Τοπικά

Φεύγουν για Βουλγαρία βολιώτικες επιχειρήσεις – Αδυνατούν να αντεπεξέλθουν στην εγχώρια φορολογία 

Φυγή για πολλές ελληνικές επιχειρήσεις προς τη Βουλγαρία. Μεταφέρονται στη γειτονική χώρα, γιατί δεν μπορούν να αντεπεξέλθουν στην εγχώρια φορολογία και στις ασφαλιστικές εισφορές. Τον δρόμο της φυγής έχουν πάρει τον τελευταίο καιρό και μικρομεσαίες επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνταν στον Βόλο και πήραν την απόφαση να μεταφερθούν στη Βουλγαρία, αφού ανέστειλαν τη λειτουργία τους στην πόλη, κάνοντας ουσιαστικά μια νέα αρχή, αλλά και εξοικονομώντας χρήματα για να καλύψουν ληξιπρόθεσμες οφειλές προς Εφορία και Ταμεία στην Ελλάδα.

Διαστάσεις μάστιγας λαμβάνει το φαινόμενο ελληνικές επιχειρήσεις να κλείνουν στην Ελλάδα και να μεταφέρονται στη γειτονική Βουλγαρία και ιδίως σε πόλεις νότια της χώρας, οι οποίες βρίσκονται πολύ κοντά στα σύνορα με την Ελλάδα.

Το ανησυχητικό στοιχείο είναι ότι πλέον πέρα των μεγάλων εταιρειών ή πολυεθνικών που δραστηριοποιούνταν στην Ελλάδα και μεταφέρθηκαν στη Βουλγαρία, τώρα ακολουθούν τον δρόμο της φυγής και μικρομεσαίες ή πολύ μικρές επιχειρήσεις. Ο λόγος; Η μεγάλη φορολογική και ασφαλιστική επιβάρυνση στην Ελλάδα, που έχει αναγκάσει ελληνικές επιχειρήσεις να «ξενιτευτούν» για να μπορέσουν να επιβιώσουν και να αντεπεξέλθουν.
Τα capital controls έδωσαν ακόμη μία «ώθηση» στη φυγή, ενώ τελευταία εμφανίζονται και Βολιώτες που μεταφέρουν τις δραστηριότητες των επιχειρήσεών τους στη Βουλγαρία, ενώ υπάρχει έντονη ανησυχία ότι το φαινόμενο θα ενταθεί από τη νέα χρονιά, όταν και οι ασφαλιστικές εισφορές θα αυξηθούν πάρα πολύ.
Ο κ. Γ. από τον Βόλο διατηρούσε μικρομεσαία επιχείρηση για αρκετά χρόνια και αναγκάστηκε λόγω των οφειλών που έτρεχαν κάθε μήνα, να μεταφέρει την επιχείρησή του στη γείτονα χώρα.
Όπως ο ίδιος αναφέρει, «το φετινό καλοκαίρι μετέφερα την επιχείρησή μου στη Βουλγαρία μη μπορώντας άλλο να αντεπεξέλθω στις φορολογικές και ασφαλιστικές επιβαρύνσεις και τα χρέη να συσσωρεύονται συνεχώς».
«Το κίνητρό μου δεν ήταν άλλο από τη χαμηλή φορολογία στη γείτονα και με τα χρήματα που εξοικονομώ καλύπτω τις οφειλές και τα χρέη μου στην Ελλάδα που φτάνουν τις 20.000 ευρώ περίπου. Σκέφτομαι ακόμη μόλις μπορέσω και ξεχρεώσω τις οφειλές μου στην Ελλάδα να μεταφέρω πάλι την επιχείρησή μου στον Βόλο» προσθέτει.
Όσον αφορά στο τι συνάντησε στη Βουλγαρία επισημαίνει πως ο φόρος εισοδήματος είναι στο 10% όταν στην Ελλάδα είναι στο 29%, ενώ το ΦΠΑ στο 20%, τέσσερα τις εκατό φθηνότερα απ’ ό,τι στην Ελλάδα.
«Αν σε όλα τα προηγούμενα προσθέσεις τα 100 ευρώ για ενοίκιο σπιτιού, τα 70 ευρώ για ενοίκιο μαγαζιού, τα 65 ευρώ κάθε μήνα για την ασφάλιση (κατώτερο όριο), το αντίστοιχο ΤΕΒΕ στην Ελλάδα, που εδώ είναι ουσιαστικά πολλαπλάσιο, τότε μπορεί κάποιος να καταλάβει γιατί εγκατέλειψα τον Βόλο και μετέφερα την επιχείρησή μου στη Βουλγαρία» τονίζει χαρακτηριστικά.
Ο ίδιος συνεχίζει λέγοντας ότι «η όλη διαδικασία μου στοίχισε 1000 ευρώ, ενώ πληρώνω 50 ευρώ σε Έλληνα λογιστή που δραστηριοποιείται στη Βουλγαρία και έχει ανοίξει γραφείο στη γείτονα».
Και καταλήγει: «Σε επιχείρηση που είναι στο σύστημα VIES, αν κοπεί τιμολόγιο δεν υπάρχει επιβάρυνση ΦΠΑ, με αποτέλεσμα και στις τιμές να μπορώ να είμαι πιο ανταγωνιστικός».

voliotes-sti-voulgaria-3

Τι είναι το σύστημα VIES
Τα κράτη μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης έχουν το δικαίωμα της ελεύθερης διακίνησης αγαθών και υπηρεσιών χωρίς τελωνειακούς δασμούς και διαδικασίες όμως προκύπτουν υποχρεώσεις για τις επιχειρήσεις. Οι ελληνικές επιχειρήσεις που επιλέγουν να συναλλαγούν με επιχειρήσεις σε άλλα κράτη μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης πρέπει να υποβάλλουν δήλωση έναρξης ενδοκοινοτικών συναλλαγών στο μητρώο της εφορίας που υπάγονται μέσα σε ένα μήνα από την έναρξη της συναλλαγής ώστε να γραφτούν στο σύστημα VIES.
To VIES είναι σύστημα ελέγχου των ενδοκοινοτικών συναλλαγών (VAT INFORMATION EXCHANGE SYSTEM). Πρόκειται για ένα ηλεκτρονικό σύστημα το οποίο βασίζεται στην αυτόματη ανταλλαγή πληροφοριών, αφού έχει πρόσβαση στις βάσεις δεδομένων των άλλων κρατών-μελών. Σε κάθε κράτος-μέλος υπάρχει ένα κεντρικό μητρώο υποκειμένων στο ΦΠΑ, το οποίο περιλαμβάνει όλα τα πρόσωπα (νομικά ή φυσικά) που διενεργούν ενδοκοινοτικές συναλλαγές. Με την εγγραφή στο σύστημα, ο υποκείμενος λαμβάνει τον ευρωπαϊκό αριθμό ΦΠΑ (VAT NUMBER), τον οποίο πρέπει να χρησιμοποιεί σε κάθε ενδοκοινοτική συναλλαγή. Ο αριθμός αυτός για την Ελλάδα είναι ο ΑΦΜ με τον ειδικό κωδικό EL. Κάθε κράτος-μέλος έχει ειδικό κωδικό. Κάθε πρόσωπο που διενεργεί ενδοκοινοτικές συναλλαγές είναι υποχρεωμένο να αναγράφει στα στοιχεία που εκδίδει τον εξατομικευμένο αριθμό VIES (πρόθεμα EL και ΑΦΜ για την Ελλάδα), καθώς και τον ΑΦΜ /ΦΠΑ του αντισυμβαλλόμενου με τον ανάλογο κωδικό που ισχύει σε κάθε κράτος-μέλος. Με το σύστημα VIES ο πωλητής έχει τη δυνατότητα, αλλά και την υποχρέωση να ελέγχει την εγκυρότητα του ΑΦΜ /ΦΠΑ του αγοραστή, τον τόπο εγκατάστασής του και κατά συνέπεια διασφαλίζεται ότι ο αγοραστής θα δηλώσει τη συναλλαγή σαν ενδοκοινοτική απόκτηση και κατά συνέπεια θα φορολογηθεί στο κράτος-μέλος εγκατάστασής του.
Κάθε επιχείρηση που διενεργεί ενδοκοινοτικές συναλλαγές αποστολής ή λήψης αγαθών και υπηρεσιών έχει την υποχρέωση να υποβάλει ηλεκτρονικά μηνιαία δήλωση VIES στο σύστημα TAXIS. Η δήλωση αυτή χρησιμοποιείται από τους αρμόδιους ελεγκτικούς μηχανισμούς όλων των κρατών-μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης σα στοιχείο ελέγχου των διακρατικών συναλλαγών.
Οι ανακεφαλαιωτικοί πίνακες υποβάλλονται για κάθε ημερολογιακό μήνα και μέχρι την 26η ημέρα του επόμενου μήνα ανεξαρτήτως του τρόπου υποβολής τους (σε έντυπη μορφή στη ΔΟΥ ή με ηλεκτρονικό τρόπο μέσω του ειδικού δικτύου Taxisnet). Η υποβολή των αρχικών και εμπρόθεσμων ανακεφαλαιωτικών πινάκων πραγματοποιείται αποκλειστικά και μόνο με ηλεκτρονικό τρόπο επικοινωνίας μέσω του ειδικού δικτύου Taxisnet, ενώ οι τροποποιητικές ή εκπρόθεσμες δηλώσεις υποβάλλονται χειρόγραφα στη ΔΟΥ.
Ειδικά, οι επιχειρήσεις με υψηλά ποσά ενδοκοινοτικών αγορών ή πωλήσεων αγαθών (το ετήσιο κατώφλι ορίζεται από την Ελληνική Στατιστική Υπηρεσία), απαιτείται μηνιαίως η ηλεκτρονική υποβολή δηλώσεων Intrastat, με απώτερο προορισμό την ευρωπαϊκή στατιστική υπηρεσία.

Πλεονεκτήματα και μειονεκτήματα
Πολλές ελληνικές επιχειρήσεις (ιδιαίτερα βιοτεχνικές/βιομηχανικές) κυρίως από τη Βόρεια Ελλάδα, έχουν μεταφέρει το σύνολο των δραστηριοτήτων τους στη γείτονα χώρα κι εκεί απολαμβάνουν μια σειρά πλεονεκτήματα όπως:
* Μειωμένο εργατικό κόστος.
* Χαμηλές εργοδοτικές ασφαλιστικές εισφορές.
* Μικρότερο κόστος αρκετών συντελεστών παραγωγής π.χ. ηλεκτρική ενέργεια.
* Μικρό λειτουργικό κόστος διοίκησης.
* Μικρότερη γραφειοκρατία στην ίδρυση και διαχείριση εταιρειών. Όλα τα επαγγέλματα είναι ανοικτά και προσβάσιμα σε όλους.
* Σταθερό τραπεζικό σύστημα και ύπαρξη υποκαταστημάτων των ελληνικών τραπεζών σε όλες τις μεγάλες πόλεις της Βουλγαρίας.
* Σταθερό φορολογικό σύστημα και χαμηλοί φορολογικοί συντελεστές. Ο φόρος των εταιρικών κερδών ανέρχεται στο 10% και ο φόρος μερισμάτων στο 5%.
* Η Βουλγαρία έχει συνάψει συμβάσεις αποφυγής διπλής φορολογίας με τα περισσότερα κράτη.
* Δεν υπάρχουν τεκμήρια διαβίωσης.
* Τέλος ως χώρα κράτος – μέλος της Ε.Ε. απολαμβάνει όλα τα πλεονεκτήματα με την ελεύθερη διακίνηση ατόμων, εμπορευμάτων και κεφαλαίων, παράλληλα εντάσσεται σε ευρωπαϊκά αναπτυξιακά προγράμματα.
Υπάρχουν φυσικά και πολλά μειονεκτήματα όπως:
• Δεν υπάρχει εξειδικευμένο και συνεπές ως προς την εργασία προσωπικό.
• Κακές υποδομές.
• Άθλιο οδικό δίκτυο.

Πανελλαδικά στοιχεία
Ολοένα και περισσότερες επιχειρήσεις καθημερινά μεταφέρονται στη γειτονική Βουλγαρία. Μόλις δύο ώρες από τη Θεσσαλονίκη βρίσκονται πόλεις στη νότια Βουλγαρία. Σύμφωνα με δημοσιεύματα εφημερίδων, έχουν ιδρυθεί χιλιάδες ελληνικές εταιρείες.
Κάθε χρόνο εκατοντάδες επιχειρήσεις με κίνητρο τον χαμηλό φόρο μόλις 10% έναντι 29% του ελληνικού, ιδρύουν στη Βουλγαρία εταιρείες, είτε για να ξεκινήσουν εκεί παραγωγική δραστηριότητα, είτε με σκοπό τις τριγωνικές συναλλαγές ή απλώς ως κάλυψη για αυτοκίνητα μεγάλου κυβισμού ώστε να αποφύγουν και τα τέλη κυκλοφορίας.
Αποκορύφωμα του φαινομένου υπήρξε η περσινή χρονιά, όταν με βασικό κίνητρο να ανοίξουν τραπεζικούς λογαριασμούς προκειμένου να παρακάμψουν τα capital controls εγκαινιάστηκαν 2.050 νέες ελληνικές επιχειρήσεις, οι περισσότερες από ποτέ άλλοτε.
Το 2016 το φαινόμενο επιμένει. Μέσα στο πρώτο δίμηνο εμφανίζονται να άνοιξαν στη Βουλγαρία 581 νέες ελληνικές επιχειρήσεις. Αριθμός που αντιστοιχεί στον εντυπωσιακό μέσο όρο της έκδοσης 9-10 ΑΦΜ την ημέρα

Προηγούμενο ΆρθροΕπόμενο Άρθρο
Μοιραστείτε το