Άρθρα

Ελευθερία και Κράτος δικαίου

Του Δημήτρη Σιάτρα

λόγος περί ελευθερίας

γενικός προσδιορισμός

Ο όρος «ελευθερία» αποδίδει καταρχήν ένα αδιαφοροποίητο νόημα, ήτοι το διάγειν και πράττειν ανεμπόδιστα. Η αξιολόγηση της συνθήκης αυτής και το επιτρεπτό μέτρο χρήσεως της οικείας δυνατότητας είναι συναρτήσεις του θετικού ή αρνητικού τρόπου χρήσεως της ελευθερίας. Ο πρώτος χαρακτηρισμός αφορά την παραγωγική και ενεργητική για τον ενεργούντα – μακάρι και για τους άλλους – χρήση της δυνατότητας που παρέχει η ελευθερία, ενώ ο δεύτερος χαρακτηρισμός αφορά τη χρήση της ελευθερίας κατά τρόπο βλαπτικό για  τους άλλους και για το περιβάλλον μέσα στο οποίο ζουν αυτοί και τα άλλα έμβια όντα. Οδηγούς χρήσεως της ελευθερίας αποτελούν: α. η αρχαιοελληνική προτροπή «ο συ μισείς ετέρω μη ποιήσεις», και β. η χριστιανική ρήση «πάντα όσα αν θέλητε ίνα ποιώσιν υμίν οι άνθρωποι, ούτω και υμείς ποιείτε αυτοίς ομοίως».1

Η ελευθερία ως παραδεκτή δυνατότητα αυτόνομης στάσης και ανεμπόδιστης ενεργοποίησης του ατόμου μέσα στην κοινωνική ομάδα δεν αναγνωρίζεται, βέβαια, και ως δυνατότητα ανεξέλεγκτων τρόπων δράσης για παντοειδείς σκοπούς. Το αγαθό της ελευθερίας δεν προσφέρεται στον άνθρωπο για αδικοπραξίες κατά των συνανθρώπων του και για καταστροφές στο περιβάλλον που φιλοξενεί και συντηρεί τη ζωή. Ως εκ τούτου, η οριοθέτηση της ανθρώπινης ελευθερίας, αποκλειστικά για λόγους κοινωνικής συνύπαρξης και ζωτικής ανάγκης, επιβάλλει ένα λογικό μέτρο στη χρήση της.

ανίχνευση ουσίας

Η ουσία της ελευθερίας εντοπίζεται στη δυνατότητα του ατόμου να αποφασίζει και να δρα σύμφωνα με τις δικές του εκτιμήσεις – επιλογές – επιθυμίες και κατά τον τρόπο που αυτό θεωρεί πρόσφορο.

Βέβαια, η ελευθερία – στα επιτρεπτά κοινωνικά της όρια – είναι μια συνθήκη γενικά επιθυμητή και άξια του ανθρώπου, επομένως συλλαμβάνεται ως καθολική αξία. Η ύπαρξή της πάντως ελέγχεται και πιστοποιείται στη ζωή του ατόμου, το οποίο αποτελεί τον οργανικό αντιδραστήρα των λειτουργιών και των καταστάσεων της ανθρώπινης ζωής. Στο άτομο εστιάζονται: οι αισθητηριακές προσλήψεις, τα συναισθήματα, οι αισθητικές εντυπώσεις, οι φιλοδοξίες (ως ανθρωπολογικό στοιχείο), οι εμπνεύσεις (ως πνευματικές συλλήψεις), οι ωφελιμιστικές επιδιώξεις (ακόμη και μέσω των κοινών προσπαθειών και κατακτήσεων). Τέλος, στο άτομο εδρεύει η συνείδηση του ανθρώπινου υπάρχειν. Οι συλλογικές οντότητες και δράσεις (κινήματα) προϋποθέτουν ότι πολλά άτομα μετέχουν στις ίδιες επιδιώξεις και συνεργάζονται για την επίτευξη αποτελεσμάτων επιθυμητών στο καθένα από αυτά.

Το νόημα της ανθρώπινης ελευθερίας ως δυνατότητας αυτοδιάθεσης αντιτίθεται σε κάθε αναίτια και αφύσικη δέσμευση, άσκοπη καταπίεση και αναγκαστική ποδηγέτηση του ατόμου βάσει κοινωνικοπολιτικού σχεδίου.

κατοχύρωση

Οι ελευθερίες του ανθρώπου, που ορίζονται συνταγματικά και με τον όρο «δικαιώματα»2 (ομόζυγος όρος), αποτελούν αναγνωρισμένες δυνατότητες στάσης και δράσης των ατόμων που έχουν και την ευθύνη της μη καταχρηστικής άσκησής τους. Καταφανής είναι βέβαια η ουσιολογική και τελολογική διαφορά των δικαιωμάτων αυτών έναντι εκείνων που αναγνωρίζονται στις νομικές προσωπικότητες της πολιτείας και των διαφόρων οργανισμών.

Γενικά, η έννοια των ανθρωπίνων δικαιωμάτων συνδέθηκε με την ατομοκεντρική αντίληψη που αναγνώρισε την ανθρώπινη μονάδα ως υποκείμενο δικαίου. Από ένα μακρινό παρελθόν και με την επιβίωση αρχών του φυσικού δικαίου, θεωρήθηκε ότι ο άνθρωπος, από τη γέννησή του, καθίσταται φορέας δικαιωμάτων, τα οποία αποτελούν αναπόσπαστο παρακολούθημα της ύπαρξής του.

Σημαντικά καταστατικά κείμενα που κατοχύρωσαν ελευθερίες – δικαιώματα των πολιτών υπήρξαν: το Habeas corpus act = ένταλμα προσαγωγής κρατουμένου στο δικαστήριο, του 1679, και το Bill of Rights = κανονισμός δικαιωμάτων, του 1689 (Αγγλία), η Διακήρυξη της Βιρτζίνια και η Διακήρυξη της Ανεξαρτησίας, του 1776 (Αμερική), η Διακήρυξη των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και του Πολίτη, του 1789 (Γαλλία), τα Εθνικά Συντάγματα του 19ου και του 20ού αιώνα, η Οικουμενική Διακήρυξη των Ανθρωπίνων δικαιωμάτων (1948), η Σύμβαση προστασίας των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων (1950). Η προστασία που παρέχουν στον άνθρωπο τα καταστατικά αυτά κείμενα εστιάζεται στο άτομο.

Κράτος – Δίκαιο
Είναι αυτονόητο ότι σε μια οργανωμένη ανθρώπινη κοινωνία οι ελευθερίες – δικαιώματα του ατόμου πρέπει να αντισταθμίζονται, για λόγους κοινωνικής ευστάθειας, από καθήκοντα – υποχρεώσεις του. Ο J-J. Rousseau, με το έργο του «Κοινωνικό Συμβόλαιο», διακήρυξε ότι: «Ο κυριότερος όρος του Κοινωνικού Συμβολαίου συνίσταται στο ότι ο κάθε συμβαλλόμενος απαλλοτριώνει μέρος των ελευθεριών του προς την κοινωνία, η οποία οφείλει να προστατεύει, με τη δημόσια δύναμη, το πρόσωπο και τα αγαθά του κάθε μέλους».3

Είναι αυτονόητο ότι σε μια ανθρώπινη κοινωνία, η τάξη και η ευρυθμία βασίζονται σε κανόνες, οι οποίοι τίθενται από μια υπερκείμενη βούληση και ρυθμίζουν τις σχέσεις των ατόμων μεταξύ τους και προς αυτήν. Η υπερκείμενη αυτή βούληση είναι ταυτόσημη με την έννοια του κράτους.

Βασικό μέσο άσκησης της κρατικής εξουσίας είναι το θετό δίκαιο, με το οποίο ρυθμίζονται οι ανθρώπινες σχέσεις και καθορίζονται οι τρόποι αντιμετώπισης των κοινών αναγκών μέσα στο κοινωνικό σώμα. Κατά την παραδοχή αυτή, που προσιδιάζει στις αρχές της θετικής σχολής του δικαίου, η δημιουργία δικαίου προϋποθέτει την ύπαρξη του Κράτους. Επομένως, η έννομη τάξη τίθεται από τον κυρίαρχο. Το γεγονός ότι οι λειτουργίες του «κυριάρχου» (κράτους) υπόκεινται σε ρυθμίσεις του δικαίου, μπορεί να εξηγηθεί με τη θεωρία της νομικής αυτοδέσμευσης του G. Jellinek.4

Ηθικο-κοινωνική αξιοπιστία της ανώτατης Αρχής (Κράτους), που είναι ταγμένη να ρυθμίζει τις σχέσεις των πολιτών και να αντιμετωπίζει τις κοινωνικές ανάγκες, υπάρχει όταν αυτή στηρίζει όλες τις ενέργειές της (διοικητικές και δικαστικές) στο νόμο. Η παραίνεση τήρησης της νομιμότητας από τους πολίτες και από το κράτος βρίσκει την ευτελέστερη έκφρασή της στο λόγο του Έλληνα εθνεγέρτη Ρήγα Βελεστινλή: «ο νόμος να είναι ο πρώτος και ο μόνος οδηγός».5 Στο απόλυτο προστακτικό κύρος του νόμου και στη συμμόρφωση όλων προς τους ορισμούς του, θεμελιώνεται το «Κράτος δικαίου». Σ’ αυτό το Κράτος, τα οικεία όργανα δεν ενεργούν αντί του νόμου ή παράλληλα προς το νόμο (praeter legem) ούτε αντίθετα προς το νόμο (contra legem), αλλά σύμφωνα με το νόμο (secundum legem).6

φιλοσοφική θεώρηση
Η επιθυμία των ανθρώπων για ελευθερία αντισταθμίζεται από το δέος που δημιουργεί σ’ αυτούς η ελευθερία, καθότι: α. τους θέτει προ των ευθυνών τους για τις επιλογές τους και για τις πράξεις τους που δεν έχουν αίσιες εκβάσεις και ευεργετικά αποτελέσματα, β. φοβούνται ότι, αν οι συνάνθρωποί τους είναι απεριόριστα ελεύθεροι, μπορούν να χρησιμοποιήσουν τη δυνατότητα αυτή εναντίον τους. Και στις δύο περιπτώσεις, οι άνθρωποι φοβούνται την ελευθερία, γι’ αυτό ανέχονται κάποτε, ώς ένα βαθμό, μια ανελεύθερη κοινωνικο-πολιτική διοίκηση που τους απαλλάσσει από το, κατά τον Σαρτρ, «ασήκωτο βάρος της ελευθερίας», τουτέστιν από την ευθύνη των δικών τους επιλογών.

Ο Ντοστογιέφσκι, στον «Μεγάλο Ιεροεξεταστή», πραγματεύεται το ζήτημα της ελευθερίας με έναν μοναδικό τρόπο. Ο Μέγας Ιεροεξεταστής λέει στον Χριστό, τον οποίο έχει προηγουμένως φυλακίσει: «…έδωσες μια υπόσχεση ελευθερίας, που οι άνθρωποι, με την απλοϊκότητα και τη μικρόνοιά τους, δεν μπορούν να την καταλάβουν και τη φοβούνται… Στο τέλος, οι άνθρωποι θα καταλάβουν ότι δεν μπορούν ποτέ να είναι ελεύθεροι, γιατί είναι αδύναμοι, γεμάτοι ελαττώματα, τιποτένιοι και ταραχοποιοί… Είναι στασιαστές που δεν μπορούν να αντέξουν ούτε τη δική τους την ανταρσία. Όποιος τους έφτιαξε επαναστάτες ήθελε να παίξει μαζί τους… Η πλέον βασανιστική φροντίδα τους είναι να βρουν κάποιον να του παραδώσουν την ελευθερία τους… Εκτίμησες πολύ τους ανθρώπους, κι εγώ σε ρωτώ: Υπάρχουν άλλοι σαν και Σένα;».7

Η αφηρημένη έννοια της πολιτείας υποδηλώνει μια εύτακτη συλλογική ζωή των ανθρώπων, που εξασφαλίζεται με την ύπαρξη μιας υπερκείμενης ρυθμιστικής Αρχής. Σύμφωνα με τη θεωρία του «Κοινωνικού Συμβολαίου», η σύσταση της ρυθμιστικής αυτής Αρχής πραγματοποιείται, όταν οι πολίτες εκχωρούν προς την απρόσωπη οντότητα της πολιτείας την καθοριστική τους θέληση για τα ζητήματα της συλλογικής τους ζωής. Οπωσδήποτε, η πολιτειακή οντολογία καθιστά αυτονόητο το χρέος συμμόρφωσης όλων προς τις ρυθμίσεις της Αρχής, που ορίζονται με το Νόμο. Με αυτή την αντίληψη, ο Αριστοτέλης όρισε το νόμο της πολιτείας ως εξής: «Νόμος έστι λόγος ορισμένος καθ’ ομολογίαν κοινήν πόλεως, μηνύων πως δει πράττειν έκαστα» (= ο νόμος είναι λόγος που ορίζεται από την πολιτεία ως έκφραση κοινής συναίνεσης και παραγγέλει τι πρέπει να γίνεται για κάθε πράγμα).8

συμπερασματικά
Η Ελευθερία και το Κράτος Δικαίου αποτελούν δύο ευπαθή στοιχεία της κοινωνικής και της δημόσιας ζωής. Η πολυειδεία του πρώτου στοιχείου και ο βαθμός ισχύος του δεύτερου στοιχείου καθιστούν ασαφή τα οικεία εννοιολογικά περιγράμματα. Εξάλλου, η νοηματική ρευστότητα των όρων αυτών επιτρέπει τη διατύπωση πολλών εκδοχών και ποικίλων εκτιμήσεων. Αυτό δημιουργεί μια γνωστική ασάφεια, δηλαδή μια απρόσφορη συνθήκη για τον προσανατολισμό του ανθρώπου, ο οποίος διεκδικεί πάντοτε μια ασφαλή γνώση του δέοντος στο κοινωνικο-πολιτικό ζην.

Απέναντι στην προβληματική και στις αβεβαιότητες σχετικά με την Ελευθερία και το Κράτος Δικαίου, ο άνθρωπος διαθέτει ως όργανο διάγνωσης και προσανατολισμού, πέρα από την εμπειρία του, τον διαλογισμό. Με αυτό το όργανο, ο ίδιος καλείται να συνεκτιμήσει: τις φυσικές παρορμήσεις του, τις αναγκαίες δράσεις του, τα όρια της κοινωνικής ανοχής και την αναγκαιότητα των νομικών ορισμών. Καμιά λύση δεν διαγράφεται πέρα από το σημείο ισορροπίας όλων αυτών.

Σημειώσεις

  1. Κατά Ματθαίον, Ζ. 12.
  2. Βλ. Α. Μάνεση, Συνταγματικά δικαιώματα, Θεσσαλονίκη 1982, σελ. 7, 9, 12-13.
  3. Βλ. J-J. Rousseau, Contrat Social (1762), ελλ. έκδ. Το Κοινωνικό Συμβόλαιο, μτφ. Δ. και Ν. Κουχτσόγλου, Αθήνα 1956, σελ. 61-62.
  4. Βλ. Δ. Σιάτρα, Κοινωνία και Δίκαιο, Αθήνα 2016, σελ. 119-120.
  5. Ρήγα Βελεστινλή, Θούριος.
  6. Πρβλ. K. Engisch, Εισαγωγή στη νομική σκέψη, μτφ. Δ. Σπινέλλη, Αθήνα 1986, σελ. 58-59. Βλ. και Μ. Στασινόπουλου, Δίκαιον Διοικητικών Πράξεων, Αθήνα 1951, σελ. 23. Του ίδιου Μαθήματα Διοικητικού Δικαίου, Αθήνα 1957, σελ. 51.
  7. Φ. Ντοστογιέφσκι, Αδελφοί Καραμαζώφ.
  8. Αριστοτέλους, Ρητορική προς Αλέξανδρον, 1420 α.
Προηγούμενο ΆρθροΕπόμενο Άρθρο
Μοιραστείτε το