Άρθρα

Ένα βιβλίο κόσμημα-πολύτιμη συμβολή στη λαογραφία του ενδύματος από την καθηγήτρια Νάντια Μαχά

Της Μαρίας Σπανού

Η αλμυριώτικης καταγωγής καθηγήτρια Λαογραφίας του Δημοκρίτειου Πανεπιστημίου Θράκης κ. Νάντια Μαχά, μας παρουσιάζει το νέο της βιβλίο
«Φουστάνια Αναγεννησιακού Τύπου στη Χίο (16ος αιώνας-αρχές 20ού), Λαογραφική συμβολή στην τυπολογική προσέγγιση των τοπικών ενδυμασιών», που μόλις κυκλοφόρησε από το Πολιτιστικό Ίδρυμα Ομίλου Πειραιώς. Μια ακόμη εξαιρετική έκδοση του ΠΙΟΠ, για τον οποίο πτυχές του πολιτισμού και της παράδοσης αποτελούν πρωταρχικό πυρήνα του διαρκούς ενδιαφέροντός του. Πρόκειται για μια συναρπαστική μονογραφία, που γεννήθηκε από την εσώτερη ανάγκη της συγγραφέως να επικοινωνήσει στο ευρύτερο κοινό την εξαιρετικά ενδιαφέρουσα ερευνητική της μελέτη, προϊόν της διδακτορικής της διατριβής.

Γνωστή στη λυκειακή οικογένεια η κ. Μαχά από την αφετηρία της, που ήταν η ενασχόλησή της με ζητήματα επιστημονικής τεκμηρίωσης γύρω από το παραδοσιακό ένδυμα στο Λύκειο των Ελληνίδων, αυτή τη φορά μας προσφέρει ένα γοητευτικό ταξίδι στο Αιγαίο με κύριο όχημα τα λευκά πτυχωτά «φουστάνια» των Μαστιχοχωρίων της Χίου. Μια ενδιαφέρουσα ενδυματολογική πολυμορφία, που εν πολλοίς καθρεφτίζει την πολυκύμαντη ιστορική διαδρομή του νησιού σε μια μακρά και βάθος χρόνο αναδρομή, από τον 16ο αιώνα ώς και τις αρχές του 20ού.
Η Ν. Μαχά ακουμπώντας στο προϋπάρχον θεωρητικό πλαίσιο, θεμελιωμένο από τους μεγάλους λαογράφους του είδους, όπως η Αγγελική Χατζημιζάλη, ο Γεώργιος Μέγας, η Ιωάννα Παπαντωνίου και άλλοι νεότεροι, μελετά διεξοδικά τις πηγές και τις ενδυματολογικές συλλογές. Λαμβάνει υπόψη της τις σχεδιαστικές απεικονίσεις, τις λιθογραφίες, τα έργα ζωγραφικής, τα χαρακτικά. Επίσης, κείμενα περιηγητών, δικαιοπρακτικά έγγραφα, αλληλογραφία δωρητών, βιβλία, λευκώματα, καθώς επίσης τη λαογραφική ύλη του Σπουδαστηρίου Λαογραφίας του Πανεπιστημίου Αθηνών και τον Τύπο της εποχής. Σχολαστικά καταγράφει τα αρχεία και αναλύει τόσο την πολυτυπία, όσο και τις παραλλαγές. Επιμένει στις πολυάριθμες παραλλαγές. Αξιολογεί κάθε πτυχή των ενδυματολογικών σχημάτων και συγκροτεί το αρχείο της κάνοντας παράλληλα ενδελεχή επιτόπια εθνογραφική έρευνα. Προχωρεί σε συγκριτικές θεωρήσεις με αντίστοιχα πτυχωτά φουστάνια του ευρύτερου Αιγαιακού χώρου με έμφαση τις Κυκλάδες. Και ανάμεσα σε όλα τούτα, γοητεύει ο τρόπος που επιλέγει να κοσμήσει το κείμενό της πληθώρα φωτογραφικών τεκμηρίων (μέτρησα πάνω από 120 φωτογραφίες), αρκετές δηλωτικές της άλλοτε αίγλης των χιώτικων οικογενειών όπου ανήκαν και πάρα πολλές σπάνιων αρχειακών συλλογών και μουσείων.

Φουστάνια λοιπόν της Χιώτικης ενδυμασίας αγροτικού τύπου, σε όλους τους τύπους, όπως εντοπίζονται στο δομημένο περιβάλλον των τριών οικιστικών ενοτήτων της Χίου: Χώρα, νοτιόχωρα και βορειόχωρα. Φουστάνια που με επιστημονικά εργαλεία μεθοδολογίας και ερμηνείας συστηματικά επιχειρεί η συγγραφέας τους για πρώτη φορά την κατηγοριοποίηση της μορφής και των σχημάτων τους. Από τη μελέτη αυτή αναδύεται ένας πολιτισμός ακέραια ενδυματολογικός, που συμπορεύεται και συνδιαλέγεται με τον εκάστοτε ιστορικό, πολιτιστικο-κοινωνικό, οικονομικό και γεωγραφικό παράγοντα του νησιού. Ένας πολιτισμός σε απόλυτη διάδραση με επιρροές και πρότυπα από τον 16ο και 17ο αιώνα, με έντονα τα χνάρια της Ιταλικής Αναγέννησης. Μια ενδυματολογική ταυτότητα και κινητικότητα που προσδιορίζεται στις περιόδους των Γενοβέζων κατακτητών και αργότερα και των Οθωμανών.

Είναι σαφή τα χνάρια και των δυο στο νησί που αντανακλούν έντονα τις κοινωνικές τοπικές διεργασίες, τη θέση της γυναίκας, τις σχέσεις της παραγωγικότητας και του εμπορίου, τις πρώτες ύλες και – στο μεταξύ – και της τεχνογνωσίας που εξελίσσεται, με ό,τι αυτό συνεπάγεται. Η κ. Μαχά ορίζει τα κριτήρια του αργού μεν, αλλά διαρκούς μετασχηματισμού στον χωροχρόνο, που έδωσε την ιδιαίτερη αυτή ενδυματολογική ταυτότητα είτε αφορά στην παραγωγή τους είτε τη διάδοση και επικράτησή της στο νησί. Ένας πολιτισμός, που πέρα από άλλες συντεταγμένες και αξιολογικούς κώδικες χαρακτηρίζεται από το ειδικό βάρος του διαχρονικού και πολυσήμαντου φορτίου της μαστίχας. Αυτό το δώρο της φύσης, σημείο κατατεθέν της χιώτικης – σχεδόν – μονοκαλλιέργειας, που τους χάρισε πλούτο, ανάπτυξη και εξωστρέφεια.

Βεβαίως προς τα τέλη του 19ου αιώνα τα φουστάνια αυτά αποκτούν το τελικό τους σχήμα, παγιώνεται η φόρμα τους, ενώ στις αρχές του εικοστού χάνεται και η λειτουργικότητά τους. Μέχρι και το 1920-1930 υπήρχαν στα χωριά γυναίκες που εξακολουθούσαν να ενδύονται την παραδοσιακή τους φορεσιά. Μετά ήρθε η μόδα από τη Δύση, κι όπως συνέβη παντού, επικράτησαν νέες τάσεις ενδυματολογικές. Το ίδιο έγινε και για τις γυναίκες της Χίου. Ύστερα δε και από τον σεισμό του 1881 η εικόνα της «ευδαίμονος νήσου» και των «γελαστών Χίων» πλήττεται, όπως επιλογικά σημειώνει η συγγραφέας. Το ευτυχισμένο νησί, όπως χαρακτηριστικά σχολίασε ο François Perilla από τους τελευταίους περιηγητές που επισκέφτηκαν την Ελλάδα, «πέρασε στη νεότερη ελληνική ιστορία ως χαμένος παράδεισος». Απέμειναν όμως οι μνήμες για τα περίφημα πτυχωτά φουστάνια τους, που στο βιβλίο αυτό ζωντανεύουν με τρόπο μοναδικό.

Κοντολογίς, είναι ένα βιβλίο-συμβολή στη μελέτη της ιστορικότητας των ενδυματολογικών συστημάτων του ευρύτερου αιγαιακού χώρου, όπου καταγράφεται η παρουσία πτυχωτών φουστανιών. Η επιλογή της τυπολογικής μεθόδου στην ερμηνεία του συγκεκριμένου ενδυματολογικού φαινομένου, όπως σημειώνεται στο οπισθόφυλλο, συνδέεται με την ανάδειξη συνολικά της λαογραφικής επιστημολογικής παράδοσης. Και ευχαριστούμε πολύ γι’ αυτή την κατάθεσή της και την πολύτιμη συνεισφορά της την κ. Νάντια Μαχά.

Προηγούμενο ΆρθροΕπόμενο Άρθρο
Μοιραστείτε το