Ελλάδα

«Έλιωνε δίπλα μου ο σύντροφός μου» είπε η Γερμανίδα στην απολογία της

Το δρόμο της φυλακής πήρε η 56χρονη Γερμανίδα έπειτα από την ολοκλήρωση της απολογίας της. Κατά τη διάρκεια της απολογίας της από τη μία αρνήθηκε ότι σκότωσε τον σύντροφό της, ενώ από την άλλη αποδέχθηκε μόνο την πράξη της περιύβρισης νεκρού.

«Τον αγαπούσα και πίστευα ότι δεν έκανα κάτι κακό. Δεν είχα φόβο ότι έχω κάνει κάτι κακό» είπε και πρόσθεσε ότι «να φυλακιστώ ή ό,τι άλλο προβλέπεται για να εξιλεωθώ για το βάρος απέναντι σε αυτήν τη μεγάλη μου αγάπη» ανέφερε χαρακτηριστικά, ενώ πρόσθεσε πως «είχα την απόλυτη δυνατότητα να διαφύγω ή να κρυφτώ – να πάω σε μακρινή χώρα . Δεν το διανοήθηκα ποτέ».

«Δεν του είχα ξαναδώσει ποτέ χάπια, αλλά εκείνη τη μέρα φώναζε πολύ και μάλλον επειδή είχε πιεί κιόλας, έβριζε πολύ. Γι’ αυτό είπα να πάω να του φέρω εγώ για να ηρεμήσει. Μου είπε να πάω να του φέρω τα χάπια του που ήταν μπροστά μπροστά στο συρτάρι στο σαλόνι, αλλά δεν μου είπε κάτι άλλο. Εγώ έβαλα 5 ή 6 χάπια σε ένα ποτήρι που είχα βάλει μέσα μπλε πορτοκαλάδα χωρίς ανθρακικό και τα διέλυσα στην πορτοκαλάδα με ένα κουτάλι. Αυτά τα χάπια ήταν άσπρα και ήταν πεταμένα μέσα στο συρτάρι στο σαλόνι. Αυτά τα χάπια από ότι μου είχε πει ο Γιάννης, ήταν χάπια που έπαιρνε για να ηρεμήσει» σημείωσε. «Μόνος μου σκοπός ήταν να τον κατευνάσω και όχι να τον σκοτώσω . Ουδέποτε σκέφτηκα ή αποδέχτηκα το ενδεχόμενο θανάτου του από τα ηρεμιστικά χάπια» είπε ακόμη η Γερμανίδα.

«Οι ενοχές μου με βαραίνουν επειδή δεν ειδοποίησα κάποιον όταν φαινόταν άρρωστος αλλά κυρίως στο μετέπειτα παραλήρημα μου. Έμεινα πλάι σε έναν νεκρό άνθρωπο που έλιωνε καθημερινά για 20 ημέρες . Δεν μπορούσα να συνειδητοποιήσω ότι «έφυγε» και του συμπεριφερόμουν σα να είναι ζωντανός . Τον έπλενα και τον καθάριζα γιατί δεν του άξιζε αυτή η εικόνα. Στο δικό μου μυαλό τουλάχιστον ήταν ακόμα ο άνθρωπος» τόνισε.

«Νομίζω αυτό ήταν το έγκλημά μου και για αυτό είμαι μετανιωμένη» είπε συμπληρώνοντας «Αποδέχομαι ότι ήθελα να τον κατευνάσω – να ηρεμήσουμε και οι δυο – ποτέ όμως να τον σκοτώσω . Αποδέχομαι σε τυχόν τέτοια περίπτωση την ευθύνη για την πράξη της θανατηφόρας σωματικής βλάβης…» ανέφερε.

Μιλώντας στην απολογία της για το μοιραίο βράδυ του θανάτου του αναφέρει τα εξής: «Αιμοράγησε και τον σκούπιζα εγώ . Είμαι σίγουρη ότι το τραύμα στο οστό της μύτης τουλάχιστον θα εντοπιστεί και φαντάζομαι να έχουν ληφθεί κατά τη νεκροψία οι σχετικές απεικονιστικές εξετάσεις ως συμβαίνει συνήθως προκειμένου να εντοπιστούν τυχόν τέτοιου είδους κακώσεις».

Συνεχίζοντας για τις επόμενες μέρες που έμεινε με το πτώμα του συντρόφου της λέει τα εξής: «Μετά τις πρώτες μέρες που σας είπα, επειδή ήταν βαρύς και μεγάλος δεν μπορούσα να τον κουνήσω για να καθαρίσω κάτι υγρά που είχε πίσω από το κεφάλι του. Έτσι του έβαλα μια σακούλα πίσω από το κεφάλι του για να πηγαίνουν τα υγρά. Όμως μετά από ακόμα λίγες μέρες, άρχισε να μυρίζει πολύ και εγώ για να τον κουνήσω και να τον καθαρίσω, σήκωσα από τη μια πλευρά το στρώμα του κρεβατιού και εκείνος έπεσε στο πάτωμα. Όπως έπεσε τυλίχτηκε γύρω γύρω με τα σεντόνια που ήταν σκεπασμένος στο κρεβάτι. Η κατάσταση αυτή έφτασε μέχρι 17 Ιανουαρίου και ήταν ανυπόφορη. Δεν μπορούσα να καθαρίσω, μύριζε πάρα πολύ και ήθελα να τον ξεφορτωθώ από το σπίτι. Στην αρχή είχα σκεφθεί να τον κουνήσω για να τον πάω στο μπάνιο και να είναι πιο δροσερά εκεί. Όμως δεν το έκανα ποτέ. Δεν είχε νόημα, αφού και πάλι θα ήταν μέσα στο σπίτι. Έπρεπε να τον βγάλω από το σπίτι. Επειδή δεν ήθελα να τον πιάσω από κάποιο σημείο του σώματος του μετά από τόσο καιρό που είχε περάσει, πήρα μια ταινία που κολλάει και τον τύλιξα γύρω γύρω. Πήρα ακόμη κάτι σκοινιά από το μηχανάκι του που το είχε παρκαρισμένο απέξω και τον τύλιξα και με αυτά. Αυτά τα έκανα για να έχω από κάπου να πιάνω για να μπορέσω να τον μετακινήσω. Βέβαια δεν τον μετακίνησα γιατί δεν μπορούσα να τον κουνήσω».

Πηγή: Έθνος

Προηγούμενο ΆρθροΕπόμενο Άρθρο
Μοιραστείτε το