Πολιτισμός

Ελένη Παπαλοπούλου – Τσέργα: «Σταθμοί» ιστορικής πορείας Σοφαδιτών στον Βόλο

Το 1886, ακριβώς πέντε χρόνια μετά την προσάρτηση της Θεσσαλίας στο ελληνικό κράτος, η σιδηροδρομική σύνδεση του Βόλου με την Καλαμπάκα, στάθηκε η αφετηρία για την αθρόα μετεγκατάσταση οικογενειών από τους Σοφάδες στη Μαγνησία. Η περιοδική έκθεση «Σοφαδίτες Μαγνησίας: Στάχυα στα κύματα», που εγκαινιάστηκε την περασμένη Κυριακή στο Μουσείο της Πόλης, προσεγγίζει την ιστορία των Σοφαδιτών, οι οποίοι διάλεξαν τον Βόλο για μία καλύτερη ζωή.

Ο δίαυλος επικοινωνίας που άνοιξε με τη Δυτική Θεσσαλία στα τέλη του 19ου αιώνα – χάρη στην επέκταση της γραμμής των Σιδηρόδρομων Θεσσαλίας – ευνόησε την αύξηση των Σοφαδιτών, από τα ορεινά, κυρίως, χωριά της συγκεκριμένης περιοχής της Καρδίτσας, που αναζήτησαν ένα σταθερότερο εισόδημα και ένα πιο ευνοϊκό μέλλον στην πόλη του Βόλου. Η κ. Ελένη Παπαλοπούλου – Τσέργα, πρόεδρος του Πολιτιστικού Συλλόγου Σοφαδιτών, ο οποίος φέτος μάλιστα συμπληρώνει 40 χρόνια δράσης, συντόνισε την έρευνα που απαιτήθηκε για την οργάνωση της έκθεσης, που θα διαρκέσει μέχρι τις 5 Δεκεμβρίου, ενώ επιπλέον αναδεικνύει τον πολιτιστικό πλούτο των Θεσσαλών Καραγκούνηδων.
«Η γραμμή που κατέληγε στην Καλαμπάκα, από τότε που μπήκε σε λειτουργία το 1886, έφερε στον Βόλο όχι μόνο τους Σοφαδίτες, αλλά πολλούς κατοίκους της Δυτικής Θεσσαλίας. Ο σιδηρόδρομος ήταν το «κλειδί», αφού αποτελούσε το μοναδικό μέσο μεταφοράς, πέρα από τις άμαξες. Έκτοτε άνοιξε ένας δρόμος για τη… μεγαλούπολη, σύμφωνα με τα τότε δεδομένα του κάμπου, αφού ο Βόλος ήταν αστική πόλη από τον 19ο αιώνα και ασκούσε έλξη», σημείωσε η συνταξιούχος φιλόλογος, η οποία κατά τη διάρκεια της πανδημίας δεν άφησε ανεκμετάλλευτο τον άπλετο ελεύθερο χρόνο που προέκυψε και επικεντρώθηκε στη συλλογή αυθεντικών τεκμηρίων. «Το μεγαλύτερο μέρος της έκθεσης αφορά στους Σοφαδίτες που εγκαταστάθηκαν στον Βόλο. Παράλληλα, όμως, το κοινό της πόλης θα έχει την ευκαιρία να γνωρίσει την ιστορία του συλλόγου μας και τη 40χρονη πορεία που έχουμε διαγράψει», πρόσθεσε.
«Τη δεκαετία του 1960, όταν κορυφώθηκε το κύμα της αστυφιλίας και η θεσσαλική ύπαιθρος άλλαξε όψη, είχαμε επίσης μεγάλο αριθμό Σοφαδιτών που εγκαταστάθηκαν στον Βόλο. Εκείνοι διαδέχθηκαν όσους είχαν έρθει από τον Μεσοπόλεμο, από το 1937 είναι μάλιστα η παλαιότερη φωτογραφία που εντόπισα. Στην περίοδο του Εμφυλίου έφυγαν πολλοί από τους Σοφάδες, κυρίως οικογένειες αριστερών φρονημάτων, που καταδιώκονταν από τους πολιτικούς αντιπάλους τους και ήρθαν εδώ, μένοντας κυρίως στα Προσφυγικά της Νέας Ιωνίας. Τέτοιο παράδειγμα, είναι η οικογένεια του εξαιρετικού φίλου και συντοπίτη, Βασίλη Μητσάκη (σ.σ. ο σπουδαίος θεατράνθρωπος τα τελευταία χρόνια ζει μόνιμα στο Πήλιο μαζί με τη σύζυγό του και επίσης ηθοποιό Αμαλία Γκιζά), που βρέθηκε στον Βόλο το 1948. Σημαντικό ρόλο διαδραμάτισαν επίσης τα προξενιά. Η γυναίκα του Μπακονικόλα, του ιδιοκτήτη του κέντρου στις Αλυκές που ήταν φημισμένο σε όλη την Ελλάδα, η Βούλα Ποδάρα ήταν από Σοφάδες. Ήρθε εδώ, παντρεύτηκε και μετά την ακολούθησαν τα αδέλφια της», είπε στη συνέχεια η κ. Παπαλοπούλου – Τσέργα και συμπλήρωσε: «Μετά την απελευθέρωση, αλλάζει και το προφίλ των επαγγελμάτων που ακολουθούν οι Σοφαδίτες στον Βόλο. Δεν ασχολούνται μόνο με αγροτικές καλλιέργειες, όπως έκαναν στη γενέτειρά τους, αλλά γίνονται δάσκαλοι, καθηγητές, τραπεζικοί και δημόσιοι υπάλληλοι. Όπως πολλοί καταλήγουν σιδηροδρομικοί. Ένα κομμάτι της έκθεσης είναι, μάλιστα, αφιερωμένο στους τελευταίους».
Το προπέρσινο ημερολόγιο του συλλόγου, με τίτλο «Από τον κάμπο στο Πήλιο», αποτέλεσε τη βάση για την ακάματη πρόεδρο στην ιχνηλάτηση της ιστορικής πορείας των Σοφαδιτών στον Βόλο, ενώ εμπλούτισε την έρευνά της με προφορικές μαρτυρίες πολλών συντοπιτών της που γύρισαν πίσω τον χρόνο και ανέσυραν από τη μνήμη τους νοσταλγικές θύμησες μίας άλλης εποχής. «Ένα από τα πλέον εντυπωσιακά στοιχεία είναι ότι ακόμη και τη δεκαετία του ’50, η κοινωνία των Σοφάδων ήταν καθαρά παραδοσιακή. Για παράδειγμα, οι γυναίκες μέχρι τότε κυκλοφορούσαν με τα καραγκούνικα ενδύματα. Από το 1950 και μετά, άρχισε η μεγάλη αλλαγή, την οποία προσωπικά θα χαρακτήριζα και αδέξια, γιατί πολλά πράγματα που έπρεπε να τα διατηρήσουμε, τα πετάξαμε άκριτα και διαστρεβλώσαμε αξίες γενεών. Θυμάμαι τη γιαγιά μου, η οποία αντάλλαξε τις δύο παραδοσιακές φορεσιές της με έναν γυρολόγο για δύο λεκάνες πλαστικές», εξομολογήθηκε, κλείνοντας η Θεσσαλή εκπαιδευτικός.

Προηγούμενο ΆρθροΕπόμενο Άρθρο
Μοιραστείτε το