Άρθρα

Ενδοσχολικός διάλογος, συναίνεση για μια πιο ουσιαστική Εκπαίδευση

Του Διονύση Λεϊμονή

Οι σχέσεις μαθητών και εκπαιδευτικών, οι σχέσεις εκπαιδευτικών και γονιών και τέλος οι σχέσεις των εμπλεκομένων στην εκπαίδευση με ειδικούς εξωτερικούς ή μη επιστήμονες και ειδικούς (ψυχολόγοι-κοινωνιολόγοι) είναι ένα μείζον θέμα προς διερεύνηση και προβληματισμό όλων όσων δεν θεωρούμε την εκπαιδευτική διαδικασία μία μετωπική διαδικασία λήψης και παροχής γνώσεων, αλλά μια σύνθετη πράξη τροφοδότησης των μαθητών εκτός από γνώσεις, με εμπειρίες και δράσεις, ώστε να δομηθεί η προσωπικότητά της ολόπλευρα, για να βγουν κατόπιν στην κοινωνία με όσο γίνεται περισσότερα «εφόδια» στις αποσκευές τους.

Ευκαιρία για ενίσχυση αυτού του προβληματισμού στάθηκε πρόσφατα η απόκτηση του καινούριου βιβλίου της αγαπητής φίλης εκπαιδευτικού Χαριτίνης Μαλισσόβα με τίτλο «Σχέσεις γονέων και εκπαιδευτικών στο Δημοτικό Σχολείο», που κυκλοφόρησε το τελευταίο διάστημα από τις Εκδόσεις Αρμός. Σε μια περίοδο μάλιστα που η διαδικασία της αξιολόγησης των σχολικών μονάδων κα των εκπαιδευτικών πρακτικών προχωρά με γοργά βήματα, νομίζω ότι το πόνημα αυτό θα βοηθήσει πολύ στο να ανοίξει ένας δημιουργικός διάλογος ως προς τον καθορισμό των πλαισίων δράσης και αντίδρασης όλων των πολιτών που ενδιαφέρονται και αγωνιούν πραγματικά για το μέλλον της Εκπαίδευσης σ’ αυτή τη χώρα. Κι αυτό γιατί συχνά ο υπέρμετρος ζήλος, άλλοτε η υπερβολική αγάπη ή η αθέτηση των ορίων μπορεί να δημιουργήσει περισσότερα προβλήματα από ό,τι καλείται να λύσει η παρέμβαση και κυρίως ο τρόπος παρέμβασης πολλών φορέων στον χώρο του σχολείου (θα γενικεύσω μάλιστα σε όλες τις βαθμίδες της εκπαίδευσης, κυρίως δε της πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας, παρότι στο βιβλίο η Χαριτίνη Μαλισσόβα επικεντρώνεται στο Δημοτικό). Το ποιος, πόσο, μέχρι ποιο σημείο έχει δικαίωμα να παρεμβαίνει στην ιερή διαδικασία της μάθησης στο σχολείο καθορίζει συχνά και την πορεία της, την εξέλιξή της, ώστε να λειτουργεί απρόσκοπτα προς το συμφέρον των μαθητών χωρίς από την άλλη να παρακωλύεται ο ρόλος των εκπαιδευτικών.

Ένα άλλο σπουδαίο θέμα που θίγει το βιβλίο είναι η απόσταση της θεωρίας από την πράξη. Συχνά θαρρούμε πως στερεοτυπικοί άκαμπτοι κανόνες μπορούν να εφαρμοστούν σε μια ζώσα διαδικασία, στην οποία συμμετέχουν πρόσωπα και για αυτό πολλές φορές μπορεί να είναι απρόβλεπτη, να παρουσιάζει διακυμάνσεις και να μην μπορεί να τιθασευτεί με αξιώσεις και νόμους που εφαρμόζονται πολύ πιο εύκολα σε μια επιχείρηση, μια βιομηχανία, μια εταιρεία. Το σχολείο δεν είναι τίποτα απ’ όλα αυτά και για αυτό απαιτείται σεβασμός, πλήρη γνώση της λειτουργίας του και αποφυγή ακραίων συμπεριφορών και εκτιμήσεων. Είναι νομίζω, καιρός στο πλαίσιο μιας υποτιθέμενης γνώσης των όλων και των πάντων να δοθεί προτεραιότητα στην καλή κατάρτιση, την καλύτερη ακόμα διάθεση και την επιστημοσύνη του Έλληνα εκπαιδευτικού, κάτι που θα αποπνεύσει σεβασμό για το σχολείο και τους λειτουργούς του, με φορά από την οικογένεια προς τους μαθητές. Ιδιαίτερα μάλιστα θεωρείται αναγκαίο αν θέλουμε αυτοί οι μαθητές να κατανοήσουν ότι το σχολείο ακόμα κι αν έχει πολύ μεγαλύτερες ανοχές σε σχέση με το παρελθόν, αποτελεί τον φυσικό χώρο διαμόρφωσης της προσωπικότητας των παιδιών ως ένα ευρύτερο πλαίσιο που συγχωνεύει τις διαφορετικές ιδέες, αντιλήψεις και παιδαγωγικές μεθόδους πολλών οικογενειών δίνοντάς τους έτσι τη δυνατότητα να μάθουν να μαθαίνουν, να μάθουν να σέβονται, να μάθουν να επικοινωνούν, να μάθουν να επιβιώνουν στη ζωή. Με τη συνδρομή μάλιστα τα τελευταία χρόνια στη σχολική καθημερινότητα των ειδικών παιδαγωγών, των εξειδικευμένων επιστημόνων και των καταρτισμένων εκπαιδευτικών, το σχολείο σήμερα μπορεί να αποτελέσει έναν ασφαλή χώρο μάθησης, αλλά και τροφοδότησης με εμπειρίες χωρίς σε καμιά περίπτωση να αγνοήσει ή να παρακάμψει τον βασικότατο ρόλο τόσο των γονέων και κηδεμόνων, όσο και των εξωτερικών φορέων που έχουν επιφορτιστεί με τον έλεγχο της ασφάλειας και της εύρυθμης λειτουργίας του.

Κλείνοντας, θεωρώ ότι η αξιοποίηση της πολύτιμης πείρας εκπαιδευτικών που πολλά χρόνια τώρα διακονούν το λειτούργημα της διδασκαλίας στο σχολείο και ο υγιής, καλοπροαίρετος διάλογος είναι καιρός να αποτελέσουν τα εχέγγυα αποφυγής έκτροπων στις σχέσεις γονιών-εκπαιδευτικών-μαθητών. «Μεγάλα θέματα» όπως η βαθμοθηρία, οι έντονες σχέσεις, αλλά και οι διαπληκτισμοί των παιδιών μεταξύ τους, η γεφύρωση φαινομενικά τεράστιων προβλημάτων που ανακύπτουν μέσα στον σχολικό χώρο, οι ανταγωνισμοί, οι έριδες, οι «τριβές» που λαμβάνουν χώρα καθημερινά μέσα σ’ αυτόν, είναι καιρός να καταλάβουμε ότι μπορεί να αντιμετωπιστούν χωρίς αντιπαλότητες, αλληλοκατηγορίες και έντονες διενέξεις μεταξύ των ενηλίκων, γιατί όλα αυτά μπορεί να συμβαίνουν και να παύουν περιοδικά – παλίρροια και άμπωτη – αφήνοντας λιγότερα τραύματα και ουλές στην ψυχή των μαθητών μας από ένα πολεμικό κλίμα κατηγοριών και αντεκδίκησης και στείρας αντιπαράθεσης εκ μέρους των διαπλεκόμενων στην εκπαίδευση.

Προηγούμενο ΆρθροΕπόμενο Άρθρο
Μοιραστείτε το