει αλλάξει παρά ελάχιστα πράγματα στη διακόσμηση του μαγαζιού. «Η ταμπέλα αναγράφει «Καφενείον Ι.Ε. Φορλίδα». Δεν την έχω αλλάξει, τιμής ένεκεν για τον παππού μου. Σίγουρα είναι πριν του 1950. Το ταβάνι παραμένει ξύλινο, δεν έχει αλλαχθεί. Επίσης οι τοίχοι κρατούν το λουλακί χρώμα, όπως βάφονταν και πιο παλιά. Διατηρώ αυτή την απόχρωση, γιατί έτσι πετυχαίνεις καλύτερο φωτισμό. Και ξέρετε, πολλοί φωτογράφοι γάμων, φέρνουν εδώ μέσα τα νεόνυμφα ζευγάρια για φωτογράφηση, εξαιτίας του συγκεκριμένου χρώματος».
Άνθρωποι των τεχνών και των γραμμάτων έχουν απολαύσει τον καφέ τους στο καφενείο του Φορλίδα. «Ο Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης είναι ένας από τους πιο γνωστούς πελάτες που είχαμε κάποτε, την εποχή του παππού μου, Μανώλη Φορλίδα», είπε με καμάρι, για να προσθέσει: «Άλλοι γνωστοί που σύχναζαν, ήταν ο Κώστας Βάρναλης, όταν ήταν σχολάρχης στην Αργαλαστή και επισκεπτόταν τακτικά τον Λαύκο, αλλά και ο Αλέξανδρος Δελμούζος, ο οποίος πρωταγωνίστησε στα περίφημα Αθεϊκά του Βόλου το 1911. Μέχρι και ο Εβαρίστο Ντε Κίρικο ερχόταν εδώ, ο Ιταλός μηχανικός, τότε που κατασκεύαζε τον σιδηρόδρομο του Πηλίου».

Στους τοίχους έχει κρεμασμένες πολλές ασπρόμαυρες φωτογραφίες. «Η πιο παλιά χρονολογείται πριν το 1900. Απεικονίζει οργανοπαίκτες της εποχής εκείνης. Ένας εξ αυτών ήταν Τούρκος και ήταν ξακουστός σαντουριέρης. Μετά την απελευθέρωση της Θεσσαλίας από τους Τούρκους έφυγε από τον Λαύκο και εγκαταστάθηκε στην Κωνσταντινούπολη. Είχε μάθει πολλούς Λαυκιώτες να παίζουν όργανο», είπε ο κυρ-Μανώλης, ο οποίος στη συνέχεια τόνισε ότι η φήμη του μαγαζιού του έχει ταξιδέψει στα πέρατα του κόσμου: «Μας έχει κάνει αφιέρωμα μέχρι και περιοδικό στη Νέα Υόρκη, ενώ με πρωτοβουλία του ευρωβουλευτή Στέλιου Κούλογλου, εκτέθηκε φωτογραφία του καφενείου μας στη γκαλερί του Ευρωπαϊκού Κοινουβουλίου στις Βρυξέλλες».
Όσο για τη μεγαλύτερη αγωνία του συμπαθέστατου μαγαζάτορα; «Τα χρόνια έχουν περάσει. Είμαι 78 ετών τώρα πια. Όσο βαστάω, θα κρατάω το μαγαζί. Όμως, δεν υπάρχει διάδοχη κατάσταση. Ο γιος μου ζει μόνιμα στην Αθήνα. Ποιος θα κρατήσει το μαγαζί μετά από μένα; Θα δούμε… Το πιο πιθανό είναι να γίνει μοντέρνα καφετέρια ή εστιατόριο».

Προηγούμενο ΆρθροΕπόμενο Άρθρο
Μοιραστείτε το