Αλυτο μυστήριο παραμένει 13 χρόνια μετά η εξαφάνιση της μικρής Μαντλίν, από δωμάτιο ξενοδοχείου στις 3 Μαΐου του 2007 κατά την διάρκεια οικογενειακών διακοπών στο θέρετρο Πράια ντα Λουζ του Αλγκάρβε της Πορτογαλίας, ενώ οι γονείς της δειπνούσαν με φίλους εκεί κοντά.
Πρόκειται για μια από τις πιο πολύκροτες υποθέσεις εξαφάνισης στη σύγχρονη ιστορία. Φως στην υπόθεση η οποία δεν έχει εξιχνιαστεί και η τύχη του κοριτσιού παραμένει ακόμη άγνωστη επιχειρούν να ρίξουν όλα αυτά τα χρόνια Βρετανοί, Γερμανοί και Πορτογάλοι αστυνομικοί αναζητώντας υπόπτους. Παρά την συνεργασία των τριών πλευρών για την Βρετανική Μητροποιλιτική Αστυνομία η Μαντλίν θεωρείται «αγνοούμενη», ενώ οι Γερμανοί ανακριτές αντιμετωπίζουν την υπόθεση ως έρευνα δολοφονίας.
Τις τελευταίες ώρες ταυτοποιήθηκε ακόμη ένας ύποπτος από την Αστυνομία. Πρόκειται για έναν 43χρονο Γερμανό υπήκοο, κρατούμενο στις φυλακές, ο οποίος θεωρείται ότι ήταν ο τελευταίος άνθρωπος που είδε το τρίχρονο κοριτσάκι, καθώς εκείνη την περίοδο τριγυρνούσε την περιοχή της εξαφάνισης με ένα βαν. Ο ύποπτος είναι δράστης σεξουαλικών εγκλημάτων που έχει ήδη καταδικαστεί πολλές φορές, ιδίως για τη σεξουαλική κακοποίηση παιδιών. Εκτίει αυτή τη στιγμή ποινή φυλάκισης για «μια άλλη υπόθεση», διευκρινίζει η αστυνομία.
Η Τζάγκουαρ, το φορτηγάκι και οι διαρρήξεις σε ξενοδοχειακά συγκροτήματα
Ο άνδρας αυτός είχε ζήσει για καιρό στο Αλγκάρβε το διάστημα μεταξύ 1995 και 2007, για μεγάλο χρονικό διάστημα σε ένα σπίτι που βρίσκεται μεταξύ του Λάγκος και της Πράια ντα Λουζ. Είχε, επίσης, εργαστεί στην περιοχή, κυρίως στον τομέα της εστίασης. Σύμφωνα με τη γερμανική αστυνομία, έβγαζε τα προς το ζην «διαπράττοντας εγκλήματα, ιδίως διαρρήξεις σε ξενοδοχειακά συγκροτήματα και παραθεριστικές κατοικίες», όπως και διακίνηση ναρκωτικών. Η Σκότλαντ Γιαρντ απευθύνει έκκληση για πληροφορίες τόσο για το φορτηγάκι όσο και για το δεύτερο όχημα του υπόπτου, μία Τζάγκουαρ.
Εκτός από τις φωτογραφίες οι αρχές δημοσιοποίησαν τους αριθμούς δύο κινητών τηλεφώνων που χρησιμοποιούνταν από τον Γερμανό. Μάλιστα έχουν επικεντρώσει την προσοχή τους σε ένα τηλεφώνημα που έγινε από τον ύποπτο και είχε διάρκεια 30 λεπτά. «Έχουμε λόγους για να υποθέσουμε ότι υπάρχουν και άλλα άτομα, εκτός από τον ύποπτο, που γνωρίζουν για την πορεία του εγκλήματος και ίσως επίσης για τον τόπο όπου αφέθηκε το σώμα της κοπέλας», δήλωσε η γερμανική αστυνομία. Ο ύποπτος, ο οποίος δεν κατονομάζεται, έχει χαρακτηριστεί ως λευκός με κοντά ξανθά μαλλιά και ύψος περίπου 1,80.
Η βρετανική μητροπολιτική Αστυνομία, η οποία συνεργάζεται με τη γερμανική και πορτογαλική, δήλωσε ότι η υπόθεση παραμένει ως έρευνα για «αγνοούμενη», επειδή δεν διαθέτει «αδιάσειστα στοιχεία» για το αν η Μαντλίν είναι ζωντανή ή όχι. Ωστόσο, οι Γερμανοί ανακριτές – οι οποίοι πρόκειται να ενημερώσουν αργότερα μέσα στη μέρα – χαρακτηρίζουν την υπόθεση ως έρευνα δολοφονίας.
Αναζητούνται 13 ύποπτοι
Σύμφωνα με τη Mirror, η αστυνομία της Βρετανίας αναζητά 13 υπόπτους, οι οποίοι μπορεί να έχουν κάποια σχέση με την εξαφάνιση. Λίγο πριν εξαφανιστεί η μικρή Μαντλίν, μάρτυρες είχαν παρατηρήσει στην περιοχή δύο άνδρες που όπως ισχυρίζονταν έκαναν έρανο. Ο ένας, ηλικίας γύρω στα 40 με 45, είχε χτυπήσει και την πόρτα στο διαμέρισμα της οικογένειας στο θέρετρο. Επίσης, ένας «βρώμικος» άνδρας με περίεργη εμφάνιση εθεάθη να τριγυρνά πολύ κοντά στο διαμέρισμα της οικογένειας.
Ακόμη ένα άτομο, που είχε επιτεθεί σεξουαλικά σε πέντε ανήλικα κορίτσια στην ίδια περιοχή, όπου χάθηκε η Μαντλίν, εξακολουθεί να διαφεύγει από την αστυνομία. Μάλιστα, όπως έγινε γνωστό ο συγκεκριμένος στόχευε σπίτια Βρετανών. Δώδεκα μέρες μετά την εξαφάνιση, ο Ρόμπερτ Μουράτ, ένας 34χρονος Βρετανός-Πορτογάλος σύμβουλος ακινήτων, έγινε ο πρώτος ύποπτος Από τις 15 Μαΐου, το σπίτι του Μουράτ ερευνήθηκε, αντλήθηκε το νερό της πισίνας, τα αυτοκίνητα, οι υπολογιστές, τα κινητά τηλέφωνα και οι βιντεοκασέτες του εξετάστηκαν, ελέγχθηκε ο κήπος του χρησιμοποιώντας ραντάρ εδάφους και ειδικά εκπαιδευμένα σκυλιά, και δύο από τους γνωστούς του ανακρίθηκαν.
Το Μάρτιο του 2008, έβαλαν φωτιά στο αυτοκίνητο ενός από τους γνωστούς του, με τη λέξη fala (“μίλα”) ψεκασμένη με κόκκινη μπογιά στο πεζοδρόμιο. Δεν υπήρχε τίποτα που να συνδέει τον Μουράτ ή τους φίλους του με την εξαφάνιση και ο χαρακτηρισμός του Μουράτ ως ‘υπόπτου’ ήρθη στις 21 Ιουλίου 2008, όταν η υπόθεση αρχειοθετήθηκε. Τον Απρίλιο του 2008 έλαβε 600.000 λίρες σε εξωδικαστικούς συμβιβασμούς για συκοφαντική δυσφήμιση.
Τον Ιούλιο του 2014, κατά τη διάρκεια της Επιχείρησης Grange, ένας από τους φίλους του ανακρίθηκε και πάλι ως μάρτυρας, αυτή τη φορά από την πορτογαλική αστυνομία εκ μέρους της Σκότλαντ Γιαρντ. Τον Δεκέμβριο του ιδίου έτους ο Μουράτ και η γυναίκα του ανακρίθηκαν, επίσης εκ μέρους της Σκότλαντ Γιαρντ, μαζί με άλλα οκτώ άτομα. Το 2017 η μητέρα του Μουράτ προστέθηκε σε όσους είχαν γίνει μάρτυρες ύποπτων γεγονότων γύρω από το σημείο της εξαφάνισης. Ωστόσο, αν και κατά καιρούς εξετάστηκαν πολλά σενάρια και μαρτυρίες, ωστόσο μέχρι και σήμερα κανείς δεν ξέρει τι απέγινε το μικρό κοριτσάκι. Μάλιστα, αρκετές θεωρίες επανήλθαν στο προσκήνιο μετά την προβολή ντοκιμαντέρ του Netflix που εξετάζει το χρονικό της εξαφάνισης της.
Η περιπέτεια της Μαντλίν
Η Μαντλίν Μπεθ ΜακΚαν εξαφανίστηκε το βράδυ της 3ης Μαΐου 2007, σε ηλικία 3 ετών, από το κρεβάτι της στην Πράια ντα Λουζ, ένα θέρετρο στην περιφέρεια Αλγκάρβε της Πορτογαλίας, Η Μαντλίν βρισκόταν σε διακοπές από το Ηνωμένο Βασίλειο με τους γονείς της, Κέιτ και Γκέρι ΜακΚαν, τα δύο ετών δίδυμα αδέλφια της και μια ομάδα οικογενειακών φίλων με τα παιδιά τους. Αυτή και τα δίδυμα πήγαν για ύπνο στις 20:30 στο ισόγειο του διαμερίσματός τους στο θέρετρο, ενώ οι ΜακΚαν με τους φίλους τους δειπνούσαν στο εστιατόριο.
Οι γονείς έλεγχαν τα παιδιά τους όλο το βράδυ, μέχρι που η μητέρα της Μαντλίν ανακάλυψε στις 22:00 ότι λείπει. Τις επόμενες εβδομάδες, και ιδιαίτερα μετά την παρερμηνεία μιας γενετικής ανάλυσης DNA, η πορτογαλική αστυνομία κατέληξε να πιστεύει ότι η Μαντλίν είχε πεθάνει ως συνέπεια ενός ατυχήματος στο διαμέρισμα, και ότι οι γονείς της το είχαν συγκαλύψει. Οι ΜακΚαν χαρακτηρίστηκαν ως ύποπτοι τον Σεπτέμβριο του 2007, κατηγορία η οποία άρθηκε όταν η Γενική Εισαγγελέας της Πορτογαλίας αρχειοθέτησε την υπόθεση τον Ιούλιο του 2008, λόγω έλλειψης στοιχείων. Οι γονείς συνέχισαν την έρευνα προσλαμβάνοντας ιδιωτικούς ντετέκτιβ, μέχρι η Σκότλαντ Γιαρντ να ανοίξει τη δική της έρευνα.
Πηγή: Έθνος