Άρθρα

Φαινομενολογία της Φαντασίας II: Πόλη Παράξενα Φωτισμένη – Σκέψεις ενός ψυχογεωγράφου

Του Νεοκλή Μαντά,
διδάκτορα Πολεοδομίας-Ψυχογεωγραφίας

Την προηγούμενη Κυριακή σταθήκαμε στη διαβατάρικη επίδραση που ασκεί στη φαντασία ο ρεμβασμός μιας πόλης χτισμένης πάνω στη θάλασσα. Μιλήσαμε για το υγρό στοιχείο και για τον οριζόντιο θάνατο που το ίδιο μάς επιφυλάσσει, όταν ονειροπολούμε στις βρεγμένες άκρες του Βόλου. Είδαμε πως το νερό μάς κάνει να ξεχνάμε τη θνητότητά μας, προσκαλώντας σε νοερές αποδράσεις στις εσχατιές της φαντασίας. Καταλάβαμε πως μας οδηγεί σε ψυχογεωγραφικές περιοχές εκτός τόπου και χρόνου, που αφού φιλήσουμε το χώμα τους, η βάναυση συνειδητοποίηση του φθαρτού κορμιού που αφήσαμε πίσω, μας επαναφέρει άτσαλα στη λασπερή επαρχιακή πραγματικότητα. Κι όσο αυτός ο ψυχικός τραυματισμός συνεχίζεται στο τέλος κάθε ονειροπόλησης, μια εσώτερη αιθέρια φλόγα επιμένει να μας καίει να ελπίζουμε σε μια καλύτερη έκβαση, κόντρα στις απανωτές υδρόγειες διαψεύσεις. Μια φλόγα πάντα κλείνει τις πληγές και μας ωθεί να ονειρευόμαστε ασταμάτητα.

Κατάφωτη νύχτα στο Πάρκο των Ψυχών – Οδός Αργοναυτών 2021, φωτογραφία από το προσωπικό αρχείο του Νεοκλή Μαντά

Τελειώνει ο σκληρός μήνας με το διπλό πρόσωπο και δεν θα μπορούσα να σας αφήσω με άλλο ένα αμιγώς μελαγχολικό κείμενο. Για την τελευταία Κυριακή του Ιανου(αρίου) λοιπόν, σας φυλάω μια φαινομενολογική περιγραφή της άσβεστης γοητείας που φαίνεται να ασκεί το αρχέγονο στοιχείο της φωτιάς στη ζωή μας. Σήμερα, ρίχνουμε φως στον τρόπο με τον οποίο η προμηθεϊκή φλόγα διαλύει τις σταγόνες υγρασίας που αφήνει πίσω της κάθε μελαγχολική ονειροπόληση. Ίσως έτσι, μέχρι τις τελευταίες λέξεις του κειμένου, να νιώσουμε τι ωθεί την αριστερή πλευρά της ψυχής μας να ονειρεύεται αντιδραστικά, κόντρα στις τόσες φλεγματικές διαψεύσεις.
Για τη φαινομενολογική περιγραφή αυτής της ασίγαστης ανθρακιάς, που εξακολουθεί να καίει ανάμεσα στους πνεύμονες του καθενός, θα χρειαστεί να ανατρέξουμε στα σιδηρουργεία της φαντασίας. Εκεί, θα σφυρηλατήσουμε ένα διμεταλλικό έλασμα από τη φωτογραφική οπτική του μαρξιστή Walter Benjamin και την αποφατική σκιαγράφηση του φιλοσοφικού σαμάνου Edgar Morin, με τα λόγια αναπόφευκτα να στρέφονται προς τις αρχέγονες μονάδες μέτρησης του πυρός: Την ακτίνα και τη σπίθα. Δεν ξεχνάμε πως για να αντικρίσουμε το νερό, θα πρέπει φωτο-γραφικές ακτίνες να πέσουν πάνω στο λευκό πανί των ματιών μας. Όπως και ότι μετά τα φρούδα υδάτινα ταξίδια μας, οι τελευταίες σπίθες που αργοσβήνουν στα όνειρά μας δεν φωτίζουν μόνο τον ολοένα συρρικνώμενο χώρο της φαντασίας, αλλά σκια-γραφούν ταυτόχρονα το απέραντο σκοτάδι που ανυπομονούμε να εξερευνήσουμε. Η θέρμη κάνει τα ηλιοτρόπια μάτια να γυρίζουνε στο φως και η περιέργεια που σιγοκαίει μας διαβεβαιώνει πως το όνειρο θα βιωθεί στις σπιθαμές που δεν έχουμε φωτίσει ακόμα.

Η φωτιά συνεχίζει να φέγγει στον Βόλο κι εμείς μαζευόμαστε πάνω της σαν έντομα που φιλοδοξούν να γίνουν πυγολαμπίδες. Μπορεί να κόβουμε τις απογευματινές βόλτες μας στην παραλία και τις ακτές, αλλά τελικά ένα μέρος ζεστό μάς μαγνητίζει: Ένα μπαρ ή ένα σινεμά παλιότερα, η εστία με τη σάρκα μας πλέον. Αυτοί είναι οι σύγχρονοι ναοί της φωτιάς με τα φυσητά βιτρώ, που η ζεστασιά τους από αλκοολούχα ποτήρια, neon προθήκες, νοτισμένα τζάμια ή αμμώδη δέρματα απαγορεύει στη συντηρητική υγρασία να θεριεύει και να πονά τα κόκκαλα. Αρχές του 21ου αιώνα, κι η γονιδιακή ανάμνηση των προγόνων μας γύρω από τη φωτιά με τις πρώτες λέξεις ήδη βρίσκει νέους τρόπους να μας καθοδηγεί. Άλλοι φόβοι, ίδια ελπίδα: Οι φλόγες μας, που τρεμοσβήνουν κλεισμένες σε επιστήθια φανάρια, να μπορέσουν να φωτίσουν ονειροδιαδρόμους για την κάθετη πτήση μας στον ουρανό ενός καλύτερου κόσμου.
[email protected]

Προηγούμενο ΆρθροΕπόμενο Άρθρο
Μοιραστείτε το