Άρθρα

Έλεγχος της ιστορίας

Του Δημήτρη Σιάτρα 

Προοίμιο
Η ιστορία, ως καταγραφή του πολύμορφου γίγνεσθαι στον κόσμο, ενσωματώνει, κατά περίπτωση, την περιγραφή, την αιτιολόγηση και τον προσδιορισμό της σημασίας και των συνεπειών των γεγονότων, κατά τους χρόνους του τότε, του τώρα και του αύριο.

Είναι πρόδηλο ότι ο άνθρωπος αποτελεί κινούν αίτιο του ιστορικού γίγνεσθαι. Κινεί την ιστορική διαδικασία είτε ως δρών άτομο, είτε ως συστατική μονάδα μιας συλλογικής οντότητας (συσσωμάτωσης), η οποία παρίσταται ως ενιαία βούληση, υιοθετεί ορισμένες ιδέες και προβάλλει αντίστοιχα αιτήματα, διακηρύσσοντας την υποστηρικτική εκδοχή ότι η ικανοποίηση των αιτημάτων αυτών αποτελεί ιστορική επιταγή.1 Κίνητρο του ανθρώπου, ως υποκειμένου της ιστορίας, είναι η επιθυμία του να υπερβεί ή να μεταβάλει την υπάρχουσα κάθε φορά πραγματικότητα. Στην προτεραιότητα των ουσιαστικών παραγόντων που κινούν την ιστορία, προηγείται η αίσθηση της βιοτικής ανάγκης και συνακολουθεί το όραμα της βέλτιστης μορφής ζωής. Η ακολουθία αυτή θεμελιώνει τη συνείδηση της ιστορικής πρόβασης.

Ύλη της ιστορικής καταγραφής αποτελούν οι ανθρώπινες δράσεις και τα άλλα γεγονότα, που επηρεάζουν καταλυτικά, σε οικουμενική ή τοπική κλίμακα, τη ζωή πάνω στη γη. Στην ιστορική καταγραφή προσαρτώνται αιτιολογικές, ερμηνευτικές και αξιολογικές αναφορές, που είναι αναγκαίες για τη δημιουργία ιστορικής συνείδησης, προς την οποία συναρτάται και η αναζήτηση του νοήματος της ιστορίας.

Η ιστορία, ως παρεπόμενη θεώρηση του πρωτογενούς γίγνεσθαι, είναι καταγραφική στερέωση του τετελεσμένου. Οι παράλληλες διαγνωστικές, αιτιολογικές, ερμηνευτικές και αξιολογικές αναφορές στα τετελεσμένα συνιστούν τα δεδομένα της συνολικής αποτίμησης του παρελθόντος.

Γγνωσιολογική προσέγγιση
Η ιστορία, ως εποπτεία του αέναου γίγνεσθαι στον κόσμο, έχει ασφαλώς ένα ιδιαίτερο νόημα, που αποτελεί ζητούμενο του φιλοσοφικού στοχασμού. Φιλοσοφική θεώρηση της ιστορίας απαντάται στον Ηράκλειτο, στον Θουκυδίδη, στον Machiavelli, στον Hegel, στον Marx, στον Nietzche, στον Spengler, στον Max Weber, στον Popper κ.λπ.

Πολλοί διέγνωσαν στο ιστορικό γίγνεσθαι την εφαρμογή μηχανισμών νομοτελειακού χαρακτήρα. Εξάλλου, θεωρίες αναφερόμενες στο αντικείμενο αυτό (ιστορικό γίγνεσθαι) είδαν την κίνηση της ιστορίας είτε ως ευθύγραμμη (Ηράκλειτος) είτε ως κυκλική (Nietzche).

Από τις υπάρχουσες φιλοσοφικές αναφορές στην ιστορία, παρατίθενται εδώ ενδεικτικά οι ακόλουθες:

– Ο Ηρόδοτος σημειώνει: «Ηροδότου Αλικαρνησσέος ιστορίης απόδειξις ήδε, ως μήτε τα έργα γενόμενα εξ ανθρώπων τω χρόνω εξίτηλα γένηται…» (= Ο Ηρόδοτος από την Αλικαρνασσό ιστορεί ταύτα, ώστε να μη σβήσει ο χρόνος τα ενεργήματα των ανθρώπων…).2

– Ο Os. Spengler διέκρινε τον κόσμο σε φυσικό και ιστορικό. Στον ιστορικό κόσμο του Spengler, η εποπτική θέαση είναι βιωματική πράξη και ανήκει στην ιστορία, όπου: «Κάθε συμβάν είναι μοναδικό και ποτέ δεν επαναλαμβάνεται…, ως γεγονός δε αντιτιθέμενο προς το γίγνεσθαι είναι ενσωματωμένο αμετάκλητα στο παρελθόν». Κατά τον Spengler, το νόημα όλων των περιπτώσεων παρακμής στην ιστορία είναι η ολοκλήρωση (αποπεράτωση) στην οποία μέλλει να καταλήξει κάθε ζωντανός πολιτισμός, τουτέστιν: «Κάθε πολιτισμός διατρέχει τις ηλικιακές βαθμίδες του ανθρώπινου όντος: Παιδική ηλικία, νεότητα, ωριμότητα, γηρατειά». Στο πεπρωμένο των επί μέρους πολιτισμών εξαντλείται το περιεχόμενο ολόκληρης της ανθρώπινης ιστορίας.3 Οι επί μέρους αιτιότητες αφομοιώνονται από μια γενικότερη ροή των πραγμάτων, όπως αυτή της διαρκούς κίνησης στο σύμπαν.

– Ο M. Heidegger διατύπωσε την άποψη ότι το «εδωνά – Είναι» (Dasein) είναι ιστορικό και ότι ο άνθρωπος «υπάρχει ως αυθεντική χρονοποίηση». Κατ’ αυτόν, η ιστορικότητα θεμελιώνεται σε συνδυασμό με την χρονικότητα που συνιστά την αυθεντικότερη εμπειρία του χρόνου. Στον πυρήνα της εμπειρίας αυτής βρίσκεται η «εκστασιακή στιγμή» της αυθεντικής απόφασης. Το νόημα της «στιγμής» αυτής αποδίδει εύστοχα η σχετική αναφορά του G. Agamben: «Ιστορία δεν είναι η υποδούλωση του ανθρώπου στον γραμμικό χρόνο, αλλά η απελευθέρωσή του από αυτόν. Χρόνος της ιστορίας είναι ο καιρός όπου η πρωτοβουλία του ανθρώπου αδράχνει την ευνοϊκή ευκαιρία και αποφασίζει παραχρήμα για την ελευθερία του».4

– Κατά τον K. Popper, δεν υπάρχει μια ιστορία της ανθρωπότητας, αλλά μόνον ιστορίες των διαφόρων μορφών της ανθρώπινης ζωής. Κάθε ιστορία προσδιορίζεται από τη φύση του αντικειμένου της. Δεν υπάρχουν ιστορικοί νόμοι, επειδή η ιστορική διαδικασία είναι μοναδική.5

Μεθοδολογία προσέγγισης
Η ιστορία, ως κατηγορία της ανθρώπινης γνώσης, καθιστά επιβεβλημένη τη μελέτη και τη διαπίστωση της αιτιώδους προέλευσης, της σημασίας και της πρόσκαιρης ή διαρκούς αποτελεσματικότητας των στοιχείων που τη συνθέτουν. Η σχετική διαγνωστική προσπάθεια διασπάστηκε ιστορικά σε δυο διακριτές μεθόδους επιστημονικής προσέγγισης του αντικειμένου της, ήτοι: α. στη θεώρηση των φυσικών νόμων ως προτύπων για τη διάγνωση του ιστορικού γίγνεσθαι, και β. στην παραδοχή ότι η ιστορία, αντίθετα προς τη φυσική επιστήμη, ερευνά το συμβάν ως ιδιαίτερο φαινόμενο. Ωστόσο, δεν έλειψαν και οι παραδοχές ότι οι διαφορές των δυο αυτών αντιλήψεων δεν είναι αγεφύρωτες, αφού όλες οι επιστήμες βρίσκονται αντιμέτωπες με τους συστατικούς και ερμηνευτικούς όρους του αντικειμένου τους.6

Ιστοριογραφία
Είναι ευνόητο ότι η ιστοριογραφία, σε επίπεδο υψηλού προορισμού, προϋποθέτει: α. την πλήρη γνώση των γεγονότων, των αιτιών και των πρόσκαιρων ή μονιμότερων αποτελεσμάτων τους και β. μια συνειδησιακή καθαρότητα του ιστοριογράφου, που να διαρρηγνύει τις ιδεολογικο-πολιτικές αγκυλώσεις και να τείνει προς την υπέρβαση της υποκειμενικότητας των σχετικών εκτιμήσεων. Το ιδεώδες αυτό έχουν προσεγγίσει ιστορικοί όπως ο Θουκυδίδης, ο T. Livius, ο I. Michelet, ο Runciman, ο M. Finley κ.λπ. Ιδιαίτερα – και σε παγκόσμια κλίμακα – έχει εκτιμηθεί η ιστοριογραφία του Θουκυδίδη, στην οποία έχουν αναγνωρισθεί οι αρετές της ηθικής στάσης, της επιστημονικής μεθόδου και της επίγνωσης του ρόλου της ιστορίας. Ειδικότερα στοιχεία της είναι: 1. «το σαφές σκοπείν», δηλαδή η καθαρή οπτική και η βαθιά κατανόηση των πραγμάτων, 2. η πρόθεση να αποκαλυφθεί μια αλήθεια που θα είναι «κτήμα ες αιεί», 3. ο αναγκαίος προσδιορισμός των γενικότερων ιστορικών συνθηκών, πράγμα που απαντάται αργότερα και στον Machiavelli, 4. η ιχνηλάτηση των ηθικών κινήτρων και η εκτίμηση των υλικών μέσων, 5. η ακριβής περιγραφή των γεγονότων, 6. η εντυπωσιακή ανάλυση των καταστάσεων και 7. η διατύπωση κρίσεων βασισμένων στον ορθό λόγο. Εξάλλου, ο Θουκυδίδης χαρακτηρίσθηκε από τον J. Strasburger ως «ο εφευρέτης της πολιτικής ιστορίας». Κι ο Finley έχει γράψει ότι: «κανένας ίσως δεν εξέφρασε πληρέστερα από τον Θουκυδίδη την χαρακτηριστικά ελληνική εμπιστοσύνη στη σκέψη».7

Ο Π. Κανελλόπουλος, με μια θουκυδίδεια αντίληψη, διατύπωσε την άποψη ότι: «για να είναι αληθινά ωφέλιμη η ιστορία, πρέπει ο ιστοριογράφος να βάζει στο κέντρο όχι τα πράγματα, που αλλάζουν αδιάκοπα, αλλά τους ανθρώπους, που η φύση τους μένει η ίδια…».8

Η ιστοριογραφία περιγράφει και αξιολογεί συμβάντα που έχουν περάσει ήδη στο παρελθόν. Ως εκ τούτου, δεν μπορεί να αποδώσει τη ζώσα διάσταση των γεγονότων και των αντίστοιχων ερεθισμάτων του στοχασμού, δηλαδή των κρίσιμων στοιχείων του ιστορούμενου παρελθόντος. Καμιά αναπαραστατική ικανότητα δεν μπορεί να υποκαταστήσει την πρωτογενή απόκτηση εμπειρίας. Κοντολογίς, το παρελθόν γνωστοποιείται, αλλά δεν αναβιώνει.

Επώνυμες αναφορές
Ως θεωρητικές εκτιμήσεις και ως εμπειρικά κατασταλάγματα σχετικά με την ιστορία, παρατίθενται επιλεκτικά οι εξής επώνυμες αναφορές:

– Θουκυδίδης: «Θα είμαι ικανοποιημένος, αν το έργο μου κριθεί ωφέλιμο από όσους θελήσουν να έχουν ακριβή γνώση των γεγονότων που συνέβησαν και εκείνων που θα συμβούν στο μέλλον, τα οποία, με δεδομένη την ανθρώπινη φύση, θα είναι όμοια ή παραπλήσια…».9

– G. Hegel: Το μόνο πράγμα που διδάσκει η ιστορία, είναι ότι δεν κατάφερε ποτέ να διδάξει κανέναν.

– K. Popper: Η ιστορία είναι μια περιγραφή για τη γνωστοποίηση και την κατανόηση των γεγονότων.

– Π. Κανελλόπουλος: Στην ιστορία «τίποτε δεν είναι αντικειμενικό, αλλά (αυτή) επιβάλλει τη διάκριση του βάθους από την επιφάνεια, του αντικειμένου από το υποκείμενο, του εξωτερικού από το εσωτερικό».10

Στις πιο πάνω επώνυμες αναφορές πρέπει να προστεθεί και η ευρύτατα διαδεδομένη εμβληματική παρατήρηση ότι: «την ιστορία τη γράφουν οι νικητές και οι φίλοι τους».

Αντί συμπεράσματος
Η ιστορία, ως καταγραφή συμβάντων, ιδίως των ανθρώπινων, δεν είναι απλώς μια υπόθεση αρχείου, αλλά ανταποκρίνεται σε μια υψηλότερη αξίωση, τουτέστιν στην ανάγκη μιας απολογιστικής έκθεσης και κριτικής αποτίμησης του παρελθόντος, με τελικό σκοπό την ανάπτυξη της γνωστικής συνείδησης του ανθρώπου. Είναι ευνόητο ότι η πρόθεση αυτή ενσωματώνει και την επιθυμία υπόδειξης ενός προσανατολισμού του ανθρώπου για το μέλλον.

Το ιδεώδες της ιστορίας προδίδεται, όταν ο ιστοριογράφος παρουσιάζει τα γεγονότα με την οπτική της ιδεολογικής του θέσης και τα αξιολογεί με γνώμονα την οικεία πολιτική επιδίωξη.

Αναμφισβήτητος προορισμός της ιστορίας είναι η αποκάλυψη της αλήθειας του αντικειμένου της. Ωστόσο, ο προορισμός αυτός, ακόμα κι αν ο ιστοριογράφος διακατέχεται από την καθαρή θέληση να τον υπηρετήσει, είναι δυσεκπλήρωτος, καθότι ο ιστορικός αφηγητής: α. κατά κανόνα, δεν έχει τη γνωστική πληρότητα που απαιτεί η πολυμέρεια του αντικειμένου του, και β. στέκεται απέναντι στα ιστορούμενα με υποκειμενικές προσλαμβάνουσες και με προσχηματισμένους γνώμονες αξιολόγησης. Ενόψει όλων αυτών, η σχετική αξίωσή μας πρέπει να περιορισθεί στην ύπαρξη μιας έντιμης υποκειμενικότητας του ιστοριογράφου.

Τελικά, σ’ ό,τι μας αφορά ως αποδέκτες της ιστορικής αναφοράς, πρέπει να θεωρήσουμε την ιστορία ως το αναγκαίο υλικό αυτογνωσίας και αυτοελέγχου του ανθρώπου.

Σημειώσεις

  1. Πρβλ. Μ. Μαρκάκη, Δοκίμια φιλοσοφίας της ιστορίας, Αθήνα 1985, σελ. 10.
  2. Ηροδότου, Μούσαι, Κλειώ Α1.
  3. Βλ. Os. Spengler, Η παρακμή της Δύσης, μτφ. Λ. Αναγνώστου, Αθήνα 2004, τ.1, σελ. 151, 164, 168.
  4. Βλ. M. Heidegger, Είναι και χρόνος, μτφ. Γ. Τζαβάρας, Αθήνα – Γιάννινα 1985, τ. Β’, σελ. 630 επ. Επίσης G. Agamben, Χρόνος και Ιστορία, μτφ. Δ. Αρμάος, Αθήνα 2003, σελ. 38-39, 42.
  5. Βλ. K. Popper, Η ανοιχτή κοινωνία και οι εχθροί της, μτφ. Ε. Παπαδάκη, τ. Β’, Αθήνα – Γιάννινα 1982, σελ. 399-400.
  6. Πρβλ. Μ. Μαρκάκη, όπ.π., σελ. 16 επ.
  7. Βλ. Jaclin de Romilly, Η αισιοδοξία του Θουκυδίδη, περ. ΕΠΟΧΕΣ, τ.3/1963, σελ. 26 επ.
  8. Π. Κανελλόπουλου, Από τον Μαραθώνα στην Πύδνα, Αθήνα 1963, σελ. 2-3.
  9. Θουκυδίδη, Πελοποννησιακός Πόλεμος, Α22.
  10. Π. Κανελλόπουλου, Εισαγωγή σε μια θεωρία της Ιστορίας, Δοκίμια, Θεσσαλονίκη 1980, σελ. 59.
Προηγούμενο ΆρθροΕπόμενο Άρθρο
Μοιραστείτε το